Η αμηχανία της εγχώριας Ακροδεξιάς
Οι εκπρόσωποί της δεν έχουν κάθε φορά παρά να «ακολουθήσουν το ρεύμα»: να κοπιάρουν και να μηρυκάσουν όποια εμμονή ή προκατάληψη είναι κυρίαρχη στο target group κατά τη δεδομένη χρονική συγκυρία.
Συνήθως η εγχώρια Ακροδεξιά δεν χαρακτηρίζεται από αμηχανία. Τουναντίον, θα λέγαμε, η αλαζονεία της είναι διαχρονικά αντιστρόφως ανάλογη προς το αχαμνό εκλογικό της ανάστημα. Το παράδοξο έχει την εξήγησή του. Πανθομολογουμένως το target group των ψηφοφόρων στο οποίο σταθερά απευθύνεται και το οποίο εξίσου σταθερά ανταποκρίνεται στο «αφήγημά» της (ο σκληρός πυρήνας, με άλλα λόγια, των ακροδεξιών στην Ελλάδα) δεν διακρίνεται για την αναλυτική του ικανότητα.
Οι εκπρόσωποί της δεν έχουν κάθε φορά παρά να «ακολουθήσουν το ρεύμα»: να κοπιάρουν και να μηρυκάσουν όποια εμμονή ή προκατάληψη είναι κυρίαρχη στο target group κατά τη δεδομένη χρονική συγκυρία. Τι εξοργίζει και τι ικανοποιεί ένα target group με την κρίση του αποξηραμένη, εσαεί δέσμιο του θυμικού του; Του το σερβίρεις να το καταπιεί αμάσητο κι ευελπιστείς ότι θα σε θυμηθεί στην κάλπη. Ευκολάκι.
Τα προβλήματα ξεκινούν για την εγχώρια Ακροδεξιά από την ώρα και τη στιγμή που ψηλώνουν οι φιλοδοξίες της. Προσάναμμα των φιλοδοξιών της είναι η ζήλια, το σαράκι που τρώει τα σωθικά της: γιατί οι ξένοι ακροδεξιοί να προκόβουν, ορισμένοι μάλιστα να κατακτούν και την εξουσία, ενώ οι δικοί μας καρκινοβατούν διαρκώς ανάμεσα στην είσοδο και στον αποκλεισμό τους από το Κοινοβούλιο;
Κρίμα κι άδικο. Προκειμένου να αναδείξουν την αδικία στο target group τους και, ει δυνατόν, να το διευρύνουν, ακολουθούν την αθάνατη τακτική «δια της προσκολλήσεως» ή, επί το λαϊκότερον, «ποιος είναι αυτός δίπλα στον Πάπα»: ανασύρουν όποια φωτογραφία ή όποιο βίντεο απαθανάτισε τη χειραψία τους με τη Λεπέν, τον Σαλβίνι ή τον Ορμπαν, κατά την πιο πρόσφατη σύνοδο των απανταχού ακροδεξιών μορφωμάτων, και διανθίζουν την ανεκδοτολογική τους αναπόληση με επινοήσεις φαντασιακής οικειότητας: «Τότε έσκυψε και μου είπε η Μαρίν», «ο Ματέο είναι έξω καρδιά», «ο Βίκτορ είναι παρεξηγημένος»…
Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, διαδέχτηκε την άνεση η ανασφάλεια: εκεί που κοκορευόσουν για τη στενή σου σχέση με την τάδε ή τη δείνα ακροδεξιά σελέμπριτι, το σκέφτεσαι δύο και τρεις φορές αν θα πρέπει να τη δημοσιοποιήσεις ή, ακόμη χειρότερα, αν θα πρέπει να μπεις καν στον κόπο να την επινοήσεις προτού τη δημοσιοποιήσεις.
Για όλα φταίει ο Πούτιν. Πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, διακήρυττες με καμάρι ότι είσαι πουτινόφιλος, είτε ήσουν τηλεπωλητής με κονέ τον Ναζωραίο είτε ηγούμενος στο Αγιον Ορος. Τώρα, και ο Πούτιν αυτοπροσώπως να σε χαιρετήσει στον δρόμο, μάλλον θα σπεύσεις να τον βάλεις στη θέση του: «Ποιος είστε, κύριε, σας ξέρω;». Οταν βλέπεις την ίδια τη Μαρίν Λεπέν να καταχωνιάζει τις φωτογραφίες της με τον στούμπο γίγαντα, λες και θα τις ανέβαζε κανένα πορνοσάιτ, με τι κουράγιο να εξακολουθήσεις εσύ, ο ταπεινός Βαλκάνιος, να διατρανώνεις το πάθος σου για την αυταρχική φινέτσα του ρώσου ολετήρα;
Τα σκάγια παίρνουν και τον Ορμπαν. Κάποια εποχή, όχι και τόσο μακρινή, έπινες νερό στο όνομά του. Μπορεί κατόπιν να ενημερώθηκες για τα θερμά αισθήματα που έτρεφε ο Ορμπαν για το VMRO, το αδιάλλακτο εθνικιστικό κόμμα του «ακατονόμαστου» βόρειου γείτονα, αλλά φρόντισες να μην τα πληροφορηθούν οι ψηφοφόροι σου (είπαμε, δεν είναι σαΐνια) και, σε κάθε περίπτωση, μια κάρτα, ένα γράμμα, ένα τηλεγράφημα θα του έστελνες τις προάλλες ώστε να τον συγχαρείς για την περήφανη νίκη του στις ουγγρικές εκλογές. Εφόσον όμως πρόλαβε και τον συνεχάρη ο Πούτιν, καλύτερα να στείλεις τα δικά σου συγχαρητήρια με σύννεφα καπνού ή και καθόλου. Κλάφ’ τα, Χαράλαμπε. Φίσκα τα είδωλά σου στις τοξίνες.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις