Η επαιτεία των ψήφων
Οπως έγραφε ο Καραμανλής στον βασιλιά Κωνσταντίνο την 9η Νοεμβρίου του 1967: «Η Τυραννία είναι μοιραία συνέπεια του εκφυλισμού της Δημοκρατίας»
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Αλλαγές εξετάζει η Κομισιόν για την οδήγηση μετά τα 70 έτη - Τι θα αναφέρεται στην ευρωπαϊκή οδηγία
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Τι βλέπει η ΕΛ.ΑΣ. για τη γιάφκα στο Παγκράτι – Τα εκρηκτικά ήταν έτοιμα προς χρήση
Στην αυγή της νέας χρονιάς που, σε αντίθεση με την αμέσως προηγούμενη, δεν σηματοδοτείται από τα διακόσια χρόνια του μεγάλου εθνικού μας ξεσηκωμού αλλά από τα εκατό χρόνια της μεγάλης εθνικής μας καταστροφής, καθώς – σε εντελώς άλλη κλίμακα ασφαλώς – και στα απόνερα από τις θλιβερές αντιδράσεις ενός μέρους του πολιτικού μας κόσμου στη χιουμοριστική (και όχι μόνο) ανάρτηση του Ηλία Μόσιαλου, ένα μελαγχολικό ερώτημα ταλανίζει κάποιους από εμάς σχεδόν κατά τρόπο εμμονικό: τι είδους δημοκρατία θέλουμε;
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ένας συντηρητικός πολιτικός που δεν αισθάνθηκε ποτέ άνετα μέσα στον κορσέ του συντηρητισμού και στον οποίο σίγουρα θα μπορούσε ο καθένας μας να προσάψει κατά καιρούς τα πάντα εκτός από έλλειψη σεβασμού στον κοινοβουλευτισμό κι έλλειμμα πολιτικής διορατικότητας, συνήθιζε να κάνει διάκριση ανάμεσα σε «κυβερνωμένη» και «κυβερνώσα» δημοκρατία. Εάν ενσωματώσει κανείς αυτή τη διάκριση στα «συμφραζόμενα» της εποχής κατά την οποία διατυπώθηκε επανειλημμένα από τον Καραμανλή, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, σίγουρα δεν μπορεί να μην παρατηρήσει ότι διαπνέεται από κάποιας μορφής αυταρχισμό ή, έστω, πατερναλιστική πρόθεση. Οπως έγραφε ο Καραμανλής στον βασιλιά Κωνσταντίνο την 9η Νοεμβρίου του 1967: «Η Τυραννία είναι μοιραία συνέπεια του εκφυλισμού της Δημοκρατίας». Προκειμένου να αποφευχθεί το «μοιραίο», ο πολιτικός κόσμος της χώρας δεν θα πρέπει μονάχα να εκφράζει τη θέληση των πολιτών, αλλά – στον βαθμό που δύναται – να τους καθοδηγεί και να τους εκπαιδεύει.
Πολύ «παλαιομοδίτικα» και «γεροντίστικα» δεν ακούγονται όλα αυτά; Ισως. Ωστόσο σήμερα, σχεδόν έξι δεκαετίες αργότερα, αποκτούν μιαν αναπάντεχη επικαιρική διάσταση, μολονότι έξω και πέρα από κάθε «πλαίσιο» που μπορεί να φαντάστηκε ο Καραμανλής ακόμη και στις πιο διορατικές του στιγμές. Σήμερα, ο λόγος που εκφέρεται στα social media ασκεί (ή αυθυποβάλλεται ότι ασκεί, που είναι περίπου το ίδιο, αν όχι χειρότερο) εκατονταπλάσια επίδραση από τον παραδοσιακό ξύλινο λόγο των πολιτικών. Τα social media όχι μονάχα συνέβαλαν καθοριστικά στην «απενοχοποίηση των ηλιθίων» – κατά τον περίφημο ορισμό του Ουμπέρτο Εκο – αλλά και τόνωσαν την αυτοπεποίθησή τους σε αδιανόητο μέχρι πρότινος βαθμό, τη βεβαιότητά τους ότι μπορούν να επιβάλλουν τις αντιλήψεις τους – όσο κοντόθωρες, λανθασμένες, ανορθολογικές και κατ’ ουσίαν μισάνθρωπες κι αν είναι. Κατ’ επέκτασιν: ότι μπορούν να απαιτήσουν και να εξασφαλίσουν τη σιωπή ή/και τον παραγκωνισμό όσων δεν τις συμμερίζονται.
Η περίπτωση του Ηλία Μόσιαλου είναι διαφωτιστική. Με χιουμοριστικό και ανάλαφρο τρόπο θέλησε να υποδείξει πως ο ορθός λόγος στα χρόνια της πανδημίας δεν καρπίζει (και δεν πρόκειται να καρπίσει) σε ένα στέρφο έδαφος διαποτισμένο με χιλιετίες ανορθολογισμού και με σημαιοφόρο τη θρησκεία (την όποια θρησκεία· εν προκειμένω τον χριστιανισμό). Δεν θα περίμενε φυσικά κάποιος να μην αντιδράσουν οι «απενοχοποιημένοι» των social media – παρότι οι περισσότεροι, σε πρώτο χρόνο, ούτε πήραν καν είδηση την επίμαχη ανάρτηση -, αλλά θα περίμενε επίσης ο πολιτικός κόσμος, στο σύνολό του, να μη συμπαραταχθεί με την πλευρά του ανορθολογισμού. Τι συνέβη στην πραγματικότητα; Ορισμένοι βουλευτές και υπουργοί – ιδίως (και αυτό είναι το πιο δυσοίωνο) σχετικά νεαρής ηλικίας – όχι μόνο συμπαρατάχθηκαν με τους «απενοχοποιημένους», αλλά και πλειοδότησαν σε λοιδορίες και συκοφαντίες εναντίον του Μόσιαλου. Αναζωπύρωσαν τη φωτιά της μισαλλοδοξίας και ζήτησαν την αποπομπή του διακεκριμένου επιστήμονα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Ετσι αυτοβούλως μεταμορφώθηκαν σε ζητιάνους ψήφων και, σε αντιδιαστολή με πολλούς από τους αυθεντικούς επαίτες, απέβαλαν κάθε φύλλο συκής αξιοπρέπειας. Πόσο μακριά μπορούμε να προχωρήσουμε με ανάλογης ποιότητας «πρόθυμο» πολιτικό προσωπικό; Οχι πολύ μακριά, φοβάμαι.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις