Από το «Varoufakis effect» στο «Mitsotakis effect» η Ελλάδα
Είναι μία από τις λίγες οικονομίες που επέστρεψαν στα προ πανδημίας επίπεδα – Βρίσκεται περίπου μισό χρόνο μπροστά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης
- Αποκάλυψη in: Έψαξαν τις κάμερες για το ύποπτο «φορτίο» της τραγωδίας στα Τέμπη προ …δύο ημερών
- Αναγκαία η άμεση παρέμβαση του Αρείου Πάγου για το «χαμένο» υλικό από τις κάμερες στα Τέμπη, λέει το ΠΑΣΟΚ
- Πούτιν σε Σολτς: Οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τη νέα εδαφική πραγματικότητα
- Ο Μάρτιν Σκορσέζε φέρνει στην οθόνη τη ζωή οκτώ καθολικών Αγίων - «Πάντα με γοήτευε η ιδέα»
Μεσούσης της ελληνικής κρίσης χρέους, ο Dr Holger Schmieding, Chief Economist της παλαιότερης (από το 1590) γερμανικής τράπεζας, της Berenberg, εξετάζοντας τις επιπτώσεις από το «Varoufakis effect», όπως αποκάλεσε το πρώτο εξάμηνο του 2015, αποφάνθηκε ότι σπάνια μια νέα κυβέρνηση, όπως η πρώτη του Αλ. Τσίπρα με υπουργό Οικονομικών τον Γιάνη Βαρουφάκη, έχει προκαλέσει τόσο μεγάλη ζημιά σε τόσο σύντομο διάστημα.
Ο ίδιος, σε σημείωμα της Berenberg Bank αυτές τις ημέρες, θυμίζει πως πριν από δέκα χρόνια όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στη μικρή Ελλάδα, καθώς μια άθλια προσπάθεια αναδιάρθρωσης του χρέους της το 2011 πυροδότησε τεράστια αναταραχή στις αγορές και σενάρια διάσπασης του ευρώ, οδηγώντας την περιοχή στα πρόθυρα της ύφεσης.
Να σημειωθεί πως το 2015, καθώς τότε η ευρωζώνη είχε οχυρωθεί θεσμικά, δεν τέθηκε ποτέ θέμα κινδύνου για το ευρώ (καθώς το «καμπανάκι» χτυπούσε μόνο για την Ελλάδα), ενώ ούτε οι εταίροι και δανειστές ούτε και οι αγορές ήταν φυσικά διατεθειμένοι «να χορέψουν σε κανέναν σκοπό», από όπου και αν προερχόταν.
Μειώσεις φόρων
Σήμερα, υποστηρίζει ο Holger Schmieding, η Ελλάδα είναι μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος. Για πρώτη φορά μάλιστα πρωταγωνιστεί, καθώς είναι μια από τις λίγες οικονομίες που επέστρεψαν στα προ κορωνοϊού επίπεδα ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και βρίσκεται μάλιστα περίπου μισό χρόνο μπροστά από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Αντιδρώντας μάλιστα στην ισχυρότερη του αναμενομένου ανάπτυξη και στον δημοσιονομικό χώρο που δημιουργείται, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε περαιτέρω μειώσεις φόρων, που ισοδυναμούν με το 1,9% του ΑΕΠ, τόσο για το 2021 όσο και το 2022, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να εισέρχεται μάλλον σε έναν ενάρετο κύκλο, εκτίμησε η Berenberg, καθώς, όπως ακριβώς οι υπερβολικές αυξήσεις φόρων είχαν στραγγαλίσει κομμάτια της οικονομίας κατά τη διάρκεια της κρίσης, οι μειώσεις φόρων ίσως να ενισχύσουν την προσφορά και τη ζήτηση ταυτόχρονα.
Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Holger Schmieding, η Ελλάδα παραμένει μια ειδική περίπτωση, καθώς ακόμη και αν η ανάπτυξη ξεπεράσει εφέτος το 6%, το πραγματικό ΑΕΠ της χώρας το 2021 θα εξακολουθήσει να βρίσκεται 29% χαμηλότερα από το υψηλό πριν από την κρίση του 2007 και ελαφρώς υψηλότερα από τα επίπεδα όπου βρισκόταν το 1998, πριν δηλαδή την έλευση του ευρώ, την ώρα που το ίδιο διάστημα η οικονομία της ευρωζώνης σε μέσα επίπεδα αυξήθηκε κατά σχεδόν 33%.
Δυναμική ανάπτυξης
Τα παραπάνω δεδομένα δεικνύουν, όπως αναφέρει, τόσο το εύρος της 10ετούς κρίσης όσο, όμως, και τη δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας της Ελλάδας, εάν η χώρα εφαρμόσει τις σωστές πολιτικές.
Μάλιστα, σημειώνει πως άλλες χώρες μπορούν να πάρουν σήμερα μαθήματα από την Ελλάδα. Αρχικά τα δεδομένα δείχνουν πως η αναταραχή πρέπει να περιορίζεται ταχύτερα και αποφασιστικά, διαφορετικά μπορεί να ξεφύγει από τον έλεγχο.
Το ότι στην αρχή της πανδημίας οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ελλάδα έκαναν τα κατάλληλα βήματα, όταν ο κορωνοϊός έπληξε τον ανεπτυγμένο κόσμο και προκάλεσε μεγάλη αναταραχή στις αγορές, παραμένει ένα μόνιμο επίτευγμα.
Ενα άλλο δίδαγμα από την Ελλάδα αφορά το γεγονός ότι η χώρα μπορεί πλέον να χαλαρώσει τα δημοσιονομικά «λουριά», γιατί οι φιλικές προς την ανάπτυξη μεταρρυθμίσεις έχουν ενισχύσει τις δυνατότητες της προσφοράς και οι πιστωτές του επίσημου τομέα κρατούν το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Μετά τα lockdowns οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να εστιάσουν στη δημιουργία θέσεων εργασίας μέσω των δημόσιων επενδύσεων και των ανταγωνιστικών φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις, ώστε να ενθαρρυνθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις, όπως κάνει σήμερα η Ελλάδα, παρατηρεί η γερμανική τράπεζα.
Οι φιλικές προς την ανάπτυξη πολιτικές, που ενισχύουν την προσφορά, έχουν τελικά περισσότερη σημασία από αυτές που εστιάζουν μόνο στη ζήτηση.
Ελλείμματα, χρέος
Η ελληνική οικονομία ανακάμπτει πάντως με έντονους ρυθμούς, με την επίδοσή της το 2ο τρίμηνο του 2021 να την ταξινομεί σε ένα σύνολο 9 κρατών-μελών της ΕΕ-27 με πραγματικό ΑΕΠ υψηλότερο σε σχέση με τα προ πανδημίας επίπεδα.
Παρά ταύτα, η καλύτερη του αναμενομένου επίδοση της ελληνικής οικονομίας, τόσο ως προς το μέγεθος της ύφεσης το 2020 όσο και ως προς το μέγεθος της ανάκαμψης το 1ο εξάμηνο του 2021, συνοδεύτηκε από πολύ υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα και αύξηση του δημόσιου χρέους.
Ετσι, λένε οι οικονομολόγοι, η μετάβαση της οικονομίας από το 2023 στο μονοπάτι της δημοσιονομικής πειθαρχίας από το μονοπάτι της δημοσιονομικής χαλάρωσης, χωρίς μεγάλο κόστος για την ανάπτυξη, αποτελεί μεγάλο στοίχημα για τους ασκούντες την οικονομική πολιτική.
Υστερα πάντως από στοιχεία-έκπληξη (+16,2%) του 2ου τριμήνου, όπου το ελληνικό ΑΕΠ βρέθηκε 0,7% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, οικονομολόγοι ξένων και ελληνικών τραπεζών αλλά και αναλυτές διεθνών οίκων «βλέπουν» διψήφια άνοδο του ΑΕΠ (στην περιοχή του +12%) και στο 3ο τρίμηνο, ενώ, καθώς το 80% των οικονομικών δεικτών βρίσκεται σε φάση ισχυρής ανάκαμψης και τα τουριστικά έσοδα αναμένεται να κυμανθούν εφέτος άνω των 12 δισ. ευρώ (από 18 δισ. ευρώ το 2019 και 6 δισ. ευρώ το 2020), δεν αποκλείουν η ανάπτυξη του 2021 (ύστερα από 5%-6% και στο 4ο τρίμηνο) να ξεπεράσει το 8%, αρκετά πάνω δηλαδή από τη νέα πρόβλεψη κατά 5,9% της κυβέρνησης. Οι συνολικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών κινούνται σε ιστορικά υψηλά τόσο ως προς το ΑΕΠ όσο και σε αξία, ενώ αναμένονται σε ακόμη υψηλότερο επίπεδο το 2022.
Δυναμικά κινείται ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας το 2021, ο οποίος εκτιμάται ότι μέσα στη χρονιά θα καλύψει σε μεγάλο βαθμό τις απώλειες πωλήσεων της πανδημίας (ύψους περίπου €40 δισ.).
Θετικές προοπτικές
Αρχίζουν να συντρέχουν σταδιακά και οι προϋποθέσεις για ισχυρή ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου, αλλά και η ενδεχόμενη αποτύπωση των θετικών προοπτικών της οικονομίας στις αποτιμήσεις των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων και χρεογράφων.
Ξένοι οίκοι προχώρησαν σε μπαράζ αναβαθμίσεων των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Η Capital Economics ανέβασε π.χ. τον πήχη της ανάπτυξης στο 8,5% εφέτος για την Ελλάδα, έναντι 8,6% της Scope Ratings.
Η UBS σημείωσε επίσης πως τα στοιχεία του 2ου τριμήνου δείχνουν πως το ΑΕΠ της Ελλάδας έχει ανακάμψει πλήρως από το πανδημικό σοκ, αναθεωρώντας τις προβλέψεις της για ανάπτυξη στο 7,9% εφέτος (από 6,6% προηγουμένως) και στο 6% το 2022 (από 5% προηγουμένως).
Για «ολική επαναφορά» της ελληνικής οικονομίας στα προ κορωνοϊού επίπεδα από τα στοιχεία-έκπληξη στο 2ο τρίμηνο, όπου το ελληνικό ΑΕΠ βρέθηκε σχεδόν 1% υψηλότερα από τα προ πανδημίας επίπεδα, την ώρα που το ΑΕΠ της ευρωζώνης παρέμεινε 2,5% χαμηλότερα από τα επίπεδα όπου βρισκόταν το 4ο τρίμηνο του 2019, πριν δηλαδή «χτυπήσει» η πανδημία, έκανε λόγο η JP Morgan.
Για τη Moody’s Analytics, η Ελλάδα «σημειώνει υποδειγματική ανάρρωση μετά την COVID-19», ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης το 2021 θα φτάσει το 8,2% έναντι 5,1% το 2022.
Πρωτοφανής στήριξη
Από την άλλη πλευρά, εκτιμάται πως η χώρα εισέρχεται σε έναν 5ετή τουλάχιστον ανοδικό κύκλο ισχυρής ανάπτυξης, καθώς οι ροές από το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο παρέχουν πρωτοφανή συνδυαστική στήριξη.
Η χρηματοδότηση και η τελική δαπάνη την περίοδο 2021-2026 θα φτάσουν από το Ταμείο Ανάκαμψης ως τα 60 δισ. ευρώ (€18 δισ. επιχορηγήσεις και €13 δισ. δάνεια, ενώ έως €29 δισ. αφορούν ιδιωτικά κεφάλαια και τραπεζικά δάνεια), ενώ 41 δισ. ευρώ αναμένονται μέσω του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου.
Δηλαδή οι ετήσιες χρηματοδοτικές ροές θα είναι τριπλάσιες σε σχέση με την προηγουμένη 20ετία. Τα κεφάλαια αυτά επαρκούν μάλιστα για να καλύψουν το επενδυτικό κενό που δημιουργήθηκε στη χώρα τα χρόνια της 10ετούς κρίσης που έφτασε τα 97 δισ. ευρώ.
Το τραπεζικό σύστημα επίσης δείχνει έτοιμο για έναν πολυδιάστατο ρόλο, καθώς τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα θα βρεθούν σε μονοψήφια επίπεδα το 2022, ενώ οι χορηγήσεις προς τον ιδιωτικό τομέα, που έφτασαν τα 7 δισ. ευρώ την περίοδο 2020 – 30.6.2021, αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα χρόνια χρηματοδοτώντας την οικονομία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις