Φαιδροί και τιποτα-λάτρες
Ανάμεσα στη φαιδρότητα και την απελπισία, μάλλον χάνεται η αληθινή χώρα και η αληθινή ζωή...
Ισαποστάκηδες, μενουμευρωπαίοι, καραβελιστές κ.λπ. Η πολιτική δημιουργεί συνεχώς την αργκό της. Μπροστινός, κολαούζος, μανιαμούνιας. Απαξιωτικά επίθετα ή μεταφορές υιοθετημένες από τον λούμπεν χώρο. Συμπυκνώνουν, περιγράφουν και απογυμνώνουν με το σαρκαστικό τους νόημα έναν τόπο επαγγελματικής ωμότητας όπως η εφαρμοσμένη πολιτική.
Πράγματι ο χώρος του μεταφορικού λόγου, ο κυλιόμενος νοηματικά λόγος, ίσως είναι ο μόνος που μπορεί να συλλάβει και να εκφράσει όχι τα ουσιωδέστερα αλλά τα συνηθέστερα χαρακτηριστικά της πολιτικής διαπάλης. Την καιροσκοπική ευλυγισία και τις φονικές ενέδρες σε συνοδοιπόρους και ανταγωνιστές.
Τα σκληρά προσδιοριστικά επίθετα, όπως και άλλα, πιο παραδοσιακά (γλείφτης, αυλικός, κ.λπ.) είναι μεν εξωπολιτικά, συχνά αγενή, συχνότατα παραπειστικά, αλλά φαίνεται ότι έχουν δύναμη.
Ο πλάγιος λόγος είναι ισχυρότερος του ευθέος, αφού μπορεί να εμπλουτίσει και να σχολιάσει με διασκεδαστική και σκληρή οξύτητα τα συμβάντα, τις σχέσεις, τις αυλές, τις διαδικασίες, τους χαρακτήρες. Αλλά κυρίως ο πλάγιος λόγος γίνεται πιο εύκολα αγαπητός. Το παρατσούκλι, το απαξιωτικό επίθετο, η δηλητηριώδης μεταφορά αγαπιούνται από τον λαό, γι’ αυτό επιβιώνουν και ανανεώνονται. Γίνονται πολιτικά κρυπτόλεξα.
Πάντως, δείχνουν αντοχή μεγαλύτερη από τις δόκιμες εκφράσεις των πολιτικών επιστημόνων. Με μια σοσιαλμιντιακή αισθητική, λένε αυτό που ο καθένας θέλει να πει, εκτός πρωτοκόλλων και πολιτικής ορθότητας. Α, μια και το είπα. Κορεκτίλες. Ενα δάνειο με αριστουργηματικό στραμπούληγμα της αγγλικής λέξης.
Οι όροι της πολιτικής αργκό είναι συνήθως αποκαθηλωτικοί, συχνά άδικοι, αλλά διασκεδαστικοί. Κάποιος καλλιτέχνης μάλιστα μπορεί να καγχάσει πιο επώδυνα και διαπεραστικά, ως πιο αδύναμος και ηττημένος από τον πολιτικό.
Η δραστικότερη όμως νοηματική μετακίνηση, μετάπλαση, είναι η αντικατάσταση της πραγματικότητας με την επιθυμία, η (τραμπική) κατασκευή εναλλακτικών πραγματικοτήτων.
«Μην είστε μίζεροι» αποτελεί την καινοφανή πολιτική και επικοινωνιακή εντολή. Αν δεν μας κάνει η πραγματικότητα, τόσο το χειρότερο γι’ αυτήν. Την αντικαθιστούμε.
Μπορεί να πιέζονται όλοι με τον τιμάριθμο, μπορεί όλοι να «βασανιζόμαστε » που τα πάγια συνήθως υποσκελίζουν το εισόδημα, αλλά απαγορεύεται να το εκφράσουμε γιατί γινόμαστε μίζεροι. Σκέφτεσαι τα βίαια κοινόχρηστα, σκέφτεσαι τα τέλη κυκλοφορίας (λήγουν στο τέλος αυτού του μήνα), ζεις το παγωμένο ντους στο ταμείο του σουπερμάρκετ, αλλά αυτή η πραγματικότητα χρειάζεται την ποιητική μετασκευή της. Να είσαι ευχαριστημένος με ό,τι έχεις.
Ο Τσέχοφ στο διασκεδαστικό διήγημα «Η ζωή είναι ωραία» το εξέφρασε. Για να μη μελαγχολείς «να αρκείσαι στο παρόν και να χαίρεσαι στη σκέψη πως θα μπορούσε να ήταν χειρότερα».
Ετσι, μέσα στη μεγάλη χωρητικότητα μιας ψευδούς πραγματικότητας, σκηνοθετείσαι ως πρωτοπόρος στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, έχεις μια καταπληκτική ποιότητα ζωής και λοιπά φαιδρά. Τα οποία όμως δεν εξαντλούνται στη φαιδρότητά τους. Παράγουν και τα πολιτιστικά τους «αντισώματα». Μια εσχατολογική καταστροφολογική θεώρηση, ένα βλέμμα που τέρπεται στο ίδιο το αδιέξοδό του.
Ετσι ανάμεσα στη φαιδρότητα και την απελπισία, μάλλον χάνεται η αληθινή χώρα και η αληθινή ζωή – για να παραφράσω κι εγώ τον ποιητή, αφού δεν μπορώ να αντικαταστήσω ούτε τον φαιδρό ούτε τον τιποτα-λάτρη.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις