Κλέφτικα τραγούδια: Χείμαρροι αφρισμένοι
Τα τραγούδια του ελληνικού λαού
Ο πλούσιος έχει τα φλωριά, έχει ο φτωχός τα γλέντια.
Άλλοι παινάνε τον πασά και άλλοι το βεζίρη,
μα γω παινάω το σπαθί το τουρκοματωμένο,
το χει καμάρι η λεβεντιά, κι’ ο κλέφτης περηφάνεια.
Να μουν το Μάη πιστικός, τον Αύγουστο δραγάτης,
και ’ς την καρδιά του χειμωνιού να μουνα κρασοπούλος.
Μα πλιο καλά ταν να μουνα αρματωλός και κλέφτης.
Αρματωλός μέσ’ ’ς τα βουνά, και κλέφτης μέσ’ ’ς τους κάμπους·
να χα τα βράχια αδέρφια μου, τα δέντρα συγγενάδια,
να με κοιμάν οι πέρδικες, να μ’ εξυπνάν τ’ αηδόνια,
και ’ς την κορφή της Λιάκουρας να κάνω το σταυρό μου,
να τρώγω τούρκικα κορμιά, σκλάβο να μη με λένε.
πιστικός: ποιμένας, μισθωτός τσοπάνης
δραγάτης: αμπελοφύλακας
Λιάκουρα: κορυφή του Παρνασσού
«Βασίλη, κάτσε φρόνιμα, να γένης νοικοκύρης,
για ν’ αποχτήσης πρόβατα, ζευγάρια κι’ αγελάδες,
χωριά κι’ αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν.
– Μάννα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης,
να κάμω αμπελοχώραφα, κοπέλια να δουλεύουν,
και να μαι σκλάβος των Τουρκών, κοπέλι ’ς τους γερόντους.
Φέρε μου ταλαφρό σπαθί και το βαριό τουφέκι,
να πεταχτώ σαν το πουλί ψηλά ’ς τα κορφοβούνια,
να πάρω δίπλα τα βουνά, να περπατήσω λόγκους,
να βρω λημέρια των κλεφτών, γιατάκια καπετάνων·
και να σουρίξω κλέφτικα, να σμίξω τους συντρόφους,
που πολεμούν με την Τουρκιά και με τους Αρβανίταις.»
Πουρνό φιλεί τη μάννα του, πουρνό ξεπροβοδειέται.
«Γεια σας, βουνά με τους γκρεμνούς, λαγκάδια με τοις πάχναις!
– Καλό ’ςτο τάξιο το παιδί και τάξιο παλληκάρι.»
’ς τους γερόντους: στους προεστούς, στους κοτζαμπάσηδες
γιατάκια: καταλύματα
Τι να ναι ο αχός που γίνεται κ’ η ταραχή η μεγάλη,
’ς τη μέση ’ς το Κεράσοβο και ’ς τη μεγάλη χώρα;
Ο Μπουκουβάλας πολεμάει με τους Μουσουχουσαίους.
Πέφτουν τα βόλια σα βροχή, και τα βουνά βογγάνε.
Κ’ ένα πουλάκι φώναξε ναπό ψηλό κλαράκι·
«Πάψε, Γιάννη μ’, τον πόλεμο, πάψε και το τουφέκι,
να κατακάτση ο κουρνιαχτός, να σηκωθή η αντάρα,
να μετρηθή κ’ η κλεφτουριά, να μετρηθή τασκέρι.»
Μετριούνται οι Τούρκοι τρεις φοραίς και λείπουν πεντακόσιοι,
μετριούνται τα κλεφτόπουλα και λείπουν τρεις λεβένταις.
Μπουκουβάλας – Μουσουχουσαίοι: ο Γιάννης Μπουκουβάλας, ο γενάρχης της ακαρνανικής οικογένειας των Μπουκουβαλαίων, προστάτευσε τις ελληνικές κοινότητες της Ακαρνανίας και των Αγράφων από τις ληστρικές επιδρομές της αλβανικής φάρας των Μουσουχουσαίων, στην οποία ανήκε και ο ξακουστός Αλή πασάς.
κουρνιαχτός: κονιορτός, σκόνη σε μεγάλη ποσότητα
αντάρα: νέφος που δημιουργείται από τον καπνό των πυροβολισμών, σκοτείνιασμα από τους καπνούς
Εγέρασα, μωρέ παιδιά, ’ς τους κλέφταις καπετάνιος,
τριάντα χρόνια αρματωλός, πενήντα χρόνια κλέφτης.
Θέλω ν’ αφήσω την κλεψιά, καλόγερος να γένω,
καλόγερος και γούμενος και ρασοτυλιμένος.
Δέκα χωριά νεχάλασα, τα ξαναφκειάνω πάλε,
δυο μοναστήρια χάλασα, τα ξαναχτίζω πίσω.
Και σας χαρίζω τάρματα μαζί με την ευχή μου.
Να ρήνω και ’ς το θυμιατό μπαρούτι αντίς λιβάνι,
να μου θυμάη τον πόλεμο, τα περασμένα νιάτα,
σεις να χαλάτε την Τουρκιά, κ’ εγώ να σας σχωράω.
Εσείς βουνά, ψηλά βουνά, με τα δασιά κλαριά σας,
με τα δασιά τα έλατα, το έν’ απάνω ’ς τάλλο,
και πύργε της Καστάνιτσας, οπού βαστάτε κλέφταις,
τους κλέφταις τι τους κάματε, τους Κολοκοτρωναίους;
οπού φορούν χρυσά σπαθιά, μπαλάσκαις ασημένιαις,
χρυσά ’ν’ και τα ντουφέκια τους, χρυσά μαλαματένια,
και τα τσαπράζια που φορούν, ούλο μαργαριτάρια.
Κείνοι το Μάρτη εδώ ήσανε και το μισόν Απρίλη,
και την ημέρα τ’ άη Γιωργιού, που είναι το πανηγύρι,
φίλοι τούς επροσκάλεσαν, τους είχανε τραπέζι.
Πάνω ποβάλαν τα φαγιά, κ’ έκαμαν το σταυρό τους,
ψιλή φωνίτσαν άκουσαν, ψιλή φωνή νακούνε.
«Γι’ αφήστε τα καλά φαγιά και πάρτε τα ντουφέκια,
τι οι Τούρκοι σάς επλάκωσαν, τι οι Τούρκοι σάς επήραν.»
Και τα ντουφέκια πήρανε, και τα σπαθιά τραυήξαν,
τους Τούρκους εκυνήγησαν, τους κάμαν ένα ένα.
δασιά: αυτά που έχουν πυκνό φύλλωμα
τσαπράζια: κοσμήματα φορεμένα σταυρωτά στο στήθος
*«Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού» υπό Ν. Γ. Πολίτου (τυπογραφείον «Εστία», εν Αθήναις, 1914).
Ο Carl (Karl) Mendelssohn Bartholdy (ελληνιστί Καρλ Μέντελσον Μπαρτόλδυ), γερμανός ιστορικός του 19ου αιώνα, είχε γράψει για τα κλέφτικα τραγούδια τα εξής (πηγή, η έκδοση της «Εστίας» και πάλι):
«Πλην της αρχαίας απλότητος και λιτότητος παρατηρούμεν και ακραιφνές νεωτερικόν πάθος και σθένος ακαταδάμαστον εις τα δημοτικά τραγούδια, όπου η γλώσσα είναι έμπνεως ορμής προς απόσεισιν του ξενικού ζυγού και αδιαλλάκτου μίσους προς τους απίστους μουσουλμάνους. Τα κλέφτικα τραγούδια νομίζεις πως είναι χείμαροι αφρισμένοι, εκρέοντες όχι από ανθρώπινα χείλη, αλλ’ από τους βράχους της Οίτης και του Ολύμπου».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις