Νίκος Πουλαντζάς – Ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει
Διανοητής και διανοούμενος κύρους, στρατευμένος στην υπόθεση της ριζικής κοινωνικής αλλαγής, ο Πουλαντζάς απεβίωσε στις 3 Οκτωβρίου 1979
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
Είκοσι χρόνια μετά τον αδόκητο θάνατο του Νίκου Πουλαντζά (1936-1979), το Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Πολιτικής Επιστήμης και το Πανεπιστήμιο Paris VIII, οργάνωσε διεθνές συνέδριο στην Αθήνα, εκπληρώνοντας ένα διπλό χρέος: τιμώντας αφενός τη μνήμη ενός κορυφαίου μαρξιστή θεωρητικού και στρατευμένου διανοούμενου –ιδιόμορφα «οργανικού» θα έλεγα, εφόσον ουδέποτε υπέταξε την ανεξαρτησία της σκέψης του στην κομματική του ένταξη– της Αριστεράς και φέροντας, αφετέρου, στο προσκήνιο της επιστημονικής και πολιτικής συζήτησης το θέμα της επικαιρότητας των θεωρητικών και πολιτικών προβλημάτων τα οποία ο ίδιος ο Πουλαντζάς με τόση οξύτητα και με πλήρη αίσθηση του επείγοντος είχε θέσει.
[…]
Ακριβώς επειδή ο Πουλαντζάς είχε ενεργό πολιτική παρουσία και δραστηριότητα, τοποθετώντας τον εαυτό του σε αυτό που ο ίδιος αποκαλούσε «αριστερό ευρωκομμουνιστικό ρεύμα», ρεύμα που φυσικά σαρώθηκε κι αυτό μαζί με όλα τ’ άλλα, ορθόδοξα ή μη, με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και των δορυφορικών της κομμουνιστικών καθεστώτων, διεκδικείται με τίτλους ιδιοκτησίας από σημερινές πολιτικές ομάδες και τάσεις που, εντελώς άστοχα, θορύβησαν για δήθεν εκμετάλλευση του συνεδρίου από «αλλότριες» δυνάμεις. Το ίδιο, φυσικά, συμβαίνει και στο θεωρητικό επίπεδο με τις απόπειρες «αυθεντικής» ερμηνείας και «ιδιοποίησης» της σκέψης του. Γι’ αυτό, κάθε προέκταση της θεωρητικής του προβληματικής, πόσο μάλλον των τότε πολιτικών του απόψεων, δεν μπορεί παρά να περιέχει κάποια δόση αυθαιρεσίας.
[…]
Θα πρέπει, εκ προοιμίου, να τονιστεί ότι το κενό που άφησε ο Πουλαντζάς στην πολιτική θεωρία την οποία προσπαθούσε να συγκροτήσει ως εξέχων εκπρόσωπος του δυτικού μαρξισμού παραμένει ακόμη δυσαναπλήρωτο. Το θεωρητικό του έργο είχε επιφέρει βαθύτατες και αγεφύρωτες ρωγμές στο επίσημο και θεσμοποιημένο θεωρητικό οικοδόμημα του «μαρξισμού-λενινισμού», τα τελευταία υπολείμματα απήχησης και κύρους του οποίου θρυμματίστηκαν οριστικά με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Ασφαλώς, οι ραγδαίες εξελίξεις που επακολούθησαν και οι μεταβολές στην οικονομική και πολιτική οργάνωση των σύγχρονων αναπτυγμένων δυτικών κοινωνιών, οι αλλαγές στον ρόλο του κράτους και μια σειρά από άλλα φαινόμενα, με αποφασιστικής σημασίας τις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης που έχουν αναδιατάξει τις σχέσεις ισχύος και συνεργασίας μεταξύ των κρατών στη διεθνή οικονομική και πολιτική σκηνή, ήταν αδύνατο, φυσικά, να προβλεφθούν από τον Πουλαντζά. Αυτό δεν σημαίνει ότι η θεωρητική του προσφορά έχει αχρηστευθεί. Κάθε άλλο μάλιστα. Τα θεμελιώδη προβλήματα που έθεσε γύρω από την εξουσία και το κράτος παραμένουν επίκαιρα μολονότι απαιτούν νέες θεωρήσεις και προσεγγίσεις και από θεωρητική σκοπιά και από τη σκοπιά των φορέων δράσης. Για την αντιμετώπιση των νέων προβλημάτων «βασιλική οδός», δυστυχώς, δεν υπάρχει.
[…]
Μολονότι ο Πουλαντζάς δεν κατάφερε να λύσει τα προβλήματα της μαρξιστικής θεωρίας με τα οποία επίμονα ασχολήθηκε, οι θεωρητικές του επεξεργασίες κάθε άλλο παρά στο περιθώριο παρέμειναν. Αντίθετα, το έργο του αποτέλεσε αντικείμενο έντονων συζητήσεων και προβληματισμών, η δε επιρροή του απέκτησε σημαντική εμβέλεια. Βοήθησε στην αναζωογόνηση της μαρξιστικής προβληματικής, κέρδισε σημαντικές θέσεις στον ακαδημαϊκό χώρο ως αντίπαλο δέος του κυρίαρχου λειτουργισμού και διαμόρφωσε μια νέα γενιά πολιτικών κοινωνιολόγων μαρξιστικού προσανατολισμού που παρήγαγαν σημαντικό έργο. Το δικό του έργο παραμένει στενά συνυφασμένο, δεμένο με την μαρξιστική άνοιξη που γνώρισαν τα δυτικά πανεπιστήμια στη δεκαετία του 1970, την εποχή μετά τον γαλλικό Μάη του ’68, όταν αυξήθηκε αλματωδώς η ζήτηση για κοινωνικές επιστήμες.
Η θεωρητική του αυστηρότητα και η πολιτική επιχειρηματολογία που προέκυπτε από τις σχετικές αναλύσεις του, άνοιξαν νέους δρόμους προβληματισμού και προσεγγίσεων στα πολιτικά προβλήματα της εποχής για τα αριστερά κινήματα. Ανοίγοντας νέους θεωρητικούς ορίζοντες, έθεσε επί τάπητος προβλήματα που αφορούσαν κατ’ εξοχήν τον δρόμο προς τον σοσιαλισμό και το πολιτικό καθεστώς του σοσιαλισμού. Διατάραξε βεβαιότητες, ανέτρεψε εφησυχασμούς, διέβρωσε εμπεδωμένους δογματισμούς και συνέβαλε όσο κανείς άλλος ώστε να διαμορφωθούν νέες αντιλήψεις για το κράτος και τον ρόλο του, για τις δυνατότητες παρέμβασης και επίδρασης των «λαϊκών δυνάμεων», για τη δραστικότητα των λαϊκών και κοινωνικών κινημάτων και τους χώρους παρέμβασής τους.
Το θεωρητικό έργο του Πουλαντζά αποτέλεσε επίσης ακρογωνιαίο λίθο και στήριγμα του «ευρωκομμουνισμού» και της προσπάθειας ανανέωσης και προσαρμογής των Κ.Κ. της Δυτικής Ευρώπης σε συνθήκες ραγδαίων οικονομικών και πολιτικών ανακατατάξεων και αλλαγών με το ιταλικό Κ.Κ. και τον ηγέτη του Μπερλίγκουερ σε πρωταγωνιστικό ρόλο. (Παρεμπιπτόντως, δεν ήταν καθόλου τυχαίο που οι προβληματισμοί του IKK και το εγχείρημα του ευρωκομμουνισμού «εμφανίστηκαν» μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοσέτ στη Χιλή, τον Σεπτέμβριο του 1973, και τον αιματηρό, διά των όπλων, τερματισμό του πειράματος κοινοβουλευτικού «δημοκρατικού σοσιαλισμού» του δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου Σαλβαντόρ Αλλιέντε. Και πάλι, κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι από το τραγικό αυτό γεγονός οι διάφορες «αριστερές δυνάμεις» της εποχής εξήγαγαν διαφορετικά συμπεράσματα).
Μολονότι ο ίδιος μάλλον ατύχησε, κατά τη γνώμη μου, όταν καταπιάστηκε με την ανάλυση συγκεκριμένων περιπτώσεων, ίσως γιατί δεν μπορούσε να ξεφύγει εύκολα από το άκαμπτο θεωρητικό του σχήμα, εν τούτοις οι αναλύσεις του για τον φασισμό και τη δικτατορία και τις διάφορες μορφές καθεστώτων «εκτάκτου ανάγκης» ήταν πολύτιμες, άντεξαν στον χρόνο, βοήθησαν αποφασιστικά στους προβληματισμούς και ενέπνευσαν την πρακτική αντιστασιακών αριστερών δυνάμεων κατά της δικτατορίας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα (1967-1974) αλλά και άλλων αυταρχικών/δικτατορικών καθεστώτων.
Σε απόλυτη επαφή και «συντονισμό» με τις μεγάλες και σκληρές πολιτικές διαμάχες της εποχής στους κόλπους της κομμουνιστικής και μη αριστεράς, ο Πουλαντζάς υπεράσπισε με πάθος τις απόψεις του προβάλλοντας ένα μαχητικό και μάχιμο ριζοσπαστικό θεωρητικό και πολιτικό Λόγο, συμμετέχοντας στα ελληνικά πολιτικά δρώμενα και ως μέλος του ΚΚΕ Εσωτερικού αλλά, κυρίως, ως αδέσμευτος στην ουσία διανοητής και διανοούμενος κύρους, στρατευμένος στην υπόθεση της ριζικής κοινωνικής αλλαγής, με πλούσια αρθρογραφία σε εφημερίδες και περιοδικά (Τα Νέα, Η Aυγή, ΑΝΤΙ, Ο Πολίτης). Κατά συνέπεια, είναι απόλυτα φυσιολογικό οι τοποθετήσεις του στην τότε πολιτική συγκυρία, όπως π.χ. έναντι της ευρωπαϊκής δυναμικής την οποία σαφώς υποτίμησε, να κρίνονται και υπό το φως των μετέπειτα εξελίξεων και εκβάσεων.
[…]
Το τελευταίο του βιβλίο, L’état, le pouvoir, le socialism, υπό τη βαρύτατη σκιά της αποδημίας του θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η πολιτική του διαθήκη. Διότι σ’ αυτό αποδέχεται ρητώς ότι η ιστορία δεν έχει, επί του παρόντος, δώσει εμπειρικά παραδείγματα δημοκρατικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό, τον οποίο ο ίδιος με αταλάντευτη συνέπεια και φοβερό πάθος υποστήριζε. Απλώς, έγραφε, είχε δώσει αρνητικά παραδείγματα και σφάλματα προς αποφυγήν, πράγματα, βέβαια, καθόλου αμελητέα.
Μέσα στην πληθώρα των αναπάντητων και δυσαπάντητων ερωτημάτων και αποριών, μέσα στις συναφείς θεωρητικές ασάφειες, στις ιστορικές και συγκυριακές αβεβαιότητες και μέσα στην αγωνία για το μέλλον της Αριστεράς, ο Πουλαντζάς για ένα πράγμα μόνο φαίνεται να ήταν πεπεισμένος: ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα υπάρξει. Και χωρίς καθόλου να υποτιμά τους περιορισμούς της εποχής του και τις εγγενείς δυσκολίες του προτάγματος συνιστούσε την ανάληψη κινδύνων. Στο κάτω-κάτω, έγραφε, οι «κίνδυνοι» ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι προτιμότεροι από το να σφαγιάσουμε τους άλλους για να καταλήξουμε κι εμείς μετά θύματα μιας κάποιας Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας (Ροβεσπιέρος και Τρομοκρατία) ή κάποιου Δικτάτορα του Προλεταριάτου (Στάλιν και Εκκαθαρίσεις). Κίνδυνοι του δημοκρατικού σοσιαλισμού, συνόψισε στο τέλος του βιβλίου του, που μπορεί κανείς να αποφύγει μόνο αν σταθεί ήρεμος και βαδίσει σταθερά κάτω από την αιγίδα και τη φερεγγυότητα της προηγμένης φιλελεύθερης δημοκρατίας.
«Αλλά, αυτό είναι μια άλλη ιστορία…», κατέληγε στο βιβλίο του, βάζοντας ο ίδιος τα αποσιωπητικά. Ιστορία που δυστυχώς δεν πρόλαβε να γράψει ο ίδιος.
*Αποσπάσματα από άρθρο του Βασίλη Καπετανγιάννη (δρος Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, πολιτικού αναλυτή, δοκιμιογράφου και βιβλιοκριτικού) που τιτλοφορείται «Νίκος Πουλαντζάς In Memoriam» και είχε δημοσιευτεί στον υπ’ αριθμόν 19 τόμο της Ελληνικής Επιθεώρησης Πολιτικής Επιστήμης (Μάιος 2002, εκδόσεις Θεμέλιο).
Ο Νίκος Πουλαντζάς γεννήθηκε στην Αθήνα το Σεπτέμβριο του 1936.
Σπούδασε νομικά και κοινωνικές επιστήμες στην Αθήνα, τη Χαϊδελβέργη και το Παρίσι, στο οποίο εγκαταστάθηκε από το 1961.
Διετέλεσε καθηγητής Κοινωνιολογίας στο 8ο Πανεπιστήμιο του Παρισιού και διευθυντής σπουδών στην École Pratique des Hautes Études.
Έγινε παγκοσμίως γνωστός για τη θεωρητική συνεισφορά του στην ανάλυση του καπιταλιστικού κράτους, του κράτους εκτάκτου ανάγκης (φασισμός, φασιστικές δικτατορίες), των κοινωνικών τάξεων, των σχέσεων εξουσίας και της σοσιαλιστικής στρατηγικής.
Κατά το γνωστό κοινωνιολόγο και πολιτικό επιστήμονα Μπομπ Τζέσοπ, ο Πουλαντζάς υπήρξε ο σημαντικότερος μαρξιστής θεωρητικός του κράτους της μεταπολεμικής περιόδου.
Πέρα από το έργο του, το οποίο γνώρισε μεγάλη διάδοση σε πολλές χώρες και ιδιαίτερα στη Λατινική Αμερική, ο Πουλαντζάς είχε ενεργό ανάμειξη στο αριστερό και κομμουνιστικό κίνημα της Γαλλίας και της Ελλάδας (μέλος του ΚΚΕ και, μετά το 1968, του ΚΚΕ εσωτερικού), αποτελώντας με τη στάση του ένα λαμπρό παράδειγμα οργανικού αριστερού διανοουμένου.
Ο Νίκος Πουλαντζάς αυτοκτόνησε στις 3 Οκτωβρίου 1979.
Στην Ελλάδα κυκλοφορούν τα ακόλουθα βιβλία του: Οι κοινωνικές τάξεις στον σύγχρονο καπιταλισμό, Πολιτική εξουσία και κοινωνικές τάξεις, Για τον Γκράμσι: Μεταξύ Σαρτρ και Αλτουσέρ, Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός, Φασισμός και δικτατορία, Προβλήματα του σύγχρονου κράτους και του φασιστικού φαινομένου (μαζί με τους Ραλφ Μίλιμπαντ και Ζαν Πιερ Φάυ), Η κρίση των δικτατοριών: Πορτογαλία, Ελλάδα, Ισπανία.
*Οι πληροφορίες που αφορούν τη ζωή και το έργο του Νίκου Πουλαντζά προέρχονται από το διαδικτυακό τόπο poulantzas.gr
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις