συνέντευξη στη Μαρία Κωνσταντοπούλου

Κα Παπαδημητρίου πώς προέκυψε η ιδέα να παρουσιάσετε τη συγκεκριμένη παράσταση που στηρίζεται σε αφηγήσεις και μνήμες του πατέρα σας;

Λίγο πριν την πανδημία μαζευόμασταν τα βράδια σ’ ένα μπαράκι κοντά στο σπίτι μου, το Φαεινόν, που έχει πιάνο και παίζαμε και τραγουδούσαμε και ήταν ωραία. Ένα Σάββατο είχαμε κανονίσει να βρεθούμε αλλά έγινε το lockdown και όλα σταμάτησαν.

Στην αρχή τρόμαξα πως θα πάθω κατάθλιψη. Σιγά σιγά άρχισα να συνηθίζω και είδα ότι και άλλοι καλλιτέχνες ανέβαζαν βιντεάκια με τραγούδια, ποιήματα, κείμενα κ.λπ.

Η πόλη άρχισε να ησυχάζει και ξαφνικά ένιωσα πως κάτι μου θυμίζει. Άρχισα να γράφω και κάποια στιγμή ανακάλυψα πως μου θυμίζει μιαν άλλη φάση της πόλης, όπου όλα ήταν πιο αργά και κάπως πιο ανθρώπινα.

Τότε μου ήρθε η ιδέα να καταγράψω ό, τι θυμόμουν από τις ιστορίες του πατέρα μου, αλλά και από διάφορες ιστορίες που διάβασα σε ανεκδοτολογικά βιβλία και περιοδικά της παλιάς εποχής για την πόλη. Σιγά σιγά βρέθηκε ο άξονας.

Θέλω να κάνω μια ελεγεία για την πολιτεία του γλεντιού και της οινοποσίας, δηλαδή για όλα αυτά που στερηθήκαμε όλον αυτό τον καιρό της πανδημίας και που είναι κομμάτι της συνύπαρξης μέσα στις πόλεις. Η μουσική έφερνε τις εικόνες και οι ιστορίες τη μουσική.

Διάβασα την ιστορία στους συνεργάτες μου και σιγά σιγά στήσαμε την παράσταση γύρω από ένα τραπέζι αρχικά και όταν χαλάρωσαν τα μέτρα γύρω από το πάλκο.

Η παράσταση συνδυάζει οπερέτα, έντεχνα και λαϊκά τραγούδια της δεκαετίας του ’60. Μιλήστε μας για αυτή τη σκηνοθετική δουλειά σας, αλλά και τους συνεργάτες που παίζετε και τραγουδάτε.

Οι συνεργάτες μου είναι όλοι αγαπημένοι φίλοι που γίναμε φίλοι μέσα από το θέατρο και τη μουσική. Ο Τάσος Αντωνίου, εξαιρετικός ηθοποιός και  επαγγελματίας μουσικός, παίζει κιθάρα ηλεκτρική και ακουστική και μπουζούκι, η Μαρίνα Χρονοπούλου υπέροχη πιανίστα και  εξαιρετική συνθέτις.

Η Μάτα Καστρησίου, μία υπέροχη νέα  ηθοποιός και  συγγραφέας που επίσης τραγουδάει πολύ ωραία. Υπήρξε μαθήτριά μου τώρα όμως είναι σταθερή συνεργάτις μου, διότι είχε πάντα το θάρρος να μου λέει την πραγματική γνώμη της για το κείμενο και το αποτέλεσμα.

Και η Αθηνά Χατζηαθανασίου εξαιρετική ηθοποιός που τραγουδάει υπέροχα και γνωριστήκαμε σε μια παράσταση στο θέατρο, αλλά τραγουδήσαμε άπειρες φορές στο Φαεινόν και έκτοτε έχουμε συνεργαστεί σε δύο ήδη παραστάσεις δικές μας.

Και ο Θοδωρής Ζέης, δικηγόρος και μουσικός που τον γνώρισα κάποια βράδια στον χώρο του υπέροχου Σάμη Γαβριηλίδη και τραγουδήσαμε μαζί. Τραγουδήσαμε ακόμα μαζί στον αγώνα των 592 καθαριστριών στο πεζοδρόμιο του Υπ. Οικονομικών.

Παίζει μπουζούκι με τρομερή γλύκα και ευαισθησία. Επίσης η Ιρις Κατσούλα, νέα ηθοποιός, και μαθήτριά μου στο θέατρο, αλλά και επαγγελματίας σκηνοθέτις του κινηματογράφου, η οποία ανέλαβε τη σύνθεση των εικόνων και των βίντεο, που παίζουν σημαντικό ρόλο στην παράσταση γιατί ουσιαστικά η εναλλαγή τους καθορίζει την δράση.

Είμαστε μια παρέα σ ένα πάλκο σαν μια ρεμπέτικη κομπανία μπροστά σ’ ένα κινηματογραφικό εκράν ή τηλεόραση. Εγώ αφηγούμαι την ιστορία και τα παιδιά ζωντανεύουν τις φωνές των προσώπων που αναφέρονται στο κείμενο και ερμηνεύουν τα τραγούδια.

Ο Τάσος Αντωνίου που κάνει τον πατέρα έχει ουσιαστικά αναλάβει και την ενορχήστρωση. Οι συνεργάτες όλοι αυτοί μαζί έδωσαν πνοή στο κείμενο και πρόσθεσαν τις δικές τους μνήμες από τους δικούς τους, πατεράδες παρόλο που ανήκουμε σε διαφορετικές γενιές.

Σημαντική ήταν και η συμβολή του Γιάννη Ζέρβα, συνεργάτης ηθοποιός θεατρολόγος και φωτιστής που έχει αναλάβει τον σχεδιασμό των φωτισμών σε όλες τις σκηνές που έχουμε παίξει ως σήμερα. Ο Γιάννης ξέρει να φτιάχνει την ατμόσφαιρα με ευαισθησία και φαντασία σε ό τι χώρο και αν του το ζητήσεις.

Πόσο διαφέρει η Αθήνα του τότε με την Αθήνα του σήμερα; Πιστεύετε ότι έχει χάσει από το ύφος και την αίγλη της;

Κάποια κομμάτια της πόλης έχουν αλλάξει τόσο που σχεδόν δεν ξέρεις, όταν περνάς από εκεί, πού βρίσκεσαι. Στόχος μοιάζει να είναι να αλλάξουν όλα και να χάσουμε το νήμα του παρελθόντος. Στόχος δικός μου να κάνω τα πάντα ώστε να καθυστερήσει αυτή την αλλαγή. Να προλάβουμε να φύγουμε οι παλιότεροι. Αυτή η λαίλαπα των αλλαγών δεν αντέχεται για κάποιον που έχει γνωρίσει το πριν.

Ειδικά για την δική μου τη γενιά που έζησε την προηγούμενη λαίλαπα των αντιπαροχών της δεκαετίας του ‘70 και έζησε από μικρό παιδί τη φρίκη του να κοιμάσαι το ένα βράδυ βλέποντας απ’ το παράθυρο λίγο ουρανό και να ξυπνάς την άλλη μέρα βλέποντας το απέναντι τσιμέντο.

Πώς σχολιάζετε την κατάσταση στον χώρο του πολιτισμού μετά από τα 2 και πλέον χρόνια της πανδημίας. Πιστεύετε ότι υπήρξε η ανάλογη υποστήριξη από την κυβέρνηση και το Υπουργείο Πολιτισμού;

Έκαναν πιστεύω πολύ μεγάλες προσπάθειες τα σωματεία μας και κατάφεραν να αναδειχθεί το ζήτημα της δυσκολίας που είχε αυτή η περίοδος για τους καλλιτέχνες. Πετύχαμε κάποια πράγματα στην αρχή, αλλά μετά όλα σταμάτησαν, ενώ δεν είχε σταματήσει η πανδημία. Στα πλαίσια των αλλαγών που αφορούν τις πόλεις είναι και οι αλλαγές που αφορούν την τέχνη.

Η Πολιτεία δεν δείχνει να ενδιαφέρεται από μόνη της για την σύγχρονη  ελληνική δημιουργία. Κατά κάποιον τρόπο θεωρεί ντεμοντέ την ελληνικότητα και κάθε σχέση με την δεκαετία του ‘60. Όταν όμως τους πετύχεις έναν έναν μόνους τους τους διοικούντες, κι αυτοί αυτά τα τραγούδια ξέρουν να τραγουδάνε οι ίδιοι τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους.

Όμως η γενικότερη διάθεση του trendy και του lifestyle που προωθείται τα πετάει έξω ως παλιά. Ναι, είναι παλιά σαν το παλιό καλό κρασί. Γι’ αυτό τα αγαπάμε όσοι τα αγαπάμε, τόσο οι εντόπιοι όσο και οι τουρίστες που ζητούν να μετέχουν μιας τέτοιας ατμόσφαιρας όπου άνθρωποι βρίσκονται και τραγουδούν αυτοσχέδια όλοι μαζί.

Το άρωμα της δεκαετίας του ‘60 έχει βαθιές ρίζες στο παρελθόν και είναι πολύ δύσκολο να το ξεριζώσεις. Όσες προσπάθειες και αν έγιναν δεν κατάφεραν πολλά. Ίσως σε δέκα χρόνια να μην υπάρχει τίποτα απ΄όλα αυτά σε καμιά χώρα της Ευρώπης.

Όμως η πανδημία και η καθυστέρηση στους ρυθμούς που έφερε, νιώθω ότι γύρισε λίγο πίσω τα ρολόγια κι αυτό δεν είναι μόνο για κακό. Αν η ανάπτυξη, όπως την ορίζουν τα χρηματιστήρια δεν χωράει τη μνήμη και τη βουτιά στην ιστορία, τότε κάθε καθυστέρηση δουλεύει υπέρ τους.

Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;

Θα συνεχίσουμε με την παράσταση «Ο Πατέρας μου η Αθήνα» μέχρι αρχές Ιουλίου, και με τον «Ντον Ζουαν» του Μολιέρου από το Θέατρο Σημείο σε σκηνοθεσία Αλεξανδρου Διαμαντή σε μια μικρή περιοδεία, καθώς και με το «Χρονικό των δέκα ημερών- Αϊβαλί 1922», μια παράσταση που έχω σκηνοθετήσει και έχει θέμα το 1922.

Επίσης θα συμμετάσχω στο «Ισλαχανε», μια παράσταση από το θέατρο Σημείο στα πλαίσια του προγράμματος 2022 του θεσμού «Όλη η Ελλάδα Πολιτισμός» σε σκηνοθεσία του Νίκου Διαμαντή.

Πληροφορίες Παράστασης

Ο Πατέρας μου η Αθήνα

Της Μάνιας Παπαδημητρίου

Από Παρασκευή 20 Μαΐου και κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στην αυλή του θεάτρου «Χυτήριο»

Παλιοί κανταδόροι, πλούσιοι και φτωχοί, έμποροι και διανοούμενοι, εργαζόμενοι και φοιτητές μαζεύονταν κάποτε για να πιουν το κρασί τους και να τραγουδήσουν με κιθάρες κι ένα μπουζουκάκι όλα τους τα ντέρτια. Τη λαογραφία τούτης της πλευράς της Αθήνας εξερευνούν έξι νέοι και παλιότεροι ηθοποιοί και μουσικοί μέσα από τα μάτια του πατέρα. Έτσι όπως τα αφηγήθηκε στην κόρη, Μάνια Παπαδημητρίου. Το νέο και το παλιό σιγοτραγουδούν παρέα… Έντεχνο, αλλά και οπερέτα και παλιό ελαφρύ, λαϊκό της δεκαετίας του `60 και τόσα άλλα. Πόσο μας έχει λείψει, όλους αυτούς τους μήνες, αυτή η συνεύρεση τα βράδια!

Συντελεστές:

Κείμενο-Σκηνοθεσία: Μάνια Παπαδημητρίου

Φωτισμοί: Γιάννης Ζέρβας

Βίντεο: Ίρις Κατσούλα

Γραφιστική Επιμέλεια: Εύα Λαμπάρα
Παραγωγή: CALD Productions

Πιάνο: Μαρίνα Χρονοπούλου
Κιθάρα: Τάσος Αντωνίου
Μπουζούκι: Θοδωρής Ζέης

Παίζουν και τραγουδούν: Μάνια Παπαδημητρίου, Τάσος Αντωνίου, Αθηνά Xατζηαθανασίου

Θέατρο Χυτήριο (Αυλή), Ιερά Οδός 44, Αθήνα

Τηλ. Κρατήσεων: 21 0341 2313 ή μέσω viva.gr https://www.viva.gr/tickets/theater/o-pateras-mou-i-athina/

Διάρκεια: 110 λεπτά

Από 20/5 κάθε Πέμπτη και Παρασκευή στις 21.00

Τιμές Εισιτηρίων: 15 ευρώ (γενική είσοδος), 12 ευρώ (φοιτητές, ανέργων), 8 ευρώ (ΑΜΕΑ)