Καθώς ανεβαίνεις την οδό Σωζοπόλεως – πολύ κοντά στον σταθμό Αττική – και προσπερνάς το τρέντι κουρείο με πελάτες κυρίως αλλοδαπούς που περιμένουν ουρά στο πεζοδρόμιο και την απρόσμενη επωνυμία «Spourgiti», δύσκολα φαντάζεσαι ποιους μπορεί να συναντήσεις σε ένα διπλανό κατάστημα, στον αριθμό 15, κάτω από την επιγραφή της εισόδου «Sozopolis».

Εκεί λοιπόν «ζει» ο Μάριος Μόσχος που στις 5 Σεπτεμβρίου 1925 αποφάσισε να δολοφονήσει τον διευθυντή της Τράπεζας Αθηνών. Η απόπειρα απέτυχε και εκείνος αυτοκτόνησε επί τόπου. Οι εφημερίδες έγραψαν ότι «φαίνεται να ήτο ανισόρροπος» και ότι «είχε μπολσεβικικάς ιδέας». «Συγκάτοικός» του είναι ο αρχαιολόγος και διευθυντής το 1903 της βιβλιοθήκης στο Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο Αθηνών, Χανς φον Προτ, ο οποίος απελπισμένος επειδή δεν κατάφερε να γράψει «την τελειότερη μελέτη περί της Ελληνικής Μυθολογίας» αυτοκτόνησε όχι με ένα, αλλά με δύο περίστροφα που τοποθέτησε συμμετρικά στους κροτάφους του.

Στην ίδια συντροφιά, η Υπατία Τσιτσεκλή, ανιψιά του υπουργού Δικαιοσύνης, δεν άντεξε το γεγονός ότι ο αδελφός της για να μη συλληφθεί αιχμάλωτος από τους Τούρκους κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας αυτοκτόνησε. Κι έτσι, ούσα εθελόντρια στον Ευαγγελισμό έκλεψε ένα μπουκαλάκι μορφίνης και έδωσε τέλος στη ζωή της το 1925 με μια ένεση.

Τους «ενοίκους» λοιπόν της οδού Σωζοπόλεως 15 ενώνει ο τρόπος θανάτου τους. Υπήρξαν όλοι τους αυτόχειρες από τα τέλη του 19ου έως τα μέσα του 20ού αιώνα. Οι ιστορίες τους και συχνά οι επιστολές και τα σημειώματα που άφησαν πίσω τους βρήκαν μια θέση στον Τύπο της εποχής. Και σε εκείνες τις σελίδες είναι που εντόπισε περισσότερες από 600 περιπτώσεις αυτοχειρίας ο ποιητής και ιδρυτής του Ρομαντικού Πανεπιστημίου Αθήνας, Σαμσών Ρακάς.

Θέλοντας να τις ανασύρει αλλά και να τους δώσει την ευκαιρία μιας νέας ανάγνωσης μέσα από το βλέμμα του 21ου αιώνα, προχώρησε σε μια ανοιχτή πρόσκληση σε όποιον ενδιαφερόταν – καλλιτέχνη ή μη – να αναλάβει την περίπτωση ενός αυτόχειρα και να δημιουργήσει ένα έργο ζωγραφικής, γλυπτικής, ένα κείμενο, μια περφόρμανς…

Το αποτέλεσμα – οι πρωτότυπες ιστορίες και τα έργα που προέκυψαν – συνθέτει το νεοσύστατο Μουσείο Νεοελληνικής Αυτοχειρίας, όχι ένα μουσείο με την κλασική έννοια του όρου, αλλά μια εναλλασσόμενη περιοδική έκθεση.

«Αυτή τη στιγμή στον χώρο εκτίθενται περίπου 80 έργα και ως το τέλος της χρονιάς εκτιμούμε ότι θα καταφέρουμε να παρουσιάσουμε και τα 200 που δημιουργήθηκαν» λέει στα «ΝΕΑ» ο συνεργάτης του ΡΠΑ, Κίμων Θεοδώρου.

Καφές με δηλητήριο

Οσο προχωράμε προς το βάθος – και ενώ έχουμε δει την αγιογραφία του «Αγίου Αυτόχειρα» που δημιούργησε ο Δημήτρης Μόσχος για τον συνεπίθετό του αυτόχειρα, την ξυλογραφία και την κατεστραμμένη μήτρα της για τη νεκρή Υπατία – έργο του Χρήστου Βελισσάρη και το οπτικοακουστικό δοκίμιο της Νάνας Παπαδάκη για τον 22χρονο ναύτη Γιώργο Λαμπίρη, που έπεσε από την ταράτσα της οδού Κριεζώτου 10 όταν πληροφορήθηκε ότι η αγαπημένη του Καίτη είχε αυτοκτονήσει, όταν οι γονείς της αποφάσισαν να επιστρέψει στη γενέτειρά της Γερμανία, για να διακόψουν τον δεσμό τους – συναντάμε μια σπάνια περίπτωση, τη δημοσιευμένη φωτογραφία τριών νεκρών κοριτσιών στον αθηναϊκό Τύπο του 1909: οι αδελφές Σοφία και Μαριγώ Τριανταφύλλου και η Κερασώ Μαντά ήπιαν καφέ με δηλητήριο επειδή ήταν ερωτευμένες με τον ίδιο άντρα και για αυτές έγραψε δοκίμιο η Ελενα Σταυράκη.

Ενα ζωγραφικό έργο του Κώστα Παπαστεργίου είναι αφιερωμένο στον 25χρονο στρατιώτη Δημήτρη Πασσά που τον Οκτώβριο του 1950 αυτοκτονεί τοποθετώντας στην κοιλιά του μια χειροβομβίδα αφαιρώντας την περόνη.

Στο σημείωμα που αφήνει γράφει: «πεθαίνω διότι έχω ένα κτήνος, μια γυναίκα την οποία δεν θέλω να βλέπω». Με την 28χρονη σύζυγό του είχε ένα παιδί. Ιδιαίτερη θέση στο μουσείο έχουν και οι επιστολές του αυτόχειρα Δημήτρη Στεριόπουλου, που αν και ζητούσε το 1898, οπότε και αυτοπυροβολήθηκε, να μη δημοσιευθούν, αυτό δεν έγινε σεβαστό από τον Τύπο και ο Κώστας Ντάφλος έχει δημιουργήσει εκδοχές τους με κερί, διορθωτικό, συρραπτικό, κλωστές σε μια ιδιαίτερη εγκατάσταση.