Μανόλης Ανδρόνικος: Αρετή και τόλμη
Πριν από τρεις ακριβώς δεκαετίες απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη ο Μανόλης Ανδρόνικος
[…] Θα κλείσω τη σύντομη παρέμβασή μου για την προσφορά του Μανόλη Ανδρόνικου στην «Τέχνη» καταθέτοντας τρεις προσωπικές μαρτυρίες, οι οποίες, μολονότι δεν έχουν άμεση σχέση με το θέμα μου, ωστόσο αναδεικνύουν το ύφος και το ήθος του ανδρός.
Η πρώτη είναι η γενική εντύπωση που μένει βαθιά χαραγμένη μέσα μου από τη συνυπηρέτησή μου μαζί του στη Σχολή από το 1973 έως το 1984, χρονιά κατά την οποία πρόωρα αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο, για να αφοσιωθεί απερίσπαστα στο ανασκαφικό έργο του στη Βεργίνα και τη μελέτη των πλούσιων ευρημάτων.
Μέσα στα χρόνια 1973-1984 εμπεριέχονται το τελευταίο διάστημα της Επταετίας και η περίοδος της Μεταπολίτευσης, χρόνια δύσκολα για τα πανεπιστημιακά πράγματα και στην πρώτη και τη δεύτερη περίπτωση. Στα δύσκολα εκείνα χρόνια ξεχώριζαν η αρετή και η τόλμη του Μανόλη Ανδρόνικου, ο οποίος με παρρησία και ζωηρή φωνή —θα έλεγα «χωρίς φόβο, αλλά με πάθος»— υποστήριζε αυτό που πίστευε, έλεγε το ορθό και δεν είναι λίγες οι φορές που έσωσε τη Σχολή από κακοτοπιές.
Η δεύτερη μαρτυρία μου είναι πιο προσωπική.
Το 1974 το Αρχαιολογικό Τμήμα πραγματοποίησε μια εκπαιδευτική εκδρομή στα παράλια της Μικράς Ασίας. Στην εκδρομή μετείχαμε ως παρείσακτοι και μερικοί μη αρχαιολόγοι, μεταξύ των οποίων η κυρία Ανδρόνικου και ο ομιλών. Στο ταξίδι εκείνο χρήσιμη φάνηκε και στους συναδέλφους και στους φοιτητές η λησμονημένη τουρκομάθειά μου, για την οποία προφανώς ενημέρωσε η κ. Ανδρόνικου τον σύζυγό της. Την επόμενη της επιστροφής μας από την εκδρομή, πολύ νωρίς το πρωί, χωρίς να ακουστεί κτύπος, ανοίγει ξαφνικά η πόρτα του γραφείου μου και ορμάει μέσα ένας Μανόλης Ανδρόνικος φουριόζος, με αγκαλιάζει, με φιλάει, εμβρόντητο εμένα, και φωνάζει:
— Βρε Βασίλη, βρε πατριωτάκι, είσαι από την Προύσα και δε μου το έλεγες τόσο καιρό!
Και τότε ήταν η πρώτη φορά που συζητήσαμε για την πολιτική κατάσταση, για την υποψηφιότητά μου στη Σχολή και άλλα πολλά, τα οποία δεν είναι της ώρας να αναφέρω. Από εκείνη τη μέρα άλλαξαν οι σχέσεις μας: από «συναδελφικές» έγιναν πιο προσωπικές· το κ. συνάδελφε, όπως αποκαλούσε ο Μανόλης Ανδρόνικος τους νεοτέρους, έγινε σκέτο Βασίλη.
Η τρίτη μαρτυρία μου αναφέρεται στο 1990, χρονιά δύσκολη για μένα. Τότε πηγαίναμε στη Βουλγαρία ο κ. Βασίλειος Κατσαρός, ο κ. Χαράλαμπος Παπαστάθης και εγώ να μελετήσουμε τα κλεμμένα από τους Βουλγάρους το 1917 χειρόγραφα από τις Μονές του Τιμίου Προδρόμου Σερρών και της Παναγίας του Παγγαίου, τα οποία, ύστερα από εβδομήντα χρόνια επίμονη άρνηση ότι τα έχουν, τα είχαν επανεμφανίσει οι Βούλγαροι. Μετά το πρώτο ταξίδι (Μάης-Ιούνιος 1990), κατά το οποίο μας επέδειξαν και ένα βαρύτιμο και πολυτελές χειρόγραφο, γνωστό ως Ευαγγέλιο των εννέα οκάδων, προσωπικά βρισκόμουν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση· όχι από φόβο από τις απειλές που εκτοξεύονταν εναντίον μας και εδώ στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία ή από κόπωση από τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετωπίζαμε, αλλά από δίλημμα αν αυτό που έκανα ήταν σωστό και αν έπρεπε να συνεχίσω να πηγαίνω στη Βουλγαρία.
Αποφάσισα να συζητήσω το πρόβλημά μου με τον Μανόλη Ανδρόνικο. Ύστερα από τηλεφωνήματα και με τη βοήθεια και της κ. Ανδρόνικου κλείσαμε ένα ραντεβού στα τέλη του καλοκαιριού και σε μία επιστροφή του από τη Βεργίνα στη Θεσσαλονίκη συναντηθήκαμε στο γραφείο του. Του εξέθεσα όλη την ιστορία με τα χειρόγραφα, την έντονη συγκίνησή μου, όταν πρωτοαντίκρυσα το Ευαγγέλιο των εννέα οκάδων, και το δίλημμά μου.
Δάκρυσε, καθώς με άκουε, και όταν τελείωσα, μου είπε:
— Βασίλη, δεν ήξερα ότι με τιμάς τόσο πολύ!
Και αμέσως με ρώτησε:
— Ο Λίνος τι θα έκανε;
Του απάντησα ότι αναμφίβολα θα πήγαινε και θα με προέτρεπε να συνεχίσω να πηγαίνω και εγώ, μια και όλη του τη ζωή ενδιαφερόταν για τα χειρόγραφα αυτά· τα είχε μελετήσει όσο κανείς, όσα βέβαια είχαν επιστρέψει το 1923 οι Βούλγαροι, και με κάθε ευκαιρία τούς πίεζε να ομολογήσουν ότι έχουν και τα υπόλοιπα που δεν είχαν επιστρέψει· αν σήμερα τα επανεμφάνισαν οι Βούλγαροι, αυτό το οφείλουμε κατά κύριο λόγο στον Λίνο Πολίτη.
Μου απάντησε κοφτά:
— Θα συνεχίσεις να πηγαίνεις και θα σε καλύψω και θα σε βοηθήσω όσο μπορώ.
Και όντως με βοήθησε με πολλούς τρόπους, αλλά πρώτα από όλα με στήριξε ηθικά, σε μια δύσκολη για μένα περίοδο της ζωής μου, και συνέβαλε στο να ξεπεράσω το δίλημμά μου.
Από τότε πια και ως το τέλος του, που δυστυχώς ήλθε γρήγορα, οι επικοινωνίες μας έγιναν πιο πυκνές και οι σχέσεις μας πιο στενές.
Κυρίες και κύριοι,
Η «Τέχνη» ευτύχησε σε ολόκληρη την πορεία της, ιδιαίτερα όμως στο ξεκίνημά της, και αυτό είναι σημαντικό και επιθυμώ ξεχωριστά να το υπογραμμίσω, να είναι πλαισιωμένη από ανθρώπους ικανούς και με έντονο το αίσθημα της προσφοράς. Ένας από αυτούς ήταν και ο Μανόλης Ανδρόνικος, ο οποίος τότε ήταν ένας ώριμος επιστήμονας με ενδιαφέροντα, ευαισθησίες, πάνω απ’ όλα με αίσθημα προσφοράς· και καθώς ήταν δραστήριος και μαχητικός γνώριζε να μετατρέπει σε έργο τις ιδέες και τα οράματά του. Πρόσφερε στην «Τέχνη» και μέσα από αυτήν στη Θεσσαλονίκη και γενικότερα στον βορειοελλαδικό χώρο.
Αγαπητοί φίλοι,
Στον Μανόλη Ανδρόνικο χρωστάμε πολλά, όχι μόνο για το μεγάλο έργο του στην Βεργίνα αλλά και για άλλα μικρότερα, που ωστόσο δίνουν νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας και την κάνουν ομορφότερη.
*Εκτενές απόσπασμα από ομιλία που είχε εκφωνήσει ο ομότιμος καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ Βασίλης Άτσαλoς το 2002, στο πλαίσιο εκδήλωσης που είχε διοργανώσει η Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη» και ήταν αφιερωμένη στη μνήμη του Μανόλη Ανδρόνικου, με αφορμή τη δεκάχρονη απουσία του.
Ο διαπρεπής αρχαιολόγος, πανεπιστημιακός και διανοούμενος Μανόλης Ανδρόνικος απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη στις 30 Μαρτίου 1992, σε ηλικία 73 ετών.
- Ο Αρκάς μας λέει τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα
- Χριστούγεννα: Σπεύδουν οι πολίτες για τα τελευταία ψώνια – Στα ύψη οι τιμές φρούτων και λαχανικών
- Πυξ Λαξ: «Οι πρώτοι δύο δίσκοι πήγαν άπατοι, στα live μας έρχονταν 1-2 άτομα»
- Οι ειδικοί μίλησαν: Έξι συμβουλές για τη μοναξιά των γιορτών
- Καταστήματα: Κορυφώνεται η εορταστική κίνηση στην αγορά – Ποιες ώρες λειτουργεί η αγορά
- Εφορία: Ποιοι φόροι και πρόστιμα ακυρώνονται λόγω… λάθους