Κάρολος Κουν – Δοσμένος με πάθος και κρίση στο αρχαίο δράμα
Ο Κάρολος Κουν γεννήθηκε στην Προύσα της Μικράς Ασίας στις 13 Σεπτεμβρίου 1908
- Μητέρα εξέδιδε την 15χρονη κόρη της σε παιδόφιλο - Καταδικάστηκε σε φυλάκιση πέντε ετών
- «Αγνοούσα όσα συνέβαιναν», είπε για την αυτοκτονία του πατέρα της η «αγνοουμένη» Αμερικανίδα
- Νεκρή η γυναίκα που έπεσε από τον 7ο όροφο ξενοδοχείου στη Μιχαλακοπούλου - Φωτογραφίες από το σημείο
- Η πρώτη απεργία παγκοσμίως από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Διαχειριστών Ακινήτων τύπου Airbnb
[…] Το αρχαίο δράμα ταλαιπωρήθηκε χρόνια ολόκληρα και ταλαιπωρείται ακόμη στο σχολείο. Εδώ και μερικές δεκαετίες το μεταφέραμε από τα θρανία στην ορχήστρα, δίχως ωστόσο έτσι να σταματήσει η ταλαιπωρία του. Η σχολαστική διδασκαλία βυθίζει το αρχαίο δράμα σ’ ένα αδιάγνωστο γλωσσικό, καλλιτεχνικό και ιστορικό παρελθόν. Η άκριτη θεατρική αναπαραγωγή του τώρα προσπαθεί να αποδείξει ότι τίποτε δεν χάθηκε στο μεταξύ, ότι η αριστοφανική κωμωδία και η αισχυλική, σοφόκλεια και ευριπιδική τραγωδία σπαρταρούν μέσα στο δικό μας παρόν. Αν η μία μέθοδος οδηγεί στην αποξένωση, η δεύτερη αφέλεια οδηγεί στη γελοιοποίηση. Με τους προηγούμενους αφορισμούς θέλησα να δηλώσω ότι δεν ανήκω σε όσους ανατριχιάζουν αυτόματα και μόνο με την ακρόαση του μεταφρασμένου τραγικού λόγου, ούτε και ξεκαρδίζομαι μόνο με την εμφάνιση στη σκηνή του αριστοφανικού φαλλού. Συνήθως οι παραστάσεις αρχαίου δράματος που έχω δει (τραγωδίας και κωμωδίας) μ’ έχουν γεμίσει πλήξη και ανία, και δεν καταλαβαίνω ποια πραγματική ανάγκη επέβαλε τη θεατρική τους αναπαραγωγή.
Όλες ή σχεδόν όλες από τις προηγούμενες επιφυλάξεις αίρονται όταν παρακολουθώ δουλειά του Κουν στο αρχαίο δράμα. Οι λόγοι της εξαίρεσης –όχι φυσικά μοναδικής– είναι πολλοί και σύνθετοι, θα αναφέρω λίγους μόνο και θα τους σχηματοποιήσω αναγκαστικά:
α) Ο Κάρολος Κουν δεν επέπεσε στο αρχαίο δράμα για να το λεηλατήσει. Χρειάστηκε δεκαετίες ολόκληρες για να κάμει οριστικές προτάσεις για την αριστοφανική κωμωδία, και μόνο όταν ωρίμασε τόλμησε την ασιατική μεταγραφή των «Περσών».
β) Ο Κουν σέβεται το αρχαίο δράμα, αλλά δεν το φοβάται.
γ) Είδε, πιστεύω, τόσο την αρχαία κωμωδία όσο και την αρχαία τραγωδία πρώτα και κυρίως ως θέατρο: όχι ως ιδεολογικό κήρυκα, πολιτικό μπαλκόνι ή στερεοφωνική συσκευή. Τον σταμάτησαν στο αρχαίο δράμα κυρίως κάποιοι θεατρικοί πειρασμοί: λ.χ., ο χορός από μέσα στη σύγκρουση των προσώπων και των θεατρικών γεγονότων, η ομαδική κίνηση, η ομαδική στάση, η ομαδική κραυγή, η ομαδική σιωπή, η σχέση θεατρικού προσώπου και θεατρικού προσωπείου, η αναζήτηση της αποτελεσματικής έκφρασης εκεί που δεν είναι εύκολη η παραπομπή σε μια τρέχουσα εμπειρία. Κοντά σ’ αυτά πιστεύω πως τον απασχόλησε και κάποιο αίτημα ριζοσπαστικό, που μόνο οι άμουσοι θα το θεωρούσαν ανίερο. Μιλώ για τη δυνατότητα να πλαστεί ένα δίδυμο πρόσωπο με τα φυσικά όρια του επώνυμου ηθοποιού και με τα μυθικά όρια του τραγικού ήρωα. Ας πούμε: ο Χατζημάρκος-Δαρείος, ο Λαζάνης-Οιδίποδας, ο Κουγιουμτζής-Διόνυσος. Ο Κουν δεν θυσιάζει εξ ολοκλήρου τους ηθοποιούς του στους τερατικούς κάποτε ρόλους του αρχαίου δράματος. Ψάχνει να βρει τη δυνατή αναλογία ανάμεσα στην Πιττακή και στην Αντιγόνη, στην Αγγελίδου και στην Αγαύη ή, τώρα, στην Παΐζη και στην Εκάβη. Ο Κουν νοιάζεται να αποδείξει το μίνιμουμ και το μάξιμουμ συγγένειας που μπορεί να αναπτυχθεί ανάμεσα σ’ ένα οικείο φυσικό πρόσωπο και σ’ ένα ανοίκειο θεατρικό απείκασμα. Από αυτή την έγνοια του πιστεύω πως προκύπτει η αμεσότητα που ποτέ δεν λείπει από τις παραστάσεις αρχαίου δράματος του Kάρολου Κουν: μέτριες, καλές ή έξοχες. Η αναζήτηση αυτής της οικειότητας δημιουργεί φυσικά κάποτε αμήχανα αποτελέσματα, αλλά πρόκειται τελικά για μια αμηχανία που την επιβάλλουν η απόσταση του χρόνου και η διαφορετική βαθμίδα πολιτισμού που μας χωρίζουν από το αρχαίο δράμα.
δ) Οι διδασκαλίες εξάλλου του Κουν στο αρχαίο δράμα δεν ευφυολογούν. Τα ευρήματα τα γεννά η παράσταση, δεν τα δείχνουν οι σκηνοθετικές μηχανές. Στις ώριμες μάλιστα παραστάσεις ο σκηνοθέτης Κουν έχει πια αποσυρθεί. Το έργο δουλεύει εφεξής με το δικό του εφευρημένο ρυθμό, δεν ελέγχεται συνεχώς από τα παρασκήνια.
ε) Οι παραστάσεις του αρχαίου δράματος στους καιρούς μας έχουν δημιουργήσει πολλά και, κατά κανόνα, πλαστά, διλήμματα: ρεαλισμός ή ιδεαλιστική αφαίρεση, ηρωικός όγκος ή ανθρώπινη μετριοπάθεια, τελετουργία ή κινημένη καθημερινότητα, ηθογραφία ή ψυχολογία, ύπαιθρη γραφικότητα ή αστικός ανταγωνισμός. Οι διδασκαλίες του Κουν μοιάζει να μην ακούν αυτές τις προκατασκευές, το θεατρικό του ένστικτο ενδιαφέρεται πολύ λίγο για την ετικέτα, και πολύ περισσότερο για την αποτελεσματική έκφραση, ανάλογα με την περίπτωση. Τούτο δεν σημαίνει ωστόσο απροσανατόλιστο συγκρητισμό. Σ’ όλες τις διδασκαλίες αρχαίου δράματος του Κουν υπάρχουν, πιστεύω, απαράβατα ακραία όρια: στη βάση τους βρίσκεται ο ρεαλισμός, στο εποικοδόμημά τους ευφραίνεται η φαντασία. Το πέλμα της παράστασης είναι πάντοτε πραγματικό, η φανταστική απογείωση δεν εξαφανίζει ποτέ τα ίχνη της ρεαλιστικής αφετηρίας.
στ) Τέλος, νομίζω ότι ο Κουν και στις παραστάσεις του αρχαίου δράματος, όπως και στις άλλες του διδασκαλίες, είναι προπάντων ανθρωπιστής, μ’ όλο το επίμαχο φορτίο που έχει η λέξη στις μέρες μας. Προσέφυγε, πιστεύω, στο αρχαίο δράμα, γιατί στο χώρο αυτόν ο ανθρωπισμός του ανθρώπου δοκιμάστηκε πολύ, και απόδειξε και πόσο εύθραυστος είναι και πόσο ανθεκτικός.
Το αρχαίο δράμα, από τον Αισχύλο ως τον Ευριπίδη και τον Αριστοφάνη, εκθέτει τον άνθρωπο σ’ έναν πολύ κρίσιμο αιώνα της ευρωπαϊκής ιστορίας: όταν τον εγκαταλείπουν ο παραδοσιακός μύθος και η αρχαϊκή θεοδικία, και όταν καλείται να αναμετρηθεί με τον εαυτό του πια, ενώπιος ενωπίω, μέσα στο πλαίσιο της πόλης, δίχως μεταφυσικά υποστηρίγματα. Η μετάβαση αυτή από τον μυθικό στον πολιτικό ανθρωπισμό υπήρξε οδυνηρή για τον αρχαίο κόσμο του πέμπτου αιώνα, και συντελέστηκε κάπου ανάμεσα στους Περσικούς Πολέμους (που το τέλος τους άνοιξε πανηγυρικά τον κύκλο) και στον Πελοποννησιακό Πόλεμο (που φρικιαστικά σχεδόν έκλεισε τον κύκλο). Αυτός ο σπαραγμένος και κάποτε λιτά σπαραχτικός ανθρωπισμός γνώρισε και την τραγική προβολή του και την κωμική προσβολή του στην αρχαιότητα, και αποτελεί συγγενές μοντέλο για τους καιρούς μας. Νομίζω πως τη συγγένεια αυτή ανακάλυψε ο Κουν και δόθηκε με πάθος και κρίση στο αρχαίο δράμα. Εδώ εξάλλου βρίσκεται και η βαθύτερη πολιτική σημασία της θεατρικής παραγωγής του Κουν στον τομέα της αρχαίας τραγωδίας και κωμωδίας.
*Απόσπασμα από ομιλία του Δ. Ν. Μαρωνίτη στη Νέα Σμύρνη στις 19/3/1979 (πηγή: theatro-technis.gr).
Ο μέγας θεατράνθρωπος Κάρολος Κουν γεννήθηκε στην Προύσα της Μικράς Ασίας στις 13 Σεπτεμβρίου 1908 και απεβίωσε στην Αθήνα στις 14 Φεβρουαρίου 1987.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις