Βόμβα στην Κουντούζ – Προσπάθεια να αναζωπυρωθεί αντιπαράθεση Σουνιτών και Σιιτών στο Αφγανιστάν
Η βομβιστική επίθεση στην Κουντούζ στόχο είχε να πυροδοτήσει αντιπαράθεση Σιιτών και Σουνιτών και να κάνει πιο δύσκολη τη θέση των Ταλιμπάν
- Νέα σελίδα στις σχέσεις Τραμπ και Πούτιν – Θέλουν να χωρίσουν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής;
- Είχε μεταφερθεί στην Ψυχιατρική του ΠΑΓΝΗ ο δολοφόνος της 36χρονης στο Ηράκλειο αλλά δεν τον κράτησαν
- «Mr Everyman»: Οι 51 άνδρες που καταδικάστηκαν για τους βιασμούς της Ζιζέλ - Γιατί τους ονόμασαν έτσι;
- Νέα επιδείνωση του καιρού με καταιγίδες, θυελλώδεις ανέμους και χιόνια
Ακούγεται ίσως ως ένα παράδοξο, αλλά για ένα πολιτικό κίνημα που ακόμη επισήμως θεωρείται από κράτη και διεθνείς οργανισμούς ως «τρομοκρατικό», ένα από τα βασικότερα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει είναι ακριβώς η τρομοκρατία.
Η επίθεση αυτοκτονίας στην Κουντούζ, σε τέμενος Σιιτών, με το πλήθος θυμάτων, την ευθύνη για την οποία ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν, ήρθε να υπογραμμίσει ότι οι Ταλιμπάν δεν καλούνται μόνο να εξασφαλίσουν την διεθνή αναγνώριση, αλλά και να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές απειλές άλλων οργανώσεων που θέλουν ένοπλα να υπονομεύσουν την εξουσία που κατέλαβαν.
Το ερώτημα της συνοχής του Αφγανιστάν και η στοχοποίηση των Σιιτών
Το Αφγανιστάν είναι μια χώρα πολυεθνική. Μπορεί οι Παστούν να είναι η μαζικότερη εθνότητα της χώρας, όμως δεν είναι η μόνη. Στη χώρα υπάρχουν Τατζίκοι, Ουζμπέκοι, Σιίτες Χαζάροι και άλλες εθνότητες.
Μάλιστα ένα από τα διαχρονικά προβλήματα της χώρας ήταν ακριβώς το πώς θα εκπροσωπηθεί αυτός ο σύνθετος χαρακτήρας, καθώς οι Παστούν είναι η πιο μαζική εθνότητα, όμως δεν είναι πλειοψηφική και δεν κυριαρχεί σε όλα τα αστικά κέντρα.
Για την ακρίβεια πάντα ένα όριο πολιτικό των Ταλιμπάν, στις διαφορετικές φάσεις της διαδρομής τους, ήταν ότι αποτελούσαν ένα κίνημα που εκπροσωπούσε κυρίως τους Παστούν (εξ ου και είχαν πάντα χαρακτήρα περισσότερο εθνικού κινήματος παρά κινήματος για την παγκόσμια τζιχάντ παρά τη συνεργασία τους με την Αλ Κάιντα) και δη σε μια μορφή που εκπροσωπούσε κυρίως την ύπαιθρο (μέσα από τον συνδυασμό ανάμεσα σε μια συντηρητική εκδοχή του Σουνιτικού Ισλάμ και τους παραδοσιακούς ηθικούς κώδικες των Παστούν και αρχές όπως π.χ. η φιλοξενία και η παροχή ασύλου).
Αυτό δημιουργούσε δυσκολίες στο να μπορέσουν να εκπροσωπήσουν το σύνολο της χώρας και όλες τις εθνότητες.
Το ζήτημα των σχέσεων με τους Σιίτες ήταν πάντα κρίσιμο. Αρκετές παραλλαγές του Σαλαφισμού, δηλαδή της αντίληψης ότι ένα συντηρητικό Σουνιτικό δόγμα είναι η αυθεντική εκδοχή του Ισλάμ, περιλαμβάνουν και την αντίληψη ότι στους απίστους περιλαμβάνονται και οι Σιίτες.
Τα ζητήματα αυτά απέκτησαν και μια επιπλέον διάσταση μετά τη νικηφόρα επανάσταση στο κατεξοχήν Σιιτικό Ιράν και την εγκαθίδρυση της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Η προώθηση των συντηρητικών εκδοχών Σουνιτικού Ισλάμ θεωρήθηκε και απάντηση στην άνοδο της απήχησης του Ιράν. Τα τελευταία χρόνια αυτή η αντίθεση πήρε και άλλες διαστάσεις, καθώς τόσο στη Συρία όσο και στο Ιράκ ήταν οι πολιτοφυλακές που υποστήριξε το Ιράν αυτές που στάθηκαν εμπόδιο σε οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος και αυτό επανέφερε ακόμη πιο έντονα αυτή την αντιπαράθεση.
Ορισμένα από τα Σουνιτικά ένοπλα κινήματα που όρισαν ως στόχο την «παγκόσμια τζιχάντ» συμπεριέλαβαν και τους Σιίτες στους στόχους τους. Αυτό αφορούσε εν μέρει την Αλ Κάιντα (καθώς η ηγεσία της κατηγορούσε μεν τους Σιίτες για διαστρέβλωση του θρησκευτικού δόγματος αλλά θεωρούσε ότι οι επιθέσεις εναντίον τους θα αποτελούσαν σπατάλη δυνάμεων σε σχέση με τον βασικό εχθρό) και κυρίως την Αλ Κάιντα στο Ιράκ και τη διάδοχη μορφή της, το Ισλαμικό Κράτος.
Ουσιαστικά, ήταν στο Ιράκ όπου η αντίσταση ενάντια στην εισβολή μετατράπηκε με πρωτοβουλία κυρίως των Σουνιτικών οργανώσεων σε έναν εμφύλιο πόλεμο με τους Σιίτες και έναν χωρίς προηγούμενο κύκλο αίματος που ως ένα βαθμό αφετηρία είχε τον τρόπο που οι ΗΠΑ επέλεξαν να παίξουν επικίνδυνα με τις θρησκευτικές διαιρέσεις στο Ιράκ.
Η μετατόπιση των Ταλιμπάν ως προς τη στάση απέναντι στους Σιίτες και η απάντηση του Ισλαμικού Κράτους
Οι ίδιοι οι Ταλιμπάν στην πρώτη φάση της εξουσίας στη δεκαετία του 1990 είχαν αρκετά επιθετική στάση απέναντι στη Σιιτική μειονότητα του Αφγανιστάν, με αποκορύφωμα τη μεγάλη σφαγή στο Μαζάρ-ι Σαρίφ τον Αύγουστο του 1998. Αυτό μπορεί να εξηγήσει και το γεγονός ότι κατά την πρόσφατη προέλαση των Ταλιμπάν προς την Καμπούλ και την εξουσία υπήρξε αρκετή ανησυχία, ιδίως μεταξύ των Χαζάρων.
Πάντως τα τελευταία χρόνια οι Ταλιμπάν έδειξαν να επιλέγουν μια διαφορετική στάση και έκαναν σαφές ότι δεν θα προχωρούσαν σε επιθέσεις εναντίον των Σιιτών του Αφγανιστάν, ως τμήμα της πορείας τους προς την εξουσία.
Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί ένα από τα βασικά σημεία πολεμικής του Ισλαμικού Κράτους απέναντι στους Ταλιμπάν ήταν ότι δεν πολεμούν όλους τους απίστους. Ως αποτέλεσμα οι περισσότερες ένοπλες επιθέσεις σε «απίστους» στο Αφγανιστάν τα τελευταία χρόνια είναι έργο του Ισλαμικού Κράτους, όπως για παράδειγμα η επίθεση αυτοκτονίας σε γάμο στην Καμπούλ τον Αύγουστο του 2019 που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 92 ατόμων, οι περισσότεροι Σιίτες Χαζάροι.
Η πίεση της διεθνούς κοινότητας για «συμπεριληπτικότητα»
Δεν είναι τυχαίο ότι μία από τις βασικές απαιτήσεις της διεθνούς κοινότητας από τους Ταλιμπάν, πρώτα και κύρια από τις χώρες που συνέχισαν να διατηρούν σχέσεις ή διάλογο με αυτούς, δηλαδή τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν ήταν ακριβώς να δείξουν ότι μπορούν να διαμορφώσουν μια «συμπεριληπτική» διακυβέρνηση, δηλαδή να εξασφαλίσουν την παρουσία και εκπροσώπηση όλων των εθνοτήτων και κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των Σιιτών. Αντίστοιχα, ένας από τους λόγους που οι Ταλιμπάν παρουσίασαν την κυβέρνησή τους ως προσωρινή ήταν ακριβώς ότι δεν είχε εξασφαλιστεί αναβαθμισμένη εκπροσώπηση των υπολοίπων εθνοτήτων (κάτι που πρέπει να ξεπεράσει και τη δυσκολία ότι οι ίδιοι οι Ταλιμπάν έχουν συγκριτικά πολύ λίγα στελέχη που δεν είναι Παστούν).
Η σημασία των βομβιστικών επιθέσεων
Σε αυτό το έδαφος και με τους Ταλιμπάν να μην έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν ακόμη αυτή την εκπροσώπηση, ή να πείσουν τις υπόλοιπες εθνοτικές ομάδες για την αξιοπιστία των υποσχέσεών τους, είναι προφανές ότι πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στην Κουντούζ αποσκοπεί ακριβώς στο να υπονομεύσει ακόμη περισσότερο αυτή την προσπάθεια και δυνητικά να πυροδοτήσει ακόμη μεγαλύτερες εθνοτικές εντάσεις και συγκρούσεις, κάνοντας ακόμη πιο δύσκολη την αποκατάσταση της συνοχής του Αφγανιστάν και δυσκολεύοντας τα σχέδια των Ταλιμπάν να αναγνωριστούν ως μια νόμιμη και αποτελεσματική μορφή εξουσίας.
Δεν είναι τυχαία έτσι η γλώσσα που χρησιμοποίησε ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν Ζαμπιχουλάχ Μουτζαχίντ ενημερώνοντας για την επίθεση. Μίλησε για «Σιίτες συμπατριώτες», οι οποίοι «μαρτύρησαν και τραυματίστηκαν».
Η επίθεση, την ευθύνη της οποίας ανέλαβε το Ισλαμικό Κράτος στο Χορασάν, έχει συσχετιστεί με την επίθεση στις 3 Οκτωβρίου σε ένα τζαμί στην Καμπούλ όπου ήταν σε εξέλιξη μια επιμνημόσυνη τελετή για τη μητέρα του εκπροσώπου των Ταλιμπάν Ζαμπιχουλάχ Μουτζαχίντ, αλλά και με την μεγάλη βομβιστική επίθεση του Ισλαμικού Κράτους στο Χορασάν στα τέλη Αυγούστου στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, όπου βρήκαν τον θάνατο 169 Αφγανοί (ανάμεσά τους και μέλη των Ταλιμπάν) και 13 Αμερικανοί στρατιωτικοί που συμμετείχαν στη διαδικασία εκκένωσης.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις