Γιατί η Rosatom παραμένει εκτός κυρώσεων;
Η Ρωσία παίζει μεγάλο ρόλο στην παγκόσμια αγορά τεχνολογίας και καυσίμων για πυρηνικά εργοστάσιο. Ένας τομέας προς το παρόν εκτός κυρώσεων
Στις 17 Απριλίου μια υψηλού επιπέδου αντιπροσωπεία στελεχών της ρωσικής εταιρείας Rosatom επισκέφτηκε την Αίγυπτο με σκοπό να δει την πορεία των έργων στο πυρηνικό εργοστάσιο στη Ντάμπαα. Την αντιπροσωπεία συνόδευε ο Αμζάντ αλ-Ουακίλ, επικεφαλής της Αιγυπτιακής Αρχής για τα Πυρηνικά εργοστάσια.
Ωστόσο, η επίσκεψη δεν είχε απλώς έναν τεχνικό χαρακτήρα. Ταυτόχρονα, έστελνε και ένα ισχυρό πολιτικό μήνυμα. Πριν την επίσκεψη είχαν υπάρξει διάφορες φήμες ότι ο σχέδιο για την κατασκευή του εργοστασίου στη Ντάμπαα κινδύνευε να ακυρωθεί εξαιτίας των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας.
Αντίθετα, με την επίσκεψη οι δύο χώρες έδειξαν ότι συνεχίζουν να συνεργάζονται οικονομικά και πολιτική. Η Αίγυπτος υπογράμμισε ότι δεν πρόκειται να τροποποιήσει διμερείς σχέσεις τις οποίες έχει καλλιεργήσει εδώ και καιρό και η Ρωσία έδειξε ότι συνεχίζει την οικονομική συνεργασία με σχετικά φιλικές χώρες.
Σε αυτό το φόντο η Ρωσία επενδύει ιδιαίτερα στο να δείξει ότι οι μπορεί να προσφέρει ακόμα και εν μέσω κυρώσεων επωφελείς μορφής οικονομικής συνεργασίας σε όσες χώρες δεν εμπλακούν στο σύστημα των κυρώσεων. Γι’ αυτό ήδη από τον Μάρτιο ο Ρώσος πρέσβης στο Κάιρο διαβεβαίωσε ότι η Ρωσία θα τηρήσει όλες τις συμφωνίες που έχει αναλάβει.
Το συγκεκριμένο σχέδιο αφορά την κατασκευή στην Ντάμπαα, που ανήκει στο κυβερνείο της Μάρσα Ματρούχ ενός εργοστασίου με τέσσερις αντιδραστήρες συνολικής ισχύος 4.800 MW. Το συνολικό κόστος του σχεδίου είναι 30 δισεκατομμύρια δολάρια και η Ρωσία έχει συμφωνήσει να προσφέρει στην Αίγυπτο ένα κρατικό εξαγωγικό δάνειο ύψους 25 δισεκατομμυρίων δολαρίων που θα καλύψει περίπου το 85% του κόστους του έργου. Η αποπληρωμή του δανείου, με επιτόκιο 3% είναι σχεδιασμένη να ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 2029.
Παράλληλα, κατά την επίσκεψη της ρωσικής αντιπροσωπείας συζητήθηκαν και ζητήματα προμήθειας καυσίμου και εξαρτημάτων και για τον δεύτερο ερευνητικό ρωσικό αντιδραστήρα που αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2030.
Η Rosatom μια εταιρεία κλειδί στην παγκόσμια αγορά της πυρηνικής ενέργειας
Η περίπτωση της Αιγύπτου δεν είναι η μόνη. Τα τελευταία χρόνια η Ρωσία, μέσω της κρατικής εταιρείας Rosatom και των θυγατρικών παίζει σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια αγορά πυρηνικής ενέργειας και πυρηνικών καυσίμων.
Η Rosatom καταρχάς είναι η εταιρεία στην οποία ανήκουν τα 11 πυρηνικά εργοστάσια που είναι σε λειτουργία στη Ρωσία και τα οποία παράγουν πάνω από το 20% όλης της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται στη Ρωσία.
Ταυτόχρονα, είναι από τους μεγαλύτερους «παίκτες» στην αγορά της κατασκευής νέων πυρηνικών εργοστασίων, ιδίως στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Αυτή τη στιγμή κατασκευάζει τρεις μονάδες στη Ρωσία και 35 μονάδες σε όλο τον κόσμο, με τη συνολική αξία των παραγγελιών της από το εξωτερικό να αγγίζει τα 138 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η εταιρεία θεωρείται ιδιαίτερα ανταγωνιστική καθώς πληροί τις προδιαγραφές ασφαλείας για τον τύπο αντιδραστήρων που εξάγει (αντιδραστήρες πεπιεσμένου ύδατος, που χρησιμοποιούν το νερό και σαν ψυκτικό και σαν επιβραδυντή) και οι αντιδραστήρες της έχουν καλή απόδοση.
Χώρες όπως η Τουρκία, η Κίνα αλλά και η Ινδία έχουν επιλέξει τη συνεργασία με τη Ρωσία για την κατασκευή πυρηνικών εργοστασίων.
Το 2019 η Rosatom ήταν η πρώτη εταιρεία παγκοσμίως ως προς τον αριθμό των πρότζεκτ που είχε στο εξωτερικό, ήταν η πρώτη στον κόσμο ως προς τον εμπλουτισμό ουρανίου (38%) της παγκόσμιας αγοράς, ήταν η δεύτερη εταιρεία στον κόσμο ως προς τα αποθέματα ουρανίου και ως προς την ετήσια παραγωγή ουρανίου, η τρίτη εταιρεία στον κόσμο στην παραγωγή πυρηνικού καυσίμου (16% της παγκόσμιας αγοράς) και βέβαια ήταν η μόνη εταιρεία στον κόσμο με πυρηνοκίνητο στόλο παγοθραυστικών. Από το 2019 έχει την ευθύνη λειτουργίας του πρώτου πλωτού πυρηνικού εργοστασίου στη Ρωσική Άπω Ανατολή.
Ταυτόχρονα, η Rosatom έχει την ευθύνη για τη λειτουργία διαφόρων πυρηνικών εργοστασίων παγκοσμίως, τα περισσότερα από τα οποία λειτουργούν και με καύσιμο που προμηθεύει η ίδια η εταιρεία. Ταυτόχρονα, ως σημαντικός παραγωγός ουρανίου εξάγει και στις ίδιες τις ΗΠΑ. Μάλιστα, η αμερικανική πυρηνική βιομηχανία παίρνει περίπου το μισό ουράνιο που χρησιμοποιεί από τη Ρωσία, το Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν.
Παράλληλα, όπως και με όλες τις ανάλογες εταιρείες που διαχειρίζονται πυρηνικά καύσιμα, ο ρόλος τους είναι κρίσιμος και για την εφαρμογή όλων των μέτρων που αφορούν τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων. Και αυτό γιατί κρίσιμα πλευρά αυτών των μέτρων είναι ακριβώς ο έλεγχος πάνω στη διακίνηση εμπλουτισμένου ουρανίου. Εάν η ρήξη ανάμεσα στη Δύση και στη Ρωσία επεκταθεί και σε αυτόν τον τομέα τότε σημαντικές πλευρές της παρακολούθησης μέτρων μη διάδοσης θα διακυβευτούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι π.χ. η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν εάν ξεκινήσει ξανά σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί και από τη συνεργασία της Ρωσίας και της Rosatom, αφού η συμφωνία προβλέπει ότι η Ρωσία θα έχει την ευθύνη να αποδέχεται το εμπλουτισμένο ιρανικό ουράνιο που θα είναι πέραν του όγκου που θα επιτρέπει η συμφωνία.
Το δίλημμα των κυρώσεων σε βάρος της Rosatom
Ο κεντρικός ρόλος που παίζει η Rosatom μπορεί να εξηγήσει και γιατί μέχρι τώρα ούτε οι ΗΠΑ, ούτε η ΕΕ έχουν προχωρήσει σε κυρώσεις σε βάρος της, παρά τις κυρώσεις που έχουν τεθεί σε άλλους ενεργειακούς τομείς της Ρωσίας. Μάλιστα, στις ΗΠΑ υπήρξε και συγκεκριμένη πίεση από το λόμπι της πυρηνικής ενέργειας σε αυτή την κατεύθυνση. Η Rosatom επηρεάζεται εν μέρει από τις συνολικότερες κυρώσεις (π.χ. την αποπομπή από το SWIFΤ ρωσικών τραπεζών), όμως δεν έχει δεχτεί στοχευμένες κυρώσεις.
Αλλά και στην ΕΕ, παρότι το Ευρωκοινοβούλιο στο ψήφισμά του στις 7 Απριλίου ζήτησε να επιβληθούν κυρώσεις και στον κλάδο της πυρηνικής ενέργειας της Ρωσίας και στη Rosatom, μέχρι τώρα δεν έχουν υιοθετηθεί ανάλογα μέτρα.
Βεβαίως στην Ευρώπη το θέμα των σχέσεων με τη Ρωσία σε ζητήματα πυρηνικής ενέργειας, παρότι όχι τόσο προβεβλημένα όσο αυτά που αφορούν το φυσικό αέριο είναι επίσης σύνθετα.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μεγάλη αντιπαράθεση γύρω από τη κατασκευή από τη Rosatom ενός πυρηνικού εργοστασίου στον ρωσικό θύλακα του Καλίνινγκραντ. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο ως επένδυση προϋπέθετε ότι οι άλλες χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία θα ήθελαν να αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια από αυτό. Ωστόσο, θα υπάρξουν μεγάλες αντιδράσεις από τις χώρες της Βαλτικής και το πρότζεκτ θα «παγώσει» (αν και όχι πλήρως). Πάντως ακόμη και το 2021 και με δεδομένη την πίεση για απεξάρτηση ιδίως της Πολωνίας από τον γαιάνθρακα, επανήλθε στο προσκήνιο το σχέδιο, αν και με το δεδομένου του πολέμου δεν φαίνεται εύκολο να προχωρήσει.
Ένα άλλο παράδειγμα ήταν η απόφαση της κυβέρνησης της Τσεχίας να αποκλείσει τη Rosatom από τη διεκδίκηση της παραγγελίας νέου πυρηνικού αντιδραστήρα, ενώ πρόσφατα συμφώνησε να προμηθεύεται πυρηνικά καύσιμα για τα επόμενα 15 χρόνια από την Westinghouse και την Framatom, αντί της Rosatom που προμήθευε μέχρι τώρα.
Από τη μεριά της η Σλοβακία εξακολουθεί να προμηθεύεται πυρηνικά καύσιμα από τη θυγατρικής της Rosatom TVEL.
Από τη μεριά της και η Βουλγαρία, μετά από μια μακρά ιστορία ταλαντεύσεων για το πώς θα εξελίχθεί η παραγωγή πυρηνικής ενέργειας (και που περιλάμβανε μια συνεργασία με τη Rosatom που τελικά δεν ευοδώθηκε) φαίνεται να προσανατολίζεται προς την παραγωγή μέσω των μικρών αντιδραστήρων SMR που προτίθεται να κατασκευάσει η αμερικανική NuScale.
Πάντως, η Ουγγαρία έχει κάνει σαφές ότι συνεχίζεται κανονικά η συμφωνία που έχει με την Rosatom για την επέκταση του πυρηνικού εργοστασίου στο Πακς, με την προσθήκη δύο αντιδραστήρων πεπιεσμένου ύδατος συνολικής ισχύος 1,2 GW.
Πιο ταλαντευόμενη εμφανίζεται η Φιλανδία σε σχέση με το εάν θα συνεχιστεί η κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου (πάλι με αντιδραστήρα της Rosatom) στο Χανχικίβι.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις