Ιχθυοκαλλιέργειες – Επτά αλήθειες για να σταματήσεις να «ψαρώνεις»
Σπάμε τους μύθους και εντοπίζουμε το πιο φρέσκο και υγιεινό ψάρι
Με όποιον και να συζητήσεις για το ζήτημα των ιχθυοκαλλιεργειών, θα έχει σίγουρα να σου πει μια γνώμη. Όμως το πιθανότερο είναι ότι δεν θα μπορεί να τη στηρίξει σε τίποτα περισσότερο από τις… συμβουλές της μητέρας του, οι οποίες μπορεί να ήταν μεν καλοπροαίρετες, το πιθανότερο όμως είναι ότι δεν προήλθαν από τις εις βάθος γνώσεις της στον τομέα της ιχθυολογίας.
Έτσι, ενώ εδώ και δεκαετίες βάζουμε στο πιάτο μας ψάρια ιχθυοτροφείου – και γλείφουμε τα δάχτυλά μας – ο δισταγμός απέναντι στην ποιότητά τους επιβιώνει, εξαιτίας της παραπληροφόρησης.
Ήρθε η ώρα να εξετάσουμε έναν προς ένα τους πιο διαδεδομένους ισχυρισμούς για τα ψάρια ιχθυοκαλλιεργειών, για να σταματήσουμε να «τσιμπάμε» με μύθους και να αρχίσουμε να λαμβάνουμε πληροφορημένες αποφάσεις για τη διατροφή μας.
Για αυτό το σκοπό, η Ελληνική Οργάνωση Παραγωγών Υδατοκαλλιέργειας (ΕΛΟΠΥ) δημιούργησε μια σειρά από πέντε βίντεο, στα οποία η Κατερίνα Λύτρα, Κτηνίατρος – Ιχθυοπαθολόγος, απαντά σε ορισμένες από τις πιο συνηθισμένες απορίες μας.
Μύθος #1: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας βιάζονται να μεγαλώσουν
Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι τα ιχθυοτροφεία χορηγούν αυξητικές ορμόνες στα ψάρια τους προκειμένου να αποκτήσουν ταχύτερα εμπορεύσιμο βάρος. Όμως, όπως εξηγεί η κ. Λύτρα, αυτό απλώς δεν μπορεί να συμβεί, αφού τα ψάρια είναι ένας οργανισμός η ανάπτυξη του οποίου δεν μπορεί να επιταχυνθεί τεχνητά. Αντιθέτως, χρειάζονται τρεις μήνες στο εκκολαπτήριο και στη συνέχεια άλλοι 18 στους κλωβούς στη θάλασσα προκειμένου τα ψάρια να αγγίξουν το απαιτούμενο βάρος των 400 γραμμαρίων.
Μύθος #2: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας δεν έχουν τον κλωβό τους καθαρό
Επιβιώνει μέχρι και σήμερα η αντίληψη ότι τα ψάρια των ιχθυοτροφείων μεγαλώνουν σε βρώμικα νερά. Όμως, αν ίσχυε κάτι τέτοιο, απλώς θα ψοφούσαν – πράγμα που δεν είναι μόνο δυσάρεστο, αλλά και ιδιαιτέρως ασύμφορο. Οι παραγωγοί γνωρίζουν πόσο σημαντική είναι για την επιτυχία της επιχείρησής τους η ποιότητα του νερού και καταβάλλουν μεγάλες προσπάθειες για τη διατήρησή της σε υψηλά επίπεδα. Επιπλέον, τοποθετούν τους ιχθοκλωβούς στην ανοιχτή θάλασσα μέχρι να έρθει η ώρα για την αλίευση, εξασφαλίζοντας ότι θα βρίσκονται σε μεγάλα βάθη με ισχυρά ρεύματα.
Μύθος #3: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας αγαπούν το junk food
Μπορεί τα άγρια ψάρια να είναι πιο περιπετειώδη, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι ακολουθούν και πιο ισορροπημένη διατροφή. Τα ψάρια ιχθυοτροφείου κάνουν μια… προσεγμένη δίαιτα από την πρώτη στιγμή της ζωής τους, καταναλώνοντας τη φυσική τροφή που θα έβρισκαν και στο περιβάλλον μέχρι να αγγίξουν τα τρία γραμμάρια. Αυτό σημαίνει ότι στο διάστημα που βρίσκονται στους ιχθυογεννητικούς σταθμούς, οι λάρβες, όπως λέγονται τα μικρά ψάρια, τρώνε γαρίδες (artemia), φυτοπλαγκτόν (μικρά μονοκύτταρα φύκη) και άλλους οργανισμούς όπως τα τροχόζωα (rotifers).
Όταν πια μεγαλώσουν, το μενού τους αλλάζει: πλέον αγαπημένο τους πιάτο γίνεται η βιομηχανική ιχθυοτροφή, ειδικά μελετημένη για να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των διατροφικών τους αναγκών. Τα κύρια συστατικά της είναι τα ιχθυάλευρα (20-40%), τα ιχθυέλαια (15%) και ένα πρόμειγμα βιταμινών και ιχνοστοιχείων που έχουν ανάγκη τα ψάρια για να αναπτύσσονται σωστά.
Μύθος #4: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιεργειών τρώγονται μεταξύ τους
Δεν ξέρουμε αν τσακώνονται, πάντως σίγουρα δεν τρώγονται με την κυριολεκτική έννοια του κανιβαλισμού. Τουλάχιστον όχι όταν λαμβάνουν την τροφή που έχουν ανάγκη, όπως συμβαίνει στις μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας της ΕΛΟΠΥ. Εκεί τα εκτρεφόμενα ψάρια τρέφονται με πλήρως ισορροπημένες ιχθυοτροφές, οι οποίες είναι επιπλέον πλήρως απαλλαγμένες από γενετικά τροποποιημένα συστατικά.
Μύθος #5: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιεργειών τρώνε περισσότερο από ό,τι πρέπει
Είναι γεγονός ότι χρειάζονται περίπου 1,2 κιλά άγριων ψαριών για να παραχθεί ένα κιλό καλλιεργημένων. Όμως οι ιχθυοκαλλιέργειες εξακολουθούν να είναι λιγότερο παρεμβατικές προς το περιβάλλον από άλλες μορφές εντατικής παραγωγής πρωτεϊνών – σε βαθμό που μπορούν να θεωρηθούν η πλέον βιώσιμη λύση.
Αιτία για αυτό είναι, μεταξύ άλλων, και το είδος των πρωτεϊνών που συνθέτουν τη διατροφή τους. Τα άγρια ψάρια που μετατρέπονται σε ιχθυάλευρα και ιχθυέλαια προέρχονται κυρίως από παρεμπίπτοντα αλιεύματα – δηλαδή, ψάρια που λόγω των πολλών οστών τους δεν προτιμούνται για ανθρώπινη κατανάλωση – αλλά και από τα μέρη μεγάλων καλλιεργημένων ψαριών, όπως ο σολομός, που περισσεύουν μετά τη φιλετοποίηση.
Ταυτόχρονα, τα τελευταία χρόνια γίνονται σημαντικές προσπάθειες για την αντικατάσταση των πρωτεϊνών των ιχθυαλεύρων από άλλες πηγές, προκειμένου να μην επιβαρύνονται οι πληθυσμοί των άγριων ψαριών. Οι προσπάθειες αυτές ήδη αποδίδουν καρπούς και πρόκειται να περιορίσουν στο ελάχιστο τη συμμετοχή άγριων ψαριών στην παραγωγή ιχθυοτροφών.
Μύθος #6: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιεργειών κινδυνεύουν από… υπερβολική δόση
Ίσως ο πιο συνηθισμένος μύθος της λίστας, ο φόβος ότι τα ψάρια ιχθυοτροφείου είναι «γεμάτα φάρμακα» δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Φυσικά, όπως και κάθε άλλο ζώο που μεγαλώνει σε εγγύτητα με άλλα (του ανθρώπου συμπεριλαμβανομένου) τα ψάρια προσβάλλονται από ασθένειες – και οι επιστήμονες έχουν αναπτύξει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή για την αντιμετώπισή τους. Όταν υπάρξει ανάγκη, ειδικοί Κτηνίατροι – Ιχθυοπαθολόγοι χορηγούν στα εκτρεφόμενα ψάρια φαρμακευτικές ουσίες που έχουν εγκριθεί για αυτό το σκοπό από τον ΕΟΦ.
Πρόκειται για φάρμακα που δεν φυλάσσονται στα ιχθυοτροφέια, παρασκευάζονται σε εργοστάσια και χορηγούνται σε ακριβείς ποσότητες, με την κατάλληλη επίβλεψη και με καταγραφή ακόμη και της παραμικρής κίνησης σε επίσημα έγγραφα που εποπτεύονται από τις κτηνιατρικές αρχές. Η ασφάλεια των καταναλωτών διασφαλίζεται περαιτέρω από τον «χρόνο αναμονής», διάρκειας περίπου 20 ημερών, κατά τον οποίο το φάρμακο αποβάλλεται πλήρως από τον οργανισμό των ψαριών. Σε αυτό το διάστημα, η αλίευση απαγορεύεται.
Παράλληλα, πλέον σχεδόν όλα τα ψάρια εμβολιάζονται για τις κύριες ασθένειες που απειλούν την ευζωία τους – πράγμα που σημαίνει ότι δεν ασθενούν και επομένως δεν χρειάζονται φάρμακα.
Μύθος #7: Τα ψάρια ιχθυοκαλλιεργειών είναι όλα ίδια μεταξύ τους
Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε μονίμως για «παπούτσι από τον τόπο μας», όμως στην περίπτωση των ψαριών ιχθυοτροφείου έχουμε πολύ καλούς λόγους να το προτιμούμε. Οι παγκοσμίου φήμης για την ποιότητα των νερών τους ελληνικές θάλασσες, είναι φυσικό να δίνουν και υψηλότατης ποιότητας προϊόντα. Και πράγματι, οι ελληνικές ιχθυοκαλλιέργειες έχουν καταφέρει να πάρουν και την ποσοτική, αλλά και την ποιοτική πρωτιά μεταξύ των μελών της ΕΕ. Ειδικά για την τσιπούρα και το λαβράκι, η χώρα μας αντιπροσωπεύει το 61% της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής, ενώ τα προϊόντα των ελληνικών ιχθυοτροφείων ξεχωρίζουν σε όλο τον κόσμο για την ποιότητα, τη γεύση, τη φρεσκάδα και την υψηλή διατροφική τους αξία.
Βασικός φορέας ανάπτυξης της ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα – και σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνη για αυτή την επιτυχία – είναι η ΕΛΟΠΥ, η οποία αποτελείται από 23 Μέλη που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 80% της συνολικής παραγωγής της χώρας. Η ΕΛΟΠΥ έχει αναπτύξει το συλλογικό σήμα και το Ιδιωτικό Πρότυπο Πιστοποίησης Fish from Greece, μέσω του οποίου διασφαλίζεται η άρτια ποιότητα των καλλιεργούμενων ψαριών – και η σταθερή εμπιστοσύνη του ελληνικού και διεθνούς κοινού στα προϊόντα της.
Έχεις ακούσει κι άλλες πληροφορίες για τα ψάρια ιχθυοτροφείου που δεν είσαι σίγουρος αν ισχύουν ή όχι; Μπορείς να μάθεις τα πάντα στη σελίδα συχνών ερωτήσεων στο site της ΕΛΟΠΥ ή παρακολουθώντας τη σχετική σειρά βίντεο που δίνει όλες τις απαντήσεις.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις