Έως και 39 χιλιάδες μετανάστες υπολογίζεται ότι έφτασαν από την αρχή της χρονιάς στις ακτές της Ιταλίας, μέσω του ριψοκίνδυνου διάπλου της Μεσογείου κι εν μέσω πανδημίας.

Ο αριθμός είναι διπλάσιος συγκριτικά με τη αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Το ένα έκτο εξ αυτών, εν τω μεταξύ, ήταν ασυνόδευτοι ανήλικοι.

Με την ανεργία στο 9,3% (27,7% στους νέους) στην τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης και τους κρατικούς πόρους για προγράμματα κοινωνικής ενσωμάτωσης σε οριακό σημείο, η νέα πραγματικότητα για τους περισσότερους, νεοαφιχθέντες και μη, είναι γεμάτη δυσκολίες στη χώρα-επίκεντρο των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη.

Με στόχο λοιπόν να βοηθήσει στην ενσωμάτωσή τους στις τοπικές κοινωνίες, όπου φιλοξενούνται, μία μη κερδοσκοπική οργάνωση, η MAAP, με έδρα τη Ματέρα, επιστράτευσε την τέχνη.

Σε μία καινοτόμο δράση αλληλεγγύης, έγινε τις τελευταίες ημέρες «γέφυρα» συνάντησης και συνεργασίας του διάσημου Μαροκινού street artist Mohamed L’Ghacham -που έχει έδρα τη Βαρκελώνη- με ομάδες νεαρών μεταναστών.

Και με «συνδετικό κρίκο» τις επιβλητικές τοιχογραφίες του, τους έφερε πιο κοντά με τρεις τοπικές κοινότητες στην περιφέρεια Μπαζιλικάτα της νότιας Ιταλίας: γνωστή κι ως Λουκανία, μία από τις σημαντικότερες αποικίες Ελλήνων της Magna Grecia.

Ένα πρότζεκτ… ελπίδας

Το φιλόδοξο πρόγραμμα, που διήρκεσε 18 ημέρες και ολοκληρώθηκε πριν από λίγες ημέρες, χωρίστηκε σε τρία μέρη: όσες οι πόλεις και τα κτίρια που μεταμορφώθηκαν με τις τοιχογραφίες, δίνοντας «χρώμα» σε γειτονιές και στη ζωή των συμμετεχόντων.

Στη Ματέρα, η τοιχογραφία ήτα μία οικογένεια γύρω από ένα τραπέζι.

Στο Καστελσαρατσένο, μία νύφη.

Η πρώτη και πιο εμβληματική ήταν πάντως στο Σαν Κίρικο Ραπάρο.

Εκεί, ο L’Ghacham συνεργάστηκε με μία ομάδα έντεκα ασυνόδευτων ανήλικων, που μένουν στο τοπικό κέντρο φιλοξενίας.

Αν και ο καλλιτέχνης ζωγράφισε μόνος του την τοιχογραφία, οι νεαροί μετανάστες συμμετείχαν -όπως και στις προηγούμενες- στη δημιουργική διαδικασία.

Με «καμβά» τον τοίχο ενός σπιτιού, σε αυτή την περιοχή του δήμου της Ποτέντσα, μια γυναίκα απεικονίζεται να στέκεται έχοντας πίσω της μια ανοιχτή πόρτα και μπροστά της ένα τραπέζι στρωμένο για το δείπνο.

Από τους ασυνόδευτους ανήλικους ζητήθηκε να δώσουν τη δική τους «πινελιά», προτείνοντας αντικείμενα που θα αποτυπώνονταν στην τοιχογραφία.


Επέλεξαν μία βάρκα, σαν και αυτή που τους έφερε στις ιταλικές ακτές, με κίνδυνο της ζωής τους. Ένα αφρικανικό τύμπανο. Και μια κορνίζα με φωτογραφία του τεμένους Φαϊσάλ του Ισλαμαμπάντ -το έκτο μεγαλύτερο στον κόσμο.

Όλα «τοποθετήθηκαν» ευλαβικά στο έργο του Μαροκινού καλλιτέχνη, πάνω στη ζωγραφισμένη συρταριέρα.

Και με αυτά ως αφορμή, οργανώθηκαν συζητήσεις γύρω από τις προσωπικές ιστορίες των νεαρών μεταναστών.

«Μαγνητισμένοι» από το καλλιτεχνικό δρώμενο, που αναμόρφωνε την γειτονιά τους, κάτοικοι της περιοχής -περιγράφει σε ρεπορτάζ της η εφημερίδα The Guardian– άρχισαν να συμμετέχουν κι αυτοί στις συζητήσεις, φιλεύοντας παράλληλα φρούτα, καφέ και λιμοντσέλο.

Πηγή: @MAAPfiera

«Παντρεύοντας» το παρελθόν με το παρόν

«Ήμασταν 156 άνθρωποι στοιβαγμένοι σε μια μικρή βάρκα», περιέγραψε με σπαστά ιταλικά και μπεγκάλι -μεταφρασμένα μέσω μιας εφαρμογής για κινητά- ένας 18χρονός από το Μπαγκλαντές, που έφτασε στην Ιταλία πριν από δέκα μήνες.

«Ανάμεσα μας υπήρχαν γυναίκες και παιδιά. Τα κύματα μας χτυπούσαν πλευρικά. Οι άνθρωποι έκλαιγαν. Πιστεύαμε ότι δεν θα επιβιώσουμε», εξιστόρισε το επικίνδυνο ταξίδι του στα νερά της Μεσογείου, όπου πνίγονται χιλιάδες κάθε χρόνο.

Οι ίδιοι τα κατάφεραν. Για τον νεαρό Μπαγκλαντεσιανό, ήταν το τέλος ενός μεγάλου, επίπονου ταξιδιού, που άρχισε από την πατρίδα του και, μέσω Ντουμπάι, συνεχίστηκε στην Αίγυπτο και από εκεί στη Λιβύη.

Εργάστηκε για έναν χρόνο στην Τρίπολη, ανέφερε, κάνοντας διάφορες δουλειές. Φυλακίστηκε και βασανίστηκε για έντεκα μέρες, μέχρι οι γονείς του να στείλουν χρήματα για την απελευθέρωσή του και να φύγει, μέσω διακινητών, για την Ιταλία.

Για πολλούς σαν και αυτόν, η τοιχογραφία στο Σαν Κίρικο Ραπάρο συμβολίζει την είσοδο τους στην ιταλική κοινωνία.

Πηγή: @MAAPfiera

«Η ομορφιά αυτού του σχεδίου είναι ότι φέρνει τους ανθρώπους κοντά», είπε ένας 17χρονος από την Αίγυπτο. «Μπορεί να μην μείνουμε για πάντα εδώ, έχουμε όμως αφήσει ένα σημάδι».

Ενθαρρυμένη από την θερμή ανταπόκριση των τοπικών κοινωνιών και τη θετική επίδραση στους νεαρούς μετανάστες, η MAAP -που ιδρύθηκε το 2019 από τη Στεφάνια Ντούμπλα, πρώην έφορο του Μουσείου Ορσέ του Παρισιού- σχεδιάζει πλέον επέκταση του προγράμματος.

Ήδη οργανώνει για του χρόνου ανάλογες πρωτοβουλίες σε άλλες περιφέρειες της Ιταλίας, όπως στο Λάτιο, στην Εμίλια Ρομάνια και στην Απουλία.