Καθώς η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία συνεχίζεται, η στάση των κρατών που έχουν επιλέξει την ουδετερότητα μπαίνει όλο και περισσότερο στο μικροσκόπιο των διεθνών αναλυτών. Σε αυτό το πλαίσιο, πρόσφατη ανάλυση των Times της Νέας Υόρκης εστιάζει στις κινήσεις της Ινδίας, μιας αναδυόμενης οικονομίας με τεράστιο πληθυσμό, που παραδοσιακά επιδιώκει να εξισορροπεί τις καλές σχέσεις που διατηρεί τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Ρωσία.

Μέχρι στιγμής, η Ινδία έχει επιλέξει να απέχει τόσο από ψηφίσματα του ΟΗΕ που καταδικάζουν όσο και από εκείνα που υποστηρίζουν τη ρωσική εισβολή, παρά τις πιέσεις που έχει δεχτεί από την αμερικανική πλευρά για να πάρει ανοιχτά θέση. Οι Times αναφέρονται σε μια αμερικανική στρατηγική «καρότου και μαστιγίου», η οποία περιλαμβάνει από τη μια πλευρά την προθυμία των ΗΠΑ να επεκτείνουν τις αμυντικές σχέσεις τους με την Ινδία, που μέχρι στιγμής εξαρτάται από τη Μόσχα για το μεγαλύτερο μέρος των εξοπλισμών της, όσο και τον χαρακτηρισμό της ως «επισφαλούς» μέλους της σημαντικής συμμαχίας δημοκρατιών στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού, που είναι γνωστή ως Quad.

Παρόλα αυτά, η Ινδία έχει επιλέξει να ζητήσει το τέλος των εχθροπραξιών και το σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών – μια διατύπωση που εκφράζει μεν δυσαρέσκεια προς τον πόλεμο της Ρωσίας, δεν καταδικάζει δε την εισβολή.

Μικρά περιθώρια ελιγμών

Διεθνείς αναλυτές και αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι η Ινδία δεν έχει το περιθώριο να ταχθεί ανοιχτά με μια πλευρά, καθώς είναι ευάλωτη από πολλές απόψεις. Από τη μια πλευρά, η οικονομία της επιβραδύνεται και δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις ανάγκες ενός αυξανόμενου πληθυσμού και από την άλλη, ο ανεπαρκώς εξοπλισμένος στρατός της πιέζεται από δυο μέτωπα αμφισβητούμενων περιοχών, τις οποίες διεκδικούν η Κίνα και το Πακιστάν. Ως αποτέλεσμα, έχει ανάγκη από διευρυμένες συμμαχίες, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι το Νέο Δελχί θα πρέπει να διαχειριστεί την πικρή αναμέτρηση των συμμάχων του.

Εδώ και δεκαετίες, η Ινδία προσπαθεί να πλοηγηθεί προσεκτικά σε έναν διπολικό κόσμο που προέκυψε ως κληρονομιά του Ψυχρού Πολέμου. Τώρα, τα πράγματα έχουν γίνει ακόμη πιο περίπλοκα, από την άνοδο μιας επεκτατικής Κίνας που βρίσκεται στο κατώφλι της.

«Δεν πιστεύουμε ότι αυτό που συμβαίνει δεν είναι δικό μας πρόβλημα. Θέση μας είναι ότι υποστηρίζουμε την ειρήνη», δήλωσε ο Σουμπραχμανιάμ Τζαϊσανκάρ, υπουργός εξωτερικών της Ινδίας, ενώπιον του Κοινοβουλίου την περασμένη εβδομάδα, μετά την απόφαση της χώρας του να απέχει και πάλι από το ψήφισμα κατά της Ρωσίας στον ΟΗΕ. «Οι αποφάσεις για την ινδική εξωτερική πολιτική λαμβάνονται βάσει των ινδικών εθνικών συμφερόντων και καθοδηγούμαστε από τις σκέψεις μας, τις απόψεις μας, τα συμφέροντά μας».

Παράπονα και ερωτήματα

Η συζήτηση στο Κοινοβούλιο εκείνη την ημέρα ήταν ενδεικτική των δύσκολων ελιγμών που αναγκάζεται να κάνει η Ινδία.

Υπήρξαν συζητήσεις για το «διπλό ταμπλό» της Δύσης που ασκούσε πιέσεις στην Ινδία να διακόψει τις προμήθειες πετρελαίου από τη Ρωσία, που αντιπροσωπεύουν μόλις το 1% των συνολικών εισαγωγών  πετρελαίου της, τη στιγμή που η Ευρώπη εξακολουθεί να αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο. Όμως τέθηκαν και ερωτήματα που αφορούσαν τον αντίκτυπο της ινδικής ουδετερότητας για την ίδια την ασφάλεια της χώρας. Θα μπορούσε η Ινδία να προκαλέσει με τον τρόπο αυτό τον θυμό των ΗΠΑ και των άλλων κρατών της Quad, με τα οποία έχει συνασπιστεί για την ενίσχυση της ασφάλειάς της απέναντι στην Κίνα; Τι θα συμβεί αν η Ρωσία και η Κίνα έρθουν πιο κοντά εξαιτίας των δυτικών κυρώσεων;

Ο Τζαϊσανκάρ βρίσκεται σε μια μοναδική θέση, καθώς είναι ταυτόχρονα ο κυριότερος θεωρητικός πίσω από το όραμα της Ινδίας για την κατάλληλη θέση της σε μια περίπλοκη νέα παγκόσμια τάξη, αλλά και το πρόσωπο που ευθύνεται για τη δύσκολη δουλειά της υλοποίησης αυτού του οράματος.

Στρατηγικές σε έναν αβέβαιο κόσμο

Στις τέσσερις δεκαετίες που έχει θητεύσει ως διπλωμάτης, υπήρξε πρέσβης στην Ουάσινγκτον και το Πεκίνο, μέχρι που το 2018 συνταξιοδοτήθηκε έχοντας φτάσει στη θέση του ανώτατου διπλωμάτη της χώρας. Ένα χρόνο αργότερα, ο πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι τον επέλεξε για τη θέση του ΥΠΕΞ, όμως στο μεταξύ είχε προλάβει να εκδώσει ένα βιβλίο με τίτλο «Ο Ινδικός Τρόπος: Στρατηγικές για έναν Αβέβαιο Κόσμο», στο οποίο σκιαγραφείται το δόγμα εξωτερικής πολιτικής της χώρας του.

Στο βιβλίο του, στο οποίο παραπέμπουν συχνά οι ξένοι διπλωμάτες στο Νέο Δελχί, αποδίδει μεγάλο μέρος των προκλήσεων του ασταθή μας κόσμου στις συνέπειες «ενός μεγαλύτερου ατομικισμού, μεγαλύτερου συντηρητισμού και απότομης περιχαράκωσης» των ΗΠΑ στη διάρκεια των τελευταίων ετών, σε συνδυασμό με την άνοδο μιας πιο επιθετικής Κίνας.

«Τα εθνικά συμφέροντα θα πρέπει να προωθηθούν μέσω του εντοπισμού και της αξιοποίησης των ευκαιριών που δημιουργούνται από τις παγκόσμιες αντιθέσεις», έγραψε ο Τζαϊσανκάρ.

Το μαρκάρισμα της Κίνας

Η πραγματική δυσκολία αυτών των προσπαθειών φάνηκε την περασμένη εβδομάδα, κατά την επίσκεψη του κινέζου ΥΠΕΞ, Γουανγκ Γι στο Νέο Δελχί.

Ήταν η πρώτη υπουργική επίσκεψη μεταξύ των δυο κρατών μετά το αιματηρό θερμό επεισόδιο στα σύνορα των δυο χωρών στα Ιμαλάια πριν από δυο χρόνια, που είχε οδηγήσει σε τεταμένες σχέσεις μεταξύ τους.

Ινδοί αξιωματούχοι τόνισαν ότι οι συναντήσεις με τον Γουάνγκ είχαν στόχο την επιτάχυνση της απόσυρσης των δεκάδων χιλιάδων στρατιωτών, μιας αργής διαδικασίας παρά το γεγονός ότι τα δυο στρατόπεδα έχουν πραγματοποιήσει ήδη 15 γύρους συζητήσεων.

Όμως πολλοί αναλυτές θεώρησαν ότι ο χρόνος της επίσκεψης, αλλά και τα μηνύματα του Πεκίνου και της Μόσχας για αυτή, ήταν μια προσπάθεια εκμετάλλευσης των αποκλίσεων ανάμεσα στο Νέο Δελχί και την Ουάσινγκτον, επιχειρώντας να δείξουν ότι η Ινδία τάσσεται με το μέρος της Ρωσίας και της Κίνας.

Οι Times σημειώνουν ότι είναι πιθανό να ακολουθήσουν και άλλες τέτοιες προσπάθειες. Ο ρώσος ΥΠΕΞ, Σεργκέι Λαβρόφ, που έχει κατονομάσει τόσο την Κίνα όσο και την Ινδία στη λίστα των κρατών «που δεν θα δέχονταν ποτέ ένα παγκόσμιο χωριό υπό την ηγεσία του αμερικανού σερίφη» αναμένεται να επισκεφθεί το Νέο Δελχί αυτή την εβδομάδα.

Οικονομική δυσπραγία και ινδική δυσπιστία

Οι δύσκολες επιλογές της Ινδίας καθοδηγούνται από τις αδυναμίες της, κυρίως τις οικονομικές, αλλά και από την κληρονομιά δεκαετιών εξάρτησης από τη Μόσχα και δυσπιστίας προς την Ουάσινγκτον.

Η Ινδία άργησε πολύ να ανοίξει την οικονομία της σε σχέση με την Κίνα, χάνοντας έτσι τα αρχικά οφέλη της παγκοσμιοποίησης που μετέτρεψαν το Πεκίνο σε γίγαντα. Το μικρότερο ΑΕΠ της Ινδίας – περίπου στα $3 τρισεκατομμύρια, δηλαδή το ένα έκτο εκείνου της Κίνας – και οι ανάγκες ενός πληθυσμού 1,4 δισεκατομμυρίων έχουν περιορίσει τις στρατιωτικές δαπάνες της χώρας.

«Τελικά, η πραγματική ασφάλεια προκύπτει από την οικονομική ανάπτυξη και της γρήγορης άφιξης σε ένα ΑΕΠ που να προσεγγίζει τα $10 τρισεκατομμύρια», υποστηρίζει ο Αρβίντ Παναγκάριγια, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Columbia και πρώην σύμβουλος του Μόντι. «Βασικά αυτό έκανε η Κίνα. Ποιος έπαιρνε την Κίνα στα σοβαρά πριν το 1990;»

Δισταγμοί

Μετά την ανεξαρτησία της, η Ινδία στηρίχτηκε για μεγάλο διάστημα στη Μόσχα, όχι μόνο για τον εξοπλισμό της, αλλά και για πολιτική στήριξη στα Ηνωμένα Έθνη. Η Μόσχα παρέμεινε σταθερός σύμμαχός της την περίοδο που η Ουάσινγκτον εκνεύριζε ξανά και ξανά το Νέο Δελχί, μεταξύ άλλων και προσφέροντας στήριξη στο Πακιστάν – τον εχθρό της – αλλά και επιβάλλοντάς της κυρώσεις επειδή ανέπτυξε πυρηνικά όπλα.

Παρά το γεγονός ότι οι δεσμοί με την Ουάσινγκτον έχουν αποκατασταθεί σε βαθμό που οι ΗΠΑ είναι πλέον ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ινδίας, το Νέο Δελχί παραμένει διστακτικό. Τελευταία αφορμή ήταν η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν. Η Ινδία συνέδεσε τα συμφέροντά της με την αμερικανική παρουσία στην περιοχή, μόνο και μόνο για να δει τις ΗΠΑ να εγκαταλείπουν το Αφγανιστάν στους Ταλιμπάν. Το Νέο Δελχί αντιμετωπίζει από καιρό τους τελευταίους ως αντιπροσώπους του πακιστανικού στρατού που συνεργάζεται στενά με το Πεκίνο.

Στις προσπάθειές της για «στρατηγική αυτονομία», η Ινδία έχει αργήσει να πάρει αποστάσεις από τη Μόσχα. Αν και έχει αυξήσει τις κάποτε ελάχιστες αγορές εξοπλισμού από τις ΗΠΑ στα περίπου $20 δισ. την τελευταία δεκαετία, το 60% του στρατιωτικού της εξοπλισμού προέρχεται μέχρι και σήμερα από τη Ρωσία.

«Πιστεύω ότι οι άνθρωποι στην αμερικανική κυβέρνηση κατανοούν και εκτιμούν την πολυπλοκότητα της θέσης της Ινδίας», αναφέρει στους Times ο Κένεθ Τζάστερ, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στο Νέο Δελχί. «Όμως οι φρικαλεότητες που πραγματοποιεί ο Πούτιν, θα δημιουργήσουν προκλήσεις για την Ινδία και άλλα κράτη από την άποψη ότι κάποια στιγμή θα αναγκαστούν να πάρουν μεγαλύτερες αποστάσεις από τις πράξεις του».

Στρατηγικές συμμαχίες

Η σιγουριά της ινδικής κυβέρνησης ότι η απόκλισή της από τις δυτικές πιέσεις προς τη Ρωσία δεν θα βλάψει τελικά τις σχέσεις της μαζί τους, στηρίζεται στο γεγονός ότι η Ινδία είναι σημαντικός σύμμαχος στην προσπάθεια περιορισμού της κινεζικής επεκτατικής πολιτικής.

Το Νέο Δελχί εντάχθηκε στην Quad παρά τις έντονες αντιδράσεις Ρωσίας και Κίνας, που την αντιμετωπίζουν ως μια προσπάθεια του ΝΑΤΟ να περικυκλώσει την Κίνα. Όμως η Ινδία έχει καταφέρει να κρατήσει ισορροπίες συνεχίζοντας τις αγορές εξοπλισμού από τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένου και ενός πυραυλικού αμυντικού συστήματος, παρά τις απειλές των ΗΠΑ για κυρώσεις.

Περίπου δυο εβδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι ηγέτες της Quad κάλεσαν σύνοδο κορυφής, που αντιμετωπίστηκε ως επίδειξη ενότητας, παρά το γεγονός ότι η Ινδία δεν έχει τηρήσει κοινή στάση σε ό,τι αφορά τον πόλεμο.

«Κατά την άποψη του Πενταγώνου, βρισκόμαστε σε μια πινέζα στο χάρτη της περιοχής του Ινδικού Ωκεανού», σημειώνει στους Times η Τάρα Κάρθα, που υπηρέτησε στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας της Ινδίας τις τελευταίες δυο δεκαετίες. «Δεν είμαστε στην Ευρώπη, δεν έχουμε κάποιο ρόλο να παίξουμε από άποψη σκληρών αμυντικών όρων».

Απομάκρυνση από τη Μόσχα;

Η βάναυση προέλαση της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά και το ότι, όπως όλα δείχνουν, η Μόσχα θα βγει τραυματισμένη από τον πόλεμο και τις κυρώσεις, ίσως επιταχύνουν την απομάκρυνση της Ινδίας από τη Μόσχα και οδηγήσουν σε μια διεύρυνση των αμυντικών δεσμών της με τις ΗΠΑ, σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές.

Όμως η Κάρθα θεωρεί ότι θα είναι μια αργή διαδικασία που θα απαιτήσει οι γραφειοκράτες και των δυο πλευρών να ξεπεράσουν τους ριζωμένους δισταγμούς τους. Η «βαθιά καχυποψία απέναντι στις ΗΠΑ» επιβιώνει στην ινδική γραφειοκρατία, εξαιτίας του μεγάλου διαστήματος που η χώρα θεωρούσε ότι η Ουάσινγκτον ήθελε να την πατρονάρει και ήταν αναξιόπιστη.

«Η αμερικανική γραφειοκρατία έχει πολλά “αν” και πολλά “αλλά” μέχρι να υπογράψει το οτιδήποτε, ενώ οι Ρώσοι έρχονται και σου λένε “εντάξει, ας κάνουμε συμπαραγωγή” και όλα είναι έτοιμα», εξηγεί η Κάρθα. «Αν οι ΗΠΑ δεν μπορέσουν να ξεπεράσουν την ίδια τους τη γραφειοκρατία και νοοτροπία, θα παραμείνουμε εξαρτημένοι από τη Ρωσία».