Δυνατές γυναίκες, δυνατή οικονομία
Η επίτευξη της έμφυλης ισότητας δεν είναι μόνο ζήτημα ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά και αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων για την ανάπτυξη
Έχουμε συνηθίσει να μιλάμε για την ισότητα των φύλων με ηθικούς όρους – και όχι άδικα, αφού η έμφυλη καταπίεση επιβιώνει και εξακολουθεί να καταστρέφει ζωές και να προκαλεί απροσμέτρητο πόνο. Όμως ακόμη κι αν επιλέγαμε να εξετάσουμε το ζήτημα με ψυχρούς όρους δημόσιου συμφέροντος, το πιθανότερο είναι ότι θα φτάναμε σε εκπληκτικά παρεμφερή συμπεράσματα.
Πληθώρα ερευνών επιβεβαιώνει τον ίδιο κανόνα: όσο αυξάνεται η ισότητα των φύλων, τόσο ενισχύεται και η οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η ευθέως ανάλογη σχέση έχει διαπιστωθεί ξανά και ξανά, ενώ έρευνες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ενδέχεται η σχέση αυτή να είναι και αιτιώδης (υπάρχει και η πιθανότητα η ανάπτυξη να είναι εκείνη που μειώνει τις έμφυλες ανισότητες ή οι πολιτικές που ευνοούν τη μία εξέλιξη να επηρεάζουν θετικά και την άλλη, χωρίς απαραιτήτως να προκύπτει η μία ως αποτέλεσμα της άλλης).
Γυναικεία εργασία: ένας αναξιοποίητος πόρος
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχει τονίσει επανειλημμένως ότι η περιορισμένη παρουσία των γυναικών στο εργατικό δυναμικό – είναι χαρακτηριστικό ότι αν και ο μισός πληθυσμός αποτελείται από γυναίκες, αντιπροσωπεύουν μόλις το ένα τρίτο των εργαζομένων – συνεπάγεται ότι η γυναικεία εργατική δύναμη είναι ένας πόρος που δεν αξιοποιείται επαρκώς. Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, το 2016 σε όλο τον κόσμο εργάζονταν σε αμειβόμενες θέσεις εργασίας (δηλαδή, όχι προσφέροντας δωρεάν υπηρεσίες φροντίδας, για παράδειγμα σε επίπεδο οικογένειας) 700 εκατομμύρια λιγότερες γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, ενώ και εκείνες που εργάζονταν συνήθως απασχολούνταν σε τομείς με χαμηλότερες αμοιβές, χειρότερες συνθήκες εργασίας και περιορισμένες προοπτικές.
Όταν οι γυναίκες βρίσκονται σε καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, έχει υποστηρίξει το ΔΝΤ, η οικονομία ενισχύεται πολλαπλά. Για παράδειγμα, σε αντίθεση με τα στερεότυπα περί φεμινισμού, φαίνεται πως η μείωση των ανισοτήτων αυξάνει τις γεννήσεις, αφού συνεπάγεται ότι οι γυναίκες είναι σε θέση να συνεχίσουν να εργάζονται και να εξελίσσονται μετά την απόκτηση παιδιού, αυξάνει τη σταθερότητα της οικονομίας, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνει και τις προοπτικές της στο μέλλον, καθώς οι γυναίκες συνηθίζουν να επενδύουν συχνότερα τα χρήματά τους στην υγεία και την εκπαίδευση των παιδιών τους, δημιουργώντας αυτό που αποκαλούμε «ανθρώπινο κεφάλαιο» για τις επόμενες γενιές.
Πολλαπλά οφέλη
Παράλληλα, έρευνα του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων (EIGE) που δημοσιεύθηκε το 2017, διαπιστώνει μια σειρά από θετικές επιδράσεις της κάλυψης του χάσματος της έμφυλης ανισότητας, στηριζόμενη σε μακροοικονομικό μοντέλο που αναπτύχθηκε για αυτό το σκοπό.
.
.
Αύξηση της απασχόλησης
Συγκεκριμένα, κατέληξε στο ότι αν οι γυναίκες που ζουν στην ΕΕ αποκτούσαν ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση στους τομείς STEM και στην αγορά εργασίας, αλλά και αν έκλεινε η μισθολογική ψαλίδα, η ανεργία εντός του μπλοκ θα μειωνόταν σημαντικά. Συγκεκριμένα, μέχρι το 2050, η απασχόληση θα αυξανόταν κατά 2,1-3,5%, αγγίζοντας αθροιστικά σχεδόν το 80%. Συνολικά, μέχρι το 2050 στην ευρωπαϊκή αγορά θα μπορούσαν να προστεθούν έως και 10,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, εκ των οποίων περίπου το 70% θα καλυπτόταν από γυναίκες και το υπόλοιπο 30% από άνδρες, βελτιώνοντας τις συνθήκες διαβίωσης του συνόλου του πληθυσμού.
Αύξηση του ΑΕΠ
Ταυτόχρονα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της ΕΕ θα αυξανόταν κατά 6,1-9,6%, δηλαδή κατά 1,95-3,15 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Άμβλυνση του δημογραφικού
Το πρόβλημα της γήρανσης του ευρωπαϊκού πληθυσμού θα αμβλυνόταν επίσης, μεταξύ άλλων και μέσω της αύξησης των γεννήσεων που θα μπορούσε να επέλθει, βάσει και άλλων ερευνητικών ευρημάτων. Μέχρι το 2050, εκτιμά η μελέτη, στο ευρωπαϊκό εργατικό δυναμικό θα μπορούσαν να προστεθούν 1,3 έως 2,6 εκατομμύρια άνθρωποι.
Ενίσχυση της παραγωγής
Ακόμη και χωρίς την αύξηση των γεννήσεων, όμως, η μείωση της ανεργίας των γυναικών και η παροχή ίσων ευκαιριών, θα αύξανε τις παραγωγικές δυνατότητες του μπλοκ, επιτρέποντας την παραγωγή περισσότερων αγαθών και υπηρεσιών, τη μείωση των τιμών τους και την ισχυρότερη παρουσία της ΕΕ στις διεθνείς αγορές. Οι εξαγωγές της Ένωσης θα μπορούσαν να αυξηθούν κατά 1,6-2,3%, ενώ οι εισαγωγές να μειωθούν κατά 0,4% με 0,7% μέχρι το 2050.
Μάλιστα, η μελέτη αναφέρει ότι οι χώρες που αυτή τη στιγμή χαρακτηρίζονται από τις μεγαλύτερες ανισότητες – ανάμεσά τους, φυσικά, και η Ελλάδα – είναι και εκείνες που θα απολαύσουν τα μεγαλύτερα οικονομικά οφέλη από την εξάλειψή τους, με την πιθανή αύξηση του ΑΕΠ να εκτιμάται στο 12% μέχρι το 2050.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις