Ο γάλλος δημοσιογράφος και τηλεοπτικός σχολιαστής Ερίκ Ζεμούρ, άγνωστος στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη, «δεν έχει πει ακόμη την τελευταία του λέξη», όπως δηλώνει και στον τίτλο του τελευταίο του βιβλίου («Η Γαλλία δεν έχει πει ακόμη την τελευταία της λέξη»). H οποία δεν θα μας ενδιέφερε, αν ο Ζεμούρ δεν τάραζε έντονα τα νερά της γαλλικής πολιτικής ζωής έξι μήνες πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του προσεχούς Απριλίου. Διότι μπορεί σε όλες τις δημοσκοπήσεις να προηγείται ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος δεν έχει δηλώσει αν θα είναι εκ νέου υποψήφιος, όμως οι μετρήσεις φέρουν τον Ζεμούρ δεύτερο ή τρίτο με μία μόλις μονάδα διαφορά πίσω από την παραδοσιακή Ακροδεξιά της Μαρίν Λεπέν – αντίπαλο του Μακρόν στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017 -, η οποία δικαίως ανησυχεί: προσπαθώντας να ξεφορτωθεί την ταμπέλα της Ακροδεξιάς, βλέπει τον Ζεμούρ να επιτίθεται από τα δεξιά, αποσπώντας της ψήφους.

Ξενοφοβική ρητορική

Επισήμως ο Ζεμούρ δεν είναι υποψήφιος. O μέχρι πρότινος αρθρογράφος της εφημερίδας «Le Figaro» και σχολιαστής του τηλεοπτικού δικτύου CΝews, «οργώνει» τη Γαλλία για την παρουσίαση του βιβλίου του, το οποίο έχει ήδη πουλήσει περισσότερα από 150.000 αντίτυπα.

Οι βιβλιοπαρουσιάσεις γίνονται πολιτικές συγκεντρώσεις στις οποίες ο συστηματικός provocateur αναπτύσσει τη θεωρία της «Μεγάλης Αντικατάστασης», της υποτιθέμενης αντικατάστασης των αυτοχθόνων Γάλλων από τα «κύματα τριτοκοσμικών μεταναστών που κατακλύζουν καθημερινά τη Γαλλία».

Ο 63 ετών Ζεμούρ, γάλλος εβραίος του οποίου η οικογένεια μετοίκησε από την Αλγερία στη Γαλλία στις αρχές της δεκαετίας του 1950, εκφράζει ακροδεξιές απόψεις: εναντίον των μουσουλμάνων, εναντίον των προοδευτικών («καταραμένος ο Μάης του 1968 και όσα έφερε!»), εναντίον των γυναικών, «αν οι γυναίκες είναι πιο ικανές, τότε θα έχουν μεγαλύτερη εκπροσώπηση. Αυτό που θέλουν οι γυναίκες το θέλει και ο Θεός», εναντίον της χρήσης των ξένων ονομάτων «τα οποία θα πρέπει να καταργηθούν». Και όλα αυτά στο όνομα της αποκατάστασης του μεγαλείου της Γαλλίας, όπως το ανέδειξαν σπουδαίοι πολιτικοί άνδρες όπως ο Ναπολέων Βοναπάρτης και ο Ντε Γκωλ.

Γιατί τώρα;

Οι απόψεις του Ζεμούρ δεν είναι καινούργιες, τις διατυπώνει την τελευταία εικοσαετία στον Τύπο και σε τηλεοπτικές εκπομπές. Το 2019 οι δηλώσεις του για «το Ισλάμ που αποικίζει τη Γαλλία» του κόστισαν την καταδίκη από γαλλικό δικαστήριο και πρόστιμο 10.000 ευρώ για υποκίνηση μίσους. Το ερώτημα είναι γιατί οι απόψεις του μοιάζουν να βρίσκουν τώρα προσφορότερο έδαφος. Πολλές είναι οι πιθανές ερμηνείες: ο Ζεμούρ τολμά να πει τα πάντα, ακόμη και τα πιο εξωφρενικά, σε ένα ακροατήριο κουρασμένο από τους παραδοσιακούς πολιτικούς.

Παίζει το χαρτί τού μη παραδοσιακού πολιτικού ο οποίος συνομιλεί με τον λαό. Εκμεταλλεύεται την απουσία μιας ισχυρής φυσιογνωμίας της γαλλικής Δεξιάς αλλά και το ηπιότερο προφίλ και την πολιτική φθορά της ακροδεξιάς Λεπέν: προβάλλεται ως το καινούργιο στην Ακροδεξιά, ως ο πιο γνήσιος εθνικιστής, ο καταγγελτικός λόγος του οποίου μπορεί να κινητοποιήσει αδιάφορους ψηφοφόρους.

Δημοσκόπηση

Σε δημοσκόπηση της 20ής Οκτωβρίου του ινστιτούτου Ιfop για την πρόθεση ψήφου στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2022, ο Ερίκ Ζεμούρ κατέγραψε ποσοστό 16%-17%, μία μονάδα λιγότερο από τη Μαρίν Λεπέν (17%-18%) και δύο περισσότερες από τον επικρατέστερο ως υποψήφιο της Δεξιάς, Ξαβιέ Μπερτράν (πρώην υπουργός Εργασίας επί Σαρκοζί, 15%). Ο πρόεδρος Μακρόν κατέγραψε ποσοστό 24%-27%, ανάλογα με ποιον υποψήφιο της Δεξιάς θα έχει απέναντί του (τον Ξαβιέ Μπερτράν, την πρώην υπουργό Παιδείας, Βαλερί Πεκρές, ή τον πρώην επίτροπο Μισέλ Μπαρνιέ). Οι υποψήφιοι των Σοσιαλιστών και των Οικολόγων Πρασίνων, η δήμαρχος του Παρισιού Αν Ινταλγκό και ο Γιανίκ Ζαντό αντιστοίχως εμφανίζονται καθηλωμένοι στο 6%-7% ενώ ο ηγέτης της Ανυπότακτης Γαλλίας (ριζοσπαστική Αριστερά) Ζαν Λικ Μελανσόν στο 8%-8,5%. Τα χαμηλά ποσοστά της γαλλικής Αριστεράς προκάλεσαν το δηλητηριώδες σχόλιο του σοσιαλιστή πρώην προέδρου Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του με τίτλο «Affronter» («Αντιμετωπίζοντας») χαρακτήρισε «λιλιπούτειους» τους υποψηφίους της, επιμένοντας πάντως ότι μόνον οι Σοσιαλιστές μπορούν να ξαναδώσουν ελπίδα στη Γαλλία.

Το στοιχείο της έκπληξης στις γαλλικές εκλογές

Ο Ερίκ Ζεμούρ δεν κατείχε ποτέ κανένα πολιτικό αξίωμα και φιλοδοξεί να κυβερνήσει μια χώρα. Δεν είναι ο πρώτος που το επιχειρεί και όπως σημειώνει η οικονομική εφημερίδα «Les Echos», η ιστορία διδάσκει ότι οι εκλογικές αναμετρήσεις στη Γαλλία επιφυλάσσουν εκπλήξεις: έξι μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2017, οι δημοσκοπήσεις έδιναν ως φαβορί για νικητή των εκλογών τον δεξιό πρώην πρωθυπουργό Αλέν Ζιπέ. Η συνέχεια είναι γνωστή.

«Είναι επαγγελματίας λαϊκιστής όπως ο Τραμπ»

Μιλώντας στο «Βήμα» ο Ολιβιέ Ρουκάν, πολιτειολόγος και ερευνητής στο CERSA (Κέντρο Πολιτικών Μελετών και Ερευνών) του Πανεπιστημίου Panthéon-Assas στο Παρίσι, επισημαίνει για το «φαινόμενο Ζεμούρ» ότι «ο Ζεμούρ είναι επαγγελματίας λαϊκιστής όπως ο Τραμπ αλλά τουιτάρει λιγότερο! Δεν έχει πίσω του ένα κόμμα όπως ο Τραμπ αλλά έχει απήχηση γιατί τα πολιτικά κόμματα στη Γαλλία, μετά το 2017, κατέρρευσαν και δεν προτείνουν αξιόπιστους υποψηφίους. Οι Γάλλοι έχουν όντως στραφεί στη Δεξιά. Διανύουμε όμως μια περίοδο που και στην πολιτική η προσφορά ορίζει τη ζήτηση επειδή το σύστημα είναι αποδιοργανωμένο, οπότε θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας την πρόσβαση των πολιτικών στα ΜΜΕ: οι σημερινές συνθήκες “τιμωρούν” τους αριστερούς πολιτικούς οι οποίοι εμφανίζονται πολύ λιγότερο στην τηλεόραση. Ακόμη και αν έχουν βήμα σε εφημερίδες όπως ο “Monde”, η “Liberation”, η φωνή τους δεν φτάνει στις μάζες: εφημερίδες διαβάζουν μόνον οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης». Ο κ. Ρουκάν καταλήγει: «Ο Ζεμούρ επωφελήθηκε από την καθημερινή παρουσία του στο CΝews όπου εργαζόταν, δίκτυο του ισχυρού επιχειρηματία Μπολορέ, ιδιοκτήτη μεταξύ άλλων, του τηλεοπτικού Canal+ και του ραδιοφώνου Europe 1. Από την πλευρά τους, τα κόμματα της Αριστεράς φέρουν ευθύνη για την καθίζησή τους γιατί δεν παρουσίασαν ένα σχέδιο ενώ οι ηγέτες τους αλληλοσυγκρούονται».

Μαρίλια Παπαθανασίου