«Αξιόπιστη αποτροπή», το νέο αμυντικό δόγμα της Γερμανίας
Ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς συναντήθηκε με τον γενικό επιτελάρχη των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων και την υπουργό Αμυνας, με τους οποίους συζήτησε τον επανεξοπλισμό και τον εκσυγχρονισμό της Μπούντεσβερ
- Πού βρίσκεται η Ahoo Daryaei; - «Αν την έχουν πειράξει θα πάρουν φωτιά οι δρόμοι»
- Όσα συνέβησαν μέσα στην έπαυλη του Φρανκ Σινάτρα – Τζόγος και κρυφές ερωτικές συναντήσεις
- Νέες ισραηλινές σφαγές σε Βηρυτό και Γάζα που παραπέμπει στην «Αποκάλυψη»
- Πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας: Μήπως είναι πολύ αργά για να αλλάξει η πορεία του;
Μία ημέρα πριν μεταβεί στις Βρυξέλλες για τις κρίσιμες συνόδους κορυφής ΝΑΤΟ, ΕΕ και G7, o γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς είχε ένα άλλο σημαντικό ραντεβού στο Βερολίνο. Συναντήθηκε με τον γενικό επιτελάρχη των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων και την υπουργό Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ, με προτεραιότητα τις εξοπλιστικές ανάγκες και με σκοπό να σχεδιαστεί η κατανομή των κονδυλίων από το Ειδικό Ταμείο, ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, για τον εκσυγχρονισμό της Μπούντεσβερ.
Ο Σολτς στις επαφές και συζητήσεις στις Βρυξέλλες χρειάζεται κάτι παραπάνω από την εξαγγελία του μεγαλύτερου εξοπλιστικού πακέτου της Γερμανίας μετά την ενοποίησή της. Το Ταμείο μαζί με τη μόνιμη πλέον αύξηση των τακτικών αμυντικών δαπανών της Γερμανίας σταθερά στο 2% και πλέον του ΑΕΠ της χώρας είναι το αποτέλεσμα του σοκ που προκάλεσαν οι επεκτατικές, ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις του Βλαντίμιρ Πούτιν με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Το σοκ αναγκάζει και την Ευρώπη να προχωρήσει σε συγκεκριμένα μέτρα για να προστατευτεί από τη ρωσική επιθετικότητα. Η ανάπτυξη της αμυντικής αρχιτεκτονικής της Ευρώπης δεν αποτελεί πλέον εξαγγελία προθέσεων. Η ΕΕ διπλασιάζει τη στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία στο 1 δισεκατομμύριο ευρώ.
Την αποστολή αυτή δεν μπορεί να διεκπεραιώσει η ΕΕ, θα την υλοποιήσουν τα κράτη – μέλη. Η Γερμανία θα αναλάβει πρόσθετα 130 εκατομμύρια ευρώ. Η κυβέρνηση του Βερολίνου θα φροντίσει ώστε οι παραγγελίες σε γερμανικές εταιρείες παραγωγής του στρατιωτικού υλικού να προχωρήσουν γρήγορα, διαβεβαίωσε η υπουργός Εξωτερικών.
Ο συνδυασμός της ρωσικής πολεμικής απειλής με τη δραματική εμπειρία του χάους στην απόσυρση από το Αφγανιστάν το περασμένο καλοκαίρι καθιστά ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη ενίσχυσης της αυτόνομης δράσης της Ευρώπης στον τομέα της ασφάλειας. Μια πρώτη απάντηση είναι η Δύναμη Ταχείας Επέμβασης 5.000 στρατιωτών, ο πυρήνας της οποίας θα αποτελείται από τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις. Το 2025 η Μπούντεσβερ θα μπορεί να θέσει στη διάθεση της ΕΕ τη «στρατιωτική καρδιά» της Στρατηγικής Πυξίδας, ανήγγειλε η υπουργός Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ.
Η περιορισμένη, μέχρι τώρα, παρουσία δυνάμεων του ΝΑΤΟ στις βαλτικές χώρες και την Ανατολική Ευρώπη έστελνε μόνο το μήνυμα στη Ρωσία ότι πλήγμα εναντίον χώρας του ΝΑΤΟ θα θεωρηθεί πλήγμα εναντίον του συνόλου της Συμμαχίας.
«Αυτό δεν επαρκεί πλέον», λέει η Πράσινη υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ. Η ενίσχυση των στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ θα πρέπει να γίνει με «μακροπρόθεσμο σχεδιασμό» και οι ασκήσεις του ΝΑΤΟ θα πρέπει «να αποτυπώνουν τις νέες πραγματικότητες», λέει η Μπέρμποκ.
Προσαρµογή στις νέες πραγµατικότητες
Η νέα πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη που αποτύπωνε η «θεμελιώδης πράξη» ΝΑΤΟ – Ρωσίας το 1997, λίγα χρόνια μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και του ανατολικού μπλοκ. Τότε η Ατλαντική Συμμαχία είχε παραιτηθεί από τη μόνιμη ανάπτυξη ισχυρών νατοϊκών δυνάμεων στα εδάφη των χωρών του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας. Σήμερα όμως οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης – μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας αισθάνονται άμεσα τη ρωσική απειλή.
Ζητούν επιτακτικά την έμπρακτη στήριξη της Γερμανίας. Και η Γερμανία ανταποκρίνεται στην πρόκληση της αλληλεγγύης. «Θα υπερασπιστούμε κάθε τετραγωνικό εκατοστό της επικράτειας των χωρών – μελών της Συμμαχίας», είχε πει ο καγκελάριος Σολτς, προειδοποιώντας τον Βλαντίμιρ Πούτιν να μην τρέφει ψευδαισθήσεις.
Πρακτικά η γερμανική αλληλεγγύη εκφράζεται με ενίσχυση της Σλοβακίας με συστοιχίες πυραύλων Patriot, με ενίσχυση της γερμανικής αεροπορίας στη νατοϊκή δύναμη στη Ρουμανία για την ασφάλεια της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ και με αύξηση των γερμανών στρατιωτών στη δύναμη του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία. Και έπεται συνέχεια.
Βέβαια, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης δεν θεωρούν ότι αυτά είναι αρκετά για την ασφάλειά τους. Στο Βερολίνο περιμένουν ότι στην αυριανή σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ θα τεθεί από την Πολωνία η πρόταση για μια ειρηνευτική αποστολή στην Ουκρανία.
Ωστόσο, τέτοιου είδους σκέψεις απορρίπτονται από το Βερολίνο, όπως και από την Ουάσιγκτον.
«Πρέπει να αποτρέψουμε να εξελιχτεί αυτός ο φρικτός πόλεμος σε γενική πυρκαγιά. Το ΝΑΤΟ δεν θα γίνει μέρος αυτού του πολέμου», είπε η υπουργός Αμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ σε πρόσφατη συνέντευξή της στην εφημερίδα «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», επαναλαμβάνοντας για μία ακόμη φορά τη σταθερή θέση της κυβέρνησης του Βερολίνου. Το ίδιο ισχύει και για τη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων, που θα καθιστούσε το ΝΑΤΟ εμπόλεμο μέρος στην Ουκρανία.
Mια νέα στρατηγική εθνικής ασφάλειας
Η γερμανική κυβέρνηση επεξεργάζεται μια νέα στρατηγική εθνικής ασφάλειας. Και η εθνική στρατηγική θα είναι προσαρμοσμένη στις «νέες πραγματικότητες», όπως διαπιστώνει η Αναλένα Μπέρμποκ. Βασική παράμετρος της νέας στρατηγικής είναι η «αξιόπιστη αποτροπή», η οποία δεν μπορεί παρά να συμπεριλαμβάνει και την πυρηνική αποτροπή, θέμα – ταμπού στη Γερμανία τα προηγούμενα χρόνια.
Το ζήτημα της πυρηνικής αποτροπής είχε θίξει η Χριστιανοδημοκράτισσα πρώην υπουργός Αμυνας Ανεγκρέτ Κραμπ – Καρενμπάουερ, αλλά σκόνταψε στη σθεναρή αντίσταση των Σοσιαλδημοκρατών, πρώην κυβερνητικού εταίρου της Μέρκελ. Μια μεγάλη μερίδα του SPD, μεταξύ αυτών και ο πρώην και νυν κοινοβουλευτικός ηγέτης του SPD Ρολφ Μίτσενιχ, έχει ακόμη αναφορές στο ειρηνιστικό κίνημα της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου, μέσα από το οποίο προήλθε και το σημερινό κόμμα των Πρασίνων.
«Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πηγαίνει δεκαετίες πίσω την ελπίδα και την εντατική προσπάθεια για την εμπέδωση της ειρήνης», διαπιστώνει ο Μίτσενιχ.
Σήμερα, τόσο οι Σοσιαλδημοκράτες όσο και οι Πράσινοι αποδέχονται την εξαγγελία για την αγορά των αμερικανικών αεροσκαφών F-35, τα οποία μπορούν να εξοπλιστούν με ατομικά όπλα, και βάζουν τη Γερμανία κάτω από την πυρηνική ομπρέλα των ΗΠΑ. Το γεγονός ότι την εξαγγελία έκανε ένας Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος, ο Ολαφ Σολτς, με κυβερνητικό εταίρο τους Πράσινους, είναι και αυτό δείγμα της νέας εποχής στην οποία μπήκε η Γερμανία και η Ευρώπη μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας.
Πού θα πάνε τα δισεκατομμύρια
Με την έναρξη του πολέμου η Ουκρανία ζήτησε τον εξοπλισμό της από τη Δύση για να αντιμετωπίσει τη ρωσική εισβολή. Η Γερμανία πριν από την έναρξη των επιχειρήσεων ήταν πολύ συγκρατημένη στη διάθεση όπλων, επικαλούμενη το ιδιαίτερο νομικό καθεστώς που δεν επιτρέπει τις εξαγωγές όπλων σε περιοχές κρίσης. Η υπουργός Αμυνας ανακοίνωσε τότε ότι θα διατεθούν 5.000 στρατιωτικά κράνη, προσφορά που μόνο θυμηδία και ειρωνικά σχόλια προκάλεσε. Με την έναρξη του πολέμου το Βερολίνο άλλαξε στάση, προσφέρει πολύ περισσότερα. Ωστόσο, ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε τότε η δήλωση του γενικού επιτελάρχη στρατού Αλφονς Μάις, ότι «η Μπούντεσβερ είναι γυμνή».
Η διαπίστωση είχε τον αντίκτυπό της στην πολιτική ηγεσία, που ήταν υπεύθυνη για τη «γύμνια» των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Η Γερμανία είχε εφησυχάσει απολαμβάνοντας επί δεκαετίες το «μέρισμα της ειρήνης» που διασφάλιζαν για αυτήν οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ. Οι αμυντικές της δαπάνες ήταν από τις χαμηλότερες των χωρών – μελών του ΝΑΤΟ.
Το πρακτικό αποτέλεσμα της χρόνιας υποχρηματοδότησης των ενόπλων δυνάμεων ήταν η αδυναμία να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός σύγχρονου στρατού του 21ου αιώνα, ακόμα και στις ανάγκες ενός στρατού όπως της Γερμανίας που, για ιστορικούς λόγους, δεν έχει επιθετική διάταξη.
«Χρειαζόμαστε αεροπλάνα που να πετούν, πλοία που να ταξιδεύουν και όπλα που να πυροβολούν», διαπίστωσε ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς στην ιστορική ομιλία του στην Ομοσπονδιακή Βουλή στις 27 Φεβρουαρίου. «Καλύτερος εξοπλισμός, σύγχρονα όπλα, περισσότερο προσωπικό κοστίζουν πολλά λεφτά», πρόσθεσε εξαγγέλλοντας ένα γιγαντιαίο εξοπλιστικό πρόγραμμα για τις γερμανικές ένοπλες δυνάμεις με ένα Ειδικό Ταμείο 100 δισεκατομμυρίων ευρώ, διπλάσιο από τις σημερινές αμυντικές δαπάνες του ετήσιου τακτικού προϋπολογισμού της Γερμανίας.
Ενας «κοινοβουλευτικός στρατός»
Ποια ακριβώς εξοπλιστικά προγράμματα θα χρηματοδοτηθούν, είναι ακόμη άγνωστο. Επειδή η σημερινή Μπούντεσβερ είναι «κοινοβουλευτικός στρατός», κάθε αμυντική δαπάνη και κάθε εξοπλιστικό πρόγραμμα θα πρέπει να πάρουν την έγκριση από την Ομοσπονδιακή Βουλή.
Μια κατεύθυνση για τη διάθεση των δισεκατομμυρίων προδιαγράφουν τα διαπιστωμένα ήδη προβλήματα από τη χρόνια υποχρηματοδότηση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων, τα οποία θα μπορούσαν να λυθούν με την προίκα του Ειδικού Ταμείου, καθώς οι ανάγκες είναι διαπιστωμένες από καιρό και τα σχέδια είναι έτοιμα στα συρτάρια των αρμοδίων.
Μεγάλα μεταγωγικά ελικόπτερα που χρειάζεται η Μπούντεσβερ για κάθε διεθνή αποστολή. Το μοντέλο Sikorsky CH-53G που διαθέτει σήμερα το προμηθεύτηκε πριν από μισό αιώνα και χρειάζεται επειγόντως αντικατάσταση. Η γενική επισκευή του χρειάζεται μέχρι 18 μήνες και στο μεταξύ λείπουν και ανταλλακτικά. Υποψήφια είναι το νεότερο μοντέλο Sikorsky CH-53K King Stallion και το Boeing-Vertol CH-47. To υπουργείο Αμυνας ενδιαφέρεται για 55-60 νέα ελικόπτερα – οι προσφορές που είχε πάρει ήταν διπλάσιες από τα 5,6 δισεκατομμύρια που είχε στη διάθεσή του για το συγκεκριμένο πρόγραμμα.
Η αντικατάσταση των Tornado
Πολύ ακριβότερα θα κοστίσει η αντικατάσταση των πολεμικών αεροσκαφών Tornado, που διαθέτει η γερμανική αεροπορία από τις αρχές της δεκαετίας του 1970. Στα σχέδια της Μπούντεσβερ είναι η συμπαραγωγή με τη Γαλλία του μαχητικού αεροσκάφους νέας γενιάς FCAS (Future Combat Air System), το οποίο όμως αναμένεται να παραδοθεί το 2040. To κόστος του προγράμματος είναι επίσης υψηλό, ανέρχεται σε τριψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων. Και επειδή οι ανάγκες είναι άμεσες, ο καγκελάριος Σολτς ανακοίνωσε ήδη την αγορά 30 αμερικανικών αεροσκαφών F-35.
Ο στρατός ξηράς χρειάζεται επίσης σύγχρονα οπλικά συστήματα. Το τεθωρακισμένο όχημα μάχης Puma είναι το πιο σύγχρονο της κατηγορίας του με και μη επανδρωμένο πύργο με ενεργητική θωράκιση που μπορεί να αφαιρεθεί ώστε το όχημα να μπορεί να μεταφερθεί με το νέο μεταγωγικό αεροσκάφος Α400Μ. Ωστόσο, μόνο 40 από τα Puma που διαθέτει η Μπούντεσβερ είναι επιχειρησιακά έτοιμα για πολεμική χρήση. Πριν από έναν μήνα οι κατασκευαστές έκαναν προσφορά για την αναβάθμιση άλλων 229 Puma, η οποία θα κοστίσει 3,7 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτή θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από το Ειδικό Ταμείο.
Αλλα 20 δισεκατομμύρια θα χρειαστούν για την αγορά πυρομαχικών. Επίσης, στις ανάγκες εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεων περιλαμβάνονται αντιαεροπορικά συστήματα, ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού, μη επανδρωμένου drone, όπως και μια σειρά από ψηφιακά προγράμματα.
Η Μπούντεσβερ όχι μόνον εκσυγχρονίζεται, αλλά και εξοπλίζεται αποκτώντας νέες δυνατότητες που δεν έχει σήμερα, αλλά τις χρειάζεται στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνει ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις