Ιάκωβος Καμπανέλλης: Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και λίγος για να είμαι κάτι
Ο ακαδημαϊκός Ιάκωβος Καμπανέλλης έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα πριν από 11 χρόνια, σε ηλικία 90 ετών
- Η βιβλική καταστροφή στη Βαλένθια τρομάζει τους κατοίκους της Μάνδρας – «Ούτε σήμερα νιώθουμε ασφαλείς» λένε στο in
- Το βράδυ της Πέμπτης θα τοποθετούσαν τη βόμβα που εξερράγη στους Αμπελόκηπους - Ποιος ήταν ο στόχος
- Επιμένει η κρίση για το φυσικό άεριο στην Ευρώπη - Ποια η τιμή του TTF
- «Η ιστορία δεν παραγράφεται» διαμηνύει η Αθήνα στον Έντι Ράμα
«Ξέρετε ποιος είναι καλός πολιτικός; Αυτός που φροντίζει να δημιουργήσει έναν κόσμο όπου να ζούμε ευχάριστα, χωρίς να ’μαστε κυκλωμένοι από από την περιφρόνηση. Ξέρετε γιατί έχουμε κακές συγκοινωνίες; Γιατί είμαστε κακοί επιβάτες. Από δω αρχίζει η αλήθεια. Ο πολιτισμός δεν είναι πνευματική άσκηση. Είναι πρακτική καθημερινότητας. Είναι να φυτέψεις ένα δέντρο, να μην πετάς τα σκουπίδια σου, να οδηγείς με σεβασμό για τους άλλους που οδηγούν. Απ’ αυτά αρχίζει ο πολιτισμός, να τα βράσω εγώ τα θέατρα, και τις παραστάσεις, και τις πρεμιέρες».
Αυτά είχε δηλώσει σχετικά με την πολιτική και τον πολιτισμό ο Ιάκωβος Καμπανέλλης στα τέλη του προηγούμενου αιώνα. Στο πλαίσιο μιας συνέντευξης που είχε παραχωρήσει στη δημοσιογράφο Βίκυ Χαρισοπούλου και είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 29 Ιανουαρίου 1999, ο σπουδαίος αυτός θεατρικός συγγραφέας, πεζογράφος και στιχουργός είχε μιλήσει και για τον ίδιον του τον εαυτό. Αρχικά για τη νεαρή ηλικία του:
«Ήμουν ήδη ένας ρομαντικός τυχοδιώκτης. Έφταιγε η λογοτεχνία της εποχής. Διάβαζα αρχαίους τραγικούς και Ντοστογιέφσκι κι ονειρευόμουν. Βρέθηκα στο Μαουτχάουζεν από μια νεανική επιπολαιότητα. Σχεδόν εθελοντικώς. Όχι, δεν υπήρξα ποτέ αριστερός. Ήμουν πάντα πολύ κοντά σ’ αυτούς τους ανθρώπους, αλλά ποτέ μαζί τους. Διαφωνούσα».
Στη συνέχεια για τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, όταν έτυχε να παρακολουθήσει μια παράσταση του Θεάτρου Τέχνης και συγκινήθηκε:
«Ενθουσιάστηκα από ένα ψέμα — τόσο πειστική αναπαράσταση της αλήθειας. Ποιος; Εγώ, που έζησα την αλήθεια του Μαουτχάουζεν».
Ο Ιάκωβος από τη Νάξο ήθελε πλέον να ασχοληθεί με το θέατρο, να δώσει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού, αλλά οι πόρτες ήταν για εκείνον κλειστές ελλείψει τυπικών προσόντων (δεν είχε απολυτήριο Γυμνασίου). Πώς αντιμετώπισε το «όχι» της υποκριτικής; Γράφοντας, μορφοποιώντας σε λέξεις όσα υπήρχαν στο νου και στην ψυχή του:
«Χρειαζόμουν μια πόρτα για να μπω. Θα την έβρισκα οπωσδήποτε. Η κερκόπορτα δεν μου πήγαινε. Επέλεξα τις πύλες…»
Έγραψε το πρώτο θεατρικό έργο του το 1949, κι έμελλε να ακολουθήσουν δεκάδες, με σταθερό χαρακτηριστικό τους το ιδιότυπο κράμα της «νηφάλιας απόγνωσης» και της «αμετανόητης αισιοδοξίας». Κι όσο για το θεματικό πυρήνα των έργων του, αυτήν την «Οδύσσεια της μεταπολεμικής νεοελληνικής κοινωνίας» κατά το θεατρολόγο Νικηφόρο Παπανδρέου, ο ίδιος ο Καμπανέλλης εξηγούσε:
«Εγώ έγραφα πάντα αυτά που έβλεπα. Αυτά που ζούσα κι αυτά που ονειρευόμουν. Αυτά που με πονούσαν κι αυτά που πονούσαν ολόκληρη τη γενιά μου».
Ο Καμπανέλλης είχε μιλήσει όμως όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά και για τον Νεοέλληνα:
«Ξέρετε ποιο είναι το πρόβλημα —αλλά και το προσόν— του Νεοέλληνα; Το προσφυγικό στοιχείο. Είναι κάτι σαν σύνδρομο. Ο Νεοέλληνας δεν χωράει στον εαυτό του. Είναι τελικά ζητούμενο η προσφυγιά».
Και έσπευσε να προεκτείνει το συλλογισμό του συμπυκνώνοντας με μεγάλη μαεστρία το δράμα της δικής του γενιάς και όχι μόνο:
«Ξέρεις ποιο είναι το δράμα μου; Είμαι πάρα πολλά για να μην είμαι τίποτα και λίγος για να είμαι κάτι. Αυτό ήταν το δράμα της δικής μου γενιάς. Σήμερα υπάρχει το εντελώς αντίθετο. Σήμερα υπάρχει το επιστημονικό προλεταριάτο. Σήμερα οι νέοι δεν είναι τίποτα, γιατί είναι πολλά».
Αλλά και για τη στέρηση ως συνταγή επιτυχίας, ως συνθήκη δημιουργίας, είχε πάρει θέση ο Καμπανέλλης:
«Η θεωρία αυτή υποστηρίζεται από πολλούς κι έχει μια βάση. Μεγάλοι δημιουργοί όμως δεν έζησαν υπό συνθήκες στέρησης. Υπήρξαν αστοί —μεγαλοαστοί κάποιοι— που απαρνήθηκαν την πολυτέλεια —τα «πολλά» που σε καθιστούν τίποτα— και δημιούργησαν. Φοβάμαι ότι χρησιμοποιείται ως άλλοθι της διανοητικής τεμπελιάς και της τάσης γκρίνιας, που είναι έμφυτη στον Έλληνα. Είναι όπως το συλλογικό άλλοθι της Τουρκοκρατίας ή της χούντας. Είναι κυκλοθυμικός, αντάρτης ο Έλληνας. Αυτή όμως η επιπολαιότητά του έκανε το ’21, το αλβανικό έπος κι άλλα θαυμαστά πράγματα, όχι ο ορθολογισμός του».
Και η πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη είχε ολοκληρωθεί με τον ορισμό που είχε δώσει ο Καμπανέλλης για τον εαυτό του:
«Άρχισα σαν ένας ρομαντικός τυχοδιώκτης. Ήμουν —και είμαι— ένας άνθρωπος που ήθελε και θέλει πολλά. Ένας άνθρωπος που δεν θα αντάλλασσε την ελευθερία του με τίποτα. Δούλεψα, αγωνίστηκα πολύ γι’ αυτό».
Ο ακαδημαϊκός Ιάκωβος Καμπανέλλης έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα πριν από 11 χρόνια, σε ηλικία 90 ετών.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις