Το ΝΑΤΟ αναζητά στην Κίνα τον εχθρό που χρειάζεται
Με συνέντευξή του στους Financial Times ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ υπέδειξε την Κίνα ως τον βασικό αντίπαλο στον οποίο πρέπει να προσανατολιστεί το ΝΑΤΟ
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Τα ζώδια σήμερα: Γλύκανε μωρέ λίγο, μην είσαι σαν κακό χρόνο να'χεις
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
Παρ’ ότι το ΝΑΤΟ αυτοπαρουσιάζεται ως η μακροβιότερη και πιο πετυχημένη αμυντική συμφωνία, εύκολα θα μπορούσε κανείς να τη θεωρήσει ως ένα ιδιότυπο ιστορικό απολίθωμα. Και αυτό γιατί είναι ο κατεξοχήν θεσμός συλλογικής ασφάλειας του Ψυχρού Πολέμου.
Το ΝΑΤΟ δημιουργήθηκε σε μια εποχή όπου όχι μόνο μπορούσε κανείς να δει μια σαφή γραμμή αντιπαράθεσης ανάμεσα στη «Δύση» και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, αλλά και να θεωρήσει ότι αυτή αναλογούσε σε μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε διαφορετικά κοινωνικά συστήματα.
Δεν είναι τυχαίο ότι στην περίοδο της διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης και του Συμφώνου της Βαρσοβίας υπήρξε μεγάλη συζήτηση για την διαμόρφωση νέων θεσμών συλλογικής ασφάλειας που να αναλογούν στη νέα εποχή που δεν χαρακτηριζόταν πια από την ίδια συστημική αντιπαράθεση.
Ωστόσο, οι ΗΠΑ δεν ήταν καθόλου διατεθειμένες να απεμπολήσουν έναν από τους βασικούς θεσμούς που αποτύπωναν την πρωτοκαθεδρία τους στη Δύση, ιδίως από τη στιγμή που ανεξαρτήτως φραστικών διακηρύξεων για τη μετάβαση στην παγκοσμιοποίηση και την πολυμερή συνεργασία, οι ΗΠΑ κυρίως διεκδικούσαν να επικυρώσουν με κάθε τρόπο την πλανητική τους κυριαρχία.
Ως αποτέλεσμα το ΝΑΤΟ όχι μόνο δεν διαλύθηκε αλλά διευρύνθηκε, συμπεριλαμβάνοντας και πρώην μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας, παρά τις εκατέρωθεν διαβεβαιώσεις στην περίοδο 1989-90 ότι κάποιες χώρες θα παρέμεναν ουδέτερους.
Λόγοι ύπαρξης του ΝΑΤΟ
Σε αυτό το φόντο αναζητήθηκαν και νέοι λόγοι ύπαρξης του ΝΑΤΟ. Για ένα μεγάλο διάστημα θεωρήθηκε ότι η τρομοκρατία και ο «πόλεμος κατά του τρόμου» που εξαπολύθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 μπορούσε να δώσει πραγματικό νόημα στη συνέχιση της ύπαρξης του ΝΑΤΟ.
Βεβαίως, σε μεγάλο βαθμό το ΝΑΤΟ δεν θα συμμετέχει στις μεγάλες πολεμικές εκστρατείες της δεκαετίας του 2000.Οι χώρες μέλη του θα συμμετέχουν προφανώς αλλά όχι από την ομπρέλα του ΝΑΤΟ. Ας μην ξεχνάμε ότι θα υπάρξουν και σημαντικές εσωτερικές διαφωνίες για ορισμένες από τις επεμβάσεις, με πιο χαρακτηριστική αυτή της διαφωνίας για τον πόλεμο στο Ιράκ το 2003.
Ακόμη και στο Αφγανιστάν το ΝΑΤΟ πήγε το 2003 στο πλαίσιο της απόφασης του ΟΗΕ για την παροχή βοήθειας σε ζητήματα ασφαλείας (από το 2015 η αποστολή αφορούσε κυρίως την υποστήριξη των αφγανικών ενόπλων δυνάμεων).
Η σταδιακή ανάδειξη της Ρωσίας σε εχθρό
Βεβαίως μια πιο προσεκτική ματιά θα έβλεπε ότι οι ΗΠΑ ποτέ δεν θα αποδέχονταν μια πιο πολυμερή αντίληψη της ασφάλειας όσο η Ρωσία παρέμενε μια σχετικά ισχυρή δύναμη και κυρίως μια δύναμη με πλήρες πυρηνικό οπλοστάσιο.
Ούτως ή άλλως, η αντιπαράθεση με τη Ρωσία αναλογούσε και στην βασική γεωγραφική επικέντρωση του ΝΑΤΟ που ήταν η Ευρώπη. Με αυτό εννοούμε ότι το ΝΑΤΟ κυρίως σχεδιάστηκε με βάση την εκτίμηση ότι ένα από τα βασικά πεδία αντιπαράθεσης με τη Σοβιετική Ένωση θα ήταν το έδαφος της Ευρώπης.
Ιδίως μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία και την εκ νέου ένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία (που για τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι μια παράνομη προσάρτηση), η αντιπαράθεση τη Ρωσία φάνηκε να ορίζει ξανά έναν σαφή αντίπαλο για το ΝΑΤΟ.
Βεβαίως ταυτόχρονα αυτό έφερνε στο προσκήνιο τις αντιφατικές επιλογές των περισσότερο ευρωπαϊκών κρατών, που την ίδια στιγμή που συνυπέγραφαν τις κυρώσεις κατά της Ρωσία διατηρούσαν σημαντικές οικονομικές σχέσεις συμπεριλαμβανομένης και της ενεργειακής εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Σε άλλες περιπτώσεις τα πράγματα ήταν ακόμη πιο σύνθετα, εάν δούμε για παράδειγμα τον τρόπο που η Τουρκία αναγκάστηκε να επιζητά τη συνεννόηση με τη Ρωσία ως μόνο δρόμο για να αποφύγει τα χειρότερα σε σχέση με την εμπλοκή της στη συριακή κρίση.
Η στροφή του βλέμματος στην Κίνα
Το ΝΑΤΟ είναι ένας οργανισμός που ανεξαρτήτως του πώς αυτοπροσδιορίζεται δεν παύει να καθορίζει την πολιτική του σε μεγάλο βαθμό σε σχέση με τις προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Αυτό σημαίνει ότι η σταδιακή μετατόπιση της αμερικανικής πολιτικής απέναντι στην Κίνα θα έβρισκε την αντανάκλασή της και στις συζητήσεις στο εσωτερικό του ίδιου του ΝΑΤΟ.
Ουσιαστικά, η συζήτηση να περιληφθεί και η Κίνα στις απειλές έναντι στις οποίες συγκροτείται και παρεμβαίνει το ΝΑΤΟ ξεκίνησε το 2019 επί των ημερών της προεδρίας του Τραμπ που κατεξοχήν όρισε την Κίνα ως δυνητικό αντίπαλο, αλλά έχει γίνει αρκετά πιο συγκεκριμένα, όπως φάνηκε και στη σύνοδο του Ιουνίου του 2021 στις Βρυξέλες.
Άλλωστε, έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε οι ΗΠΑ στήριζαν την είσοδο της Κίνας στην στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, θεωρώντας την έναν βολικό οικονομικό συνεργάτη (και πολύ περισσότερος από τότε που ο Νίξον επισκεπτόταν την Κίνα στην αναζήτηση αντίβαρου στην ΕΣΣΔ).
Πλέον η Κίνα αποτελεί ταυτόχρονα μια οικονομική απειλή για τις ΗΠΑ, αλλά και μια δυνητική γεωπολιτική αμφισβήτηση, με δεδομένη και την επένδυση που κάνει το Πεκίνο στην αναβάθμιση των κινεζικών ενόπλων δυνάμεων.
Για την ακρίβεια, η Κίνα είναι πλέον ο μεγάλος μεσοπρόθεσμος αντίπαλος των ΗΠΑ, η χώρα που θα μπορούσε σε βάθος χρόνου να αμφισβητήσει μια αμερικανική πρωτοκαθεδρία που παραμένει ρητός στόχος του συνόλου του αμερικανικού πολιτικού συστήματος.
Και στην περίπτωση της Κίνας υπάρχει μια πραγματική δυσκολία να οριστεί ως κάτι που αποτελεί άμεση απειλή για τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ. Η ίδια η Κίνα δεν έχει προβεί σε ιδιαίτερα επιθετικές ενέργειες εκτός των συνόρων της, δεν έχει κάποια αξιώσεις για την Ευρώπη, ούτε συγκρούεται άμεσα με κάποια ευρωπαϊκή χώρα.
Με την εξαίρεση του ζητήματος της Ταϊβάν, της Νότιας Σινικής Θάλασσας και της πάγιας αντιπαράθεσης με την Ινδία για τα ζητήματα οριοθέτησης των συνόρων, η Κίνα δεν επιδεικνύει ιδιαίτερη στρατιωτική δραστηριότητα εκτός των συνόρων της που θα μπορούσε να θεωρηθεί δυνητικά «παραβατική».
Επιπλέον, η Κίνα έχει εξαιρετικά εκτεταμένες οικονομικές συναλλαγές με ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων και σημαντικών επενδύσεων σε υποδομές ευρωπαϊκών χωρών (π.χ. σε λιμάνια ή άλλους συγκοινωνιακούς κόμβους).
Πώς κατασκευάζεται η κινεζική απειλή
Σε αυτό το πλαίσιο έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πώς σταδιακά διαμορφώνεται η εικόνα μιας Κίνας που μπορεί να αποτελέσει απειλή και για την Ευρώπη και άρα να αποτελεί «όντως» πρόκληση και για την Ευρώπη.
Στο βαθμό που δεν υπάρχουν άμεσες εδαφικές αξιώσεις ή απειλές από τη μεριά της Κίνας προς τη ζώνη επιρροής του ΝΑΤΟ χρειάζεται να καταδειχθούν άλλοι τρόποι που φέρνουν την Κίνα «κοντά» στην Ευρώπη, δηλαδή να καταγραφούν όλες οι δυνητικές απειλές από τη μεριά της Κίνας.
«Η Κίνα έρχεται πιο κοντά σε εμάς… Τους βλέπουμε στην Αρκτική. Τους βλέπουμε στον κυβερνοχώρο. Τους βλέπουμε να επενδύουν σημαντικά σε κρίσιμες υποδομές στις χώρες μας», ήταν η χαρακτηριστικά αποστροφή του Στόλτενμπεργκ, στην πρόσφατη συνέντευξή του στους Financial Times.
Δηλαδή, εδώ βλέπουμε τη μία πλευρά του αφηγήματος: η Κίνα «πλησιάζει» την Ευρώπη εφόσον ενδιαφέρεται για τις διαδρομές στην Αρκτική και άρα δυνητικά συνιστά απειλή· η Κίνα απειλεί την Ευρώπη με κυβερνοεπιθέσεις· η Κίνα επενδύει σε λιμάνια, σιδηροδρόμους και δίκτυα 5G για να αποκτήσει έλεγχο στις υποδομές της Ευρώπης και να αξιοποιήσει αυτόν τον έλεγχο· η Κίνα αποκτά παρουσία στο διάστημα και δυνατότητα να απειλήσει τους δορυφόρους των μελών του ΝΑΤΟ.
Η άλλη πλευρά του αφηγήματος είναι ότι Κίνα και Ρωσία κινούνται συντονισμένα, δηλαδή η εικόνα ουσιαστικά μιας «ευρασιατικής» απειλής. «Η Κίνα και η Ρωσία συνεργάζονται στενά», υποστήριξε ο Στόλτεμπεργκ, για να συμπληρώσει ότι πλέον δεν έχει νόημα να διακρίνουμε γεωγραφικές περιοχές: «Η όλη ιδέα να διακρίνουμε τόσο πολύ ανάμεσα στην Κίνα, τη Ρωσία, είτε την Ασία και τον Ειρηνικό, είτε την Ευρώπη: είναι ένα μεγάλο περιβάλλον ασφάλειας και πρέπει να το αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί. Αυτό που κάνουμε σε σχέση με την ετοιμότητα, την τεχνολογία, τον κυβερνοχώρο, την ανθεκτικότητα είναι σημαντικό για όλες αυτές τις απειλές, Δεν βάζεις μια ταμπέλα».
Η Ευρώπη ξανά σε πίεση
Η αναθεώρηση του δόγματος του ΝΑΤΟ αναμένεται να ολοκληρωθεί το επόμενο καλοκαίρι και αυτή τη φορά θα περιλαμβάνει ρητές αναφορές στην πρόκληση που αντιπροσωπεύει η Κίνα.
Μόνο που με αυτόν τον τρόπο η Ευρώπη δεσμεύεται ουσιαστικά σε μια τροχιά σύγκρουσης μεσοπρόθεσμα με την Κίνα, σε διάφορα επίπεδα. Και παρότι κάποιος θα μπορούσε να πει ότι ήδη τα τελευταία χρόνια υπάρχει υποχώρηση των κινεζικών επενδύσεων στην Ευρώπη, κυρίως εξαιτίας της απροθυμίας των ευρωπαίων να δουν να αυξάνεται η κινεζική οικονομική παρουσία, εντούτοις αυτό απέχει από την επιλογή μιας ουσιαστικά ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης με την Κίνα.
Αυτό σημαίνει ότι για άλλη μια φορά – η πρώτη ήταν ο τρόπος που ενεπλάκησαν στην επιδείνωση των αμερικανορωσικών σχέσεων μετά την ουκρανική κρίση – οι Ευρωπαϊκές χώρες θα αποδεχτούν τη στρατηγική προτεραιότητα των αμερικανικών σχεδιασμών, στοιχείο που – όπως και να το δει κανείς – δύσκολα συνάδει με τις κατά καιρούς επαναλαμβανόμενες διακηρύξεις για την ανάγκη «στρατηγικής αυτονομίας» της Ευρώπης.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις