Μιχάλης Καλτεζάς – «Ήταν εν ψυχρώ δολοφονία, ο αστυνομικός γονάτισε και τον πυροβόλησε»
Ανήμερα 12ης επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, ο 15χρονος μαθητής Μιχάλης Καλτεζάς, πέφτει νεκρός από σφαίρα αστυνομικού στα Εξάρχεια
Το Πολυτεχνείο έμεινε στην Ιστορία ως το σημαντικότερο πολιτικό και κοινωνικό γεγονός των τελευταίων 50 ετών. Πέρα από τις πολιτικές προεκτάσεις, που οδήγησαν στην πτώση της Χούντας, αυτό που έμεινε χαραγμένο στις μνήμες μας ήταν οι νεκροί.
Παιδιά, νέοι φοιτητές, ηλικιωμένοι άνδρες και γυναίκες συγκαταλέγονται στον κατάλογο των θυμάτων που έσβησαν για πάντα εκείνες τις μέρες του Νοέμβρη του 1973.
Ωστόσο, την αιματοβαμμένη εκείνη μέρα, δυστυχώς, διαδέχθηκαν και άλλες όμοιες. Μια από αυτές ήταν το 1985.
Ήταν Κυριακή 17 Νοεμβρίου 1985, ανήμερα της δωδέκατης επετείου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όταν ο 15χρονος διαδηλωτής, Μιχάλης Καλτεζάς, έπεσε νεκρός από σφαίρα αστυνομικού στα Εξάρχεια.
Την εποχή εκείνη, η Ελλάδα βρισκόταν στις αρχές της δεύτερης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ, με πρωθυπουργό τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Η καθιερωμένη πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία ολοκληρώθηκε με μοναδική απώλεια την τζαμαρία του εστιατορίου «Βυζαντινόν» στο Χίλτον. Τα επεισόδια δεν θεωρήθηκαν σοβαρά με την ηγεσία της αστυνομίας να θριαμβολογεί.
Μια κλούβα με άνδρες της αστυνομίας παρέμενε στην οδό Στουρνάρη, στην πύλη του Πολυτεχνείου.
Μετά το τέλος της πορείας και ενώ οι διαδηλωτές διαλύονταν, στο σουβλατζίδικο «Ρουαγιάλ» στην Πλατεία των Εξαρχείων σταματά για φαγητό μια ομάδα ΜΑΤ. Οι τρεις μπήκαν στο σουβλατζίδικο και ο τέταρτος μαζί με ακόμη έναν στρατιωτικό μπαίνουν στο ζαχαροπλαστείο «Μαρονίτα».
Από το σημείο περνά μια παρέα αναρχικών που ειρωνεύτηκαν τους αστυνομικούς. Είχαν περικυκλώσει το κατάστημα και φώναζαν συνθήματα εναντίον των αστυνομικών.
Ο αστυφύλακας που βρισκόταν στη «Μαρονίτα» ξεκίνησε να ζητάει ταυτότητες για να κάνει έλεγχο. Τότε κάποιος από τους αναρχικούς του επιτέθηκε και του έριξε κάτω το καπέλο. Εκείνη τη στιγμή παρεμβαίνουν οι πιο ψύχραιμοι και η φασαρία σταματά με τους αστυνομικούς να επιστρέφουν στην κλούβα.
Η ομάδα των αναρχικών κατευθύνθηκε προς την κλούβα κουβαλώντας βόμβες μολότοφ. Ανάμεσα τους και ο 15χρονος μαθητής Καλτεζάς.
Κάποια στιγμή, η ομάδα των διαδηλωτών που μεταξύ αυτών βρισκόταν και ο Καλέτζας έριξαν τις βόμβες μολότοφ στην κλούβα των ΜΑΤ στην οποία ήταν μέσα και ο 26χρονος αστυνόμος Αθανάσιος Μελίστας.
Μια μολότοφ έπεσε στη σκεπή της κλούβας και ξέσπασε φωτιά η οποία εξαπλώθηκε και στο εσωτερικό του οχήματος.
Όταν η αστυνομία άνοιξε πυρ
Οι αστυνομικοί τρομοκρατήθηκαν και βγήκαν έξω από το όχημα.
Μετά από αυτή την πράξη και ενώ οι διαδηλωτές αποχωρούσαν τρέχοντας προς την Πλατεία Εξαρχείων με τους αστυνομικούς να τους καταδιώκουν και κάποιοι από αυτούς να πυροβολούν στον αέρα, στη διασταύρωση των οδών Στουρνάρη και Μπόταση, ο Μελίστας πυροβολεί στο πλήθος και πετυχαίνει από πίσω τον Καλτεζά.
Ο 15χρονος μαθητής έπεσε νεκρός, μετά από σφαίρα στο κεφάλι, ένα τέταρτο μετά τα μεσάνυχτα.
Ασθενοφόρο μετέφερε τον άτυχο νεαρό στον Ευαγγελισμό όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του.
Μόλις μαθεύτηκε η δολοφονία Καλτεζά, ο Υπουργός Υγείας και Πρόνοιας, Γιώργος Γεννηματάς, κατέφθασε στον «Ευαγγελισμό», όπου διακομίστηκε η σορός του, και εξέφρασε τη συντριβή του για το συμβάν.
Την επόμενη της δολοφονίας οι εφημερίδες δημοσιεύουν τη φωτογραφία με το άψυχο κορμί του Καλτεζά. Από πάνω του έντρομος ο δημοσιογράφος Γιάννης Κανελλάκης.
Φίλοι και συμμαθητές, μιλώντας σε δημοσιογράφους, χαρακτήρισαν τον Μιχάλη «ένα σκληρό παιδί, ένα ροκά, που συμπαθούσε τους οργισμένους και αμφισβητίες νέους».
Η μητέρα του Μιχάλη Καλτεζά τον έψαχνε ανήσυχη από το απόγευμα που τελείωσε η πορεία μέχρι που ενημερώθηκε από τους δημοσιογράφους για το τραγικό συμβάν.
Η επόμενη μέρα
«Καταδικάζω την αποτρόπαιη πράξη του φόνου του νεαρού διαδηλωτή. Ασφαλώς, η ηθική καταδίκη δεν αρκεί»
Ανδρέας Παπανδρέου, 18/11/1985
Το πρωί της 18ης Νοεμβρίου δόθηκε η άδεια από την Επιτροπή Πανεπιστημιακού Ασύλου, με πρόεδρο τον πρύτανη Μιχάλη Σταθόπουλο, να μπει η Αστυνομία στο Χημείο.
Η εισβολή έγινε με χρήση δακρυγόνων, για πρώτη φορά μετά το 1976, και οι αστυνομικοί συνέλαβαν 37 άτομα τα οποία ξυλοκόπησαν, ενώ λίγοι κατάφεραν να διαφύγουν και να φτάσουν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου μέσα από τους υπονόμους.
Αυτή ήταν και η πρώτη άρση ασύλου από την επίσημη θεσμοποίησή του το 1982. Τα επεισόδια στην Αθήνα συνεχίστηκαν και τις επόμενες ημέρες.
Επεισόδια έγιναν και σε άλλα σημεία της πρωτεύουσας, μεταξύ αναρχικών και αστυνομίας.
Ο απολογισμός του διημέρου μετά τη δολοφονία του νεαρού μαθητή ήταν 58 τραυματίες, ζημιές δισεκατομμυρίων δραχμών και 45 συλλήψεις.
«Πήρα τηλέφωνο τον πρωθυπουργό και έθεσα ως όρο στην Αστυνομία να μην συλληφθεί κανένας καταληψίας. Οι αστυνομικοί έσπασαν τα τζάμια της οροφής και μπήκαν στο Χημείο. Αθέτησαν την υπόσχεση και έκαναν συλλήψεις», θα πει αργότερα ο πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μιχάλης Σταθόπουλος.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης, Μένιος Κουτσόγιωργας, και ο αναπληρωτής του, Αθανάσιος Τσούρας, υπέβαλλαν τις παραιτήσεις τους για λόγους ευθιξίας στον πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος δεν τις έκανε δεκτές. Έθεσε όμως σε διαθεσιμότητα την ηγεσία της νεοσύστατης τότε Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛΑΣ).
Εννέα ημέρες αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου, η τρομοκρατική οργάνωση «17Ν» εκδικείται τον θάνατο Μελίστα, όπως ανέφερε σε προκήρυξή της.
Πυροδοτεί παγιδευμένο με εκρηκτικά αυτοκίνητο δίπλα σε λεωφορείο των ΜΑΤ στην Καισαριανή, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του ο 24χρονος αστυφύλακας Νίκος Γεωργακόπουλος και να τραυματιστούν 14 αστυνομικοί. Ιθύνων νους της επίθεσης ήταν ο Δημήτρης Κουφοντίνας.
Η Δίκη
Η δίκη του Θανάση Μελίστα έγινε τον Σεπτέμβριο του 1988. Έως τότε, υπηρετούσε κανονικά στην Ελληνική Αστυνομία. Η κατηγορία που αντιμετώπιζε ήταν ανθρωποκτονία από πρόθεση εν βρασμώ ψυχικής ορμής και καθ’ υπέρβαση των ορίων της άμυνας. Συνήγορος υπεράσπισης ήταν ο Αλέξανδρος Λυκουρέζος, ενώ ως συνήγοροι πολιτικής αγωγής παρέστησαν ο Νίκος Κωνσταντόπουλος και ο Φώτης Κουβέλης.
Ο Μελίστας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 2,5 ετών με αναστολή και αφέθηκε ελεύθερος. Ο εισαγγελέας της έδρας άσκησε έφεση ως προς τον ανασταλτικό χαρακτήρα της ποινής, ενώ ο εισαγγελέας εφετών ως προς την ποινή.
Η υπόθεση έφτασε στον Άρειο Πάγο, ο οποίος έκρινε ότι κακώς το πρωτοβάθμιο δικαστήριο ανέστειλε την εκτέλεση της ποινής, επειδή «η έφεση που ασκείται κατά αποφάσεων που εκδίδονται από μικτά ορκωτά δικαστήρια δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, εκτός αν πρόκειται για την ποινή του θανάτου».
Ο Μελίστας συνελήφθη και παρέμεινε στη φυλακή για δέκα μήνες.
Τον Ιανουάριο του 1990 το Μικτό Ορκωτό Εφετείο τον αθώωσε με ψήφους 6-1, καθώς του αναγνώρισε το ελαφρυντικό ότι υπερέβη τα όρια της άμυνας, εξαιτίας του φόβου και της ταραχής που του προκάλεσε η ενέργεια του θύματος.
Οι δικαστές δεν έλαβαν υπόψη τους τις μαρτυρίες ότι ο κατηγορούμενος γονάτισε, σημάδεψε και πυροβόλησε με ενωμένα χέρια, παρά το γεγονός ότι έρχονταν σε ευθεία σύγκρουση με τις καταθέσεις των συναδέλφων του Μελίστα, οι οποίοι τήρησαν στάση «δεν είδα, δεν ξέρω».
Οι μαρτυρίες της μητέρας του Μιχάλη
Τα τραγικά γεγονότα του 1985, όταν δολοφονήθηκε έξω από το Πολυτεχνείο ο Μιχάλης Καλτεζάς, θυμάται η μητέρα του Ζωή.
«Ήταν εν ψυχρώ δολοφονία, ο αστυνομικός Μελίστας γονάτισε και έξω από την κλούβα των ΜΑΤ και πυροβόλησε. Ήταν άριστος σκοπευτής όπως έλεγαν στο χωριό του. Πρώτο πιστόλι», αναφέρει η ίδια στη «Μηχανή του χρόνου».
Η κυρία Καλτεζά αναφέρει επίσης στη ότι κατά τη διάρκεια της δίκης, ο συνήγορος του Μελίστα ισχυρίστηκε ότι η σφαίρα βρήκε τον Καλτεζά όταν αυτός τρέχοντας πήδηξε στον αέρα. Όσο για τον χαμό του γιου της, η Ζωή Καλτεζά θυμάται ότι τον έμαθε από δημοσιογράφους και όχι από κάποια αρμόδια αρχή.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις