«Η Κοζάνη είναι το αγαπημένο μου μέρος στη γη»
Η 29χρονη που έγινε η πρώτη ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου με σύνδρομο Down μιλάει για την παράσταση «Φουέντε Οβεχούνα», την καθημερινότητά της και τα σχέδιά της για το μέλλον
- Τον απόλυτο εφιάλτη έζησε μαθητής από την Πάτρα σε πενθήμερη - Του έδωσαν ποτό με ούρα και τον χτύπησαν
- «Η δοκιμαστική εκτόξευση του Ορέσνικ ανάγκασε το Λονδίνο να κάνει πίσω» λέει ο Ρώσος πρέσβης
- «Τουλάχιστον 100 Βορειοκορεάτες στρατιωτικοί σκοτώθηκαν σε μάχες στο Κουρσκ»
- Νεκρός ανασύρθηκε από τα συντρίμμια γάλλος υπήκοος στο Βανουάτου μετά τον σεισμό των 7,3 Ρίχτερ
«Φουέντε Οβεχούνα!». Αυτή είναι η απάντηση που δίνει η Λωξάντρα Λούκας, ως «παιδί του χωριού», στην ομώνυμη παράσταση της Κεντρικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου, κάθε φορά που τη ρωτάνε ποιος σκότωσε τον αυταρχικό διοικητή Φερνάν Γκόμεθ, ο οποίος κακοποιούσε τις γυναίκες της Φουέντε Οβεχούνα, τιμωρώντας ταυτόχρονα σκληρά όποιον στεκόταν εμπόδιο στις ορέξεις του. «Τ’ ορκίζομαι, μόνες μας οι γυναίκες θα ατιμάσουμε αυτούς τους τυράννους, θα πιούμε το αίμα σ’ αυτούς τους προδότες κι εσείς καθίστε στη σειρά να σας πετροβολήσουμε – δώστε σε μας τα όπλα, αφού στέκεστε ακίνητοι σαν πέτρες, σαν μπρούντζινα αγάλματα», λένε εν χορώ οι γυναίκες της παράστασης που αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία διαδραματίστηκαν το 1476, όταν ένας τύραννος βρήκε τραγικό θάνατο από ένα ολόκληρο χωριό που ενώθηκε εναντίον του σαν μια γροθιά για να βρει το δίκιο του και να αποκαταστήσει τη γυναικεία τιμή.
Από τα πρώτα λεπτά της συνάντησής μας στο καφέ Μύρτιλλο – όπου το 90% των εργαζομένων είναι ΑμεΑ – και ενώ δεχόμαστε τις υπηρεσίες των σερβιτόρων που μας περιποιούνται με τόση λεπτότητα κι ευγένεια, λες και συμπρωταγωνιστούν σε ταινία εποχής, στην οποία εκείνοι είναι ταπεινής καταγωγής και εμείς είμαστε οι βασίλισσες στον θρόνο, η Λωξάντρα με ενημερώνει για το τι είναι αυτό που της αρέσει και τι είναι εκείνο που την ανησυχεί περισσότερο όσον αφορά τη συμμετοχή της στη «Φουέντε Οβεχούνα», ένα έργο που αναδεικνύει εύγλωττα και τρυφερά την ασχήμια της σιωπής όταν γίνεται συνενοχή και την ομορφιά της δύναμης των ανθρώπων όταν ενώνονται σε έναν κοινό σκοπό. «Με δυσκολεύει η φούστα, είναι βαριά και πέφτει και φοβάμαι μήπως την πατήσω. Και τα λόγια μου, δυσκολεύομαι να τα μάθω και να τα εκφράσω σωστά. Ομως, όχι, δεν έχω τρακ. Εγώ θέλω να μάθω τα λόγια και μετά είμαι εντάξει», λέει και περιγράφει πόσο απολαμβάνει το γεγονός ότι βρίσκεται για δύο ολόκληρες ώρες πάνω στη σκηνή, χορεύοντας στον ρυθμό, τραγουδώντας και παρεμβαίνοντας σε καίρια σημεία για την εξέλιξη της υπόθεσης, πάντα με συγχρονισμό και χάρη ταιριαστή στην ατμόσφαιρα που ακροβατεί μεταξύ δράματος και κωμωδίας, περίπου όπως η ίδια η ζωή. Οταν τη ρωτάω αυθόρμητα αν είναι διασκεδαστικές οι πρόβες, η απάντησή της είναι αποστομωτική: «Δεν είναι αστείο το θέατρο. Κάνουμε σκληρή δουλειά, στις πρόβες πρέπει να είμαστε όλοι σοβαροί. Για να είμαστε μετά σωστοί».
Η «Φουέντε Οβεχούνα» του Λόπε δε Βέγα στάθηκε η αφορμή για να ζήσει η Λωξάντρα μία από τις πιο ευτυχισμένες μέρες της 29χρονης ζωής της, όπως μου εξηγεί η μητέρα της Ελένη Δημοπούλου, ηθοποιός και σκηνοθέτρια, που είναι ο τρίτος κρίκος της συντροφιάς στο αναπαυτικό καθιστικό του Μύρτιλλου με τα πολύχρωμα ανάκλιντρα. «Τον Αύγουστο, όταν υπέγραψε στο Εθνικό, μετά βγήκε, με αγκάλιασε και άρχισε να κλαίει από χαρά», θυμάται η Ελένη Δημοπούλου για τη μέρα που η Λωξάντρα έγραψε ιστορία ως η πρώτη ηθοποιός του Εθνικού Θεάτρου με σύνδρομο Down.
Τα πρώτα της βήματα στο θέατρο η Λωξάντρα – για τους φίλους Λώξη ή σκέτο Λω – τα έκανε στην εφηβεία, όταν 15 ετών συμμετείχε στην παράσταση «Πρωινό άστρο» του Ρίτσου που ανέβηκε από τη θεατρική ομάδα «Εν Δυνάμει Ensemble», μια κολεκτίβα νέων καλλιτεχνών με και χωρίς αναπηρία, της οποίας συνιδρύτρια υπήρξε η Ελένη Δημοπούλου. «Φυσικά και λαμβάνει μέρος σε κάθε παράσταση που ανεβάζουμε με την «Εν Δυνάμει» η Λωξάντρα, αφού για αυτήν φτιάχτηκε η ομάδα. Η ιστορία είναι ότι εγώ, ο μπαμπάς της (σ.σ.: Ρίτσαρντ Αντονι Λούκας, αυστραλός σκηνογράφος, φωτιστής) και τα αδέρφια της ασχολούμαστε όλοι με τις τέχνες και το θέατρο. Η Λωξάντρα ήταν από μικρή στις πρόβες. Πριν από περίπου 15 χρόνια φτιάξαμε με τη Μαρία Ιωαννίδου την ομάδα «Εν Δυνάμει» με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η ιδέα ήταν να φτιάξουμε μια ομάδα με τους φίλους της Λωξάντρας που ήταν άτομα με αναπηρία, έχοντας ως πρότυπο την οικογένειά μας και το πώς εμείς διαχειριζόμασταν ένα άτομο με αναπηρία. Θέλαμε αυτόν τον μικρό πυρήνα με τη Λώξη, τα αδέρφια και τους φίλους της, που πηγαίναμε όλοι μαζί εκδρομές και ζούσαμε μια ωραία ζωή, να τον μεταφέρουμε σε έναν μεγαλύτερο κύκλο κρατώντας τα βασικά συστατικά, χωρίς να ξέρουμε τότε τις λέξεις συμπερίληψη, ενσυναίσθηση… Απλώς, είπαμε, όπως η Λωξάντρα ζει μαζί με ανθρώπους τυπικής ανάπτυξης και όλα πηγαίνουν μια χαρά, με τα «όχι», με τα «ναι», με τους καβγάδες, την αγάπη και τα όρια, να προσπαθήσουμε να το μεγαλώσουμε καταλαβαίνοντας ότι η κοινωνία μόνο έτσι μπορεί να λειτουργήσει. Οπότε, ξεκινήσαμε δημιουργώντας ομάδες νέων με και χωρίς αναπηρία και αυτό άρχισε σιγά σιγά να μεγαλώνει. Κι έτσι φτιάχτηκε το «Πρωινό άστρο», η πρώτη παράσταση της ομάδας, που παίχτηκε παντού. Εκτοτε, βρεθήκαμε στο Φεστιβάλ Αθηνών δύο φορές και η «Εν Δυνάμει» θεωρείται πλέον μία από τις πιο σημαντικές καλλιτεχνικές ομάδες».
Η ζωή στην «Εν Δυνάμει»
Οσο περιγράφει η μητέρα της την ιστορία της «Εν Δυνάμει», η Λωξάντρα ανυπομονεί να πάρει τον λόγο για να μου απαριθμήσει όλα εκείνα που την κάνουν να νιώθει όμορφα μέσα στη συγκεκριμένη συντροφιά. «Είναι ωραία, παίζουμε θέατρο, είμαστε πολύ φίλοι, μιλάμε καθημερινά από το Skype… Τι άλλο… Α, ναι, ζωγραφίζουμε, μαθαίνουμε να μαγειρεύουμε, κάνουμε πολλά ταξίδια, αλλάζουμε σπίτια και ζούμε όλοι μαζί», με πληροφορεί αφήνοντας το καλύτερο για το τέλος: «Εκεί γνώρισα και τον Αλέκο μου, ναι, είμαστε μαζί επτά χρόνια».
Τι είναι για τη Λωξάντρα ο Αλέκος; «Είναι ηθοποιός και χορευτής, είναι ο καλύτερός μου φίλος, έχει πάθος, έχει αγάπη μέσα του και είναι πολύ όμορφος», λέει ενθουσιασμένη χτυπώντας τα χέρια από χαρά σαν να επιβραβεύει το ευτυχές φινάλε της μικρής ιστορίας που μόλις μου περιέγραψε. Τι είναι για τον Αλέκο η Λωξάντρα; Κρίνοντας από τις γυναικείες φιγούρες που σκιτσάρει και ανεβάζει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι οποίες συνοδεύονται από ποιήματα που γράφει ο ίδιος, μάλλον η μούσα του. «Ηταν μια φορά σε ένα δάσος τρία δέντρα. Το ένα δέντρο έγινε ψηλό. Σώμα! Αχ! Δέντρο… ψήλωνε βαθιά στου κόσμου τα πάθη», έγραφε ο Αλέκος στο Facebook τη μέρα της συνάντησής μας με τη Λωξάντρα, πάνω από τη ζωγραφιά ενός κοριτσιού με λουλούδια στα μαλλιά κι ένα ωραίο, φουσκωτό φόρεμα που είχε υφάνει περίτεχνα ένας μαύρος μαρκαδόρος. «Αν τους δει κάποιος μαζί, θα καταλάβει τι θα πει σύντροφος. Είναι τέλειοι μαζί», αναφέρει η μητέρα της, που έχει αναλάβει τον ρόλο της επιμελήτριας των ποιημάτων του Αλέκου Χάτσιου προτού αυτά δημοσιευθούν στο Διαδίκτυο. Επιβεβαιωμένες φήμες, μάλιστα, θέλουν το ζευγάρι, που έχει ήδη ανταλλάξει αυτοσχέδιους όρκους αγάπης, εν είδει αρραβώνα, να ετοιμάζεται να κάνει άμεσα το επόμενο βήμα – για πολλούς το πιο κρίσιμο -, αυτό της συγκατοίκησης, συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη, τον μόνιμο τόπο κατοικίας της Λωξάντρας. Σύμφωνα με την ίδια, αυτόν τον καιρό πραγματοποιούν έρευνα από κοινού στο Ιντερνετ ώστε να καταλήξουν σχετικά με τις τελικές πινελιές της επίπλωσης, για το πώς θέλουν να μοιάζει η κουζίνα, το νέο τους σαλόνι και άλλα τέτοια που απασχολούν παραδοσιακά όλους τους μελλόνυμφους. Γιατί, ναι, ο Αλέκος τής έκανε και πρόταση γάμου. «Ο Αλέκος θα έρθει να μείνει μαζί μας. Θέλουμε να παντρευτούμε, να πηγαίνουμε μαζί για ψώνια και να μαγειρεύουμε εμείς για όλους».
Υστερα από όλα αυτά, δεν είναι να απορεί κανείς για το ποιο είναι το αγαπημένο μέρος στη γη για τη Λωξάντρα Λούκας. «Η Κοζάνη», απαντά φωναχτά κι αμέσως εξηγεί βλέποντας την απορία στα μάτια μου. «Η Κοζάνη, γιατί εκεί μένει ο Αλέκος. Πηγαίνω συχνά και τον βλέπω, έρχεται κι αυτός, τώρα με τον κορωνοϊό είναι πιο δύσκολα…».
Κάθε μέρα σαν γιορτή
Οποιος περάσει λίγα λεπτά πλάι στη Λωξάντρα, θα νιώσει πως μάλλον γεννήθηκε ευτυχισμένη. Γι’ αυτό και όταν δεν κάνει πρόβες για το θέατρο, περνά την κάθε μέρα της σαν να ‘τανε γιορτή. Της αρέσει να τρώει έξω κάνοντας γευστικές βουτιές στις κουζίνες του κόσμου. «Χθες έφαγα πάπια», μου λέει με φυσικότητα, ενώ ξεκαθαρίζει ότι σιχαίνεται τις σούπες. Τι άλλο; A, ναι, λατρεύει τον χορό καθώς από μικρή κάνει μπαλέτο, αλλά και το τραγούδι. Στην καραντίνα ενημερώθηκα ότι έπαιζε ένα μουσικό παιχνίδι: μάθαινε κάθε μέρα απ’ έξω ένα τραγούδι και στη συνέχεια έκανε βιντεοκλήσεις – έκπληξη σε φίλους για να τους το παρουσιάσει, με τη μαμά να κάνει δεύτερες. Ευκαιρίας δοθείσης, τραγουδήσαμε μερικά από τα αγαπημένα της ρεφρέν, τη «Φωτοβολίδα» του Περίδη, το «Πάρτι» του Χατζηγιάννη και το γλέντι από το εσωτερικό της ψυχής της μεταφέρθηκε για λίγο στην ευρύχωρη σάλα του Μύρτιλλου, με τη Λωξάντρα να λάμπει από χαρά απολαμβάνοντας όσο όλοι μας την αυθόρμητη, συμμετοχική στιγμή.
Αν κάποιος τώρα έβαζε μια κρυφή κάμερα στο σπίτι της, ο φακός θα την έπιανε να δακτυλογραφεί κείμενα από τυχαία βιβλία με ταχύτητα φωτός, να τακτοποιεί με μανία το δωμάτιό της κι ύστερα να ανακατεύει την πιο ωραία μπεσαμέλ για παστίτσιο, το οποίο, παρά το διεθνές της αισθητήριο στις γεύσεις, παραμένει το αγαπημένο της φαγητό. Και όλα αυτά έχοντας πάντα στο πλευρό της, διαδικτυακά, τον Αλέκο. «Αν της πάρεις το Ιντερνετ, δεν μπορεί να ζήσει», σχολιάζει γελώντας η μητέρα της. Από τηλεοπτικές σειρές αγαπά τα «Φιλαράκια», ενώ παραδέχεται πως, ναι, θα έβλεπε και τον εαυτό της μια μέρα στη μικρή οθόνη, σε έναν ρόλο σαν του Τζόι Τριμπιάνι. Για τη μεγάλη οθόνη, που επίσης τη συναρπάζει, έχει βάλει τον πήχη κάπως πιο ψηλά καθώς ιδανικά θα ήθελε να υποδυθεί την Ιουλιέτα, με Ρωμαίο κάποιον έλληνα Ντι Κάπριο, ή την μπριόζα Σατίν, στον εμβληματικό ρόλο της Νικόλ Κίντμαν από το «Μουλέν Ρουζ».
Βέβαια, το μεγάλο της όνειρο είναι να ταξιδέψει ως την Αυστραλία, όπου βρίσκεται η δίδυμη αδερφή της Λώρα, εργαζόμενη ως σκηνογράφος και art director στον κινηματογράφο. «Μου λείπει η Λώρα», αναφέρει και σκάει ένα μεγάλο χαμόγελο μόλις ακούει τη μητέρα της να λέει ότι η Λώρα θα έρθει στην Αθήνα τον Απρίλιο να σβήσουν μαζί από κοντά την τούρτα των 30. «Θέλω να πάω στην Αυστραλία να ζήσω λίγο μαζί της εκεί», συμπληρώνει και πραγματικά δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα που να μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην επιθυμία της, αφού η Λωξάντρα έχει εκπαιδευθεί από μικρή να είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμη και ικανή για όλα.
«Πάντα πρόθυμη»
«Επειδή είχα δουλέψει πολύ με αναπηρία προτού γεννηθεί η Λωξάντρα», εξηγεί η Ελένη Δημοπούλου, «είπα να τη βοηθήσουμε να γίνει πολύ καλή μαθήτρια, να θέλει να μάθει, να είναι περίεργη, να δοκιμάζει νέα πράγματα, να έχει μια ενέργεια και μια αγάπη για τη ζωή. Ετσι την έχουμε ντρεσάρει να είναι πάντα πρόθυμη, να θέλει να αντιμετωπίζει πράγματα, να είναι συμμετοχική. Και αυτό έγινε σύνθημα. Οταν είναι να πάει στην παράσταση ή στην πρόβα, λέμε ΠΑ-ΝΤΑ ΠΡΟ-ΘΥ-ΜΗ».
Τα τελευταία δύο χρόνια κοντά στο «πάντα πρόθυμη» ήρθε και προστέθηκε άλλο ένα σύνθημα. «Πάντα πρόθυμη και πάντα μάσκα», λέει σαν καλή μαθήτρια η Λωξάντρα, που αν είχε τη δυνατότητα να εξαφανίσει κάτι από τη ζωή μας αυτό θα ήταν η πανδημία. «Θέλω να φύγει ο κορωνοϊός, αυτό θέλω, δεν θέλω να είμαστε άρρωστοι», εξηγεί. Λαμβάνοντας σε τόσο ισχυρές δόσεις τόση αγάπη καθημερινά όλα αυτά τα χρόνια, έχει χτίσει μια πολύτιμη ασπίδα ανοσίας απέναντι σε κάθε δυσκολία, τόσο που να δηλώνει σήμερα ατρόμητη. «Δεν φοβάμαι τίποτα», μου λέει και το εννοεί. Οταν της ζητάω να μου πει τι είναι αυτό που αγαπά περισσότερο στον κόσμο, απαντά παραστατικά, πέφτοντας στην αγκαλιά της μαμάς της. «Αγαπάω πολύ τον μπαμπά μου και τη μαμά μου. Θέλω να υπάρχει σε όλους τους ανθρώπους χαρά και αγάπη, αυτό θέλω», λέει, βάζοντας τελεία και επίσημα στο γεύμα μας με αυτήν τη φράση.
Οση ώρα συζητούσαμε με τη Λωξάντρα, ο καιρός στο εσωτερικό του Μύρτιλλου μεταβαλλόταν συνεχώς, από τη συννεφιά της δυσκολίας στο βλέμμα της, ώσπου να βρει γρήγορα την κατάλληλη λέξη και να την εκφράσει, ως τη λιακάδα που φώτιζε το πρόσωπό της κάθε φορά που η Ελένη Δημοπούλου, ως από μηχανής θεός, μάντευε για εκείνη την απάντηση που φώλιαζε στο μυαλό της και την έφερνε στην επιφάνεια. «Ναι, ναι, αυτό», έλεγε κάθε φορά η Λωξάντρα με ικανοποίηση και χειροκροτήματα. Και καθώς φορούσαμε παλτό, σκουφιά και γάντια για να αποχωρήσουμε (αφού πρώτα με ενημέρωσε ότι τον Μάρτιο φεύγει με την «Εν Δυνάμει» και την παράσταση «Ερωτευμένα άλογα» για περιοδεία στην Ευρώπη, «μια παράσταση για τον έρωτα, αυτή την «αναπηρία» που εξουσιάζει, τορπιλίζει, δυναμιτίζει, τρελαίνει», όπως αναφέρει η επίσημη περιγραφή στο Διαδίκτυο), ξαφνικά θυμάται το ραντεβού που υποσχεθήκαμε να δώσουμε, σε δύο ημέρες από το γεύμα, στην Αγίου Κωνσταντίνου. «Θα έρθεις στην παράσταση;» με ρωτάει. «Φυσικά», της απαντάω. «Τέλεια!» λέει και συμπληρώνει: «Αν θέλεις, μετά μπορείς να έρθεις να μείνεις σπίτι μου, έλα!». Κι ενώ με αγκάλιαζε σφιχτά γύρω από τη μέση, έπιασα τον εαυτό μου να χτυπά νοερά τα χέρια από χαρά και να λέει «ναι, ναι, αυτό».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις