Αντιπολίτευση για τα κάρβουνα…
Η αντιπολίτευση που ασκείται από τον ΣΥΡΙΖΑ και έχει ως εμμονή τον ρυπογόνο και κοστοβόρο λιγνίτη είναι μία αντιπολίτευση για τα κάρβουνα…
Η έκρηξη των τιμών της ενέργειας που πυροδότησαν η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία από τις 24 Φεβρουαρίου αλλά και η, όπως αποκαλύπτεται, μεθόδευση της Gazprom από το περασμένο καλοκαίρι να κρατά χαμηλά τα αποθέματα φυσικού αερίου της Ευρώπης, άνοιξε μία συζήτηση για την ενεργειακή επάρκεια και το ενεργειακό μίγμα των κρατών – μελών.
Και οι απόψεις που διατυπώνονται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο επικεντρώνονται στην ταχύτερη δυνατή διείσδυση των ΑΠΕ αλλά και την απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και συνολικά τα ορυκτά καύσιμα. Άλλωστε και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προχθές εξέδωσε έναν δεκάλογο για τον περιορισμό της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, χωρίς να αναφέρει ούτε μία λέξη για την ανάγκη επιστροφής στον άνθρακα και τον λιγνίτη.
Η κλιματική κρίση συνάντησε την ενεργειακή κρίση, την οποία πυροδότησαν τα ισχυρά γεωπολιτικά συμφέροντα των ορυκτών καυσίμων (πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Κι αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να λησμονούμε. Όπως και το ό,τι η υπερθέρμανση του πλανήτη προκαλείται από τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Στην Ελλάδα με αφορμή τις επιπτώσεις που προκαλεί στο ενεργειακό κόστος ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία, διαπιστώνουμε μία αντιπολιτευτική κριτική που προξενεί εντύπωση ως προς την επιχειρηματολογία της.
Εκπρόσωποι κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ βάλλουν κατά των κυβερνητικών επιλογών για την πρόωρη απολιγνιτοποίηση. Ένα πολιτικό κόμμα που υποτίθεται ότι πρεσβεύει και τις θέσεις της προστασίας του περιβάλλοντος, βλέπουμε να φωνάζει και να απαιτεί το πάγωμα της απολιγνιτοποίησης και την επαναλειτουργία όλων των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον λιγνίτη. Το επιχείρημα που προβάλλει είναι πως το συγκεκριμένο καύσιμο είναι φθηνότερο για την ηλεκτροπαραγωγή.
Κοστολογικά στοιχεία
Με μία απλή ματιά στα κατά καιρούς κοστολογικά στοιχεία που έχουν δει το φως της δημοσιότητας και αφορούν στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη κάποιος θα διαπιστώσει ότι το κόστος για την παραγωγή μίας μεγαβατώρας ρεύματος από το συγκεκριμένο καύσιμο (συμπεριλαμβανομένων και των δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) ανέρχεται στα 140 με 150 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Δηλαδή για να καλυφθεί το κόστος θα πρέπει οι τιμές χονδρεμπορικής ρεύματος να είναι πάνω από αυτό το επίπεδο. Ήτοι να αυξάνονται οι λογαριασμοί των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Και πράγματι, τώρα που οι τιμές κινούνται σταθερά πάνω από τα 250 με 300 ευρώ ανά Μεγαβατώρα ο λιγνίτης συμφέρει… Συνεπώς για να συντηρούμε εν λειτουργία τις λιγνιτικές μονάδες θα πρέπει οι λογαριασμοί ρεύματος να ακριβαίνουν.
Δεν συνυπολογίζονται επίσης οι οικονομικές επιπτώσεις στην υγεία, το περιβάλλον και το κλίμα. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε η ΕΛΕΤΑΕΝ επικαλούμενη γερμανικά ινστιτούτα οικονομικής έρευνας και της υπηρεσίας περιβάλλοντος της χώρας, αυτές υπολογίζονται σε 760 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Συνεπώς οι οικονομικές επιπτώσεις από τη χρήση του λιγνίτη είναι πολύ μεγαλύτερες στους λογαριασμούς ρεύματος αλλά κυρίως στην υγεία, το περιβάλλον και το κλίμα. Με απλά λόγια είναι καταστροφικές για μία οικονομία αλλά και πολύ περισσότερο για το περιβάλλον.
Οι ΑΠΕ
Προξενεί εντύπωση επίσης πως το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν ασκεί κριτική στην κυβέρνηση για την ταχύτερη διείσδυση των ΑΠΕ όταν το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από αιολικά πάρκα είναι μόλις στα 40 με 80 ευρώ τη Μεγαβατώρα και από φωτοβολταϊκά μόλις στα 20 με 60 ευρώ ανά Μεγαβατώρα. Οι επιπτώσεις δε, στο περιβάλλον, την υγεία και το κλίμα είναι σχεδόν ανύπαρκτες.
Οι ΑΠΕ σε συνδυασμό με την αποθήκευση ενέργειας είναι οι πλέον ασφαλείς λύσεις για την ενεργειακή επάρκεια (εφόσον αναπτυχθούν συστήματα αποθήκευσης) και ανεξαρτησία, ενώ η θέση του λιγνίτη είναι η στρατηγική εφεδρεία. Δηλαδή ο λιγνίτης, σε περιόδους κρίσιμες, όπως αυτή που διανύουμε, να χρησιμοποιείται για την ηλεκτροπαραγωγή προκειμένου να διατηρούνται ικανά αποθέματα του μεταβατικού καυσίμου του φυσικού αερίου.
Τελικά η αντιπολίτευση που ασκείται από τον ΣΥΡΙΖΑ και έχει ως εμμονή τον ρυπογόνο και κοστοβόρο λιγνίτη είναι μία αντιπολίτευση για τα κάρβουνα…
Και δεν κρύβει τίποτα άλλο από μία στείρα και πονηρή… κριτική, η οποία ίσως και να αποσκοπεί στο να εκμεταλλεύεται την αγωνία των κατοίκων των λιγνιτικών περιοχών, που ανησυχούν για το μέλλον τους με το κλείσιμο των συγκεκριμένων μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Και αυτό θα ήταν πράγματι ένα σημείο ουσιαστικής κριτικής που θα έπρεπε να κάνει η αντιπολίτευση και συγκεκριμένα ως προς την επιτάχυνση του master plan για τις εναλλακτικές επενδύσεις στη Δ. Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις