Η Οδησσός δημιουργήθηκε στη θέση αρχαίας ελληνικής αποικίας μετά το τέλος του 2ου Ρωσοτουρκικού Πολέμου και τη Συνθήκη του Ιασίου.

Η Αικατερίνη της Ρωσίας αντελήφθη τη σπουδαία γεωστρατηγική της θέση και τα πλεονεκτήματα της περιοχής ως γέφυρας επικοινωνίας της Δύσης με την Ανατολή, καθώς και του λιμένος στη Μαύρη Θάλασσα για την ανάπτυξη του εμπορίου.

Το όνομα Έλληνας στην Οδησσό ήταν συνώνυμο του ονόματος έμπορος

Έλληνες από τις τουρκοκρατούμενες περιοχές, από την Ήπειρο, τη Μακεδονία, τα νησιά έφθασαν γρήγορα στην Οδησσό. Αρχικά ήταν μικρός ο αριθμός τους, δεν υπερέβαινε το 10% του συνολικού πληθυσμού, σύντομα όμως ανέπτυξαν πλούσια επαγγελματική και κοινωνική δράση.

Σημαντικά στοιχεία για τους Έλληνες στην Οδησσό παραχώρησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων «Οι Ζωσιμάδες», προϊόν πολύχρονων ιστορικών ερευνών, στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο πόνημα «Ο Ελληνισμός της Ρωσίας και η προσφορά του στο Έθνος – Η συμβολή των Ηπειρωτών εμπόρων – ευεργετών και δασκάλων του Γένους».

Οι έλληνες μετανάστες ασχολήθηκαν με διάφορα επαγγέλματα, όπως αρτοποιεία, εστιατόρια, βυρσοδεψεία, κλωστήρια, υφαντήρια, χρηματιστήριο, τράπεζες. Επίσης, είχαν ανοίξει κουρεία και καφενεία, τα οποία έγιναν χώροι συζητήσεων και μετάδοσης ειδήσεων.

Από την πρώτη στιγμή που ασχολήθηκαν με το εμπόριο, οι Έλληνες της Οδησσού επινόησαν τρόπους αντιμετώπισης των διαφόρων προβλημάτων και ακολούθησαν πετυχημένες μεθόδους προώθησης των προϊόντων τους σε Ανατολή και σε Δύση. Γρήγορα αναδείχθηκαν σε μεγάλους εμπόρους σε διεθνές επίπεδο. Στη συνέχεια οι έμποροι έγιναν πλοιοκτήτες και δημιούργησαν έναν αξιοθαύμαστο ελληνικό εμπορικό στόλο.

Η ελληνική κοινότητα παρουσίασε ραγδαία εξέλιξη. Δημιουργήθηκαν σπουδαίοι εμπορικοί οίκοι. Σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία, από τις 57 μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις που υπήρχαν στην Οδησσό το 1835, οι 20 ήταν ελληνικές.

Ο ιερός ναός της Αγίας Τριάδας, η εκκλησία των Φιλικών

Το πρώτο μέλημα των Ελλήνων της Οδησσού ήταν η οικοδόμηση ορθόδοξης ελληνικής εκκλησίας. Η οικοδόμηση ξεκίνησε το 1795 και ολοκληρώθηκε το 1807, με την οικονομική συμβολή των ελλήνων εμπόρων, ενώ η Τσαρική Αυλή προσέφερε πλούσια δώρα για τον εσωτερικό διάκοσμο της εκκλησίας.

Η εκκλησία της Αγίας Τριάδας στην Οδησσό ήταν η μοναδική ορθόδοξη εκκλησία που προσέλαβε ιερότητα, διότι σε αυτήν την εκκλησία εκκλησιάζονταν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, γι’ αυτό και είχε ονομαστεί και «Εκκλησία των Φιλικών».

Επί 50 χρόνια, από το 1821 έως το 1871, η Αγία Τριάδα φιλοξένησε το σκήνωμα του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’, μετά τον απαγχονισμό του από τους Τούρκους στην Κωνσταντινούπολη. Η κηδεία του Πατριάρχη με εντολή του τσάρου Αλεξάνδρου ήταν μεγαλοπρεπής και έγινε στις 17 Ιουνίου 1821 με μεγάλη συμμετοχή του λαού στο φρούριο της πόλης.

Στα πολεμικά πλοία είχαν υψωθεί πένθιμες σημαίες και τον επικήδειο εκφώνησε ο γνωστός λόγιος κληρικός, διαπρεπής ρήτορας και θεολόγος Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων, ο οποίος έφθασε στην Οδησσό από την Κωνσταντινούπολη, όπου υπηρετούσε ως ιεροκήρυκας στο Πατριαρχείο.

Στον περίβολο της εκκλησίας της Αγίας Τριάδας ετάφησαν επιφανείς Έλληνες της Οδησσού, όπως ο εθνικός ευεργέτης Γρηγόριος Μαρασλής και ο έμπορος Θεόδωρος Ροδοκανάκης.

Η ελληνική παιδεία στην Οδησσό

Οι Έλληνες της Οδησσού φρόντισαν και για την ίδρυση σχολείου, με αποτέλεσμα η πόλη να καταστεί φυτώριο ελληνικής παιδείας με σπουδαία εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Οι πλούσιοι έμποροι της Οδησσού διέθεταν κατά καιρούς σημαντικά χρηματικά ποσά για τη δημιουργία οργανωμένων σχολείων, ώστε οι νέοι να αποκτήσουν τη γνώση για την προώθηση των δραστηριοτήτων της κοινότητας, αλλά και ταυτόχρονα να έχουν μια ουσιαστική μόρφωση για την προετοιμασία του Γένους στον αγώνα για την ανεξαρτησία του.

Το Σεπτέμβριο του 1817 εγκαινιάστηκε επίσημα η Ελληνική Εμπορική Σχολή, η οποία από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας της παρουσίασε την εικόνα ενός εθνικού ελληνικού εκπαιδευτικού ιδρύματος, με ευρύ εκπαιδευτικό πρόγραμμα, ενώ αποτέλεσε ορόσημο στην ιστορία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού.


Το εκπαιδευτικό έργο της Σχολής αναβάθμισε η λειτουργία του δικού της τυπογραφείου, καθώς οι μαθητές εξοικειώθηκαν με το βιβλίο και το διάβασμα.

Η Σχολή στελεχώθηκε με δασκάλους που διέθεταν ευρύτατη μόρφωση, εργάζονταν με πολύ μόχθο και παραδειγματική επιμέλεια, με βασικό στόχο το φωτισμό του Γένους.

Ανάμεσα σε αυτούς που ξεχώρισαν με τη διδασκαλία και το ζήλο τους ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος. Ρώσος συγγραφέας που επισκέφθηκε τη Σχολή το 1819 αναφέρει μεταξύ άλλων για τον Γεώργιο Γεννάδιο: «…μετέτρεπε τη σχολική έδρα σε Πνύκα του Δημοσθένη, εκφωνώντας παθιασμένους φιλιππικούς εναντίον των βαρβάρων που έπνιγαν την ελληνική πατρίδα και συγκινούσε μέχρι δακρύων την καρδιά των ακροατών του..»

Η Ελληνική Εμπορική Σχολή της Οδησσού λειτούργησε επί 100 χρόνια, μέχρι το 1917

Εξάλλου, η ελληνική κοινότητα στην Οδησσό διαπίστωσε την έλλειψη παρθεναγωγείου. Η ιδέα ωρίμασε με την ίδρυση της Ελληνικής Αγαθοεργού Κοινότητας, στο διοικητικό συμβούλιο της οποίας συμμετείχαν ο Γρηγόριος Μαρασλής και ο Θεόδωρος Ροδοκανάκης.

Έπειτα από συσκέψεις και την εξασφάλιση αδειών για την ίδρυση του σχολείου, ξεκίνησε το 1872 η λειτουργία του, στην οικία του Μαυροκορδάτου. Λίγο αργότερα ο μεγαλέμπορος Ροδοκανάκης εξασφάλισε οικονομική βοήθεια και στον περίβολο του ναού της Αγίας Τριάδας χτίστηκε το σχολείο.

Με ομόφωνη απόφαση των μελών της κοινότητας ονομάστηκε Ροδοκανάκειο Εκπαιδευτήριο.

Τη διεύθυνση του παρθεναγωγείου άσκησε επί δύο χρόνια η δημοσιογράφος και συγγραφέας Καλλιρρόη Παρρέν. Στις μαθήτριες του παρθεναγωγείου, όταν αποφοιτούσαν, χορηγούνταν απολυτήρια τα οποία το ελληνικό κράτος αναγνώριζε ως ισάξια των γυμνασίων που λειτουργούσαν τότε στην Αθήνα.

(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)