Γαλλία – εκλογές με το βλέμμα στον δεύτερο γύρο, όμως η ιστορία ποτέ δεν επαναλαμβάνεται πλήρως
Παρότι οι γαλλικές προεδρικές εκλογές της 10ης Απριλίου μοιάζουν να οδεύουν σε μια επανάληψη των εκλογών του 2017, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς ίδια
Το τελευταίο διάστημα ο Εμανουέλ Μακρόν έχει αναγκαστεί κάπως να κατέβει από την «Ολύμπια» θέση που συχνά διεκδικεί για τον εαυτό ως ηγέτη με παγκόσμια εμβέλεια – ας μην ξεχνάμε ότι η Γαλλία υποστηρίζει τη μόνιμη θέση που έχει στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με τη δική της πυρηνική αποτρεπτική δύναμη.
Έτσι αντί να συνομιλεί με το Βλαντιμίρ Πούτιν και άλλους ηγέτες ή να προσπαθεί να βρει μια ειρηνική λύση στην Ουκρανική κρίση βρίσκεται υποχρεωμένος να ασχολείται με θέματα όπως η ακρίβεια ή να απαντάει στο γιατί η αμερικανική εταιρεία συμβούλων McKinsey έχει πάρει τόσες πολλές «δουλειές» από τη δική του κυβέρνηση.
Και αυτό γιατί την Κυριακή η Γαλλία έχει τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και το ερώτημα είναι η «υπερβατική» – «ούτε δεξιά, ούτε αριστερά» – εκδοχή Κέντρου με την οποία άλλαξε τους όρους του γαλλικού πολιτικού σκηνικού θα μπορέσει να συνεχίσει να ασκεί τη διακυβέρνηση.
Ο Μακρόν αντιμέτωπος με τη φθορά της καθημερινότητας
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ενώ ο Μακρόν είχε φτάσει μέχρι τα μέσα Μαρτίου σε μια δημοσκοπική κορύφωση που παρέπεμπε σε ένα ποσοστό στον πρώτο γύρο που άγγιζε ή και ξεπερνούσε το 30%, στη συνέχεια είχε μια συνεχιζόμενη πρώτη που τώρα τον φέρνει να κινείται γύρω στο 27%.
Αυτό έχει να κάνει ακριβώς με τον τρόπο που το ξεδίπλωμα της προεκλογικής εκστρατείας έχει φέρει στο επίκεντρο τα θέματα που αφορούν την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των εκλογέων και αυτό ενισχύει την αποτίμηση μιας ορισμένης δυσαρέσκειας.
Ας μην ξεχνάμε ότι ο Μακρόν είχε αντιμετωπίσει νωρίς το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» που άφησε αρκετά βαθιά ίχνη, ενώ αργότερα αντιμετώπισε και αρκετές μεγάλες διαμαρτυρίες για τον τρόπο που χειρίστηκε πλευρές της πανδημίας, με αποκορύφωμα τις αντιδράσεις για το «υγειονομικό διαβατήριο» που καθιέρωσε κατά τα πρότυπα και άλλων χωρών.
Επιπλέον, παρότι ο Μακρόν κατάφερε να αποφύγει τον κίνδυνο η πανδημία να μετατραπεί σε κοινωνική κρίση, εντούτοις όλα τα ζητήματα για το μέλλον του γαλλικού «κοινωνικού κράτους» παραμένουν ανοιχτά σε μια συγκυρία αυξημένης ανασφάλειας, που εκτός όλων των άλλων συνεχίζει να τροφοδοτεί ξενοφοβικά και ισλαμοφοβικά αντανακλαστικά.
Πάντως οι ψηφοφόροι, όταν ερωτώνται από τους δημοσκόπους, τον κατηγορούν ότι πια δεν σκέπτεται τους απλούς ανθρώπους και τα προβλήματά τους.
Η Λεπέν κρατάει την ηγετική θέση μέσα στην Ακροδεξιά
Στην αρχή της πορείας προς τις εκλογές, η Μαρίν Λεπέν φάνηκε να χάνει τον κυρίαρχο ρόλο στη γαλλική Ακροδεξιά. Ο Ερίκ Ζεμούρ, φιγούρα οικεία στη Γαλλία, εξαιτίας της μακράς τηλεοπτικής παρουσίας του, φάνηκε να διεκδικεί να της πάρει τα σκήπτρα και μάλιστα με μια ρητορική που έμοιαζε με επιστροφή στην «καθαρή γραμμή» του πατέρα της Ζαν Μαρί Λεπέν σε συνδυασμό με στοιχεία από τη «συνταγή Τραμπ». Όμως, στη διαδρομή φάνηκε ότι η Λεπέν και ο Εθνικός Συναγερμός όπως ονομάζεται το «αναμορφωμένο» Εθνικό Μέτωπο έχουν το πάνω χέρι στην ακροδεξιά – και πλέον μετά την εκλογική κατάρρευση του γκωλισμού και στην δεξιά γενικότερα. Και βέβαια παρότι προσπαθεί να εμφανιστεί ως τμήμα του πολιτικού mainstream, στην πραγματικότητα διατηρεί τον πυρήνα μιας πολύ σκληρής ακροδεξιάς και συχνά φασίζουσας τοποθέτησης.
Αυτή τη στιγμή οι δημοσκοπήσεις δίνουν στη Λεπέν πάνω από 22%, δηλαδή πάνω από το ποσοστό της στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2017 που ήταν 21,3%.
Αντίθετα, ο Ζεμούρ, παρά την εντυπωσιακή εκκίνηση που είχε και το γεγονός ότι στην αλλαγή της χρονιάς φαινόταν να προηγείται μιας «ισομοιρασμένης» ακροδεξιάς ψήφου, τελικά δεν δείχνει ικανός να κινηθεί πέραν του 10%.
Βεβαίως, σε μιαν άλλη ανάγνωση το πάνω από 33% που είναι το δημοσκοπικό άθροισμα της Λεπέν και του Ζεμούρ, αποτυπώνει έναν πολύ ισχυρό πόλο της Ακροδεξιάς στη γαλλική κοινωνία και μια αυξημένη πολιτική και κοινωνική διαίρεση.
Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι και η υποψήφια των πάλαι ποτέ γκωλικών Βαλερί Πεκρές, που δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά και κινείται δημοσκοπικά κάτω του 9%, στην πραγματικότητα επέλεξε να κάνει μια προεκλογική εκστρατεία στηριγμένη σε μια ακροδεξά ρητορική, ιδίως σε θέματα όπως το μεταναστευτικό, φτάνοντας μέχρι του σημείου να ζητήσει να «εξαλειφθούν οι ζώνες της μη-Γαλλίας».
Γι’ αυτόν τον λόγο και αρκετοί αναλυτές έχουν υπογραμμίσει εδώ και καιρό ότι ανεξαρτήτως εκλογικής απήχησης, η ακροδεξιά έχει καταφέρει σε σημαντικό βαθμό να επιβάλει στη γαλλική πολιτική συζήτηση πλευρές της δικής της ατζέντας.
Η ηγεμονία του Μελανσόν στην Αριστερά
Στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς (που στη Γαλλία θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνει και τους Σοσιαλιστές) κυριαρχεί η υποψηφιότητα του Ζαν Λουκ Μελανσόν.
Ο υποψήφιος της «Ανυπότακτης Γαλλίας» όπως ονομάζεται ο πολιτικός σχηματισμός του έχει μια ανοδική πορεία τις τελευταίες μέρες και μάλιστα διεκδικεί να είναι αυτός που θα περάσει στον δεύτερο γύρο, αν και προς το παρόν αυτό φαίνεται κάπως δύσκολο.
Πάντως οι δημοσκοπήσεις τον έχουν πάνω από 16%, ποσοστό υψηλό, γιατί μπορεί να είναι χαμηλότερο από το 19,58% που είχε πάρει στις προεδρικές εκλογές του 2017, όμως τότε είχε την υποστήριξη και του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, που φέτος επέλεξε να κατεβάσει τον δικό του υποψήφιο, τον Φαμπιέν Ρουσέλ, που όμως κινείται γύρω στο 3% χωρίς να έχει μπορέσει να δημιουργήσει μια καλύτερη δυναμική.
Ο ίδιος ο Μελανσόν, που έχει κάνει μια ιδιαίτερα ενεργητική προεκλογική καμπάνια, επενδύει στον τρόπο που έχει κάνει μια συνολική αντιπολίτευση στον Μακρόν σε όλα τα επίπεδα, στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, στην αντίθεση στον αυταρχισμό και στην επιμονή σε μια εξωτερική πολιτική που να μην ταυτίζεται με τις επιλογές του ΝΑΤΟ.
Από εκεί και πέρα η υποψήφια των Σοσιαλιστών, Αν Ινταλγκό, δείχνει ότι το κόμμα της είναι με πια σκιά του εαυτού του, αφού δημοσκοπικά κινείται γύρω στο 2%. Αντιθέτως, ο Γιανίκ Ζαντό των Οικολόγων κινείται λίγο πάνω από το 5%, ποσοστό καλό σε σχέση με τις επιδόσεις του κόμματός του, αν και πίσω από την αρχική φιλοδοξία του να συνενώσει την ευρύτερη Αριστερά.
Επανάληψη του 2017;
Οι δημοσκοπήσεις παραπέμπουν σε μια επανάληψη του σεναρίου του 2017 στον πρώτο γύρο. Δηλαδή, πρωτιά για τον Μακρόν και δεύτερη θέση για την Λεπέν.
Αυτό γεννά και το ερώτημα εάν ο δεύτερος γύρος θα είναι μια επανάληψη του δεύτερου γύρου του 2017, δηλαδή εάν στους ψηφοφόρους θα υπάρξει ένα αντανακλαστικό που θα προσπαθήσει να ανακόψει τυχόν άνοδο της Ακροδεξιάς στην εξουσία, όπως είχε γίνει το 2017 όταν η Λεπέν στον δεύτερο γύρο έφτασε μόλις στο 33,9%, ή εάν αντίθετα θα υπάρξει μια δυναμική «δεξιάς συσπείρωσης» γύρω από την υποψήφια της Ακροδεξιάς, οπότε θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη απήχηση.
Οι δημοσκοπήσεις πάντως που έχουν γίνει για ενδεχόμενη αναμέτρηση στον δεύτερο γύρο ανάμεσα στον Μακρόν και την Λεπέν, παραπέμπουν σε μια τελική κατίσχυση του πρώτου, όχι όμως απαραίτητα με τα χαρακτηριστικά του 2017 και μάλλον με σημαντικά μικρότερη διαφορά καθώς τις τελευταίες μέρες η ενδεχόμενη ψήφος στη Λεπέν στον δεύτερο γύρο έχει κινηθεί ακόμη και πάνω από το 45%.
Βεβαίως, αυτό το ενδεχόμενο αποτυπώνει ακριβώς και την ισχυροποίηση τελικά μιας δεξιάς λογικής στη γαλλική κοινωνία και κατ’ επέκταση πολιτική σκηνή.
- Ελλάδα – Μεγάλη Βρετανία 77-67: Αρχηγού παρόντος, έκανε το καθήκον της η Εθνική
- Κατάμεστο το «Γ. Καραϊσκάκης» – Εντυπωσιακή ατμόσφαιρα από τον κόσμο του Ολυμπιακού (pic & vid)
- Ο Μαρέσκα… απέλυσε τον Κούπερ
- Τουρκία-Ισραήλ: Ράγισε όντως το γυαλί στις σχέσεις τους;
- Ζελένσκι: «Η Ρωσία συνεχίζει τις προσπάθειες να σκορπίσει φόβο και πανικό»
- Ο Φρέντι Μέρκιουρι επιβεβαίωσε ότι ήταν θετικός στον ιό HIV μια ημέρα πριν πεθάνει