Ντόναλντ Τραμπ: Διεκδικεί ρόλο ηγέτη από το «στρατηγείο» του στο Mar-a-Lago
Από το στρατηγείο του στη Φλόριντα ο Ντόναλντ Τραμπ εξακολουθεί να επηρεάζει τα πράγματα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα
To Mar-a-Lago ξεκίνησε την ζωή του ως μια εξαιρετικά πολυτελής έπαυλη έφτιαξε τη δεκαετία του 1920 η Μάρτζορι Μερινγουέδερ Ποστ, κληρονόμος της εταιρείας δημητριακών Post Cereals. Τη σχεδίαση η Μάριον Σιμς Γουάιεθ, μια αρχιτέκτονας που ευθύνεται για πολλές από τις επαύλεις της χρυσής εποχής του Παλμ Μπιτς της Φλόριντα και το εσωτερικό του διαμορφώθηκε από τον Joseph Urban έναν από του βασικούς εκπροσώπους του αμερικανικού Αrt Deco, υπεύθυνου εκτός των άλλων και για πλήθος θεατρικών σκηνικών.
Χαρακτηρισμένο ήδη από το 1980 ένα ιστορικό τοπόσημο θα καταλήξει το 1985 στην κατοχή του Ντόναλντ Τραμπ που το χρησιμοποίησε ως κατοικία, πριν μετατρέψει ένα μέρος του σε ένας θέρετρο πολυτελείας, την ώρα που διατήρησε την ιδιωτική του κατοικία, κάτι που εκτός των άλλων του επέτρεψε να έχει και φορολογικά οφέλη. Στη διάρκεια της προεδρίας του θα το χρησιμοποιήσει συχνά για να υποδέχεται ξένους ηγέτες όπως ο Σι Τζινπίνγκ.
Σήμερα, το χρησιμοποιεί ως το στρατηγείο του στην προσπάθεια να παραμείνει ένας κρίσιμος παράγοντας στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, την ώρα που δεν έχει εγκαταλείψει το σχέδιο να διεκδικήσει ξανά την προεδρία των ΗΠΑ.
Και ο βασικός μηχανισμός που διεκδικεί σε αυτή την κατεύθυνση είναι ότι έχει διαμορφώσει μια πραγματική πολιτική μηχανή που εκτός όλων των άλλων διαθέτει αυτό που κάθε αμερικανός πολιτικός πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις. Γι’ αυτό και παρελαύνουν από το Mar-a-Lago οι υποψήφιοι για τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία.
Η σημασία των midterm εκλογών
Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα δεν είναι μόνο ένα σύνθετο σύνολο ελέγχων και ισορροπιών (checks and balances), είναι και μια διαρκής εκλογική διαδικασία, μια σειρά από αλλεπάλληλους εκλογικούς κύκλους.
Και ένας τέτοιος εκλογικός κύκλος αφορά τις εκλογές που συμβαίνουν στο μέσο μιας προεδρικής θητείας, τις λεγόμενες midterm elections. Σε αυτές ανανεώνεται το σύνολο των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και το ένα τρίτο της Γερουσίας, καθώς και σημαντικός αριθμός κυβερνητών (36 αυτή τη φορά) και πολιτειακών γενικών εισαγγελέων.
Αυτό σημαίνει ότι είναι ιδιαίτερα κρίσιμες καθώς καθορίζουν τον πολιτικό συσχετισμό που έχει να αντιμετωπίσει ο εκάστοτε πρόεδρος στην προσπάθειά του να νομοθετήσει.
Και τα πράγματα κάνει αρκετά πιο δύσκολα ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο εκλέγονται τα δύο σώματα. Η Βουλή των Αντιπροσώπων εκλέγεται από ένα πλήθος εκλογικών περιφερειών με βάση κριτήρια πληθυσμιακά, αν και το κόμμα που έχει την εξουσία σε μια Πολιτεία μπορεί να τροποποιήσει τα όρια μιας εκλογικής περιφέρειας και αυτό να επηρεάσει τα αποτελέσματα. Εκλογές γίνονται κάθε δύο χρόνια, στην αρχή και στο μέσο της προεδρικής θητείας.
Αντίθετα, στη Γερουσία δεν υπάρχει αναλογία με τον πληθυσμό: κάθε Πολιτεία έχει δύο γερουσιαστές.
Ένας πρόεδρος που εκλέγεται έχει πάντα μια ισχυρή πιθανότητα να έχει και μια Βουλή που να τον στηρίζει. Όμως οι συσχετισμοί στη Γερουσία είναι πάντα πιο δύσκολοι και είναι πιθανό να έχει έναν αντίθετο συσχετισμό. Αυτό ενέχει την απειλή να μπλοκαριστεί μια νομοθετική πρωτοβουλία. Επιπλέον, η Γερουσία εγκρίνει τις προεδρικές επιλογές για κρίσιμα αξιώματα, συμπεριλαμβανόμενων και των προτάσεων για διορισμό στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Ο Τζο Μπάιντεν όταν βρέθηκε στην εξουσία διατήρησε μια σαφή Δημοκρατική πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων και μετά από καιρό βρέθηκε να έχει μια σχετικά ευνοϊκή Γερουσία, αφού η Γερουσία βρέθηκε να έχει οριακή Δημοκρατική πλειοψηφία (ισοψηφία στον αριθμό των Γερουσιαστών και πλειοψηφία με την ψήφο της Αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις).
Όμως, τώρα έχει να αντιμετωπίσει τις εκλογές του Νοεμβρίου, όπου καταρχάς έχει να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι παραδοσιακά το κόμμα που είναι στον Λευκό Οίκο χάνει βουλευτές στις εκλογές στο μέσο της θητείας –κατά μέσο όσο 30. Με το σημερινό συσχετισμό να είναι 221-209 υπάρχει πραγματική δυνατότητα να δουν οι Ρεπουμπλικάνοι τον στόχο τους να επιτυγχάνεται.
Στη Γερουσία τα πράγματα είναι ακόμη πιο δύσκολα, αφού έχει έρθει ώρα να γίνουν εκλογές για 34 Γερουσιαστές, που ολοκλήρωσαν την εξαετή θητεία και άλλες δύο ειδικές εκλογές για θέσεις όπου παραιτήθηκαν ή θα παραιτηθούν οι τωρινοί γερουσιαστές.
Αυτό διαμορφώνει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» για τους Ρεπουμπλικάνους να πάρουν την πλειοψηφία της Γερουσίας και άρα να έχουν πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα να μπλοκάρουν (ή να διαπραγματευτούν από θέση ισχύος) νομοθετικές πρωτοβουλίες και επιλογές προσώπων.
Ο ρόλος του Τραμπ
Παρότι μετά τα έκτροπα της 6ης Ιανουαρίου 2021 αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι προσπάθησαν να αποστασιοποιηθούν από τον Τραμπ. Όμως, ο τέως Πρόεδρος παρέμεινε δημοφιλής, την ώρα που δεν έκρυψε ότι οι πολιτικές φιλοδοξίες του δεν τελείωσαν με την αποχώρηση από τον Λευκό Οίκο.
Στο μεταξύ ο Τραμπ λειτουργεί ως ένας άτυπος ηγέτης του Κόμματος και ως ένα σημείο αναφοράς για πολλούς υποψηφίους. Και ένας τρόπος που το κάνει είναι με το μπορεί να εξασφαλίζει χρηματοδοτήσεις.
Εδώ πρέπει να έχουμε ότι στο ούτως ή άλλως μεγάλο κόστος μιας προεκλογικής εκστρατείας στις ΗΠΑ, προστίθεται και το κόστος για την εξασφάλιση του χρίσματος. Αυτό σημαίνει ότι ορισμένες μάχες έχουν ήδη ξεκινήσει σε εκείνες τις περιπτώσεις όπου οι τωρινοί Γερουσιαστές έχουν ανακοινώσει ότι δεν θα διεκδικήσουν επανεκλογή.
Αυτή τη στιγμή, το PAC του Τραμπ (political action committee, ο μηχανισμός μέσω του οποίου συγκεντρώνεται οικονομικές ενισχύσεις για έναν υποψήφιο ή κόμμα) έχει συγκεντρώσει πάνω από 120 εκατομμύρια δολάρια, περίπου τα διπλάσια από την ίδια την Ρεπουμπλικανική Εθνική Επιτροπή.
Αυτή τη στιγμή ο Τραμπ έχει δηλώσει την υποστήριξή του σε περισσότερους από 140 υποψηφίους σε όλες τις ΗΠΑ και έχει μετατρέψει τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2022 σε μια προσπάθεια να μετρήσει την προσωπική του πραγματική πολιτική επιρροή. Παράλληλα, προσπαθεί να εξασφαλίσει ότι μειώνεται η βαρύτητα μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα εκείνων των φωνών που είναι επικριτικές για τον ίδιο.
Όλα αυτά διαμορφώνουν και ένα μεγάλο φάσμα συναλλαγών γύρω από αυτά τα ζητήματα. Υποψήφιοι έχουν πληρώσει σημαντικά ποσά για να πραγματοποιήσουν εκδηλώσεις στο Mar-a-Lago. Ο ίδιος ο Τραμπ είναι γενικά φειδωλός στην οικονομική ενίσχυση που δίνει σε υποψηφίου, αν και εσχάτως εξετάζει το ενδεχόμενο να στηρίξει ορισμένους περισσότερο για να μην χρεωθεί την ήττα τους. Ωστόσο, θα πρέπει να ξεχνάμε ότι πέραν αυτών τους προσφέρει σημαντική δημοσιότητα την οποία αλλιώς δεν θα έχει.
Βέβαια, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η στήριξη από τον Τραμπ είναι ένα δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια, ανοίγει το δρόμο για τη μεγάλη δεξαμενή των ψηφοφόρων του, από την άλλη παραμένει μια προσωπικότητα που θα μπορούσε να διώξει τους κρίσιμους «αναποφάσιστους» ψηφοφόρους που με το προς τα πού θα κλίνουν τελικά θα κρίνουν κρίσιμες κάλπες όπου οι Ρεπουμπλικάνοι θέλουν να κερδίσουν Δημοκρατικές έδρες.
Χαρακτηριστικό του τρόπου που ο Τραμπ θέλει να αξιοποιήσει τις εκλογές του Νοεμβρίου για να δείξει ότι παραμένει ενεργός στην πολιτική σκηνή και το πώς είναι έτοιμος να αλλάξει την υποστήριξή του εάν αυτό εκτιμά ότι διαμορφώνει καλύτερο συσχετισμό.
Πάντως η βάση του κόμματος εξακολουθεί να έχει θετική γνώμη σε μεγάλο βαθμό και οι καμπάνιες χρηματοδότησης υποψηφίων που επικαλούνται και τη δική του στήριξη πάνε ιδιαίτερα καλά.
Το μέλλον της έρευνας για την 6η Ιανουαρίου 2021
Εάν από τα πράγματα που θα κριθούν στις εκλογές του Νοεμβρίου είναι πιθανό να είναι και το μέλλον της επιτροπής του Κογκρέσου για τη διερεύνηση των εκτρόπων της 6ης Ιανουαρίου 2021 και του τυχόν ρόλου και ευθύνης του Τραμπ. Εάν η επιτροπή δεν έχει ολοκληρώσει το έργο της μέσα σε αυτή τη θητεία της Βουλής, τότε είναι πιθανό να μην συνεχίσει εάν οι Ρεπουμπλικάνοι πάρουν την πλειοψηφία.
Ούτως ή άλλως, ο Τραμπ μεθοδεύει ήδη την εκδίκησή του για όσους Ρεπουμπλικάνους καταδίκασαν τη στάση του. Για παράδειγμα η Λιζ Τσένει στον δρόμο για την επανεκλογής στη Βουλή από το Γουαϊόμινγκ έχει ήδη να αντιμετωπίσει στις προκριματικές, υποψήφια με την υποστήριξη του Τραμπ.
Βασιλιάς ή βασιλοποιός;
Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει. Σε αυτή τη φάση ο Ντόναλντ Τραμπ θα θελήσει κυρίως να αναλάβει τον ρόλο του βασιλοποιού μέσα στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, δηλαδή το ρόλο αυτού που θα μπορεί να αποφασίζει για αυτούς που θα εκλέγονται ή εάν τελικά θα διεκδικήσει να είναι ο ίδιος «βασιλιάς», δηλαδή να διεκδικήσει ξανά την προεδρία του ΗΠΑ.
Το ερώτημα είναι ανοιχτό και η απάντηση θα φανεί μέσα στους επόμενους μήνες και κυρίως μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου, όταν και ουσιαστικά θα ξεκινήσει η προεκλογική εκστρατεία για τις εκλογές του Νοεμβρίου 20224.
Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση και σε πείσμα όσων είδαν στο σοκ από τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021 την οριστική απονομιμοποίηση του Τραμπ, αποδεικνύεται ότι για ένα σημαντικό μέρος της αμερικανικής κοινωνίας το μίγμα νεοφιλελευθερισμού και λαϊκισμού που εκπροσώπησε παρέμεινε ιδιαίτερα δημοφιλές.
- Τραμπ και ελληνοτουρκικά – Τι πιστεύουν οι Έλληνες, ένας πρώην διπλωμάτης των ΗΠΑ και ένας πανεπιστημιακός
- Χτύπημα Ουκρανίας στη Ρωσία με αμερικανικούς πυραύλους ATACMS
- Masdar: Με όχημα την ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ σχεδιάζει off shore αιολικά και φωτοβολταϊκά 6 GW σε Ελλάδα και Ισπανία
- Διαγραφή Σαμαρά: Κάνει ζυμώσεις για κόμμα – Όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά
- Μέσω ΑΣΕΠ οι προσλήψεις στη Δημοτική Αστυνομία
- Τραμπ: Καυγάς Μασκ με δικηγόρο και συνεργάτη του νέου προέδρου