Εξαρτήσεις
Οι Ελβετοί έχουν βέβαια τα θέματά τους με τον φεντεραλισμό, τις μειονοτικές γλώσσες και την άμεση δημοκρατία.
- Νέα καταγγελία για το 424 Στρατιωτικό Νοσοκομείο - «Μου έδωσαν μισό άνθρωπο»
- Μητέρα κρατούσε το παιδί της για τρία χρόνια σε ένα συρτάρι - Δεν είχε δει ποτέ το φως του ήλιου
- Οι δηλώσεις του Γιασάρ Γκιουλέρ δεν συμβάλλουν στην εμπέδωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης, λέει η Αθήνα
- Πολέμιος των lockdown ο εκλεκτός του Τραμπ για τον κορυφαίο φορέα Υγείας
Δύο ήταν τα βασικά αντίπαλα επιχειρήματα. Οι υποστηρικτές του νομοσχεδίου επισήμαναν ότι η δημοσιογραφία, ειδικά σε περιοχές που δεν ενδιαφέρουν τα μεγάλα συγκροτήματα Τύπου, πρέπει να θεωρείται μια δημόσια υπηρεσία, όπως συμβαίνει με τους δημόσιους/κρατικούς ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς. «Τα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να επιβιώσουν», τόνισαν οι Πράσινοι. Τα έσοδα των εφημερίδων από τη διαφήμιση έχουν μειωθεί κατά 42% την περίοδο 2016-2020, με κερδισμένους γίγαντες όπως το Facebook και η Google. Οι συνδρομές δεν είναι αρκετές. Την τελευταία εικοσαετία έχουν κλείσει περισσότερες από 70 εφημερίδες στην Ελβετία. Και αυτό συνιστά απειλή για τη δημοκρατία.
Οι αντίπαλοι του νομοσχεδίου υποστήριξαν ότι κινδυνεύει η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης. «Οι επιδοτήσεις οδηγούν πάντα σε εξάρτηση», είπε ο Γκρέγκορ Ρουτζ, μέλος του δεξιού Ελβετικού Λαϊκού Κόμματος. «Οπως λέει το γνωστό ρητό, μη δαγκώνεις το χέρι που σε ταΐζει». Σύμφωνα με αυτή τη σχολή σκέψης, η χορήγηση κρατικής βοήθειας προς τα μίντια έχει επίσης ως αποτέλεσμα να σπαταλώνται τα χρήματα των φορολογουμένων προς όφελος των μεγάλων αλυσίδων και των μεγιστάνων που τις διαχειρίζονται. Καλύτερα λοιπόν να μην ανακατεύεται το κράτος σε αυτόν τον τομέα.
Το νομοσχέδιο προέβλεπε την ετήσια χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης κατά 144 εκατομμύρια ευρώ για επτά χρόνια. Και τον περασμένο Ιούνιο εγκρίθηκε από το Κοινοβούλιο. Αλλά η Ελβετία είναι μια περίεργη χώρα. Αν συγκεντρωθεί ένας ικανός αριθμός υπογραφών εναντίον ενός νόμου, αποφασίζει ο λαός με δημοψήφισμα. Και στην περίπτωση αυτή, ο λαός συντάχθηκε με την Κεντροδεξιά και απέρριψε το σχέδιο με ποσοστό 56%. Τα δεξιά κόμματα πήραν θάρρος και θα αναλάβουν τώρα πρωτοβουλία να μειωθεί στο μισό το υποχρεωτικό τέλος για τη δημόσια ραδιοτηλεόραση. Πρόταση να καταργηθεί το τέλος απορρίφθηκε σε ένα άλλο δημοψήφισμα πριν από τέσσερα χρόνια.
Οι Ελβετοί έχουν βέβαια τα θέματά τους με τον φεντεραλισμό, τις μειονοτικές γλώσσες και την άμεση δημοκρατία. Η άποψη όμως ότι ένα μέσο που επιδοτείται από το κράτος αποτελεί ένα μέσο υπό έλεγχο είναι αξιοσημείωτη. Εύκολα μπορεί κανείς να αντιτάξει εδώ ότι η «ανεξάρτητη δημοσιογραφία» είναι κάτι πολύ συζητήσιμο και ότι αυτό που μετράει τελικά είναι ποιες εξαρτήσεις είναι λιγότερο βλαβερές για την ενημέρωση και, τελικά, για τη δημοκρατία. Αλλά αυτά είναι λόγια. Στην πράξη, ο αναγνώστης, ο ακροατής ή ο τηλεθεατής πρέπει να πειστεί, ή μάλλον να πείθεται κάθε μέρα, ότι το προϊόν που του παρέχεται είναι απαλλαγμένο από σκοπιμότητες.
Ο όμιλος που εκδίδει αυτή την εφημερίδα επέστρεψε τον Ιούλιο του 2020 τα ποσά που είχε λάβει στο πλαίσιο της καμπάνιας «Μένουμε στο σπίτι». Και το έκανε ακριβώς στο όνομα της προάσπισης της ανεξαρτησίας του. Αυτό δεν αίρει όμως την ανάγκη να στηριχθεί η ποιοτική δημοσιογραφία, που τα τελευταία χρόνια έχει δεχθεί πολλαπλά πλήγματα. Ποιος αποφασίζει ποια δημοσιογραφία είναι ποιοτική; Μα φυσικά οι πολίτες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις