Μαρία Πολύζου – «Για εμάς που περάσαμε καρκίνο, κάθε γυναίκα που φεύγει είναι γροθιά στο στομάχι»
Η μαραθωνοδρόμος Μαρία Πολύζου, μιλάει για τη μάχη της με την ασθένεια, τα δύσκολα παιδικά της χρόνια και τα εμπόδια στην αθλητική της καριέρα
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Στο ραντεβού μας φτάσαμε ταυτόχρονα, εγώ με ταξί κι εκείνη πάνω σε μια βέσπα, αγέρωχη, ξεχωρίζοντας για κάποιον λόγο ανάμεσα στο πλήθος. Με κορμοστασιά ευθυτενή και τα ξανθά της μαλλιά να ανεμίζουν, θύμιζε την αρχηγό κάποιας φυλής, την πιο δυνατή ανάμεσα στους δυνατούς, αυτήν που κρύβει στους λαβυρίνθους του μυαλού της τη λύση για κάθε ανθρώπινο πρόβλημα.
Αφορμή για τη συνάντησή μας η αυτοβιογραφία της «Μην τα παρατάς!» που κυκλοφόρησε αυτόν τον μήνα, από την Key Books, με εκείνη στο εξώφυλλο να φορά ένα γαλάζιο πουκάμισο και το πιο πλατύ της χαμόγελο. Αφορμή για τη συγγραφή του, η πρόσφατη μάχη που έδωσε με τον καρκίνο και βγήκε νικήτρια, ένα από τα δεκάδες μηνύματα ζωής που κλείνουν μέσα τους οι 387 σελίδες του βιβλίου και η ίδια θέλησε να μοιραστεί με τον κόσμο. «Στην κόρη μου, Αγάπη, σε όλα τα παιδιά και σε κάθε γυναίκα που αγωνίζεται στον δικό της μαραθώνιο ενάντια στον καρκίνο», γράφει στο εσωτερικό του.
Kι ενώ η αττική γη άνοιγε την αγκαλιά της για μια δυνατή γυναίκα, τη Φώφη Γεννηματά, η 53χρονη μαραθωνοδρόμος Μαρία Πολύζου άνοιγε την καρδιά της για αυτήν την τόσο αιφνίδια απώλεια: «Οταν ένας άνθρωπος φεύγει από τον καρκίνο, όλοι είμαστε σοκαρισμένοι, ειδικά όταν πρόκειται για μια νέα, δυναμική γυναίκα που πραγματικά θαύμαζα για το θάρρος της. Ομως δεν έχασε τη μάχη με τον καρκίνο, έδωσε ισχυρά μηνύματα για το πώς να αντιμετωπίσεις τον καρκίνο, πώς να παλεύεις με αξιοπρέπεια, πώς να αγωνίζεσαι. Πραγματικά, είμαι βαθιά συγκινημένη. Για εμάς που έχουμε περάσει καρκίνο, κάθε γυναίκα που φεύγει είναι μια γροθιά στο στομάχι. Κάθε θάνατος είναι και μια επιβεβαίωση ότι πρέπει να αγωνιζόμαστε όλες μαζί ενωμένες. Η ζωή είναι πάρα πολύ μικρή, πρέπει ο ένας να βοηθά τον άλλον και να λειτουργεί έτσι η κοινωνία ολόκληρη».
Η ίδια κοιτάχτηκε κατάματα με τον καρκίνο τον Ιούλιο του 2019 και όπως κάθε φορά που έβαζε κάποιον στόχο, έτσι και αυτήν, η έκβαση ήταν εκ των προτέρων δεδομένη, υπέρ της. «Ο καρκίνος δεν είναι ταμπού. Οταν έμαθα ότι έχω καρκίνο στο στήθος, το είπα τόσο αυθόρμητα, έχω καρκίνο, ε, και; Στο χειρουργείο έγινε και ο σεισμός στην Αθήνα, τα 5,1 ρίχτερ στις 19 Ιουλίου, ήταν φοβερό. Ηταν μεσημέρι, ήμουν στο Μετροπόλιταν, στον μείον πέντε, ξαπλωμένη, με τον νοσοκόμο από τη μια και τον αναισθησιολόγο από την άλλη, και ξαφνικά νιώθω το κρεβάτι να κουνιέται. Είδα το σιδερένιο πολύφωτο να πηγαίνει πέρα – δώθε, κάποιος φώναξε «σεισμός», όλα τα μεταλλικά έτριζαν και λέω «τι ζω, ρε φίλε». Είχα μπει για ένα απλό χειρουργείο, όπου δεν θα γινόταν μαστεκτομή. Τελικά ο γιατρός αναγκάστηκε να αφαιρέσει 27 λεμφαδένες γιατί ο καρκίνος ήταν προχωρημένος.
Μετά κάναμε 16 χημειοθεραπείες, 32 ακτινοβολίες και για τα επόμενα 10 χρόνια της ζωής μου θα παίρνω ένα χάπι. Θες να σου πω κάτι όμως; Μετά το πρώτο σοκ, είπα «ΟΚ, πάμε να το ζήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Εμένα δεν με νικά τίποτα, ούτε ο καρκίνος, ο καρκίνος φοβάται και φεύγει από μένα. Θα προσπαθήσω να τελειώσω με τις μικρότερες απώλειες. Και πέντε τρίχες να μείνουν – γιατί είχαν μείνει πέντε τρίχες -, θα τις προσέχω και θα είμαι κουκλάρα με ό,τι υπάρχει. Θα γελάω, θα διασκεδάζω, θα προπονώ τους δρομείς μου, ο καρκίνος δεν θα με αλλάξει, θα είναι απλά μια εμπειρία για να γίνω ακόμα καλύτερη». Συνέχισα να ασκούμαι και αυτό είναι πολύ δυνατό μήνυμα για τις γυναίκες που νοσούν ή κάνουν χημειοθεραπείες. Πρέπει να βγαίνουν έξω, να περπατάνε. Η άσκηση είναι απίστευτο παυσίπονο. Εγώ δεν χρειαζόμουν φάρμακα αποκατάστασης από τους πόνους της χημειοθεραπείας. Εβγαινα έξω, έτρεχα, με τον ιδρώτα αποβάλλεται πολύ το φάρμακο, ξεπρήζεται το σώμα, λειτουργεί καλύτερα ο οργανισμός. Διατηρείς τα κιλά σου, οι ενδορφίνες που παράγονται από την άσκηση είναι πολύ δυνατές, είσαι χαρούμενος, δροσίζεσαι από τον αέρα, βάζεις και τη μουσική σου και φεύγεις. Στο νοσοκομείο, στο κρεβάτι δεν ξάπλωσα ποτέ. Επαιρνα τα κομπιούτερ μου, την ατζέντα μου, έγραφα τα άρθρα μου, μιλούσα, δεν υπήρχε τίποτα να με σταματήσει. Πήγαινα στη θάλασσα, με την παροχέτευση εδώ δεμένη, κι έτρεχα. Ο καρκίνος φεύγει από όλα αυτά. Σου λέει «αυτή δεν μου κάθεται». Τώρα είμαι καλά, εννοείται υπάρχουν προβλήματα με το χάπι, όλες οι γυναίκες που κάνουν αυτή τη θεραπεία το ξέρουν. Ο τρόπος είναι να χαμογελάς, να διασκεδάζεις με τις δύσκολες στιγμές. Οταν πονάνε τα δάχτυλά μου το πρωί, έχω βρει ένα τρικ. Λέω «έλα, δώσε γκάζι, έλα, σήκω» και γελάω. Aυτοσαρκάζομαι. Είναι απίστευτο, πεντέμισι ώρα το πρωί και να γελάς».
«Προσπάθησε να με σκοτώσει»
Λίγα μέτρα από το σημείο όπου γευματίζουμε, στον φιλόξενο αύλειο χώρο του café του βιβλιοπωλείου Ευριπίδης στη Στοά, στο Χαλάνδρι, ανάμεσα σε πασίγνωστα life coaching best seller φιγουράρει και το δικό της, μέσα από το οποίο έγινε πρόσφατα γνωστή η ιστορία σεξουαλικής κακοποίησής της σε παιδική ηλικία – συγκεκριμένα, στα 11 – από τον ίδιο της τον πατέρα. Οταν ακόμα ήταν ένα κοριτσάκι μελαχρινό, γεμάτο όνειρα, στην Πάτρα της δεκαετίας του ’70 και του ’80. «Γενικά υπήρχε πολλή βία στο σπίτι. Ο πατέρας μου μας έβριζε συνεχώς, υπήρχε φόβος. Και όταν είσαι παιδάκι κρύβεσαι σαν τα ποντικάκια. Επεφτε ξύλο, σφαλιάρες, μπουνιές, χριστοπαναγίες. Εμένα αυτό με σόκαρε κι έλεγα «ο Θεός θα σε τιμωρήσει». Υπήρχε ένα πάρα πολύ κακό κλίμα μέσα στην οικογένεια. Η μητέρα μου φοβόταν και όλοι μας φοβόμασταν. Εμένα ο πατέρας μου – που πλέον δεν ζει – προσπάθησε πολλές φορές να με σκοτώσει. Δεν γράφονται όλα στο βιβλίο. Αλλά εννοείται ότι κάποια στιγμή αυτό το παιδί που το έχεις κακοποιήσει θες και να μην υπάρχει για να μη μαρτυρήσει ποτέ τίποτα. Εγώ απλά επέζησα».
Για να αντιμετωπίσει την ασχήμια του πραγματικού κόσμου, η Μαρία Πολύζου έφτιαξε έναν ολοκαίνουργιο δικό της, γεμάτο χρώματα και αγάπη. «Θυμάμαι να είμαι ένα πάρα πολύ ήσυχο, αθόρυβο, αόρατο παιδί. Ηρθα με τον δικό μου κόσμο στο μυαλό μου. Ημουν, όμως, εσωτερικά χαρούμενη. Ο κόσμος μου ήταν πολύ φωτεινός, ένας κόσμος με πολλά χρώματα, μιλούσα με τον Θεό, με αγγελάκια, έπλαθα εικόνες όμορφες. Το μυαλό μου ήταν ένας μικρός παράδεισος. Θυμάμαι να θέλω να πηγαίνω εκκλησία, να ανάβω τα κεράκια μου, να προσεύχομαι, να βάζω όλους στο τραπέζι να κάνουμε τον σταυρό μας, να λέμε το «Πάτερ Ημών». Πίστευα πάρα πολύ στον Θεό. Και πιστεύω ακόμα περισσότερο. Μετά έλεγα το «Χριστός Ανέστη». Είχα ενωθεί πολύ με αυτή την προσευχή. Είχα επηρεαστεί από τη Σταύρωση, γιατί κι εκείνος υπέφερε πολύ σηκώνοντας τις αμαρτίες των ανθρώπων και, παρ’ όλ’ αυτά, όλους τους αγαπούσε», περιγράφει η μαραθωνοδρόμος που χρειάστηκε να ανέβει, όπως και ο Χριστός, τον δικό της Γολγοθά για να κατακτήσει όλους τους άθλους που θα ακολουθούσαν. Γιατί αυτό που την κράτησε τελικά ζωντανή ήταν το τρέξιμο που ανακάλυψε στην Α’ Γυμνασίου, τυχαία, προσπαθώντας να διορθώσει ένα «13» στον έλεγχο του σχολείου, στο μάθημα της Γυμναστικής.
«Αρχισα να τρέχω κι ένιωσα ελεύθερη. Ενιωσα να αναπνέω. Ενιωσα να αιωρείται το σώμα μου. Και αυτή η αίσθηση δεν υπήρχε ποτέ πριν. Το τρέξιμο ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Τέλος. Ηταν η ζωή μου. Και μετά έγινε και το σωσίβιό μου. Δούλεψα σκληρά, έκανα διπλές προπονήσεις προκειμένου να γίνω γρήγορα καλή, με στόχο να φύγω από την Πάτρα, να σπουδάσω, γιατί πίστευα πολύ στην παιδεία. Ενας άνθρωπος που σπουδάζει, ανοίγουν οι ορίζοντές του, ανεξάρτητα τι ερεθίσματα του δίνει η κοινωνία. Εμένα, εκείνη την εποχή, η κοινωνία μού έδινε μόνο το μαύρο. Αρχισα, όμως, να κάνω όνειρα και να τα ζωγραφίζω, να τα γράφω συγκεκριμένα: «Σε πέντε χρόνια θα κάνω Μαραθώνιο, τότε θα κάνω Πανελλήνιο, τότε θα πάω Ολυμπιακούς Αγώνες» – με χρονολογίες. Ζωγράφισα και είδα τον εαυτό μου στην κορυφή. Επαιρνα την ακουαρέλα, έφτιαχνα το βάθρο των αγώνων, έμπαινα εγώ επάνω, είχα τους ολυμπιακούς κύκλους, τα δρομάκια μου. Η ανάγκη μου να ζωγραφίσω και να γράψω τα όνειρά μου ήταν για να σχηματίσω τον δικό μου πίνακα ζωής. Και συνεχίζω να έχω πίνακες ζωής. Κι επειδή δεν μου επιτρεπόταν να έχω φίλους, έπαιρνα ένα ημερολόγιο με κλειδαριά και έγραφα. Είχα φτιάξει και μια γραφή, κάνοντας όλο το αλφάβητο με δικούς μου κωδικούς, κι έμαθα να γράφω από την αρχή, ώστε αν το διάβαζε ο πατέρας μου να μην ήξερε τι γράφω. Κι εγώ έγραφα μέσα τα πάντα. Οταν είσαι παιδί, φοβάσαι και τη σκιά σου».
Η απόδραση και το ολυμπιακό όνειρο
Μέσα από το τρέξιμο άρχισε να νιώθει και όμορφη. Οπως η ίδια λέει χαρακτηριστικά, «ο στόχος μου ήταν να τα καταφέρω, να φτάσω ψηλά, να γίνω πολύ καλή αθλήτρια, να ξεπεράσω ακόμα και αυτό που έλεγαν, ότι είμαι άσχημη. Σ’ ένα παιδί χωρίς αυτοεκτίμηση, αυτό προσθέτει βάρος. Ελεγα ότι μια μέρα θα μεταμορφώσω το ασχημόπαπο σε κύκνο». Και τα κατάφερε, με το εισιτήριο προς την ελευθερία της στο χέρι, την εισαγωγή της στα ΤΕΦΑΑ Αθήνας. Εχοντας αφήσει πίσω της το μαύρο σύμπαν της Πάτρας, για να ζήσει στους Αγίους Αναργύρους, σε μια αποθήκη χωρίς τουαλέτα και μπάνιο, καθαρίζοντας για το νοίκι ένα φιλικό σπίτι, χωρίς να έχει να φάει, η Μαρία ένιωθε ευτυχία. «Ημουν ευτυχισμένη γιατί κατακτούσα σιγά σιγά το όνειρο. Το όνειρό μου ήταν να πάω στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το 1988 κάνω το πρώτο μου πανελλήνιο ρεκόρ, το 1989 το δεύτερο, τότε έβγαλα και τα πρώτα μου χρήματα από το τρέξιμο, το 1990 κερδίζω στους Βαλκανικούς Αγώνες στην Πόλη, το να σηκωθεί η ελληνική σημαία μέσα στην Κωνσταντινούπολη για μένα και τη χώρα μου ήταν μια τεράστια καταξίωση».
Ομως, ούτε στον αθλητισμό συνάντησε δικαιοσύνη. «Εκεί να δεις δυσκολίες. Δεν αρκούσε να κάνω μεγάλες επιδόσεις, έπρεπε να έχω καλές δημόσιες σχέσεις. Κι επειδή είχα πολύ εκνευρισμό μέσα μου, η ψυχή μου δεν είχε ηρεμήσει, όταν έβλεπα την αδικία, έβριζα. Δεν μπορούσα να πιστέψω ότι θέλω να τρέξω Μαραθώνιο, να κάνω πανελλήνιο ρεκόρ και ότι ο τότε γενικός γραμματέας του ΣΕΓΑΣ έλεγε «ε, όχι και να τη στείλουμε έξω να κάνει και ρεκόρ». Ολα αυτά είναι γραμμένα σε δημοσιεύματα της εποχής. Μου έκαναν τη ζωή ποδήλατο, δεν μου έδωσαν το εισιτήριο για να πάω Ολυμπιακούς Αγώνες, η πρώτη Ελληνίδα (μεγάλων αποστάσεων) που πήγε ποτέ σε Ολυμπιακούς ήμουν εγώ και πήγα με έξοδα των ελλήνων ομογενών. Δηλαδή, πόσο πόλεμο πια! Και να σκεφτείς ότι τις επιδόσεις μου στην Ατλάντα δεν τις έχει πλησιάσει καμία Ελληνίδα, 26 χρόνια μετά».
Τον αριθμό της φανέλας της από τους Ολυμπιακούς, τον 3391, θα ήθελε να δει να γίνεται τηλεφωνική γραμμή για κακοποιημένα παιδιά. «Για να καταφέρουμε», όπως λέει, «να πείσουμε ένα παιδί ότι μπορεί να κατακτήσει τη ζωή, όπως εγώ. Η παιδική κακοποίηση είναι η σκληρότερη μορφή βίας».
«Μια χαραμάδα φως, και σταματάς»
Η πιο ευτυχισμένη της στιγμή, παρά τα κατορθώματά της που δεν είναι λίγα (14 πανελλήνια ρεκόρ, 280.000 και πλέον χιλιόμετρα, 524 χιλιόμετρα του Φειδιππίδειου Αθλου Αθήνα – Σπάρτη και πίσω), περιέχει ένα παιδί, το δικό της, που ήρθε στον κόσμο το 2001. «Η Αγάπη είναι η δύναμή μου, το χαμόγελό μου, το στήριγμά μου, είναι τα πάντα στη ζωή μου», λέει και η φωνή της αλλάζει εντελώς ηχόχρωμα. Την αγάπη της για την 20χρονη κόρη της τη «χτύπησε» τατουάζ στο αριστερό της χέρι, ενώ στο δεξί αποτύπωσε τη φιλοσοφία της στη ζωή – «Nothing is impossible». Μια φράση που αποκτά άλλη βαρύτητα από μια γυναίκα που γνώρισε τον κόσμο στην πιο σκοτεινή του εκδοχή καταφέρνοντας στην πορεία, με πίστη και κόπο, να ανοίξει όλα του τα παράθυρα και να γεμίσει κάθε δωμάτιο με φως. «Τα κακοποιημένα παιδιά καταλήγουν σε μια ζωή κατεστραμμένη. Εγώ απλά τη γλίτωσα. Είναι αυτή η τελευταία στιγμή, που μια χαραμάδα φως περνά από το μυαλό σου και σταματάς», αναφέρει για τις απόπειρες αυτοκτονίας που έχει στο ιστορικό της.
Σήμερα, μέσω της δικής της Marathon Team Greece, η Μαρία Πολύζου μοιράζεται με μεγαλοψυχία τα μυστικά ζωής που της αποκαλύφθηκαν, προπονώντας άλλους δρομείς και διδάσκοντάς τους να αγαπούν τον εαυτό τους. «Θέλω να βλέπω τον άλλον στο πιο ψηλό σκαλί του δικού του βάθρου κι εγώ απλά να τον καμαρώνω», δηλώνει έχοντας πλέον και η ίδια κατακτήσει τον πιο δύσκολο μαραθώνιο της ζωής της, αυτόν της συγχώρεσης. «Η συγχώρεση είναι το πιο δυνατό όπλο για να προχωρήσει μια ψυχή. Κι εγώ το είχα ανάγκη αυτό και το έκανα, για τον εαυτό μου και για τη δική του ψυχή».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις