Ροβήρος Μανθούλης: Ο διανοούμενος που ήταν στην κατοχή το «χωνί» της ΕΠΟΝ στα Εξάρχεια
Ο σπουδαίος διανοούμενος, συγγραφέας και σκηνοθέτης έφυγε από τη ζωή στα 92 χρόνια. Νοσηλευόταν με κοροναϊό.
Ο Ροβήρος Μανθούλης γεννήθηκε στην Κομοτηνή. Σε μικρή ηλικία η οικογένεια του ήρθε στην Αθήνα. Την περίοδο της κατοχής ως έφηβος (δεν είχε κλείσει καν τα 14) ήταν εκείνος που σκαρφάλωνε σαν γάτος στις ταράτσες των σπιτιών στα Εξάρχεια και παρά τον φόβο των Γερμανών και των Ελλήνων συνεργατών τους, έπιανε το «χωνί» και μετέφερε τα μηνύματα της αντίστασης στον κόσμο.
Κατάφερε να γλιτώσει από τη μαύρη τρομοκρατία, παρά το γεγονός ότι τον Γενάρη του 1945 ταγματασφαλίτες του είχαν στήσει καρτέρι να τον σκοτώσουν στα Εξάρχεια (γωνία Διδότου και Ζωοδόχου Πηγής). Μετά το τέλος του πολέμου και μόλις τελείωσε το γυμνάσιο έδωσε εξετάσεις και πέρασε στο Πάντειο. Το 1949 εκδίδει την πρώτη του ποιητική συλλογή «Σκαλοπάτια»
Αριστερός από τα 13 του
Ο Ροβήρος Μανθούλης σε συνέντευξη του στη Lifo το 2019 είχε περιγράψει τις μέρες τις αντίστασης αλλά και των διωγμών. «Βεβαίως με συγκίνησε ο κομμουνισμός, αλλά ουδέποτε με συγκίνησε ο σταλινισμός. Θα ήθελα να μην ονομάζομαι όμως αριστερός. Όταν με ρωτάνε «πώς έγινες αριστερός», τους απαντάω «όταν διάβασα το βιβλίο του Βίκτωρος Ουγκό «Οι Άθλιοι»», είπε χαρακτηριστικά.
Και συνέχισε: «Οι ποιητές δεν σκοτώνουν, να το ξέρετε. Ως μαχητής των δυνάμεων της Εθνικής Αντίστασης είχα δικαίωμα να το κάνω. Τέτοια εντολή είχα. Δεν βρέθηκα σε τέτοια ανάγκη. Μου είχαν δώσει μια ιταλική Beretta, με την οποία συλλάβαμε μαζί με έναν συναγωνιστή μου έναν Ιταλό, στου Γκύζη, αλλά τον λυπηθήκαμε. Μόλις είχε γίνει η συνθηκολόγηση των Ιταλών.»
Ενώ αναφέρθηκε και σε μια άλλη παρανομία που είχε κάνει για χάρη ενός φίλου του: «Μια μικρή παρανομία που έκανα, η μόνη στη ζωή μου, έγινε όταν τέλειωσα το γυμνάσιο. Τότε γύρισε από το αντάρτικο ένας φίλος και μας λέει: “Εγώ ήμουνα που πολεμούσα για εσάς που βγάλατε το γυμνάσιο, αλλά μου χρειάζεται κι εμένα τώρα ένα δίπλωμα. Πρέπει ένας από εσάς να δώσει εξετάσεις με το όνομά μου για το απολυτήριο”. Το λέει στον Ιάσονα, του απαντάει “όχι”, ο άλλος του απαντάει “δεν μπορώ” κι εγώ κάνω την ανοησία να πω “θα το κάνω εγώ”. Αλλά, πριν πάω, ρώτησα την πολιτική οργάνωση στην οποία ανήκα, την ΕΠΟΝ.»
Και περιγράφει: «Μου είπαν “να κάνεις αυτό που νομίζεις”. Πάω, δίνω εξετάσεις, με παίρνει χαμπάρι ο καθηγητής και αρχίζει να μου ζητάει ταυτότητες. Και το παίρνω με 19 εκεί το δίπλωμα, ενώ στο σχολείο με 14, κι έτσι είχε και ο συναγωνιστής το δίπλωμά του. Τι να έκανα; Αν ξαναζούσα, τα ίδια ακριβώς θα έκανα.»
Στο πατάρι του Λουμίδη
Δάσκαλος του στην ποίηση ήταν ο μεγάλος Νικηφόρος Βρεττάκος. Μέσω αυτού γνωρίστηκε στο πατάρι του Λουμίδη που ήταν το στέκι του με άλλα τεράστια μυαλά της εποχής που θα έγραφαν ιστορία.
Τον Μάνο Χατζιδάκι, τον Νίκο Γκάτσιο, τον Μιχάλη Κατσαρό και τον σκηνοθέτη Φρίξο Ηλιάδη που τότε εξέδιδε το περιβόητο περιοδικό «Ποιητική τέχνη» γνωστό στον κύκλο των διανοούμενων της μεταπολεμικής Αθήνας.
Στην Αμερική
Ο Ροβήρος Μανθούλης δεν έμεινε πολύ στην Ελλάδα. Από το 1949 μέχρι το 1953 πήγε στις ΗΠΑ στο πανεπιστήμιο Syracuse στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης και σπούδασε κινηματογράφο και Θέατρο.
Το αριστερό του ταμπεραμέντο δεν τον άφηνε σε ησυχία. Την εποχή που οι ΗΠΑ ζούσαν το φάντασμα του Μακαρθισμού, ο Ροβήρος έγραψε ένα αντι- Μακαρθικό άρθρο στην εφημερίδα του πανεπιστημίου.
Τον κάλεσαν την επόμενη μέρα και του γνωστοποίησαν να προσέχει γιατί δεν πρόκειται να τελειώσει το πανεπιστήμιο εάν συνεχίσει με αυτές τις ιδέες. Ο πρώτος φάκελος με το όνομα του στο FBI είχε ανοιχτεί. Ο δεύτερος φάκελος θα ανοιγόταν το 1972, όταν γύριζε στο Χάρλεμ όταν γύριζε την ταινία «Μπλουζ με σφιγμένα δόντια».
Επιστροφή στην Ελλάδα
Όταν επέστρεψε από την Αμερική, το 1953, συνεργάστηκε στην αρχή με το «Θέατρο της Τετάρτης» του Ε.Ι.Ρ., (Ελληνικό Ίδρυμα Ραδιοφώνου) φέρνοντας μια καινούρια ραδιοφωνική τεχνική στις θεατρικές διασκευές. Στη συνέχεια άρχισε να διδάσκει κινηματογράφο στη Σχολή Σταυράκου όπου είχαν ήδη διδάξει ο Κάρολος Κουν, ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Γιάννης Τσαρούχης. Το 1967 φυσικά το πρόσωπο και το παρελθόν του δεν ήταν καθόλου αρεστό στους ημιμαθείς καραβανάδες που κατέλυσαν το Σύνταγμα και ήρθαν στην εξουσία. Με συνοπτικές διαδικασίες τον έδιωξαν από τη σχολή.
Με τον Κούρκουλο
Νωρίτερα το 1959 ο Μανθούλης δέχτηκε μια πρόταση του κυρ-Αντώνη Ζερβού (της γνωστής εταιρείας ΑΝΖΕΡΒΟΣ, που είχε στούντιο, διανομή και πολλά σινεμά) να γυρίσει μια ελληνική κωμωδία –την «Κυρία ∆ήμαρχο» (1960)– με πρωταγωνιστές τη Γεωργία Βασιλειάδου και τον Βασίλη Αυλωνίτη, τον Νίκο Κούρκουλο σε δευτερεύοντα ρόλο, τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα σε πρώτη κινηματογραφική εμφάνιση.
…και με τον Βέγγο
Το ίδιο συνέβη και με την «Οικογένεια Παπαδοπούλου» (1961), σε σενάριο του Βαγγέλη Γκούφα, με τον Ορέστη Μακρή, τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Παντελή Ζερβό, την Κάκια Αναλυτή, τον Στέφανο Ληναίο και τον Θανάση Βέγγο, πριν ακόμα αρχίσει τους μεγάλους του ρόλους.
Πέρα από τα σύνορα
Η ταινία που τον σημάδεψε ήταν το «Πρόσωπο με πρόσωπο» που γύρισε το 1966. Μια καυστική ταινία. Ήταν μια καρικατούρα της αναρριχόμενης νεόπλουτης τάξης των μεγαλοαστών και των κατασκευαστών, που γκρέμιζαν και ασχήμαιναν την Αθήνα. Στην ταινία έπρεπε να σημειωθούν οι δικτατορικές τάσεις που απειλούσαν την πολιτική νομιμότητα και τις ελευθερίες, που με τόσο κόπο μόλις είχαν αρχίσει να επιστρέφουν στην Ελλάδα.
Όμως μια τέτοια ταινία δεν ήταν εύκολο να γυριστεί, γιατί μεριμνούσε και η Λογοκρισία. Πολλοί συνέβαλαν με μικρές χρηματικές συμμετοχές ή με την εργασία τους. Σενάριο δεν υποβλήθηκε στη Λογοκρισία και το γύρισμα άρχισε με την άδεια για ένα προηγούμενο ντοκιμαντέρ. Η κόπια πρόλαβε να βγει από το εργαστήριο για να πάρει μέρος στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1966, μια μεγάλη χρονιά με πολύ καλές ταινίες. Εκεί ξεσήκωσε τη φοιτητική νεολαία, εντυπωσίασε τους ξένους κριτικούς και πήρε το Χρυσό Βραβείο Σκηνοθεσίας, όπως το έλεγαν τότε.
Οι υπογραφές της κριτικής επιτροπής είναι εντυπωσιακές: Γιάννης Τσαρούχης, Μάνος Χατζιδάκις, Έλλη Λαμπέτη, Φιλοποίμην Φίνος, Γιάννης Μπακογιαννόπουλος, Γρηγόρης Γρηγορίου…
Για πρώτη ίσως φορά, το κοινό που περίμενε τον σκηνοθέτη στην έξοδο, τον σήκωσε στους ώμους, σαν ολυμπιονίκη, και τον πήγε στους έκπληκτους Γάλλους κριτικούς που τον περίμεναν στο καφενείο για να του πάρουν συνέντευξη. Η ταινία απαγορεύτηκε κατά τη διάρκεια της χούντας ««καθ’ άπασαν την επικράτειαν, δια λόγους γενικοτέρας θέσεως», το διαβατήριο του σκηνοθέτη ακυρώθηκε, η αστυνομία επισκέφτηκε το σπίτι του, και το όνομά του μπήκε στη μαύρη λίστα.
Μικ Τζάγκερ
Ο Ροβήρος εξορίζεται στο εξωτερικό. Πάει στη Γαλλία. Η ταινία συνεχίζει να παίζεται στο Παρίσι, και οι κριτικές είναι θριαμβευτικές. Μάλιστα η γαλλική τηλεόραση καλεί τον Μανθούλη σε συνεργασία. Του αναθέτει τη σκηνοθεσία ενός πρωτότυπου προγράμματος που θα γυρίζεται σε διάφορες χώρες (ταξίδευε, τότε, με προσφυγικό διαβατήριο «απάτριδος»), ερευνώντας τις πολιτικές και κοινωνικές ρίζες του θεάματος, της μουσικής και του τραγουδιού.
Είναι η εποχή της pop generation, της γενιάς που αντιτίθεται στον πόλεμο του Βιετνάμ και στις κατεστημένες αξίες γενικότερα και που, στη Γαλλία, θα καταλήξει στον Μάη του ’68. Στο πρόγραμμα, που είχε τίτλο «Στην Αφίσα του Κόσμου», γύρισε πολλούς διάσημους καλλιτέχνες, όπως τον Ζακ Μπρελ, την Τζόαν Μπαέζ, τους Ρόλινγκ Στόουνς με τον Κιθ Ρίτσαρντς και τον Μικ Τζάγκερ, τον Τζον Μαγιάλ, τον Σάνρα, την Μάριον Ουίλιαμς, τον Τζόνι Χαλιντέι, τον Ζορζ Μουστακί, τον Νουρέγιεβ και πολλούς άλλους.
Για το ίδιο πρόγραμμα στη Γαλλική τηλεόραση γύρισε ντοκιμαντέρ με τη Μελίνα, τον Μίκη Θεοδωράκη και τη Μαρία Φαραντούρη για την κατάσταση στην Ελλάδα. Η «Αφίσα του Κόσμου» αγαπήθηκε τόσο από το κοινό όσο και από την κριτική, η οποία της έδωσε το ετήσιο βραβείο της καλύτερης γαλλικής εκπομπής του 1969.
Το κεφάλαιο ΕΡΤ
Λίγο μετά την πτώση της χούντας η κυβέρνηση πρότεινε στον Μιχάλη Κακογιάννη να αναλάβει την Τηλεόραση (1975). Εκείνος αρνήθηκε και υπέδειξε τον Μανθούλη. Ο Καραμανλής του αναθέτει την καλλιτεχνική διεύθυνση της ΕΡΤ, που στο μεταξύ είχε γίνει ανώνυμη εταιρία δημοσίου δικαίου. Ο Μανθούλης δέχτηκε για ένα χρόνο.
Ανάμεσα στ’ άλλα κατάφερε να πείσει τον θυμωμένο με την κυβέρνηση Μάνο Χατζιδάκι, που ετοίμαζε παραίτηση, να παραμείνει στο Τρίτο Πρόγραμμα. Στις μέρες του επίσης ιδρύθηκε η ΕΡΤ της Θεσσαλονίκης (σημερινή ΕΡΤ-3). Όταν ο Μανθούλης ανέλαβε την ΕΡΤ, η ΥΕΝΕ∆, το τηλεοπτικό κανάλι του υπουργείου Άμυνας, είχε το 75% της τηλεθέασης και η ΕΡΤ το 25%.
Όταν έφυγε, τα ποσοστά είχαν αντιστραφεί με αποτέλεσμα να κατηγορηθεί από τον υπουργό Αμύνης (Ευ. Αβέρωφ) στο Υπουργικό Συμβούλιο για αθέμιτο ανταγωνισμό. Όταν, τέλος, διορίστηκαν μερικοί υπάλληλοι της ΚΥΠ στην ΕΡΤ και άρχισαν να σαμποτάρουν το πρόγραμμα, ο Μανθούλης παραιτήθηκε.
Ο Μανθούλης συνέχισε τα ταξίδια του για τη γαλλική τηλεόραση και, επιστρέφοντας από την Ταϊτή, η νέα κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου τον καλεί να αναλάβει την ΥΕΝΕ∆, αλλά δεν δέχεται. Στη συνέχεια του ζητάει να βρει έναν τρόπο να διορθωθεί το χάος που δημιουργήθηκε στην ΕΡΤ γιατί ήταν έτοιμη να κλείσει. Έγινε κι’ αυτό, η ΕΡΤ συνήλθε και ζητάνε από τον Μανθούλη να αναλάβει την καλλιτεχνική διεύθυνση κατά την μετατροπή της ΥΕΝΕ∆, που στο μεταξύ πέρασε στην αρμοδιότητα του υπουργείου Προεδρίας, και ονομάστηκε ΕΡΤ-2.
- Στο μυαλό και τους ήχους του Johann Strauss
- Βατικανό: Ο πάπας Φραγκίσκος καταδίκασε «τη σκληρότητα» ισραηλινού πλήγματος στη Γάζα
- Εξάρχεια: Δικογραφία εις βάρος του 33χρονου με την κατηγορία της απόπειρας ανθρωποκτονίας
- Οι Λουίτζι Μαντζιόνε και Sean «Diddy» Combs μοιράζονται την ίδια φυλακή και την ίδια δικηγορική εταιρεία εκπροσώπησης
- Μπορεί η πρόταση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας να ενώσει;
- Νέα Αριστερά: Υψηλά στο κοινοβούλιο – χαμηλά στις δημοσκοπήσεις