Το ρίσκο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων στην Υεμένη
Τα ΗΑΕ επιστρέφουν στη σύγκρουση της Υεμένης. Όμως, αυτό αποτελεί ένα σημαντικό ρίσκο
- «Στην Τριχωνίδα τέτοιοι σεισμοί έχουν συνέχεια - Χρειάζεται επιτήρηση» - Λέκκας για δόνηση στο Αγρίνιο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Αρκάς: Η καλημέρα της Κυριακής έχει γεύση από κουραμπιέδες
- Αμερικανικό μαχητικό καταρρίφθηκε κατά λάθος από αμερικανικό καταδρομικό
Στη Μέση Ανατολή τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έχουν οικοδομήσει μια εικόνα ότι είναι ταυτόχρονα ένας πόλος σταθερότητας αλλά και μια δύναμη που μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό τους. Δεν έχουν μέγεθος της Σαουδικής Αραβίας, όμως έχουν ισχυρές ένοπλές δυνάμεις και πόρους και μια σημαντική ικανότητα διπλωματίας και ενίοτε ευελιξίας.
Ο συνεχιζόμενος εμφύλιος πόλεμος στην Υεμένη, ανάμεσα στους αντάρτες Χούθι και τις κυβερνητικές δυνάμεις είναι ταυτόχρονα μια σύγκρουση βαθιά ριζωμένη στις αντιθέσεις αυτή της χώρας, αλλά και μια εκδοχή αντιπαράθεσης «δι’ αντιπροσώπων» των δυνάμεων που έχουν ισχυρή παρουσία στην περιοχή, δηλαδή από τη μια της Σαουδικής Αραβίας και των Εμιράτων και από την άλλη του Ιράν και των συμμάχων του από τον «άξονα της αντίστασης». Ως τέτοια είναι και μια σύγκρουση που ενδιαφέρει και το Ισραήλ που αντιμετωπίζει την πολιτική του Ιράν ως τη μείζονα απειλή.
Άλλωστε, είναι ακριβώς η βοήθεια και η τεχνογνωσία που έχει προσφέρει το Ιράν, κυρίως σε μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πυραύλους, που έχει επιτρέψει και στους Χούθι μερικές από τις πιο εντυπωσιακές επιθέσεις τους, κυρίως σε βάρος πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της Σαουδικής Αραβίας.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ήταν τμήμα αυτής της σύγκρουσης, καθώς μέχρι το 2019 συμμετείχαν στις πολεμικές επιχειρήσεις στο πλευρό των Σαουδαράβων. Όμως, ήταν μια σύγκρουση με σημαντικό κόστος και σε επίπεδο πόρων και σε επίπεδο ανθρώπων. Αυτό εξηγεί και την απόφαση απεγκλωβισμού εν μέρει από τη σύγκρουση το 2019, αν και συνέχισαν να υποστηρίζουν με εξοπλισμό τις προσπάθειες αναχαίτισης των ανταρτών.
Μάλιστα, οι αντάρτες είχαν αποφύγει να χτυπούν στόχους των Εμιράτων, σε αντίθεση με τη Σαουδική Αραβία όπου είχαν χτυπήσει πλήθος στόχων, δεν επιθυμούσαν να έχουν ένα μέτωπα με δύο δυνάμεις (που θα προστίθετο στις δυσκολίες της σύγκρουσης εντός της Υεμένης), συμπεριφέρονταν ως να ανέχονταν τη δράση των ΗΑΕ στο νότιο μέρος της Υεμένης στο βαθμό που επεκτεινόταν βορειότερα, ενώ ρόλο έπαιξε προφανώς και η σταδιακή αποχώρηση των Εμιράτων μετά το 2019.
Γιατί επιστρέφουν τα ΗΑΕ στην Υεμένη;
Όμως, το τελευταίο οι διάστημα οι υποστηριζόμενες από τη Σαουδική Αραβία κυρίως δυνάμεις είχαν βρεθεί υπό μεγάλη πίεση από τη δράστη των Χούθι, που απειλούσαν να καταλάβουν την περιοχή της Μαρίμπ που είναι πλούσια σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Ήταν σε αυτή τη φάση που η Σαουδική Αραβία ζήτησε ξανά τη βοήθεια των Εμιράτων και την ανάπτυξη στην περιοχή των «Ταξιαρχιών των Γιγάντων» που εκπαιδεύτηκαν και εξοπλίστηκαν από το Αμπου Ντάμπι. Οι συγκεκριμένες πολιτοφυλακές φάνηκε ότι άλλαζαν τον συσχετισμό και οι Χούθι συνάντησαν τα πρώτα ισχυρά εμπόδια εδώ και καιρό.
Σε αυτό το φόντο οι επιθέσεις των Χούθι σε στόχους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα φαντάζουν ως αντίδραση ακριβώς στην επιστροφή τους στη σύγκρουση στην Υεμένη και τη υπαναχώρηση από την αρχική τους επιλογή για σταδιακή αποχώρηση.
Όμως, με τη σειρά της αυτή η εκ νέου εμπλοκή απειλεί να οδηγήσει σε μια νέα κλιμάκωση της ίδιας της σύγκρουσης στην Υεμένη κάτι που με τη σειρά του μπορεί να σημαίνει και μεγαλύτερο κόστος για τα Εμιράτα.
Άλλωστε, το γεγονός ότι κατάφεραν οι Χούθι να έχουν πλήγματα στο έδαφος των Εμιράτων (έστω και εάν η δεύτερη επίθεσή τους αναχαιτίστηκε από τα αντιβαλλιστικά συστήματα των ΗΑΕ) έχει και πραγματική σημασία και συμβολισμό για μια χώρα που επενδύει ιδιαίτερα στο να είναι χρηματοπιστωτικό κέντρο αλλά και τουριστικός προορισμός αλλά τώρα φαντάζει σχετικά ευάλωτη.
Την ίδια στιγμή η απάντηση που ήρθε από τον υποστηριζόμενο από τη Σαουδική Αραβία συνασπισμό επίσης ήταν σκληρή με αεροπορικούς βομβαρδισμούς στη βόρεια Υεμένη που είχαν ως αποτέλεσμα δεκάδες νεκρούς και σημαντικές καταστροφές.
Ο παράγοντας Ιράν
Μια κρίσιμη παράμετρος της σύγκρουσης στην Υεμένη ήταν πάντα το Ιράν. Η Ισλαμική Δημοκρατία στηρίζει τους Χούθι, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι το συγκεκριμένο σκληροτράχηλο και με μεγάλη πολεμική εμπειρία αντάρτικο είναι απλώς μια προέκταση της Ιρανικής πολιτικής.
Για το Ιράν η σύγκρουση στην Υεμένη είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί αποτελεί τμήμα μιας συνολικότερης αντιπαράθεσης στην περιοχή απέναντι στις μοναρχίες του Κόλπου αλλά και απέναντι στο Ισραήλ, καθώς αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου άξονα περιοχών με ισχυρή ιρανική παρουσία. Αυτό ήταν και η απάντησή του στην προσπάθεια να διαμορφωθεί ένας διαφορετικός άξονας δυνάμεων, με αμερικανική υποστήριξη, που να περιλαμβάνει και το Ισραήλ και τις μοναρχίες του Κόλπου και άλλες χώρες πιο φιλικές προς τη Δύση, με αποκορύφωμα τις «Συμφωνίες του Αβραάμ».
Όμως, το τελευταίο διάστημα υπάρχει μια διαφορετική δυναμική στην περιοχή. Η μερικά απεμπλοκή των Αμερικανών ύστερα από την εκλογή Μπάιντεν και η έστω και με δυσκολίες επανεκκίνηση των συνομιλιών για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, έχει οδηγήσει και σε μια τάση ευρύτερων συνεννοήσεων.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι τμήμα αυτής της τάσης έχοντας ανοίξει κύκλο επαφών με τους Ιρανούς. Άλλωστε, το Ντουμπάι παραμένει ένα βασικό σημείο δραστηριοποίησης για τους Ιρανούς επιχειρηματίες και οι εμπορικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες είναι σημαντικές, καθώς το Ντουμπάι είναι ένας από τους δρόμους παράκαμψης των αμερικανικών κυρώσεων. Μάλιστα, μια σχετική αυτοσυγκράτηση των Χούθι απέναντι στα Εμιράτα αποδιδόταν και σε αυτή την παράμετρο.
Με αυτή την έννοια, το ερώτημα είναι σε ποιο βαθμό η Τεχεράνη επιθυμεί να υπάρξει μια κλιμάκωση στην Υεμένη. Προφανώς και κανείς μπορεί να σκεφτεί ότι οι υπενθυμίσεις ότι πάντα υπάρχει δυνατότητα πληγμάτων είναι τμήμα μιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης, όμως το ερώτημα είναι που θέλει να ρίξει το βάρος το Ιράν: στη συνέχεια των πολιτικών συνεννοήσεων ή στην άσκηση στρατιωτικής πίεσης ή σε ένα συνδυασμό και των δύο;
Ο κίνδυνος της κλιμάκωσης
Έχει ενδιαφέρον ότι η δεύτερη επίθεση, στις 24 Ιανουαρίου, που αναχαιτίστηκε από τις δυνάμεις των ΗΑΕ με τη βοήθεια των ΗΠΑ είχε ως στόχο την αεροπορική βάση της Αλ Ντάφρα που στεγάζει όχι μόνο μονάδες της πολεμικής αεροπορίας των Εμιράτων αλλά και αμερικανικά αεροσκάφη και προσωπικό (άλλωστε συστοιχίες Patriot έκαναν την αναχαίτιση). Οι ίδιοι οι Χούθι υπογράμμισαν στις δημόσιες δηλώσεις του ότι ο στόχος τους ήταν να προειδοποιήσουν τις ξένες χώρες και τους επενδυτές ότι τα Εμιράτα είναι μια μη ασφαλής χώρα.
Σε αυτό το φόντο όντως τα Εμιράτα φαίνεται να παίρνουν μια επιλογή που τα παρασέρνει πίσω σε μια πολεμική αντιπαράθεση με υπαρκτό κόστος. Την ίδια ώρα οι Χούθι κάνουν σαφές ότι ακόμη και ένα δέχονται πλήγματα στην ίδια την Υεμένη μπορούν πάντα να χτυπήσουν όσους εμπλέκονται σε αυτή στο έδαφός τους.
Πολλά θα εξαρτηθούν εάν η τρέχουσα κλιμάκωση της έντασης θα είναι το πρελούδιο για μια νέα προσπάθεια για ειρήνευση σε μια σύγκρουση που πέραν του να αποσταθεροποιεί μια ευρύτερη περιοχή είναι και μια μεγάλη ανθρωπιστική καταστροφή ή σε μια επέκταση της σύγκρουσης που θα συμπαρασύρει ένα σύνολο δυνάμεων της περιοχής.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις