Πόλεμος στην Ουκρανία: Μια νέα γεωπολιτική της ενέργειας και οι πιθανές της συνέπειες για την Ευρώπη
Πέραν της περίφημης «αρχιτεκτονικής ασφαλείας», τεκτονικές αλλαγές συμβαίνουν και στη γεωπολιτική της ενέργειας
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, υποστηρίζει σε άρθρο του στο The Conversation ο Σκοτ Μοντγκόμερι, λέκτορας στη Σχολή Διεθνών Σπουδών Jackson του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, θα μεταμορφώσει το τοπίο της παγκόσμιας ενέργειας και τη γεωπολιτική της τελευταίας με ριζικό τρόπο. Τα κομμάτια αυτού του παζλ έχουν ήδη αρχίσει να μετακινούνται, επισημαίνει.
Ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας συνδυαστικά πετρελαίου και φυσικού αερίου, η Ρωσία διατηρεί άμεσες ενεργειακές σχέσεις με περισσότερα από 20 ευρωπαϊκά κράτη αλλά και με την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, το Βιετνάμ και άλλα. Αν προστεθούν και οι εξαγωγές άνθρακα, στο παιχνίδι μπαίνουν και άλλες δέκα χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ινδίας. Η Ρωσία αξιοποιεί αυτές τις εξαγωγές ως μοχλό πολιτικής πίεσης ήδη από τη σοβιετική περίοδο.
Όμως εισβάλλοντας στην Ουκρανία και παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο, η Ρωσία μετατράπηκε σε παρία. Οι αγοραστές της ενέργειάς της πλέον δεν ανησυχούν μόνο για τις κυρώσεις. Οι περισσότεροι αναθεωρούν την ίδια τους την εξάρτηση από τη Μόσχα. Βλέπουν τεράστιους παίκτες, όπως η BP, η Shell, η Equinor και η ExxonMobil να εγκαταλείπουν τη Ρωσία, δυνητικά αφήνοντας πίσω τους περιουσιακά στοιχεία δισεκατομμυρίων δολαρίων, έπειτα από δεκαετίες επενδύσεων.
Δεν είναι ίσως οι μόνες ρωσικές σχέσεις που κινδυνεύουν. Από το 2016, η Μόσχα συνεργάζεται με τον ΟΠΕΚ, το παγκόσμιο καρτέλ πετρελαιοπαραγωγών, με στόχο τον έλεγχο των παγκόσμιων προμηθειών πετρελαίου και των τιμών, έναντι της αμερικανικής παραγωγής σχιστολιθικού πετρελαίου. Η αποκαλούμενη «συνεργασία ΟΠΕΚ+» σημείωσε κάποια επιτυχία – όμως τώρα, με τις κυρώσεις να ωθούν τη Ρωσία στην οικονομική απομόνωση, το μέλλον της είναι αβέβαιο.
Το πιο πιεστικό ζήτημα είναι εκείνο της Ευρώπης, της κυριότερης αγοράς της Ρωσίας. Είναι προφανές ότι ο ρώσος πρόεδρος, Βλαντίμιρ Πούτιν, πιστεύει ότι οι εξαγωγές της χώρας του είναι υπερβολικά σημαντικές ώστε να γίνουν στόχος κυρώσεων, με αποτέλεσμα ο ενεργειακός τομέας της Ρωσίας να είναι τόσο πολύτιμος ώστε να παραμένει ασφαλής από επιθέσεις. Ο Μοντγκόμερι θεωρεί, ωστόσο, ότι αυτή η εκτίμηση στην καλύτερη περίπτωση έχει κάποια σχέση με την αλήθεια.
Όπως τονίζει, πέραν της εξόδου διεθνών πετρελαιοβιομηχανιών, υπήρξε και μαζική απομάκρυνση της επενδυτικής στήριξης προς τις ρωσικές εταιρείες στον κλάδο της ενέργειας. Ο ιδιωτικός τομέας, με άλλα λόγια, λειτουργεί από μόνος του στην ίδια λογική με τις κυρώσεις. Και η στρατηγική του Πούτιν, εκτιμά ο Μοντγκόμερι, θα αποτύχει και εξαιτίας άλλων παραμέτρων.
Φεύγοντας από τη Ρωσία, οι δυτικές εταιρείες ενέργειας στερούν από το ρωσικό ενεργειακό τομέα τα απολύτως αναγκαία κεφάλαια και την εξειδίκευσή τους. Η Ιταλία, αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο του The Conversation, έχει ήδη παγώσει δάνειο για ένα νέο τερματικό εξαγωγών φυσικού αερίου στη ρωσική Αρκτική. Και μακροπρόθεσμα, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει οδηγήσει σε επιτάχυνση της μετάβασης της Ευρώπης στην πράσινη ενέργεια – και σίγουρα την απομάκρυνσή της από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Οι επιλογές της Ευρώπης
Μακροπρόθεσμα, φυσικά, η Ευρώπη δεν είναι εύκολο να αντικαταστήσει τα ρωσικά καύσιμα. Όμως, σημειώνει ο Μοντγκόμερι, επιλογές υπάρχουν. Σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο, οι κυριότερες είναι τρεις και απαιτείται η ταυτόχρονη ενεργοποίησή τους.
- Αποκατάσταση της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν, μια προτεραιότητα στην εξωτερική πολιτική του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν. Η επαναφορά της συμφωνίας, που πρόσφερε στο Ιράν κάποια ανακούφιση από τις κυρώσεις με αντάλλαγμα τον περιορισμό των δραστηριοτήτων του με τα πυρηνικά όπλα, θα επέτρεπε στο Ιράν να ρίξει στην παγκόσμια αγορά από 1,2 εκατ. έως και 1,5 εκατ. βαρέλια πετρελαίου την ημέρα, εντός του έτους.
Το Ιράν ήδη γεμίζει τάνκερ περιμένοντας το πράσινο φως. Δεν θα καταλήξει όλο το πετρέλαιό του στην Ευρώπη, όμως αρκεί το μισό για να αντικαταστήσει περίπου το 30% των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου που αυτή τη στιγμή κυμαίνονται περίπου στα 2,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα. - Αύξηση της παραγωγής και των εξαγωγών αμερικανικού πετρελαίου. Πρόκειται για κάτι που συμβαίνει ήδη, εξαιτίας της αύξησης της τιμής του βαρελιού πάνω από τα $90. Όμως οι εταιρείες κινούνται με επιφύλαξη, προκειμένου να αποφύγουν την υπερπαραγωγή που θα προκαλούσε κατάρρευση των τιμών και ίσως ακόμη και χρεοκοπίες.
Οι ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να επιταχύνουν την αύξηση της παραγωγής μέσα από την παροχή φοροελαφρύνσεων ή άλλων κινήτρων για γεωτρήσεις σε ομοσπονδιακές εκτάσεις. Βάσει της πρόσφατης ιστορίας, ο Μοντγκόμερι εκτιμά ότι η παραγωγή των ΗΠΑ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 1 εκατ. με 1,2 εκατ. βαρέλια την ημέρα καλύπτοντας άλλο ένα 30% των ευρωπαϊκών εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου. - Άσκηση πίεσης στη Σαουδική Αραβία για αύξηση της παραγωγής. Μέχρι στιγμής οι προσπάθειες αυτές δεν έχουν αποδώσει, όμως ίσως ο πόλεμος στην Ουκρανία να αλλάξει τα δεδομένα. Εκτιμάται ότι ο ΟΠΕΚ, υπό την ηγεσία των Σαουδαράβων, καθημερινά έχει πλεόνασμα παραγωγής πετρελαίου της τάξης των 3,7 εκατ. και 5 εκατ. βαρελιών. Μια αύξηση της τάξης των 1,5 εκατ. βαρελιών την ημέρα, θα ήταν ικανή να καλύψει άλλο ένα 40% των ευρωπαϊκών εισαγωγών.
Από το φθινόπωρο του 2021, ο ΟΠΕΚ έχει περιορίσει την παραγωγή, ενώ ταυτόχρονα ισχυρίζεται ότι την έχει αυξήσει. Η στρατηγική αυτή φαίνεται πως έχει σχεδιαστεί για να διατηρούνται οι τιμές σε υψηλά επίπεδα, αλλά και για να μην εκνευριστεί η Ρωσία. Ωστόσο, οι υπολογισμοί του ΟΠΕΚ ίσως αλλάξουν, δεδομένου του διαρκώς μειούμενου κύρους της Ρωσίας, και του γεγονότος ότι οι σταθερά υψηλές τιμές του πετρελαίου δημιουργούν ζήτηση για εναλλακτικές λύσεις.
Φυσικό αέριο
Η Ευρώπη, ωστόσο, εξαρτάται πολύ περισσότερο από το φυσικό αέριο από ό,τι από το πετρέλαιο της Ρωσίας. Και πάλι, ο Μοντγκόμερι θεωρεί ότι λύσεις υπάρχουν. Όπως τονίζει, μέχρι και το 2019 η Ρωσία παρέδιδε στην ΕΕ και τη Βρετανία κάθε μέρα περίπου 16 τρισεκατομμύρια BTU φυσικού αερίου, κυρίως μέσω αγωγού.
Τότε η Gazprom, η κρατική ρωσική εταιρεία, άρχισε να περιορίζει τη ροή, προκαλώντας ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη. Στόχος της Ρωσίας ήταν να αναγκάσει την ΕΕ να δώσει έγκριση το νέο αγωγό, Nord Stream 2, και να αποτρέψει πιθανές κυρώσεις στην ενέργεια.
Για να βοηθήσουν την Ευρώπη να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση, αμερικανικές εταιρείες απέστειλαν 60 πλοία με υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Απουσία κάποιας ανατροπής, η Ευρώπη αυτή τη στιγμή έχει επαρκή αποθέματα φυσικού αερίου για να βγάλει την άνοιξη χωρίς να εξαρτάται υπερβολικά από τη Ρωσία. Στο μεταξύ μπορεί να βρει κάποια βοήθεια από εξαγωγείς ηλεκτρικού ρεύματος εντός της Ευρώπης, αν είναι σε θέση να το ανακατευθύνουν σε γείτονες με υπερβολικά υψηλή εξάρτηση από τη Ρωσία.
Δεδομένων των συμβάσεων φυσικού αερίου που έχουν συνάψει με την Ασία, οι ΗΠΑ δεν έχουν τη δυνατότητα επαρκούς αύξησης των εξαγωγών τους ώστε να αντικαταστήσουν τις ρωσικές προμήθειες. Όμως αναμένεται αλλαγή αυτής της εικόνας: η μέγιστη δυνατότητα εξαγωγών των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα αυξηθεί στα 14 τρισεκατομμύρια BTU καθημερινά το 2022 και 16,5 τρισεκατομμύρια BTU καθημερινά μέχρι το 2024.
Σχέδια αύξησης των εξαγωγών τους κάνουν και άλλα κράτη. Το Κατάρ έχει σκοπό να αυξήσει τα περιθώριά του σημαντικά έως το 2027. Κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Αφρική, την Παπούα Νέα Γουινέα και την Ανατολική Μεσόγειο θα εξασφαλίσουν νέα τερματικά LNG.
Τίποτα από όλα αυτά δεν αρέσει στη Ρωσία, που αποστέλλει το 70% των εξαγωγών αερίου της σε κράτη της ΕΕ. Μελλοντικά, τα ευρωπαϊκά κράτη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν δασμούς για να αυξήσουν το κόστος. Ταυτόχρονα, αν και η Κίνα έχει υπογράψει νέες συμφωνίες πετρελαίου και φυσικού αερίου με τη Ρωσία, οι ηγέτες στο Πεκίνο δεν σκοπεύουν να λειτουργήσουν ως βοηθοί στα ενεργειακά σχέδια του Πούτιν. Αντ’ αυτού, ο Μοντγκόμερι εκτιμά ότι οι Κινέζοι θα συνεχίσουν να κρατούν μοιρασμένες τις ενεργειακές τους εξαρτήσεις.
Μακροπρόθεσμη ενεργειακή ασφάλεια
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει μπετονάρει την υποστήριξη προς την επιτάχυνση της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας. Το τεράστιο πρότζεκτ έχει στόχο να καταστήσει την ήπειρο κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050, θέτοντας τις κλιματικές ανησυχίες στο επίκεντρο της ενεργειακής πολτικής.
Το σχέδιο, που εγκρίθηκε το 2020, περιλαμβάνει ένα πακέτο μέτρων γνωστών ως «Καθαρή Ενέργεια για Όλους τους Ευρωπαίους» που έχουν σχεδιαστεί με στόχο την ενσωμάτωσή τους στη νομοθεσία των κρατών-μελών. Το σχέδιο καλύπτει κάθε σημαντικό τομέα ενεργειακής χρήσης, από την αποδοτικότητα των κτιρίων, μέχρι τις αγορές ενέργειας, με την έμφαση να δίνεται στη μετάβαση σε πηγές ενέργειας με χαμηλό ή μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα.
Οι μάχες για τις εθνικές ενεργειακές πολιτικές μέχρι στιγμής σημειώνουν αργή πρόοδο. Ορισμένοι παρατηρητές αντέδρασαν έντονα το 2021, όταν η ΕΕ συμφώνησε να ταξινομήσει την πυρηνική ενέργεια ως «καθαρή ενέργεια χαμηλού άνθρακα». Πρόσφατα, η Γαλλία ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει τη δημιουργία άλλων έξι έως 14 προηγμένων αντιδραστήρων για να βελτιώσει την ενεργειακή της ασφάλεια και να διατηρήσει χαμηλά τις εκπομπές άνθρακα.
Η λύση, υποστηρίζει ο Μοντγκόμερι, είναι η ΕΕ να απομακρυνθεί με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα από τα ορυκτά καύσιμα και να στραφεί στις ΑΠΕ, την πυρηνική ενέργεια και το πράσινο υδρογόνο. Η απανθρακοποίηση προσφέρει έναν εναλλακτικό δρόμο προς την ενεργειακή ασφάλεια και μπορεί να ωφεληθεί από την ενότητα που επιδεικνύει η ΕΕ ενώπιον του πολέμου.
- Βιτόρια: «Υπάρχει κόπωση, αλλά οι παίκτες έχουν πολύ μεγάλο κίνητρο»
- Χαρίτσης: Έξι χρόνια μετά το τέλος των μνημονίων η κυβέρνηση επιμένει σε εφαρμογή μνημονιακών μέτρων
- Βλαντίμιρ Πούτιν: Υπόσχεται ακόμη περισσότερες «καταστροφές» στην Ουκρανία μετά την επίθεση στο Καζάν
- Στη Βαρβάκειο ο Κασσελάκης – Τι συζήτησε με εμπόρους και καταναλωτές
- Χριστουγεννιάτικο δέντρο: Το μεγαλύτερο του κόσμου έχει ύψος 750 μέτρα και αποτελείται μόνο από λαμπάκια
- Τρία «Σ» για το 2025