Διαμερισματάκια
Είναι αυτή η νοοτροπία που, στις μεταπολεμικές δεκαετίες, εξέθρεψε τον μικροαστισμό του μέσου Ελληνα και εξετράφη μέσα από την αντιπαροχή («Ενα διαμερισματάκι για εμάς, ένα για το παιδί, το τρίτο και το μαγαζί στο ισόγειο τα νοικιάζουμε»).
Θα ‘ναι τώρα δύο – τρία χρόνια, προ κορωνοϊού και ενώ η χώρα ορθοποδούσε από την οικονομική κρίση, που βρεθήκαμε σε ένα τραπέζι με έναν φίλο – σχετικά νέο στην ηλικία και αυτό που λέμε «άνθρωπο της ελεύθερης αγοράς» – και έναν σημαντικό ηθοποιό, σκηνοθέτη και παραγωγό των περισσότερων παραστάσεών του. Ο ηθοποιός μιλούσε για τις οικονομικές περιπέτειές του, για τα κέρδη του από μεγάλες θεατρικές επιτυχίες και τις αμοιβές του τη χρυσή εποχή της τηλεόρασης. Πολλά λεφτά τα οποία επένδυε σε υπερπαραγωγές που όμως δεν επρόκειτο να τα «φέρουν πίσω» και σε μεγαλεπήβολα πρότζεκτ που δεν απέδωσαν όσο περίμενε. Με αποτέλεσμα να είναι πάντα, σχεδόν, στον άσο. Δεν τα έλεγε με παράπονο. Μάλλον με εκείνο το καμάρι του ρομαντικού.
Ο φίλος, κάθε φορά που ο ηθοποιός αναφερόταν σε μεγάλα ποσά τα οποία έγιναν σίδερα για σκηνικά, υφάσματα για πανάκριβα κουστούμια και φώτα, μου ψιθύριζε στο αφτί: «Ενα δυαράκι στα Εξάρχεια», «Ενα τριαράκι στους Αμπελοκήπους». Μέχρι και σε τεσσαράκι στη Νέα Σμύρνη έφτασε. Ετσι επενδύει ο ίδιος τα κέρδη του. Μη έχοντας μάλιστα και οικογενειακές υποχρεώσεις, όταν συγκεντρώσει ένα ποσόν – δουλεύοντας, ομολογουμένως, σκληρά – αγοράζει ένα μικρό διαμέρισμα. Τόσο μια ψιλοανακαίνιση, τόσο ο ΕΝΦΙΑ, τόσο το νοίκι, σε τόσον καιρό να τα ευρωουλάκια στον τραπεζικό λογαριασμό. Σαν τον Βέγγο στο «Θα σε κάνω βασίλισσα». «Χίλιες διακόσιες τον μήνα επί τρία, επί δώδεκα μήνες, σε δυο – τρία χρόνια παίρνεις άλλο ένα διαμερισματάκι». Κάνει κάτι κακό, κάτι παράνομο; Οχι φυσικά. Πώς να του εξηγήσεις όμως ότι αν ο ηθοποιός που, κατά τα άλλα, θαύμαζε, σκεφτόταν όπως ο ίδιος, δεν θα είχε πάρει αυτά τα ρίσκα άρα δεν θα είχε κάνει αυτές τις δουλειές άρα δεν θα τον θαύμαζε.
Θυμήθηκα την περίπτωση με αφορμή την πρόσφατη ειδησεογραφία σχετικά με τον Δημήτρη Παπαδημούλη. Για την έξωση – που δεν ήταν ακριβώς έξωση αλλά διαταγή απόδοσης μισθίου – από ένα μικρό διαμέρισμα στην υποβαθμισμένη περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα. Ούτε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κάνει κάτι παράνομο. Ούτε καν ανήθικο. Αγοράζει διαμερισματάκια, τα νοικιάζει για σίγουρο και σταθερό εισόδημα και καταφεύγει στον νόμο όταν οι ενοικιαστές δεν πληρώνουν. Ολο αυτό όμως δεν μοιάζει με ρεκλάμα εργολάβου από τα βάθη της δεκαετίας του 1960; Δεν έχει κάτι από «Λαχείο των Συντακτών», εκείνο που κλήρωνε μια πολυκατοικία;
Είναι αυτή η νοοτροπία που, στις μεταπολεμικές δεκαετίες, εξέθρεψε τον μικροαστισμό του μέσου Ελληνα και εξετράφη μέσα από την αντιπαροχή («Ενα διαμερισματάκι για εμάς, ένα για το παιδί, το τρίτο και το μαγαζί στο ισόγειο τα νοικιάζουμε»). Που κατέστρεψε, αισθητικά, την Αθήνα αλλά στήριξε μια οικονομία. Που μεταμφιέστηκε μικρομεγαλίστικα στις μεζονέτες των προαστίων και επανήλθε στα χρόνια της κρίσης, τότε που τα διαμερισματάκια του κέντρου βγαίναν στο σφυρί. Καθόλα νόμιμη, σε τίποτα ανήθικη. Δεν εκλύει όμως θαυμασμό – για να θυμηθώ τον φίλο μου και τον ηθοποιό. Ούτε κοινωνική αισθητική. Τώρα κατά πόσον η αισθητική αποτελεί ηθική, ειδικά για έναν πολιτικό, είναι μια άλλη μεγάλη ιστορία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις