Όταν τα αυτονόητα γίνονται ζητούμενα
Υπάρχουν βαθιά ριζωμένα στερεότυπα που αποτρέπουν κάθε πρόοδο. Για παράδειγμα, το «σιγά την καλτσοδέτα» ακούστηκε εντός Βουλής από άνδρα βουλευτή σε βάρος γυναίκας
- Ανοιχτά τα μαγαζιά σήμερα - Κορυφώνεται η κίνηση, τι να προσέχουμε όταν αγοράζουμε παιχνίδια και τρόφιμα
- Πώς διαμορφώνονται οι τιμές από το χωράφι στο ράφι
- Χριστουγεννιάτικα μπισκοτάκια για τον σκύλο και τη γάτα μας – Εύγευστες συνταγές
- Ο Τραμπ διορίζει τον παραγωγό του «Apprentice», ως ειδικό απεσταλμένο στη Μεγάλη Βρετανία
Της Μιλένας Παναγιωτοπούλου
Η ανισότητα συνήθως αρχίζει να μας απασχολεί όταν τη βιώνουμε. Όποια μορφή κι αν αυτή λαμβάνει. Οι έμφυλες ανισότητες, για παράδειγμα, γίνονται καλύτερα αντιληπτές ως βίωμα μέσα από τη μητρότητα, την εργασία σε χώρους που τα στερεότυπα υπηρετούν ιεραρχικές σκοπιμότητες και βεβαίως κατά τη συμβίωση, στο σπίτι. Όταν όμως ένα πολιτικό σύστημα, όπως είναι το ελληνικό, κυριαρχείται από πατριαρχικές αντιλήψεις και δομές που αποτυπώνονται και στη σύνθεση του κοινοβουλίου (μόνο 65 γυναίκες στους 300 βουλευτές), πως περιμένουμε τα πράγματα να αλλάξουν;
Σπεύδουν σήμερα όλοι να υπογραμμίσουν ότι η Ελλάδα κατατάσσεται στην τελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε ό,τι αφορά στον Δείκτη Ισότητας των Φύλων του 2021. Κανείς όμως δεν προβληματίζεται γιατί σε ό,τι αφορά την έμφυλη ισότητα η Ελλάδα παραμένει στάσιμη από το 2010. Υπάρχουν βαθιά ριζωμένα στερεότυπα που αποτρέπουν κάθε πρόοδο. Για παράδειγμα, το «σιγά την καλτσοδέτα» ακούστηκε εντός Βουλής από άνδρα βουλευτή σε βάρος γυναίκας. Το «εγώ πότε θα γίνω μάνα» της Δήμητρας Παπαδοπούλου εξέφρασε ένα υπαρκτό κοινωνικό έμφυλο στερεότυπο.
Πάμε στο θέμα της «μητρότητας». Στην Ελλάδα μας απασχολεί η εργαζόμενη μητέρα και όχι ο εργαζόμενος πατέρας. Η ίδια μάλιστα αντιμετωπίζεται είτε με εχθρότητα είτε με προσχηματική συμπάθεια. Η «μητρότητα» είτε εργαλειοποιείται για την παρεμπόδιση της ανέλιξης της γυναίκας, είτε αντιμετωπίζεται ως ένα καλό υπόβαθρο για να επιφορτιστεί η γυναίκα με περισσότερη εργασία, αλλά λιγότερη αναγνώριση. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υποστηρίζεται με θεσμούς, δομές και ποιοτικές δημόσιες υπηρεσίες που να συνεισφέρουν και στην αλλαγή της κουλτούρας της κοινωνίας μας.
Το ΠΑΣΟΚ την περίοδο 1980-1990 έκανε τομές στο πεδίο των έμφυλων ζητημάτων σε μια δύσκολη εποχή. Σήμερα μας φαίνονται αυτονόητες οι θεσμικές αλλαγές που τότε προώθησαν την ισότητα, όπως ο εκσυγχρονισμός του οικογενειακού δικαίου, με την κατάργηση του θεσμού της προίκας, την αποποινικοποίηση της μοιχείας και την καθιέρωση του πολιτικού γάμου. Μας φαίνεται αυτονόητη η κοινωνική προστασία της γυναίκας στους τομείς της κοινωνικής πρόνοιας (εγκυμοσύνη, λοχεία), της ανατροφής των παιδιών (βρεφονηπιακοί σταθμοί) και γενικότερα της ίδιας της γυναίκας. Όμως τότε δεν ήταν αυτονόητα. Δόθηκαν μάχες. Έκτοτε όμως η πρόοδος που έχει γίνει είναι ελάχιστη.
Άλλαξε η κοινωνία μας; Γιατί τότε δίνονταν μάχες και σήμερα όχι; Ίσως έπαιξε ρόλο το αναπτυσσόμενο τότε γυναικείο κίνημα. Ίσως έπαιξε ρόλο και η ίδια η προσωπικότητα, οι παραστάσεις και το κοινωνικό υπόβαθρο του Ανδρέα Παπανδρέου. Σε κάθε περίπτωση έγινε μια επιτυχημένη προσπάθεια, τους καρπούς της οποίας τους επωφελείται μέχρι σήμερα κάθε γυναίκα.
Σήμερα, το ΚΙΝΑΛ έχει την ευκαιρία να επενδύσει στην παραγωγή πολιτικών για την προώθηση της ισότητας των φύλων σε όλους τους τομείς της κοινωνικής, πολιτικής, πολιτισμικής και οικονομικής ζωής. Στον δημόσιο λόγο του Νίκου Ανδρουλάκη μπορούμε να εντοπίσουμε προθέσεις για πολιτικές που θα ευνοούν την άρση των έμφυλων διακρίσεων και ανισοτήτων. Ακόμη και στις λέξεις και φράσεις που χρησιμοποιεί.
Σε όλες τις σχετικές του τοποθετήσεις αναφέρεται στα «νέα ζευγάρια» και όχι στην «εργαζόμενη μητέρα», που έχουν ανάγκη από θεσμοθετημένες δημόσιες δομές για την υποστήριξη της γονεϊκότητας. Μια θέση σωστή, καθώς ο ίδιος ο τύπος της οικογένειας έχει αλλάξει στις μέρες μας. Έχουμε περισσότερες πυρηνικές και μονογονεϊκές οικογένειες και χρειάζονται και πάλι τομές για να περάσουμε σε μια κοινωνία πιο συμπεριληπτική και πιο δίκαιη. Τομές που θα απαντούν σε καθημερινά υπαρκτά εμπόδια.
Για παράδειγμα, τα ΚΔΑΠ και τα ΚΔΑΠ- ΜΕΑ, που θεσμοθετήθηκαν από το ΠΑΣΟΚ ως δομές για τη δημιουργική απασχόληση παιδιών εκτός σχολικού ωραρίου, σήμερα αντιμετωπίζουν προβλήματα. Δεν υπήρξε πρόνοια για τον εκσυγχρονισμό του θεσμού που έχει απαρχαιωθεί και αναφέρεται σε όλο και μικρότερα τμήματα της κοινωνίας. Το γεγονός δε ότι οι εργαζόμενοι είναι όμηροι διαδοχικών επαναλαμβανόμενων συμβάσεων ορισμένου χρόνου ή ότι πολλά ΚΔΑΠ λειτουργούν με voucher μέσω ΕΣΠΑ αποκαλύπτει τη σημασία που δίνει η κυβέρνηση στον ίδιο τον θεσμό. Άλλο παράδειγμα, ο θεσμός των παιδικών κατασκηνώσεων. Ούτε αυτός έχει εκσυγχρονιστεί, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες, αλλά και σε ευρύτερα κοινωνικά τμήματα, δεδομένου ότι το μέσο εισόδημα έχει υποστεί τεράστιες απώλειες που δεν μπορεί να υποστηρίξει άλλες λύσεις.
Σ’ αυτές τις συνθήκες είναι υποκριτικό ή παραπλανητικό από την κυβέρνηση να επαίρεται για το εθνικό σχέδιο για την ισότητα των φύλων, όταν αυτό καταρρίπτεται καθημερινά στην πράξη. Είναι μακρύς ο δρόμος που χρειάζεται η γυναίκα για να αισθανθεί ισότιμη και ορατή. Χρειάζονται διεκδικήσεις ενός γυναικείου μαζικού κινήματος, συμμετοχή της γυναίκας στους θεσμούς, τομές από το πολιτικό σύστημα ανάλογες της εποχής μας, αλλά και ο μετασχηματισμός της ίδιας της κοινωνικής συνείδησης και αντίληψης. Είναι ζήτημα εμβάθυνσης της Δημοκρατίας.
*Υποψήφια διδάκτορας Πανεπιστημίου Κρήτης
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις