Ελληνοτουρκικά – Στο ίδιο έργο θεατές
Πρέπει, συνεπώς, να ανησυχούμε ότι το 2022 θα έχουμε επανάληψη των γεγονότων Αυγούστου - Νοεμβρίου 2020 ή και κάτι χειρότερο;
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Economist: Οι εργαζόμενοι αγαπούν τον Τραμπ, τα συνδικάτα πρέπει να τον φοβούνται
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
Το 2022 ξεκίνησε όπως έκλεισε το 2021. Με ακραία ρητορική από μεριάς της Αγκυρας περί αποστρατιωτικοποίησης ελληνικών νησιών, με τη δημοσιοποίηση βίντεο που παρουσιάζει τούρκους κομάντο να κολυμπούν την απόσταση που χωρίζει τα τουρκικά παράλια από το Καστελλόριζο (σε συνέχεια σχετικής δήλωσης του Ακάρ) και τέλος με ένα ακόμη παραλήρημα του κυβερνητικού εταίρου, Μπαχτσελί, και την επίθεση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών στον Νίκο Δένδια. Η Τουρκία, για μία ακόμη φορά, αψηφά τη συνήθη διπλωματική πρακτική, στοχοποιώντας πρόσωπα, όπως άλλωστε το έχει κάνει και με τον έλληνα Πρωθυπουργό, επιβεβαιώνοντας πως σκέπτεται και λειτουργεί ως μία μη κανονική χώρα. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό και κατά πόσο πρέπει να ανησυχούμε;
Κατά πρώτον, είναι προφανές ότι η Τουρκία προκρίνει τη ρητορική ένταση για να κουκουλώσει τη φάση αναδίπλωσης, στην οποία συνολικά βρίσκεται. Ο Ερντογάν πιέζεται: στο εσωτερικό, με το εθνικό νόμισμα να καθίσταται ανυπόληπτο και τον ετήσιο πληθωρισμό να καταγράφεται το 2021 στο 36,8%, τον υψηλότερο από το 2002, όταν το AKP ήρθε στην εξουσία και στο εξωτερικό, όπου είναι υποχρεωμένος να προσεγγίσει κράτη και ηγεσίες, τα οποία είχε στοχοποιήσει στο πρόσφατο παρελθόν. Μεταξύ των οποίων, το Ισραήλ, την Αίγυπτο, ακόμη και τη Σαουδική Αραβία. Βέβαια, ο βαθμός επιτυχίας αυτής της προσπάθειας δεν μπορεί να προδιαγραφεί, ωστόσο, επειδή τα περιθώρια ελιγμών στενεύουν εκ των πραγμάτων λόγω της ευάλωτης οικονομικής θέσης, η τουρκική ηγεσία αναγκάζεται να δείξει σε άλλα μέτωπα ένα πιο σκληρό και άτεγκτο πρόσωπο για να μην κατηγορηθεί για πολυεπίπεδη υποχωρητικότητα. Επίσης, βλέπουμε τον Ακάρ να κάνει συνεχώς τονωτικές ενέσεις στις ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες πράγματι δεν διάγουν τις καλύτερες μέρες τους. Ομως, ο στρατός στην Τουρκία έχει βαθιές ρίζες στο σύστημα, κρατικό και παρακρατικό, και πρέπει να «τρέφεται» με εθνική αυτοπεποίθηση.
Με αυτό λοιπόν τον τρόπο, συντηρείται η ένταση, αν και η δική μας πλευρά σωστά δεν «τσιμπάει» σε κάθε πρόκληση, και έτσι προσπαθεί η Αγκυρα να εμφανίζει στον διεθνή παράγοντα ότι η ευθύνη ανήκει δήθεν στην Ελλάδα. Κατηγορούμαστε ότι δεν τηρούμε τις συνθήκες, εν προκειμένω Λωζάννης και Παρισίων, και μάλιστα με το αθεμελίωτο επιχείρημα ότι η μερική ή ολική αποστρατιωτικοποίηση συγκεκριμένων νησιών αποτελούσε προϋπόθεση για να περιέλθουν στην Ελλάδα, η Αγκυρα προσπαθεί εκ του μη όντος να κατασκευάσει μία υπόθεση αμφισβήτησης κυριαρχίας, πέραν της πάγιας περί γκρίζων ζωνών. Συνολικά, πάντως, η συμπεριφορά της Τουρκίας το τελευταίο χρονικό διάστημα υποδηλώνει ανησυχία. Αφενός, για να μην εκλάβει η Ελλάδα την υφιστάμενη κατάσταση ως ευκαιρία να επιβάλλει τις θέσεις της έναντι της Αγκυρας και αφετέρου, σε συνέχεια του προηγούμενου, να μην επιτρέψει στην Ελλάδα να προβεί σε ενέργειες επί του πεδίου, οι οποίες θα δημιουργήσουν τετελεσμένες καταστάσεις. Υπάρχει γενικευμένος φόβος, επί παραδείγματι, ότι η Ελλάδα θα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα σε ενοχλητικές για την Τουρκία περιοχές, που δεν είναι απαραίτητα στο Ανατολικό Αιγαίο.
Πρέπει, συνεπώς, να ανησυχούμε ότι το 2022 θα έχουμε επανάληψη των γεγονότων Αυγούστου – Νοεμβρίου 2020 ή και κάτι χειρότερο; Αν και η όποια εκτίμηση είναι επισφαλής, η απάντηση είναι όχι, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου. Ομως, είναι ανησυχητικό ότι ο εθνικισμός αποτελεί πλέον το αντίδοτο στην εγχώρια πίεση που αισθάνεται ο Ερντογάν και στον διχασμό στον οποίο οδηγείται η γειτονική χώρα. Δεν υπάρχει συνεπώς καμία αμφιβολία ότι οι επιθέσεις στην Ελλάδα, γίνονται, μεταξύ άλλων, και για λόγους αντιπερισπασμού. Αλλά, για να είμαστε δίκαιοι, η αντιπολίτευση στον Ερντογάν, πλην του φιλοκουρδικού κόμματος, υπερθεματίζει σκόπιμα στις εθνικιστικές κορώνες γιατί δεν θέλει να του επιτρέψει να καταστήσει την εξωτερική πολιτική προνομιακό του πεδίο. Προκειμένου λοιπόν να τον στριμώξει για τις αποτυχίες του στην οικονομία, βγαίνει πιο προωθημένα στα εξωτερικά, όπου έτσι και αλλιώς γνωρίζουμε ότι οι κεμαλιστές τον καταγγέλλουν ως ενδοτικό έναντι της Ελλάδας.
Ο Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής IGA & αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδας. Κυκλοφορεί το βιβλίο του «Διεκδικητικός Πατριωτισμός. Ανατομία μίας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ»
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις