Ευγένεια
Ο Γιάνναρος ήταν ευγενής, όπως ευγενής ήταν κι η εφημερίδα που έβγαζε. Αλλά σήμερα η ευγένεια θεωρείται αδυναμία.
- Ηνωμένο Βασίλειο: Ο δολοφόνος και βιαστής της Louisa Dunne συνελήφθη 57 χρόνια μετά
- Πότε θα καταβληθεί το έκτακτο επίδομα Χριστουγέννων και τα ποσά που θα λάβουν οι δικαιούχοι
- «Σερ: Aπομνημονεύματα»: Οι αυτοκτονικές τάσεις, η παρανοϊκή ζήλια και ο χωρισμός με τον Σόνι Μπόνο
- Κάθε 30 λεπτά ένα παιδί πεθαίνει στη Γάζα - Πόσοι Αχμέτ και πόσες Λιγιάν σκοτώθηκαν από ισραηλινές επιθέσεις
Eχω έναν φίλο, γιατρό στο επάγγελμα, αριστερό στην ιδεολογία, που αγοράζει κάθε μέρα «ΤΑ ΝΕΑ» και «Ριζοσπάστη». Δεν διαβάζει απλώς – αγοράζει. «ΤΑ ΝΕΑ», για να ενημερώνεται. Τον «Ριζοσπάστη», για να στηρίξει μια ιστορική εφημερίδα και, μέσω αυτής, το κόμμα που ψηφίζει. Θα πείτε, γιατρός είναι, λεφτά έχει, θα μπορούσε να αγοράζει και πέντε εφημερίδες. Καμιά σχέση: ο τύπος είναι πραγματικός κομμουνιστής, από αυτό το είδος που κινδυνεύει να εκλείψει. Αλλά αυτή είναι μια άλλη συζήτηση.
Η σημερινή συζήτηση είναι αν έχει θέση στη δυτική κοινωνία του 21ου αιώνα ένα κομματικό έντυπο. Πόσο ενδιαφέρει δηλαδή τους πολίτες μια εφημερίδα που «ευθυγραμμίζει» την αλήθεια με το κομματικό συμφέρον – κι όταν αυτή η ευθυγράμμιση δεν είναι δυνατή, την πληρώνει η αλήθεια. Η απάντηση είναι ότι τους ενδιαφέρει αν δεν περιμένουν να ενημερωθούν απ’ αυτήν, ή μόνο απ’ αυτήν, όπως ο φίλος μου ο γιατρός. Ο «Ριζοσπάστης» δεν υποστηρίζει ότι προβαίνει σε σφαιρική ενημέρωση, αλλά ότι προβάλλει αυτά που ενδιαφέρουν και συμφέρουν, κατά την άποψη του κόμματος, τον λαό. Το πόσοι τον αγοράζουν δεν έχει λοιπόν καμιά σημασία.
Από τη στιγμή όμως που μπαίνουν στην εξίσωση οικονομικοί λόγοι, η λογική της αγοράς δηλαδή, τα πράγματα αλλάζουν. Γιατί τι μπορεί να αντικρούσει κανείς στο επιχείρημα ότι η «Αυγή», μαζί με τον ραδιοσταθμό Στο Κόκκινο, απορροφά το 72% της κρατικής χρηματοδότησης του ΣΥΡΙΖΑ και ότι στο γενναιόδωρο πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου ανταποκρίθηκαν μόλις 14 εργαζόμενοι; Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι. Οσο ιστορική κι αν είναι, η εφημερίδα θα κλείσει, εκτός αν βάλει κάποιος το χέρι στην τσέπη.
Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι, με εξαίρεση αυτούς που θα χάσουν τη δουλειά τους, κι εκείνους που θυμούνται, δεν θα στενοχωρηθούν και πολλοί. Γιατί; Επειδή η «Αυγή» επένδυσε στον φανατισμό. Καλλιέργησε κατ’ εξοχήν το δόγμα «ή εμείς ή αυτοί». Επιτέθηκε με σκαιό τρόπο ακόμη και σε κομματικά στελέχη, όπως ο πρώην διευθυντής της Νίκος Φίλης, όταν δέχθηκε κριτική ότι κάνει αντιπολίτευση πάνω σε θανάτους. Υιοθέτησε διχαστικούς τόνους, μιλώντας για «νταβατζήδες» και «κροκοδείλια δάκρυα», ακόμη και σε αυτές τις δύσκολες ώρες, όπου θα έπρεπε να ζητά αλληλεγγύη.
Δεν ήταν πάντα έτσι η «Αυγή» – και μιλάω εκ πείρας. Την εποχή του Γρηγόρη Γιάνναρου, κομματική ήταν και πάλι. Αλλά δεν ήταν μονολιθική, όπως άλλωστε δεν ήταν μονολιθικό και το κόμμα του οποίου ηγούνταν ο Λεωνίδας Κύρκος. Δεν επέτρεπε απλώς τον διάλογο, τον ενθάρρυνε κιόλας. Δεν έπνιγε τις αντίθετες απόψεις, αποδίδοντάς τες σε απολογητές του εχθρού. Δεν επετίθετο σε άλλες εφημερίδες, και άλλους δημοσιογράφους, χαρακτηρίζοντάς τους προπαγανδιστικά όργανα. Δεν δημοσίευε σε καθημερινή βάση τοξικά κείμενα.
Ο Γιάνναρος ήταν ευγενής, όπως ευγενής ήταν κι η εφημερίδα που έβγαζε. Αλλά σήμερα η ευγένεια θεωρείται αδυναμία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις