Ερευνα: Ποιες ομάδες του πληθυσμού μπορούν τελικά να μορφωθούν μέσω Διαδικτύου;
Την κοινωνική διάσταση της μόρφωσης και τις μεγάλες οικονομικές ανισότητες αποκαλύπτει έρευνα του εκπαιδευτικού Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ
Τις μεγάλες κοινωνικές ανισότητες που διαμορφώνονταν επί σειρά ετών στις κοινωνίες μας, αποκάλυψαν τα τρία χρόνια της πανδημίας που πέρασαν και τα οποία έδωσαν εκπαιδευτικό προβάδισμα μέσω του Διαδικτύου κυρίως στις οικονομικά προνομιούχες ομάδες του πληθυσμού.
Είναι ξεκάθαρο πια ότι η νέα «ψηφιακή εποχή» που ανέτειλε με την επέλαση της πανδημίας Covid-19, έκανε ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για βελτίωση και αναβάθμιση των ψηφιακών ικανοτήτων και δεξιοτήτων των πολιτών για να αντεπεξέλθουν στις νέες απαιτήσεις και στα νέα δεδομένα της αγοράς εργασίας. Κάτι τέτοιο όμως δεν είναι πάντα αυτονόητο.
Ειδικά στη χώρα μας, καταγράφεται η εικόνα μεγάλων κοινωνικών αντιθέσεων, που φανερώνει την παράλληλη, με τα παραπάνω, ανάγκη άμεσων πολιτικών και κοινωνικών παρεμβάσεων. Την εικόνα αυτή, όπως και η ανάλυση που αναφέρεται στα δεδομένα που αφορούν τη χώρα μας, παρουσιάζει για μια ακόμη φορά, νέα μελέτη που ολοκλήρωσε πρόσφατα το Κέντρο Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ με τίτλο «ενήλικες και προγράμματα δια βίου εκπαίδευσης στην περίοδο της πανδημίας: η πρόκληση των ψηφιακών δεξιοτήτων».
Όπως αναφέρεται δε σ αυτήν, η νέα πραγματικότητα που διαμόρφωσε η πανδημική κρίση, αποτέλεσε το έναυσμα για τη διερεύνηση μιας σειράς ερωτημάτων όπως το ποιες μερίδες του πληθυσμού μπόρεσαν να αξιοποιήσουν προς όφελος τους τις «ψηφιακές τάξεις» του Διαδικτύου, πως ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αντέδρασε στην πρόκληση της δια βίου εκπαίδευσης την περίοδο της πανδημίας, ποιος ο βαθμός συμμετοχής ενεργού πληθυσμού σε προγράμματα και επιμορφωτικές δράσεις, ποια τα βασικά χαρακτηριστικά και ποιες τάσεις διαγράφονται στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο.
Όπως προέκυψε από την έρευνα και σύμφωνα με τα συμπεράσματα της:
- Οι μεγαλύτερες ανισότητες καταγράφονται στη χώρα μας μεταξύ των ατόμων με διαφορετικό επίπεδο εκπαίδευσης. Όσο υψηλότερο το επίπεδο εκπαίδευσης, τόσο υψηλότερο είναι και το ποσοστό συμμετοχής σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, το 2020 στην Ελλάδα το 27% των ατόμων με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης πραγματοποίησε μέσω διαδικτύου κάποια δραστηριότητα εκμάθησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ατόμων με μεσαίο επίπεδο εκπαίδευσης είναι σημαντικά χαμηλότερο (6%) και εκείνων με χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης, σχεδόν αμελητέο (μόλις 1%). Μάλιστα, σε σύγκριση με το 2019, η «ψαλίδα» μεταξύ των ατόμων με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και εκείνων με χαμηλό μεγάλωσε σημαντικά, με τους πρώτους να σημειώνουν αύξηση του δείκτη κατά 58,8% (από 17% το 2019) και τους δεύτερους να παραμένουν στο χαμηλό επίπεδο του 1%.
- Οι απασχολούμενοι (μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι, βοηθοί στην οικογενειακή επιχείρηση) σε αντίθεση με τους ανέργους και τους μη οικονομικά ενεργούς, εμφανίζουν και υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες μέσω διαδικτύου. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των απασχολούμενων που πραγματοποίησε μέσω διαδικτύου κάποια δραστηριότητα εκμάθησης το 2020 είναι 16%, ποσοστό 8πλάσιο του αντίστοιχου των μη οικονομικά ενεργών (μόλις 2%) αλλά και σημαντικά υψηλότερο του αντίστοιχου των ανέργων (9%). Σε σχέση με το 2019, η κατηγορία των ανέργων σημείωσε σημαντική αύξηση του δείκτη (κατά 80%), μειώνοντας σε ένα βαθμό και την απόκλισή τους από το αντίστοιχο ποσοστό των απασχολουμένων.
- Όσο υψηλότερο το εισόδημα του νοικοκυριού, τόσο υψηλότερο και το ποσοστό συμμετοχής σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, το 2020, το 1 στα 4 άτομα που ανήκουν στην υψηλότερη εισοδηματική κατηγορία πραγματοποίησε μέσω διαδικτύου κάποια δραστηριότητα εκμάθησης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία είναι μόλις 7%. Σε σύγκριση, μάλιστα, με το 2019, οι αποκλίσεις μεταξύ των εισοδηματικών ομάδων έχουν διευρυνθεί, αφού τα άτομα της υψηλότερης εισοδηματικής ομάδας υπερδιπλασίασαν το ποσοστό τους (αύξηση κατά 136,4%), ενώ η αύξηση που σημειώθηκε στην χαμηλότερη εισοδηματική κατηγορία ήταν 40%.
- Τα άτομα που διαμένουν σε αστικές περιοχές εμφανίζουν και υψηλότερα ποσοστά συμμετοχής σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Το 2020, το 1 στα 5 άτομα περίπου που διαμένουν σε αστικές περιοχές πραγματοποίησε μέσω διαδικτύου κάποια δραστηριότητα εκμάθησης και ακολουθεί με μικρή διαφορά ο πληθυσμός των ημιαστικών περιοχών με ποσοστό συμμετοχής 16%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις αγροτικές περιοχές είναι πολύ χαμηλότερο (10%). Ως θετικό σημειώνεται το γεγονός, ότι ο πληθυσμός των αγροτικών περιοχών της χώρας σημείωσε υπερδιπλασίασε τη συμμετοχή του σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες σε σχέση με το 2019 (αύξηση κατά 150%), συμβάλλοντας σε έναν βαθμό στον περιορισμό της απόκλισής τους από τους διαμένοντες σε αστικές περιοχές (αύξηση της κατηγορίας κατά 90%).
- Όσο μεγαλύτερη η ηλικιακή ομάδα, τόσο μικρότερο και το ποσοστό συμμετοχής σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες, με τους νεότερους (25-34 ετών) να καταγράφουν 3πλασιο ποσοστό συμμετοχής σε σύγκριση με τους μεγαλύτερους (55- 64 ετών), 18% και 6% αντίστοιχα για το έτος 2020. Σε σύγκριση με το 2019, ο μεγαλύτερος ρυθμός αύξησης σημειώνεται στην ηλικιακή ομάδα 35-44 ετών, η οποία διπλασίασε το ποσοστό συμμετοχής της σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες μέσω διαδικτύου, από 7% το 2019 σε 14% το 2020, περιορίζοντας σημαντικά την απόκλισή της από τη νεότερη ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών.
- Μικρή είναι η διαφοροποίηση ως προς το φύλο, με τους άνδρες να υπερέχουν το 2020 κατά 1 ποσοστιαία μονάδα από τις γυναίκες ως προς το ποσοστό συμμετοχής σε online εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Μάλιστα, σε σύγκριση με το 2019, η απόκλιση μεταξύ των δύο φύλων έχει περιοριστεί, ιδίως λόγω της σημαντικής αύξησης στην τιμή του δείκτη των γυναικών (κατά 71,4%).
Πάντως, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία ερευνών, το 92% των νοικοκυριών της ΕΕ έχει πρόσβαση στο διαδίκτυο από την κατοικία του, ενώ μόλις το 2% των επιχειρήσεων στην Ευρώπη δεν διαθέτει σύνδεση σε αυτό.
Η εκπαίδευση των ενηλίκων
Στα δεδομένα της έρευνας της ΓΣΕΕ καταγράφονται και στοιχεία σχετικά με τα ποσοστά συμμετοχής των ενηλίκων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης, που παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας 2010-2020, παρότι στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ατζέντας από το 2010 έχει τεθεί συγκεκριμένος μετρήσιμος στόχος για τη δια βίου μάθηση. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, με βάση τον επίσημο δείκτη παρακολούθησης το ποσοστό συμμετοχής των ενηλίκων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης κυμαίνεται περίπου στο 4% την δεκαετία 2010-20, τιμή που απέχει κατά πολύ από τον τιθέμενο στόχο αλλά και από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ο οποίος το 2020 έχει διαμορφωθεί στο 9,2%.
Σημαντική μείωση του Ευρωπαϊκού μέσου όρου στο πεδίο αυτό καταγράφεται το 2020 (μείωση κατά 14,8%), η οποία πολύ πιθανό να σχετίζεται με την επίδραση της πανδημίας Covid-19 στη συμμετοχή των ενηλίκων σε προγράμματα δια βίου μάθησης. Στην Ελλάδα βέβαια, δεν έχει καταγραφεί αντίστοιχη τάση, αφού το 2020 με βάση τον συγκεκριμένο δείκτη, το ποσοστό συμμετοχής των ενηλίκων σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης κυμαινεται σε σταθερα περιπου επίπεδα με την προηγούμενη χρονιά, καταγράφοντας οριακή αύξηση κατά 5,1%, από 3,9% το 2019 σε 4,1%.
Πάντως, όπως αναφέρεται στην ίδια έκθεση, συνολικά στην ΕΕ ο τιθέμενος στόχος για την αύξηση της συμμετοχής των ενηλίκων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση στο 15%, όχι μόνο δεν επιτεύχθηκε, αλλά συνεχίζει να αποτελεί και παράγοντα μεγάλων διαφοροποιήσεων μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ.
Σ αυτό το σκηνικό, η Ελλάδα καταλαμβάνει μια από τις χαμηλότερες θέσεις στη σειρά κατάταξης: 22η μεταξύ των 27 κρατών-μελών το 2020, με το ποσοστό συμμετοχής 4,1%. Ανάμεσα στα κράτη-μέλη που έχουν επιτύχει τον συγκεκριμένο στόχο, με ποσοστά συμμετοχής στη δια βίου μάθηση (μεγαλύτερα μάλιστα του 20%), βρίσκονται οι σκανδιναβικές χώρες (Σουηδία, Φινλανδία, Δανία), αλλά και η Ολλανδία, μαζί με την Εσθονία και το Λουξεμβούργο σημειώνουν τιμές μεγαλύτερες του 15%.
Η επίδραση της πανδημίας βέβαια αποτυπώνεται στην πλειονότητα των κρατών-μελών, αφού το 2020 στα 24 από αυτά, το ποσοστό συμμετοχής των ενηλίκων σε προγράμματα δια βίου μάθησης καταγράφει μείωση σε σχέση με το 2019. Εξαίρεση αποτελεί η Ελλάδα μαζί με τη Λιθουανία και την Ισπανία, με οριακή αύξηση του (όμως κατά τα άλλα χαμηλού) ποσοστού συμμετοχής τους το 2020.
Παρότι η αύξηση που σημειώθηκε στην Ελλάδα κατά το τελευταίο έτος αναφοράς, αποτελεί την 4η μεγαλύτερη μεταξύ των 26 της ΕΕ, η χώρα εξακολουθεί να καταλαμβάνει μια πολύ χαμηλή θέση (24η) στη σειρά κατάταξης. Στην ΕΕ η τάση του συγκεκριμένου δείκτη είναι αυξητική από το 2017 κι έπειτα, ενώ κατά το τελευταίο έτος καταγράφεται αύξηση κατά 25%, με το ποσοστό συμμετοχής σε εκπαιδευτικές δραστηριότητες μέσω διαδικτύου να διαμορφώνεται στο 25% στο σύνολο της Ευρώπης της 27, ποσοστό διπλάσιο του αντίστοιχου της Ελλάδας. Ανάμεσα στις χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά συμμετοχής σε προγράμματα εκμάθησης μέσω διαδικτύου, συγκαταλέγονται, ως αναμενόμενο, χώρες με υψηλά ποσοστά συμμετοχής στη δια βίου μάθηση συνολικά (Δανία, Φινλανδία, Σουηδία, Ολλανδία, Εσθονία).
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις