Σώτη Τριανταφύλλου: «Με το ροκ εντ ρολ η ζωή χύμηξε πάνω μου»
Μοιράζει τη ζωή της σε τρεις χώρες και παραδέχεται ότι καμιά φορά είναι ένα καλό άλλοθι για ν’ αποφεύγει τις πολλές συναναστροφές. Μέσα σ’ αυτή την κίνηση η συγγραφέας βρίσκει μεγάλη σταθερότητα και εξηγεί γιατί.
- Τικ τοκ, τικ τοκ: «Ρολόι του θανάτου» υπολογίζει πότε θα πεθάνουμε
- Ανατροπή στην υπόθεση του νεκρού βρέφους που βρέθηκε σε κάδο - Ελεύθερος ο 25χρονος, δεν είναι ο πατέρας
- Μύλος στον «Μύλο των Ξωτικών» για το «Απαγορευμένο» - Ο Γιώργος Τσαλίκης απαντάει και «αδειάζει» τον δήμαρχο Τρικάλων
- Το Διεθνές Απολυτήριο IB εισάγεται στη δημόσια εκπαίδευση – Πότε ξεκινάει η πιλοτική εφαρμογή του
Μοιράζει τη ζωή της σε τρεις χώρες και παραδέχεται ότι καμιά φορά είναι ένα καλό άλλοθι για ν’ αποφεύγει τις πολλές συναναστροφές. Μέσα σ’ αυτή την κίνηση η συγγραφέας βρίσκει μεγάλη σταθερότητα και εξηγεί γιατί.
Θα ήθελα να μου περιγράψετε μια εικόνα από εκεί που βρίσκεστε αυτή τη στιγμή.
Βρίσκομαι στο Μέμφις του Τενεσί και βλέπω από τα παράθυρα το ήμερο προαστιακό τοπίο: καρυδιές, φτελιές, συκομουριές και μανόλιες. Ο αμερικανικός Νότος, ακόμα κι αυτή την ενδιάμεση εποχή, έχει μια βραδύτητα που χαμηλώνει τις δικές μου ταχύτητες.
Οι εικόνες του φανταστικού σας κόσμου ή εκείνες που έχετε βιώσει παίρνουν μεγαλύτερο μέρος στις ιστορίες σας;
Νομίζω ότι το βλέμμα ενός συγγραφέα, κι αυτό τον διαφοροποιεί πιθανώς από άλλα επαγγέλματα, είναι η συγχώνευση του κόσμου που θεωρείται πραγματικός με έναν κόσμο που θεωρείται της φαντασίας. Κατοικούμε στο εσωτερικό των μυθιστορημάτων μας, δεν τα γράφουμε μόνο.
Για όσο γράφετε τις ιστορίες σας ή σας ακολουθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα;
Συνήθως τα ξεχνάω όλα και προχωρώ στην επόμενη περιπέτεια.
Ποια ιστορία ή ήρωας κέρδισε περισσότερο χρόνο και χώρο μέσα σας;
Η ιστορία της «Φτωχής Μάργκο», της Μάργκο Κρουπ από το Μίσιγκαν, με συνόδευε για αρκετά χρόνια πριν από το βιβλίο. Διότι είχα γνωρίσει πολλά παιδιά σαν τη Μάργκο, ζούσα ανάμεσά τους προσπαθώντας να διατηρήσω την ισορροπία μου.
Μοιράζετε τη ζωή και τον χρόνο σας σε τρεις χώρες. Υπήρξαν στιγμές που αυτό σας κούρασε;
Οχι, δεν με κουράζει η ζωή σε τρεις χώρες· θα μπορούσαν μάλιστα να γίνουν περισσότερες. Εχω ελαφρές αποσκευές και μεγάλη περιέργεια. Αλλά τα αεροπορικά ταξίδια εξελίσσονται σε βασανιστήριο· τα αεροδρόμια και τα αεροπλάνα έχουν γίνει χώροι δοκιμασιών κάθε λογής: μέτρα ασφαλείας, έλεγχοι, διαχείριση πλήθους λες και πρόκειται για κοπάδι προβάτων, εντολές, απαγορεύσεις, «μη» το ένα, «μη» το άλλο… Ο χώρος λιγοστεύει, ο χρόνος διαστέλλεται. Αν μπορούσα να πάω στην Αμερική με πλοίο, θα πήγαινα. Κι αν μπορούσα να πάω οδηγώντας, ακόμα καλύτερα. Οδηγώντας έχω γυρίσει τον κόσμο. Η οδήγηση μου ταιριάζει – ελευθερία, ατομικότητα, πρωτοβουλία -, αντιθέτως, οι μαζικές μεταφορές με ταλαιπωρούν.
Η μη σταθερή σας βάση λειτούργησε ποτέ ως «άλλοθι»;
Καμιά φορά με βολεύει γιατί είμαι μονήρης και αποφεύγω τις πολλές συναναστροφές. Οπότε, ναι, κατά κάποιον τρόπο «λείπω» διαρκώς. Πάντως μέσα σ’ αυτή την κίνηση εγώ βρίσκω μεγάλη σταθερότητα.
Με ποιο τρόπο;
Εχω τρία σπίτια με την έννοια του «home», δεν είμαι πουθενά προσωρινή. Δεν ταξιδεύω, εγκαθίσταμαι. Εδώ στο Μέμφις με περιμένει κάθε χρόνο η ντουλάπα με τα ρούχα που κληρονόμησα από τη θεία μου και μια σακαράκα με την οποία κυκλοφορώ πάνω – κάτω και πέρα – δώθε. Ακόμα κι όταν ταξιδεύω για να επισκεφτώ ένα μέρος, δημιουργώ κάποιες συνθήκες ένταξης στο περιβάλλον – δεν κάνω τουρισμό.
Από τι δεν καταφέρατε ποτέ να ξεφύγετε;
Οπως όλοι οι άνθρωποι, δεν μπορώ να ξεφύγω από τις έγνοιες μου, από τα βάρη και τις ευθύνες.
Η μεγαλύτερη έγνοια σας ποια είναι;
Να διατηρήσω καλή υγεία και ανεξαρτησία.
«Ο μικρός, ανώνυμος, έντιμος και καλόκαρδος άνθρωπος θριαμβεύει ξανά και ξανά. Θριαμβεύει παντοτινά», όπως έχετε πει για το νέο σας βιβλίο «Σικελικό ειδύλλιο». Το πιστεύετε ή το εύχεστε και από πού αντλείτε αυτή την αισιοδοξία;
Γράφω βιβλία για τον underdog, για τον άνθρωπο που χωρίς να κάνει φασαρία αγωνίζεται για την αξιοπρέπειά του. Κι αν κάτι έμαθα από τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η πίστη στην εργασία, στην ατομική προσπάθεια και στις δεύτερες ευκαιρίες. Οχι ότι ισχύει στις ΗΠΑ· δεν ισχύει. Απλώς είναι κάτι που προσπαθεί κανείς να εφαρμόσει. Οσο για την αισιοδοξία, νομίζω ότι απορρέει από το συναίσθημα ότι τα περισσότερα πράγματα που μας αφορούν εξαρτώνται από μας τους ίδιους. Κανείς δεν φταίει για τις αποτυχίες μας, σε κανέναν δεν οφείλουμε τις επιτυχίες μας. Είμαστε, δυνάμει, υπέροχα ελεύθεροι και υπέροχα μόνοι. Οπως είπα, είναι σαν να βρισκόμαστε στο τιμόνι ενός οχήματος.
Η πολύπλευρη εκπαίδευσή σας από ποια «αγκύλωση» ή, αν θέλετε, προκατάληψη σας απάλλαξε;
Οι ελεύθεροι άνθρωποι έχουν το ένα πόδι σε μια ιδεολογία και το άλλο στην αντίθετη. Αλλά δεν είναι αυτή η κυρίαρχη άποψη ούτε ο τρόπος με τον οποίο διαπαιδαγωγούμαστε: δεν γεννιόμαστε ελεύθεροι, χρειάζεται προσπάθεια για να γίνουμε.
Από τι δεν καταφέρατε ν’ απαλλαγείτε;
Δεν έχω σκεφτεί από τι δεν κατάφερα να απαλλαγώ· και πάλι, όπως όλοι οι άνθρωποι ή οι περισσότεροι, σέρνω παντού τους καταναγκασμούς του βιοπορισμού· καμιά φορά υποφέρω από τοξικές σχέσεις στον χώρο της εργασίας, αλλά κυρίως έξω από αυτόν.
Εχετε μιλήσει για τις μάχες που δώσατε ως παιδί και αργότερα ως έφηβη με την οικογένειά σας, η οποία ανήκε στην Αριστερά. Ποια είναι η πιο σκληρή εικόνα από εκείνη την εποχή που κυριαρχεί στη μνήμη σας ή που έρχεται με ευκολία όταν επιστρέφετε στο παρελθόν;
Η αφοσίωση στη δογματική Αριστερά έκανε εκείνη την οικογένεια αρκετά δυστυχισμένη, αλλά δεν είναι κάτι που με αφορά. Ηταν δική τους υπόθεση, όχι δική μου. Πήρα από νωρίς πολύ διαφορετικές αποφάσεις. Ετσι κι αλλιώς, η κατάσταση στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1970 και του 1980 ήταν ασφυκτική κι έπρεπε να δίνονται μάχες κάθε μέρα, κάθε ώρα. Ημασταν μια καθυστερημένη χώρα με ήθη της Ανατολής. Χριστιανορθόδοξη παιδεία και πατριαρχικές οικογένειες – Βαλκάνια.
Η δύσκολη σχέση και η αντίδραση που εκδηλώσατε θα λέγατε – με την ωριμότητα που δίνουν πρωτίστως οι εμπειρίες και ο κοσμοπολιτισμός σας – ότι ενδεχομένως κάποιες στιγμές είχαν ως αποτέλεσμα να γίνετε άδικη στην κριτική σας;
Νομίζω, αντιθέτως, ότι έχω την τάση να στρογγυλεύω υπερβολικά τα πράγματα και να κάνω συμβιβασμούς. Προσπαθούσα πάντα να καταλάβω μορφές συμπεριφοράς που δεν άντεχαν κατανόηση, που ήταν απλώς απαράδεκτες. Οσο πιο πίσω πάμε στο παρελθόν τόσο πιο διάχυτη ήταν η μισαλλοδοξία. Ο μισογυνισμός, ο πουριτανισμός και η χωριάτικη μοχθηρία εκδηλώνονταν ανεξέλεγκτα προς πάσα κατεύθυνση.
Το ροκ και η ατμόσφαιρα της εποχής που αναδύονταν πώς λειτούργησαν σ’ εσάς;
Το ροκ εντ ρολ, ο κινηματογράφος και τα βιβλία ήταν και παραμένουν ολόκληρος ο κόσμος μου. Προτού περάσει πολύς καιρός, προστέθηκαν τα αυτοκίνητα, η αγάπη για τον ανοιχτό δρόμο και την ταχύτητα. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη γι’ αυτή τη θεσπέσια κουλτούρα που έφτασε σ’ εμένα, σ’ αυτή τη μικρή γωνιά της Ευρώπης, τόσο νωρίς και τόσο ορμητικά. Με το ροκ εντ ρολ η ζωή χύμηξε πάνω μου: είχα το ίδιο συναίσθημα στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του 1980· η πόλη έμοιαζε με άγριο ζώο. Με λίγα λόγια, οι ωραιότερες στιγμές της ζωής μου είναι συνδεδεμένες με το ροκ εντ ρολ: δίσκοι, ραδιοφωνικές ακροάσεις, συναυλίες.
Σε ποια συναυλία έχετε ζήσει τις πιο έντονες συγκινήσεις;
Η πρώτη που μου έρχεται στο μυαλό είναι μία του Βαν Μόρισον στο Μπράιτον. Ημουν εκστατικά ευτυχισμένη. Είδα τον Ροντ Στιούαρτ στο Λονγκ Αϊλαντ μια νύχτα με φεγγάρι. Τον Πολ Μπάτερφιλντ μαζί με τον Λίο Ράσελ και τον Τζον Μέιολ ένα υπέροχο καλοκαίρι στις αποβάθρες του Μανχάταν. Τον Φρανκ Ζάπα τα Χριστούγεννα του 1984 στην Καλιφόρνια. Τους CSN εδώ στο Μέμφις, στο υπαίθριο θέατρο στον Μισισιπή, το 1996…
Τι αποτέλεσε για σας «λαβή» για να προχωρήσετε στη ζωή σας;
Δεν έχω προχωρήσει ή δεν έχω προχωρήσει όσο θα ήθελα: η αφετηρία ήταν στα βάθη του πολιτισμού, έπρεπε να διανυθεί πολύ μακρύς δρόμος, πάρα πολύ μακρύς. Το λίγο που έχω προχωρήσει το οφείλω στη φιλομάθεια. Αν στο τέλος μιας μέρας δεν έχω μάθει κάτι καινούργιο, η μέρα μπαίνει θλιβερά στο νεκροταφείο των χαμένων ημερών.
Εχετε πει ότι όταν διαβάσατε ελληνική λογοτεχνία δεν σας ενθουσίασε. Γίνατε όμως σημαντικό κομμάτι της.
Προφανώς κάτι κόμισα κι εγώ όταν άρχισα να εκδίδω βιβλία στη δεκαετία του 1990. Γενικά, το τοπίο δεν μου φάνηκε εντυπωσιακό και πολλά από τα λεγόμενα «κλασικά» νομίζω ότι έχουν γεράσει άσχημα. Ισως δεν είμαι καλή αναγνώστρια λογοτεχνίας, ίσως είμαι κάπως δύστροπη: δεν διαβάζω autofiction, είμαι αλλεργική στη νοσταλγία, δεν με ενδιαφέρουν οι ντοπιολαλιές, ούτε η εξιδανίκευση που συνοδεύει την ενοριακή νοοτροπία.
Ποιος θα θέλατε να έχει διαβάσει το ή τα βιβλία σας;
Το ανώνυμο πλήθος, το ελληνικό κοινό. Που αντί να διαβάσει κάτι, οτιδήποτε, χαζολογάει στα social media. Σας το λέω, αυτή η υπόθεση δεν θα μας βγει σε καλό. Χάνεται πάρα πολύς χρόνος με ευτελή τρόπο. Οι άνθρωποι εκτίθενται υπερβολικά, χάνουν το περίγραμμα του εαυτού τους, τα όριά τους. Επίσης, υποκαθιστούν την ενημέρωση – επιλεκτική κι αυτή, προϊόν πολλαπλών χειραγωγήσεων – με τη μόρφωση. Τα social media είναι η προβληματική πλευρά της ψηφιακής τεχνολογίας, η οποία είναι, κατά τα άλλα, ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα του εικοστού αιώνα.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις