Τολμηρή μελαγχολία
Οι πολιτικές διαφορές δεν στοιχειοθετούνται στις γενικές επιλογές, ούτε των πιο αντισυστημικών πλευρών του πολιτικού πεδίου.
Τον ευρωατλαντικό προσανατολισμό της χώρας μας τον αποδέχονται οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις. Στρατηγικό συμφέρον θεωρείται η δυτική επιλογή και αυτό πραγματώνεται από όλες ανεξαιρέτως τις ελληνικές κυβερνήσεις. Τα δομικά στοιχεία του κοινωνικοοικονομικού συστήματος επίσης δεν αμφισβητούνται. Αλλωστε σε ένα πυκνό πλέγμα διεθνούς και πάντως διευρωπαϊκού καπιταλισμού, τι περιθώριο αποκλίσεων έχει μια μικρή οικονομία όπως η ελληνική; Η ουκρανική κρίση, πέραν όλων των άλλων, δεν συμφέρει οικονομικά-ενεργειακά καθόλου. Οταν όμως, έστω κρύα και απρόθυμα, συμμορφώνονται οι μεγαλύτερες χώρες (Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία) στην, προφανώς, βλαπτική για την Ευρώπη επιλογή, η Ελλάδα τι να κάνει; Κάπως έτσι, στενεύουν οι δυνατότητες εναλλακτικών πολιτικών.
Εξακολουθεί όμως να υφίσταται στον τόπο μας σοβαρή πολιτική διαφωνία για τους βαθμούς λειτουργίας και επίδρασης του «κοινωνικού κράτους». Μεγάλο ή μικρό επίδομα; Δημόσια ή ιδιωτική υπηρεσία προς τους πολίτες; Να χρεώνεται ο πολίτης άμεσα τις διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες (τον κατά Α. Παπανδρέου κοινωνικό μισθό) ή όχι; Να καλύπτουμε τους ανασφάλιστους ή όχι; Να στεγάζουμε τους άστεγους ή όχι; Και πάει λέγοντας η παράθεση μελαγχολικών ερωτημάτων. «Μελαγχολικών», γιατί υποσημειώνουν μια αμυντική εκδοχή της πολιτικής πράξης, αποκλίνουσα από οποιαδήποτε σχολή «πολιτικής φιλοσοφίας».
Αυτά τα ερωτήματα εσωτερικής, οικονομικής, εξωτερικής κ.λπ. πολιτικής τα έθεσαν με δραματικό τρόπο όλες οι φάσεις της ελληνικής κρίσης. Δοκιμάστηκαν όλες οι αφηγήσεις, όλες οι πολιτικές τεχνοτροπίες. Συνήθως με διλημματικό τρόπο.
Πέραν του γεγονότος ότι παραποιείται η βαθιά έννοια της κοινωνικής αλληλεγγύης, με την ερμηνεία του κοινωνικού κράτους ως ελεήμονος και όχι παραγωγικού-λειτουργικού, στο τέλος, έρχονται οι εκλογές. Προ του «κινδύνου», γίνεται χρήση των δημόσιων πόρων σε μια ούτως ή άλλως κοινωνικά «ευαίσθητη» (αλλά και εκλογικά προσοδοφόρο) κατεύθυνση. Το κοινωνικό κράτος βρίσκει τη συμπτωματική, ανακόλουθη, προεκλογική εφαρμογή του, ακόμα και από τους ορκισμένους εχθρούς του. Νεοφιλελεύθερους, «αντικρατιστές» ελληνικής κοπής.
Οι πολιτικές διαφορές δεν στοιχειοθετούνται στις γενικές επιλογές, ούτε των πιο αντισυστημικών πλευρών του πολιτικού πεδίου. Για παράδειγμα, το «δίνετε ψίχουλα» δεν αποτελεί δομική διαφωνία. Αποτελεί ποσοτική ένσταση. Νομίζω ότι το ελληνικό οικονομικό «σχέδιο» είναι πανομοιότυπο με ό,τι εφαρμόστηκε από το 1950 και μετά. Ξένη οικονομική συνδρομή, κατασπάραξη από ξένα ή και ντόπια «συμφέροντα», υποτυπώδης παραγωγή και έχει ο Θεός.
Υπάρχει βέβαια ένα πεδίο που ναι μεν είναι σπάνιο, δύσκολο και αόρατο, το υπαινίσσονται όλοι, χωρίς κανείς να το αποφασίζει ή να σπάσει τα μούτρα του αν τολμήσει. Το «ποιοτικό» στοιχείο, δηλαδή η τολμηρή και αδογμάτιστη οργάνωση του δημόσιου χώρου, του κράτους, της αυτοδιοίκησης, των κομμάτων, των μηχανισμών εκπροσώπησης, διαμεσολάβησης. Και ως διοικητικό σύστημα, δεν εννοώ μόνο τη δημόσια διοίκηση αλλά και την εσωτερική διοίκηση των κομμάτων, των συνδικάτων, τα οποία είναι μια μορφή Δημοσίου. Αλλά και τη διοικητική εσωτερική δομή πολλών επιχειρήσεων, οι οποίες ουσιαστικά είναι μόνιμα εξαρτώμενες από τις πολιτικές εύνοιες και αναπτύσσονται σε άμεση αναφορά με το κράτος. Ενα κράτος από ιδιωτικοποιημένες ομάδες μέσα στον κρατικό μηχανισμό και «κρατικοποιημένες» ομάδες στον λεγόμενο ιδιωτικό χώρο.
Στην πατρίδα μας έχουμε αναπτύξει αυτές τις ευχέρειες. Να υπερβαίνουμε τις παγίδες της πραγματικότητας και να οδεύουμε ακάθεκτοι και αμνήμονες στον επόμενο χιονιά.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις