Αpartheid
Ειλικρινά, δεν πίστευα ποτέ ότι θα έφθανα στο θλιβερό σημείο να παραθέσω τόσα αυταπόδεικτα ιστορικά παραδείγματα, με το λίπασμα της κοινοτοπίας τους κυριολεκτικά βουτηγμένο στο αίμα γενεών και γενεών, προκειμένου να αναδείξω την αβάσταχτη ελαφρότητα του Αρη Σερβετάλη.
- Η τηλεθέαση του debate ΣΥΡΙΖΑ – Ελπίδες για τη συμμετοχή στην κάλπη της Κυριακής – Η σύγκριση με το ΠΑΣΟΚ
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
Πρόσφατα είδα τυχαία στο Διαδίκτυο μια συγκλονιστική φωτογραφία. Με τη φθορά και τη λοιδορία που έχουν υποστεί οι λέξεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα τελευταία χρόνια, «συγκλονιστική» είναι ένας μάλλον ήπιος, αν όχι ξενέρωτος χαρακτηρισμός. Θα μπορούσε να είναι και θρησκευτικός πίνακας του Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο. Η βρετανίδα ιστορικός τέχνης Ελεν Λάγκντον, στην ομώνυμη βιογραφία του που εκδόθηκε και στην πατρίδα μας (Μικρή Αρκτος, 2003), σημειώνει ότι ο μεγάλος αναγεννησιακός ζωγράφος συνήθιζε να χρησιμοποιεί ως μοντέλα του απόκληρους – κλέφτες, πόρνες, μαχαιροβγάλτες – προκειμένου να απεικονίσει τα πρόσωπα του θείου δράματος (κάτι που σκανδάλιζε το ιερατείο εκείνης της εποχής, όπως και κάθε ιερατείο κάθε εποχής). Σκαλίζοντας λίγο τα ντεσού της φωτογραφίας (από τις στιγμές που μακαρίζεις το γκουγκλάρισμα) πληροφορήθηκα ότι ο φωτογράφος, ο Γιάννης Δήμου – διόλου συμπτωματικά, θα προσέθετα – έχει σπουδάσει ιστορία τέχνης στο πανεπιστήμιο του Σικάγου, έχει πάρει μεταπτυχιακό στη ζωγραφική το 1968 και θεωρείται σήμερα στην Ελλάδα ως ένας από τους πιο καταξιωμένους φωτογράφους, επιμελητές και ιστορικούς τέχνης. Η ίδια η φωτογραφία είναι τραβηγμένη το 1976 στο Βρυσοχώρι, ένα χωριό του νομού Ιωαννίνων, όταν ο Δήμου ήταν 32 χρόνων.
Η φωτογραφία που τράβηξε ο Γιάννης Δήμου είναι και μία από τις πιο «βίαιες» φωτογραφίες που έχω δει στη ζωή μου -μολονότι βία καθεαυτή, απροκάλυπτη, δεν υφίσταται ούτε ως υπόνοια· πρόκειται για βία εσωτερικευμένη, αποδεκτή τόσο από τους θύτες όσο και από το θύμα, παγιωμένη. Σε πρώτο πλάνο βλέπουμε το θύμα: ένας άνδρας με εμφανή νοητική υστέρηση, από εκείνους που τότε – αλλά και σήμερα – αποκαλούσαν «τρελούς του χωριού». Στο βάθος, οι θύτες: δίχως την παραμικρή ένδειξη ότι αυτό που κάνουν – ή, για την ακρίβεια, αυτό που δεν κάνουν – δεν ξεφεύγει ρούπι από τα όρια της «κανονικότητας». Είναι μέρα πανηγυριού για το χωριό, οι θύτες διασκεδάζουν και δεν περνάει καν από το μυαλό τους να προσκαλέσουν στο γλέντι τους και τον «τρελό». Η ευλαβική στάση του θύματος, λες και βρίσκεται στον περίβολο της εκκλησίας (μιας εκκλησίας όπου στον ίδιον απαγορεύεται ρητά η είσοδος), δηλώνει πως και το θύμα κατά βάθος πρεσβεύει πως όλα είναι «σωστά καμωμένα». Ο διαχωρισμός είναι απόλυτος. Κάθετος, αδιαπραγμάτευτος, σπαραχτικός.
Κατά τον εικοστό αιώνα, μια λέξη ξεκίνησε το μακρύ της ταξίδι από τη Νότια Αφρική για να κατακτήσει την υφήλιο: apartheid. Προερχόταν από τα αφρικάανς, τη γλώσσα που μιλούσαν οι Αφρικάνερς (πιο γνωστοί ως Μπόερς), οι κατευθείαν απόγονοι των πρώτων λευκών αποίκων στη Νότια Αφρική, ήδη από τον δέκατο έβδομο αιώνα: ένα υβριδικό κράμα από τοπικές αφρικανικές διαλέκτους με πολλά ολλανδικά, γερμανικά και γαλλικά δάνεια. Στα αφρικάανς «apartheid» σημαίνει «διαχωρισμός»: ο διαχωρισμός των λευκών από τους κούληδες (ινδούς) και τους μπαντού (μαύρους), των ανώτερων από τους κατώτερους, εκείνων που θέλουμε στην παρέα μας κι εκείνων που πρέπει να μαζέψουν τα κουβαδάκια τους και να πάνε σε άλλη παραλία… Παρόλο που το apartheid συνδέθηκε άμεσα με το ρατσιστικό καθεστώς της Νότιας Αφρικής (και της Ροδεσίας, κατά δεύτερο λόγο, στα εδάφη της σημερινής Ζιμπάμπουε), γνώρισε και γνωρίζει μεγάλες πιένες και σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της αυτοαποκαλούμενης δημοκρατικότερης. Ακόμη και τη δεκαετία του 1960, στις Νότιες Πολιτείες της Αμερικής, εκεί όπου κάρπισε η «σπορά των ηττημένων του Εμφυλίου» (για να παραφράσουμε μια δική μας ψυχή), έπρεπε να χυθεί αίμα προκειμένου ένας «έγχρωμος» να καθίσει στη θέση «λευκού» στο λεωφορείο ή στα ίδια με αυτόν έδρανα στο πανεπιστήμιο. Δεν χλεύαζαν τυχαία τις Ηνωμένες (United) ως Διχασμένες (Divided).
Εξυπακούεται ότι εκατοντάδες χρόνια προτού οι Αφρικάνερς καθιερώσουν το apartheid στον δημόσιο και στον ιδιωτικό βίο, από τις πιο ασήμαντες διακρίσεις έως τους πιο ουσιώδεις θεσμούς, από την επιβολή χωριστών αποχωρητηρίων έως την απαγόρευση μεικτών γάμων, ο «διαχωρισμός» είχε κυριαρχήσει στις περισσότερες κοινότητες της ανθρωπότητας και δεν αφορούσε μονάχα το χρώμα, αλλά εξίσου, ίσως και περισσότερο, την εθνοτική προέλευση, το φύλο, τη θρησκεία και την τάξη. Τι άλλο παρά επίδειξη της βαθιά ριζωμένης κουλτούρας «διαχωρισμού» ήταν ο γυναικωνίτης – μια παράδοση μισογυνισμού που διαχρονικά συναπαντάμε παντού, τόσο στις πολυθεϊστικές όσο και στις μονοθεϊστικές κοινωνίες, από την αρχαία Αθήνα έως το σύγχρονο Ισλαμαμπάντ; Τα πογκρόμ (οι διωγμοί) εναντίον των Εβραίων δεν είχαν προηγηθεί κατά αιώνες από τον καταναγκασμό, επί της βραχείας (μόλις δωδεκάχρονης) ναζιστικής δικτατορίας, να φοράς δημόσια το κίτρινο άστρο του Δαβίδ; Οι κάστες δεν καθορίζουν μέχρι σήμερα στην Ινδία το πεπρωμένο του δύσμοιρου που δεν θα γεννηθεί προνομιούχος; Οι εθνοκαθάρσεις έχουν κάποιον άλλον αντικειμενικό σκοπό εκτός από το να διαχωρίσουν τα εθνικά «πρόβατα» από τα εθνικά «ερίφια», με ποινή θανάτου – φευ – για τα δεύτερα; Υπάρχει πιο επώδυνο, πιο αιματοβαμμένο, πιο επαχθές κληροδότημα στο διάβα της ιστορίας από το κληροδότημα του «διαχωρισμού»;
Ειλικρινά, δεν πίστευα ποτέ ότι θα έφθανα στο θλιβερό σημείο να παραθέσω τόσα αυταπόδεικτα ιστορικά παραδείγματα, με το λίπασμα της κοινοτοπίας τους κυριολεκτικά βουτηγμένο στο αίμα γενεών και γενεών, προκειμένου να αναδείξω την αβάσταχτη ελαφρότητα του Αρη Σερβετάλη. Τη βδομάδα που μας πέρασε γράφτηκαν τόσα πολλά για την επαγγελματική του ανευθυνότητα και την επιλεκτική του ευαισθησία, ούτως ώστε – κάπου ανάμεσα στο μπούγιο και στη χάβρα – να περάσει ντούκου το χειρότερο: η αμετροέπειά του. Η ατυχής συγκυρία, να βρίσκεται στο πικ της δημοτικότητάς του επειδή πρωταγωνίστησε πριν από λίγους μήνες σ’ ένα εμπορικό θρησκευτικό δράμα, σε ό,τι πιο κολακευτικό προς την πνευματική νωθρότητα και σε ό,τι πιο ενθαρρυντικό προς την αχαλίνωτη θρησκοληψία, να είναι δημοφιλής σ’ εκείνο ακριβώς το τμήμα της κοινής γνώμης που δεν διατηρεί και τις καλύτερες σχέσεις με την κοινή λογική, να βαραίνει ο λόγος του εκεί όπου ο λόγος του Αριστοτέλη – του πατέρα της λογικής, τρομάρα μας, του προπάτορά μας – δεν έχει πλέον κανένα βάρος, δεν τυγχάνει κανενός σεβασμού και καμίας αναγνώρισης, εκεί όπου, ως μόνη απάντηση στην πανδημία, αντιπαραθέτουν τις γονυκλισίες, τις λιτανείες και τα ευχέλαια, τους αγιασμούς και τους ξορκισμούς, το 2021, έλεος, το 2021 μετά Χριστόν, όλα αυτά μαζί και το καθένα χώρια, καθιστούν και τη μια «παρόλα» που είπε παραπάνω πραγματικά «ασήκωτη». Σοβαρά τώρα, Αρη; Θα βάλουμε στην ίδια ζυγαριά έναν προσωρινό υγειονομικό «διαχωρισμό», προκειμένου να μην τιγκάρουμε όλες τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, να μην ξεχειλίσουμε τα νεκροταφεία, να μη στείλουμε στους επουράνιους λειμώνες περισσότερους αμνούς από όσους επιδέχονται για να βοσκήσουν, με άπαντες τους «διαχωρισμούς» που μάστισαν διαχρονικά την ανθρωπότητα; Σοβαρά;
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις