Κλονισμένη διάθεση
Το πρόβλημα στις κινηματογραφικές αίθουσες
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Ο Τραμπ διορίζει τον παραγωγό του «Apprentice», ως ειδικό απεσταλμένο στη Μεγάλη Βρετανία
Στα 35 χρόνια καριέρας που κλείνω φέτος στον χώρο της δημοσιογραφίας, αυτή είναι η πρώτη φορά που αντιλαμβάνομαι το πόσο πραγματικά σοβαρό πρόβλημα αντιμετωπίζουν οι κινηματογραφικές αίθουσες. Κάποτε ήταν η απειλή της τηλεόρασης, μετά ήρθε το βίντεο και πριν από αρκετά πλέον χρόνια το φαινόμενο της πειρατείας του Διαδικτύου. Τώρα όμως, με τον κορωνοϊό, είναι κάτι διαφορετικό.
Κανείς δεν παίζει με την υγεία του και ο φόβος για την υγεία είναι κυρίαρχος.
Αναρωτιέμαι ωστόσο αν τελικά είναι μόνον ο φόβος, γιατί μαζί του έχω την εντύπωση ότι έχει επηρεαστεί και η διάθεση. Θα πρέπει πια να είναι πολύ ισχυρό το κίνητρο για την επίσκεψη σε μια κινηματογραφική αίθουσα και η διάθεση για κάτι τέτοιο φαίνεται ότι είναι επίσης κλονισμένη. Γιατί ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, του ισχυρού δηλαδή κινήτρου, όπως αποδείχθηκε, υπάρχει σοβαρή κρίση.
Οι διανομείς και παραγωγοί της ταινίας «Σμύρνη μου αγαπημένη» (Tanweer) ρίσκαραν με το να την παρουσιάσουν στην περίοδο των εορτών των Χριστουγέννων. Δεν ξέρω κατά πόσο είναι πραγματικά ικανοποιημένοι, διότι τα παραπάνω από 150.000 εισιτήρια που η ταινία έχει κόψει μέχρι σήμερα (δηλαδή μέσα σε έναν περίπου μήνα από την πρώτη προβολή της) μπορεί τηρουμένων των αναλογιών και με τη γενικότερη κίνηση στην αγορά να ακούγονται πολλά, στην πραγματικότητα όμως δεν είναι. Πόσω δε μάλλον αν αναλογιστούμε το κόστος της που ξεπερνά τα 4.000.000 ευρώ. Η ίδια ταινία στην ίδια χειμωνιάτικη περίοδο, αλλά προ Covid, πιστεύω ότι θα μπορούσε να φτάσει το μισό εκατομμύριο γιατί αυτές είναι οι προδιαγραφές της.
Ναι, νομίζω ότι η διάθεση παίζει πραγματικά σημαίνοντα ρόλο στην κατάσταση. Δεν μπορεί να εξηγηθεί διαφορετικά η απαξία του κοινού απέναντι και σε ξένες ταινίες που υπό άλλες συνθήκες και σε διαφορετικές εποχές θα είχαν προκαλέσει τουλάχιστον ένα σχετικό ενδιαφέρον στον κόσμο. Κρίνοντας όμως από τα νούμερα των εισιτηρίων στις αίθουσες μέσα στο τελευταίο διάστημα η απογοήτευση είναι δεδομένη.
Οταν βλέπεις ότι μια από τις πιο επιτυχημένες ταινίες της μέχρι σήμερα χειμωνιάτικης σεζόν είναι οι «Παράλληλες μητέρες» του Πέδρο Αλμοδόβαρ που έχουν καταφέρει μετά βίας να ξεπεράσουν τα 35.000 εισιτήρια, αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει πρόβλημα.
Οταν βλέπεις ότι η «Ζωή συνεχίζεται», τελευταία ταινία του Χοακίν Φίνιξ, του οποίου η αμέσως προηγούμενη, το «Τζόκερ», είχε πλησιάσει το 1.000.000 εισιτήρια, δεν κατάφερε να υπερβεί το τριψήφιο (!) νούμερο, αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει πρόβλημα.
Οταν βλέπεις ότι ταινίες όπως το «West side story» του Στίβεν Σπίλμπεργκ ή η «Γαλλική αποστολή» του Γουές Αντερσον, σκηνοθετών δηλαδή που έχουν το κοινό τους, είναι σαν να μη βγήκαν στις αίθουσες, αντιλαμβάνεσαι ότι υπάρχει πρόβλημα.
Και το πρόβλημα παίρνει σάρκα και οστά όταν παραδοσιακές αίθουσες της Αθήνας όπως το Οσκαρ στην Αχαρνών, στα Κάτω Πατήσια, κλείνουν μην μπορώντας προφανώς να αντέξουν την κατάσταση. Βέβαια, την ίδια ώρα – και αυτό είναι το παράδοξο – κάποιες άλλες που ήταν χρόνια κλειστές ανοίγουν και πάλι – το Ελιζέ στα Ιλίσια είναι ένα παράδειγμα. Αυτές τις ακραίες αντιθέσεις μόνο στην Ελλάδα θα τις δεις να συμβαίνουν. Είναι κάτι σαν τα ακραία καιρικά φαινόμενα τύπου «Ελπίδα» – άλλο ένα χτύπημα στις αίθουσες και όχι μόνο σε αυτές.
Και όλα αυτά την ώρα που οι πλατφόρμες καραδοκούν στη γωνία τρίβοντας τα χέρια τους που ο κόσμος μένει σπίτι. Η «μαύρη» κωμωδία «Μην κοιτάζεις πάνω» έγινε μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες της περιόδου, πράγμα που σημαίνει ότι την είδε πολύς κόσμος. Την είδε αλλά όχι στις αίθουσες. Μία εβδομάδα μετά το άνοιγμά της στα σινεμά άρχισε να παίζεται και στην πλατφόρμα που τη χρηματοδότησε.
Για όλα τα παραπάνω στον ελληνικό κινηματογραφικό χώρο επικρατεί ένα χάος και εύλογα κανείς δεν είναι ικανοποιημένος. Μιλώντας με αιθουσάρχες μονών αιθουσών που είναι και διανομείς η κατάσταση που περιγράφουν ξεπερνά το επίπεδο της δυσάρεστης και όλοι ελπίζουν σε μια καλυτέρευση μόνο το καλοκαίρι, γιατί τα θερινά σινεμά είναι κατά κάποιον τρόπο μια καλοκαιρινή συνήθεια του Ελληνα, η οποία δεν έχει πληγεί. Εξάλλου πολλοί διανομείς έχουν αποφασίσει να κρατήσουν τα δυνατά χαρτιά τους για την περίοδο του καλοκαιριού, όπως συνέβη πέρυσι όταν οι πραγματικά κερδισμένοι της χρονιάς ήταν τα θερινά σινεμά. Και κάποιοι άλλοι ελπίζουν να έρθουν τουλάχιστον στα ίσα τους προβάλλοντας ξανά τις ταινίες που βγήκαν και δεν «περπάτησαν» όσο καλά θα ήθελαν τον χειμώνα. Οπως η «Σμύρνη».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις