Βερντέν, η εκατόμβη του αίματος

Κατά τα τέλη του 1915 το γερμανικό επιτελείο απεφάσισε να τελειώση με τους Γάλλους μια και καλή. Επί μήνες συγκεντρώνουν στο μέτωπο το φοβερώτερο υλικό. Έφεραν από τα Βαλκάνια και από τη Ρωσσία νέο πυροβολικό, όλα τα εκλεκτά στρατεύματα. Η φρουρά, το άνθος της αυτοκρατορίας ήτο εκεί.

Στις 21 Φεβρουαρίου 1916, 7:20 άρχισε ένας ανήκουστος βομβαρδισμός. Χιλιάδες κανόνια όλων των διαμετρημάτων βροντούν αδιάκοπα. Δεν υπάρχει σημείο της γης που να μη προσβάλλεται. Μία μικρή έκτασις δέχεται εκατό χιλιάδες οβίδες. Οι κοιλάδες ανοιγοκλείνουν καταποντίζοντας δέντρα, άλογα, ρυάκια, κανόνια, ανθρώπους. Στον παγωμένο αέρα αστραποβολάει η φωτιά. Τα πέριξ λάμπουνε σαν την ύελο. Ο ουρανός χαμηλώνει. Ανεμοστρόβιλοι χιονιού περιβάλλουν τα πάντα, το πρωί ξημερώνει κατάμαυρο. Από τις οκτώ η ώρα έως το μεσημέρι τέσσαρα εκατομμύρια οβίδων βροντάνε στο Βερντέν.

Το μεσημέρι ο Γερμανός αυτοκράτωρ έφτασε από τη Μεζιέρ για να παρευρεθή εις την έφοδο.

Τα στρατεύματα τα διοικούσε ο Κρόνπριντς.

Από την 21 έως τις 27 Φεβρουαρίου η Γερμανία συνεχίζει την έφοδο. Έφοδος επί εφόδου. Οι Γερμανοί δεν είνε παρά νύχια. Ανεβαίνουν, προχωρούν στον θάνατο με βήματα χήνας! Αυτή η κίνησις έχει κάτι το μηχανικό που σας κάνει φόβο.

Στις 27 Φεβρουαρίου εκατό χιλιάδες πτώματα αναπαύονται μπροστά στο Βερντέν…

Βερντέν, το σύμβολο της Γαλλίας!

[…]


«Πουαλύ»

Στις 9 Απριλίου ο Κρόνπριντς εκσφενδονίζει τη γενική έφοδο. Οι όγκοι των πυροβόλων χτυποβολάνε. Οι όγκοι των ανθρώπων σκαρφαλώνουν παντού. Μέσα σ’ αυτά τα φλεγόμενα ρευστά, μέσα στους δηλητηριώδεις καπνούς των, μέσα στην κόλασι, οι Γάλλοι στρατιώται τραγουδάνε τη Μαντελόν. Τι χρειάζονται εδώ τα μεγάλα λόγια! Είνε ρυπαροί, γεμάτοι λάσπη και αίμα. Είνε άνθρωποι γεμάτοι πόλεμο, με μία άγρια γαλήνη. Αυτή η καρτερικότης έχει κάτι το υπεράνθρωπο και συγχρόνως το φυσικόν. Και πάντα η Μαντελόν, το φρέσκο λουλούδι. Εδώ ο Απρίλης δεν είνε άνοιξις, η γη έγινε σίδερο, ο αέρας γκάζι. Εδώ επικρατεί η φαντασία. Μέσα στην τρομερώτερη πραγματικότητα. Οι οβίδες ανοίγουν το έδαφος έως τα εντόσθιά του. Ένα ευρύ στερέωμα αναμμένου μετάλλου βαραίνει επάνω στη σκηνή. Και σ’ αυτό το ανακάτωμα, εδώ κι εκεί, γονατισμένοι στις τρούπες των, μεταξύ πτωμάτων, οι Πουαλύ, οι Πουαλύ! Απουσία των αισθήσεων, κουφοί, τυφλοί, βουβοί, με τα χέρια κοκαλιασμένα στο ντουφέκι, βγάζοντας σάλιο, κλαίοντας από τα ασφυξιογόνα, αναίσθητοι, αυτόματοι, μισοθαμμένοι, μισοζωντανοί, μισονεκροί, οι Πουαλύ!

Το βράδυ της 9 Απριλίου ο εχθρός απωθήθη. Ο Πεταίν άφησε την περίφημη διαταγή του:

– Κουράζ! Ον λεζ-ορά!

Πεντακόσιες χιλιάδες πτώματα αναπαύονται μπροστά στο Βερντέν.

Οι λαβωμένοι πεθαίνουνε τραγουδώντας τη Μαντελόν*.

Καν Μαντελόν βιεν νου σερβίρ α μπουάρ

Σου λα τονέλλ ον φρολ σον ζυπόν

Ε σακέν λουί ρακόντ υν ιστουάρ

Υν ιστουάρ α σα φασόν

Λα Μαντελόν πουρ νου ν’ ε πα σεβέρ

Καν ον λουί πραν λα τάιγ ου λε νισόν

Ελλ ρι σ’ ε του σε κ’ ελλ σαι φαιρ

Μαντελόν, Μαντελόν, Μαντελόν. 

Όταν οι Γερμανοί υπεχώρησαν προς το Βω εννιακόσες χιλιάδες πτώματα ανεπαύοντο μπροστά στο Βερντέν.


Η άσπρη σημαία

Επέρασε καιρός. Κάτι το γυναικείο υπάρχει μέσα στη φύσι σε χλιαρότητα. Έξαφνα, μία ημέρα, όλα σώπασαν. Κάθε ζώο βγαίνει από την τρύπα του. Το δάσος κρατά την αναπνοή του. Από εκεί κάτω, ένας γέρος προχωρεί με τις χοντρές του μουστάκες. Ήσυχος!

Ο Κλεμανσώ!

Ο Τίγρις!

Στις 7 Νοεμβρίου 1918, εικοσιμιά ώρες, κατά το σούρουπο, ένα αυτοκίνητο πήρε το δρόμο του Σιμαί-λα-Σαπέλλ-Γκιζ. Με μια άσπρη σημαία. Το αυτοκίνητο φθάνει στο Ωντρουά. Σταματάει. Ένας άνθρωπος κατεβαίνει, υψηλός και ακίνητος. Ο στρατηγός Βιντερφέλντ.

Το πρωί, εννέα η ώρα, ο Φος εδέχθη τη γερμανική αποστολή στο βαγκόν-σαλόν του. Ο Γάλλος στρατάρχης άρχισε να διαβάζη τους όρους της ανακωχής. Η φωνή του είνε καθαρή και χτυπητή. Βαθυτάτη σιωπή στο σαλόνι. Οι Γερμανοί αναμένουν άφωνοι. Ειδοποιείται ο Χίνδεμπουργκ. Μετ’ ολίγον αναγγέλλεται από το Βερολίνον η αποδοχή όλων των όρων. Ξημερώματα! Τα κείμενα είνε έτοιμα. Ο Έρζμπερζερ προχωρεί. Του δίδουν μία πέννα. Την κυττάζει. Το χέρι του τρέμει. Ακούγεται το τρίξιμό της μέσα στη γαλήνη της αυγής.

– Σα γι ε!

Αρμστίς.

Στο Παρίσι εκείνη την ημέρα έγινε κάτι που δεν περιγράφεται. Οι γυναίκες, οι σεμνότερες γυναίκες, άρπαζαν τους άνδρες, τους πιο άγνωστους άνδρες, σαν να είνε λαχταρισμένα ανδρόγυνα. Έπειτα στην Αψίδα του Θριάμβου επέρασαν ο Ζοφρ, ο Φος, ο Πέρσιγκ, οι Βέλγοι, οι Άγγλοι, οι Πολωνέζοι, και μέσα σ’ αυτούς, τετιμημένοι, χειροκροτούμενοι, νικηταί, οι Έλληνες!

Είνε σαν παραμύθι να το συλλογίζεται κανείς.

Και όμως ο συγγραφεύς των «Πουαλύ» το αναφέρει. Από την αψίδα των νικητών επέρασε απαστράπτουσα και η ελληνική φουστανέλλα…


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 21.11.1927, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Το ανωτέρω κείμενο του Γ. Φτέρη για την κόλαση του Βερντέν δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» τη Δευτέρα 21 Νοεμβρίου 1927.


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 21.11.1927, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Ο Γ. Φτέρης (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του μανιάτη Γιώργου Τσιμπιδάρου, 1891-1967) ήταν δημοσιογράφος, κριτικός, συγγραφέας και ποιητής.


Ο Γ. Φτέρης

Η διαβόητη Μάχη του Βερντέν, μια από τις μείζονος σημασίας μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, άρχισε στις 21 Φεβρουαρίου 1916 και ολοκληρώθηκε ουσιαστικά στις 18 Δεκεμβρίου 1916 (στο τριήμερο 15-18 Δεκεμβρίου οι Γάλλοι κατόρθωσαν να ανακαταλάβουν σχεδόν όλα τα εδάφη που είχαν απολέσει μετά τις 21 Φεβρουαρίου).

Τις πρώτες κιόλας ημέρες της Μάχης οι Γερμανοί διέσπασαν τις αμυντικές γραμμές των Γάλλων και κατέλαβαν χωρίς μάχη το οχυρό Douaumont, που ήταν χτισμένο σε θέση στρατηγικής σημασίας, στις 25 Φεβρουαρίου 1916.

Όμως, οι γάλλοι τυφεκιοφόροι, γνωστοί ως Poilus (οι «Πουαλύ» του Φτέρη), δεν επέτρεψαν στις γερμανικές δυνάμεις να προωθηθούν περαιτέρω.

Ο Πεταίν έλαβε εντολή από τη Γαλλική Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση να υπερασπιστεί την πόλη του Βερντέν, πλησίον του ποταμού Μεύση, και εκείνος τα κατάφερε χάρη στη βοήθεια ασφαλώς των γενναίων ανδρών του.


«ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ», 13.6.1934, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις μάχες που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Βερντέν το 1916 ενεπλάκησαν σχεδόν τα τρία τέταρτα των δυνάμεων του Γαλλικού Στρατού.

Η τελευταία προσπάθεια των Γερμανών να καταλάβουν την πόλη, τον Ιούλιο, κατέληξε και αυτή σε αποτυχία.


Πηγή: Le Petit Journal

Το φθινόπωρο του 1916, τον Οκτώβριο, οι Γάλλοι πέρασαν στην αντεπίθεση, γεγονός που τους επέτρεψε να γίνουν και πάλι κύριοι των οχυρών Douaumont και Vaux.

Οι σφοδρές εχθροπραξίες που έλαβαν χώρα στην περιοχή του Βερντέν επί δέκα μήνες είχαν ως αποτέλεσμα να προκληθούν περισσότερες από 700.000 απώλειες (περίπου 305.000 νεκροί και αγνοούμενοι, 400.000 τραυματίες).


*La Madelon

Quand Madelon vient nous servir à boire
Sous la tonnelle on frôle son jupon
Et chacun lui raconte une histoire
Une histoire à sa façon
La Madelon pour nous n’est pas sévère
Quand on lui prend la taille ou le menton
Elle rit, c’est tout le mal qu’elle sait faire
Madelon, Madelon, Madelon!