JP Morgan: Μια επίσκεψη, πολλαπλά μηνύματα…
Ο επικεφαλής της JP Morgan αναμένεται να συναντηθεί σήμερα με τον έλληνα Πρωθυπουργό - Τι σηματοδοτεί για την ελληνική οικονομία και τις προοπτικές η άφιξη του ισχυρού τραπεζίτη
Tου Γιώργου Μανέττα
Την πόρτα του Μεγάρου Μαξίμου αναμένεται να περάσει σήμερα το μεσημέρι το αφεντικό της JP Morgan, James Dimon, προκειμένου να συναντηθεί με τον έλληνα Πρωθυπουργό. Πρόκειται για επίσκεψη βαρύνουσας σημασίας, η οποία έρχεται λίγα μόλις 24ωρα μετά την ολοκλήρωση της επένδυσης της αμερικανικής τράπεζας στην ελληνική εταιρεία ψηφιακών πληρωμών Viva Wallet και εκπέμπει πολλαπλά μηνύματα για την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας. Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που οι δύο άνδρες θα βρεθούν από κοντά. Είχε προηγηθεί μια κατ’ ιδίαν συνάντηση πριν από περίπου δυο χρόνια στο πρώτο ταξίδι του έλληνα Πρωθυπουργού στις ΗΠΑ.
Ο ελληνικής καταγωγής επικεφαλής της JP Morgan θεωρείται παίκτης – κλειδί στη διεθνή επιχειρηματική σκακιέρα και οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει αποτελούν πυξίδα για την επενδυτική κοινότητα. Εξάλλου, καθοδηγεί με επιτυχία έναν πραγματικό κολοσσό, με πάνω από 250 χιλ. εργαζόμενους σε περισσότερες από 100 χώρες, έσοδα 122 δισεκατομμυρίων δολαρίων και υπό διαχείριση περιουσιακά στοιχεία 3,4 τρισ. δολαρίων.
Τα 4+1 μηνύματα
Η παρουσία του Dimon στην Ελλάδα και η συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη συνιστά καταρχάς «ψήφο εμπιστοσύνης» στις προοπτικές της χώρας μας. Αλλά και στις δυνατότητες του εγχώριου επιχειρείν, το οποίο μπορεί να σταθεί επάξια στον διεθνή ανταγωνισμό, παρουσιάζοντας προτάσεις που έχουν τα εχέγγυα να κάνουν τη διαφορά. Οπως της Viva Wallet, η οποία διαγράφει μια αξιόλογη πορεία στον ανερχόμενο κλάδο του fintech τα τελευταία χρόνια.
Η άφιξη του εμβληματικού CEO της JPMorgan στέλνει επίσης και ένα ισχυρό σήμα στις διεθνείς αγορές για την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να ανακάμψει και να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια, αφήνοντας πίσω τις οδυνηρές συνέπειες της πανδημίας. Σήμα εξαιρετικά κρίσιμο ενόψει των επόμενων εξόδων της Ελλάδας στις αγορές για δανεισμό με ανταγωνιστικούς όρους. Το «φθηνό χρήμα» εξάλλου είναι απαραίτητο «καύσιμο» για τη βιώσιμη χρηματοδότηση επενδυτικών projects που μπορούν να τροφοδοτήσουν τον αναπτυξιακό κύκλο.
Ανάλογο σήμερα εκπέμπεται και προς τους οίκους αξιολόγησης, οι οποίοι κρατούν τα «κλειδιά» για την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας μας. Η οποία εξακολουθεί να μη διαθέτει επενδυτική βαθμίδα, κουβαλώντας ακόμη το τραύμα» της κρίσης του 2009, όταν η Ελλάδα μπήκε στην κατηγορία junk (σκουπίδι). H απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας έχει καθυστερήσει λόγω πανδημίας και όπως παραδέχονται δημοσίως αναλυτές και ευρωπαίοι αξιωματούχοι το αξιόχρεο θα είχε αναβαθμιστεί ήδη αν δεν είχε «χτυπήσει» η υγειονομική κρίση.
Ηχηρό μήνυμα στέλνεται και προς τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι θα μπορούσαν να τοποθετηθούν στην ελληνική αγορά. Η «έλευση» μιας τόσο μεγάλης επιχειρηματικής οντότητας μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για την προσέλκυση και άλλων μεγάλων ξένων επενδύσεων, αφού βελτιώνει άρδην τη διεθνή εικόνα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού. Λειτουργεί με άλλα λόγια ως μια «ζωντανή διαφήμιση» για τις ευκαιρίες που προσφέρει η Ελλάδα.
Το deal με τη Viva Wallet…
Ωστόσο, και το deal με τη Viva Wallet των Χάρη Καρώνη και Μάκη Αντύπα αποτελεί από μόνο του ένα δυνατό «κράχτη» για το ταλέντο των ελλήνων επιχειρηματιών και τι μπορούν να πετύχουν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Dimon αναγκάστηκε να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για να αποκτήσει παρουσία στην ελληνική εταιρεία. Πληροφορίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας «ανεβάζουν» τη συμφωνία στα 1,2 δισ. δολάρια (!) για ποσοστό περίπου 48% με 49% του μετοχικού κεφαλαίου (μαζί με τα κεφάλαια που θα επενδύσει στη συνέχεια για την ανάπτυξη της εταιρείας). Κάτι που ανεβάζει τη συνολική αποτίμηση της Viva Wallet σε πάνω από 2 δισ. δολάρια. Ενα εξωπραγματικό ποσό για τα ελληνικά δεδομένα και ένα από τα μεγαλύτερα που κατάφερε να αποσπάσει ποτέ ελληνική εταιρεία, η οποία ξεκίνησε από ένα μικρό start up.
…και τα παχυλά bonus
Παράλληλα, σύμφωνα με δηλώσεις του κ. Καρώνη (στο BD), περίπου 200 στελέχη της εταιρείας θα λάβουν 50 εκατ. δολάρια υπό τη μορφή εκποίησης stock options, ενώ θα λάβουν επίσης το 3,5% των νέων μετοχών, που αποτιμάται άλλα 50 εκατ. δολάρια. Δηλαδή θα λάβουν 50 εκατ. σε μετρητά και 50 εκατ. σε μετοχές. Υπενθυμίζεται ότι η JP Morgan εξαγοράζει τα ποσοστά τoυ fund Hedosophia (24%), του family office της οικογένειας Λάτση (13%) και της Deca Investments (10%), ενώ θα εξαγοράσει και τα ομόλογα της EBRD και της Tencent. Ο Χάρης Καρώνης και η ομάδα του διατηρούν τον έλεγχο της εταιρείας με σχεδόν 52%.
Αλλα 12 δισ. ευρώ
Η παραπάνω κίνηση εντάσσεται στο ευρύτερο σχέδιο του αμερικάνικου ομίλου να επεκταθεί στις ψηφιακές πληρωμές, όπου θεωρεί ότι υπάρχει πολύ μέλλον και παράλληλα να επενδύσει σε υποσχόμενες εταιρείες. Μάλιστα, πέρυσι ο ίδιος ο Dimon είχε απευθύνει ανοιχτό κάλεσμα προς όλους να του υποδείξουν πιθανούς στόχους εξαγορών. Από τότε έως και σήμερα η JP Morgan πραγματοποίησε περισσότερες από 30 επενδύσεις σε εταιρείες που αναπτύσσουν καινοτόμες εφαρμογές και ψηφιακές τράπεζες. Η πορεία αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και το 2022 με τη διοίκησή της να έχει προϋπολογίσει περί τα 12 δισ. δολάρια για επενδύσεις στον τομέα της τεχνολογίας. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Ντίμον μετά τον επίσκεψη στον Μητσοτάκη θα συναντηθεί και με κορυφαίους έλληνες επιχειρηματίες, προκειμένου να αφουγκραστεί από κοντά τον παλμό του εγχώριου επιχειρείν και να αδράξει πιθανές ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν για συνεργασίες.
- Φάμελλος: Tα ραντεβού με τους «σκεπτικούς» – Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου – Το modus vivendi με τον Πολάκη
- Alice Brock: Ένα αντίο στην ιδιοκτήτρια εστιατορίου που έγινε διάσημη εξαιτίας ενός τραγουδιού
- Οι αληθινοί gladiators: Έτσι τελείωσε ο πρώτος αγώνας μονομάχων στο Κολοσσαίο το 80 μ.Χ.
- «Αν θέλετε, γράψτε ότι τα όνειρα δεν τελειώνουν» Ο 80χρονος μαθητής Βασίλης Παναγιωταρόπολος συγκινεί τον Guardian
- Μπορεί να αμυνθεί η Ευρώπη χωρίς το ΝΑΤΟ; – Τα σενάρια σε βιομηχανία και δαπάνες από την εκλογή Τραμπ
- ΗΠΑ: Δεν έχει επιτευχθεί ακόμα συμφωνία για εκεχειρία στον Λίβανο, λέει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ