Ρένος Χαραλαμπίδης: «Οι ταινίες μου είναι οι πιο #MeToo σε όλο το ελληνικό σινεμά»
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης μιλάει για την παράσταση στο Μέγαρο Μουσικής με την οποία επανασυστήνεται στο κοινό, για ταινίες, φλερτ, μουσική και όνειρα
Καθότι πρωινός τύπος ο Ρένος Χαραλαμπίδης, το ραντεβού δόθηκε στο Κουκάκι για μπραντς. Το ημερολόγιο έγραφε τέλη Απρίλη, κι όμως, κάθε φορά που τον βλέπεις, σου δίνει την αίσθηση ότι είναι Αύγουστος του ’99, από κάπου ακούγεται το μουσικό θέμα του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου από τα «Φτηνά τσιγάρα», κίτρινα τρόλεϊ διαγράφουν τροχιές στην Αθήνα και ερωτευμένοι φωνάζουν από τα μπαλκόνια το όνομα της αγαπημένης τους με ντουντούκα, να το μάθει ο κόσμος όλος. Αφορμή για τη συνάντησή μας το «μουσικό χάπενινγκ» που ετοιμάζει στο Μέγαρο Μουσικής, μια μουσική γιορτή βασισμένη στην τελευταία του ταινία «Τέσσερα μαύρα κουστούμια» του 2009. «Ο Σύλλογος Φίλων Μουσικής μού κάνει τη μεγάλη τιμή να παρουσιάζει στις 20 Μαΐου ένα μουσικό χάπενινγκ με την υπογραφή μου. Αίθουσα Μητρόπουλος. Στα «Τέσσερα μαύρα κουστούμια» έγραψα και τη μουσική. Την εποχή αυτή ξαναμοντάρω την ταινία για να παιχτεί στην πλατφόρμα. Στο πλαίσιο του νέου cut, ξανασκέφτομαι και τη μουσική. Αποφάσισα να κάνω ένα μουσικό χάπενινγκ αλληλεπίδρασης, όπου θα παιχτεί η μουσική από το soundtrack, ο Δημήτρης Πουλικάκος θα τραγουδήσει το «Knockin’ On Heaven’s Door», ο Αλκης Παναγιωτίδης θα απαγγείλει το ποίημα του Καβάφη «Η πόλις», θα είναι μια νύχτα που, θέλω να πιστεύω, θα καταμετρηθεί στις πειραματικές νύχτες που θα αφήσουν ένα στίγμα» εξηγεί.
Στα χέρια μου κρατάω ένα μικρό μαύρο βιβλιαράκι που υπογράφει ο ίδιος με τίτλο «Εγχειρίδιο Κινηματογραφικής Ανυπακοής». Εκεί αναφέρει, «αν φιλοδοξώ να καταγράψω όλο το ψυχικό φάσμα του χαρακτήρα, εξασφαλίζω τις συνθήκες να χορέψει». Τον ρωτώ αν στο Μέγαρο θα υπάρχει χώρος για χορό. «Ολη η ταινία έχει μια μυρωδιά μιούζικαλ. Δύο φορές όλοι οι ήρωες χορεύουν μετά μανίας. Η μία είναι σε ένα λαϊκό πανηγύρι, όπου χορεύουν το «Να ‘χαν οι καρδιές αμπάρες», όμως στο μοντάζ το βγάζω και βάζω το «Knockin’ On Heaven’s door». Και λειτουργεί τέλεια. Εχουμε δύο εκλιπόντες, τον Τάκη (Σπυριδάκη) και την Τιτίκα (Σαριγκούλη). Βλέποντας το υλικό της ταινίας, έχω μια λήψη όπου χορεύουν ένα βαλσάκι. Θα προβάλω τον χορό αυτό, τιμής ένεκεν στους απόντες της ταινίας μας. Γι’ αυτό λέω ότι είναι ένα μουσικό χάπενινγκ βασισμένο σε μια ταινία που ξαναφτιάχνω. Θα είναι μια νύχτα όπου επανασυστήνεται μια ταινία μου και επανασυστήνομαι και εγώ στο κοινό».
Στην πρώτη του ταινία ήταν μόλις 25 ετών. Με το ασπρόμαυρο «No budget story», το 1996, ήταν σαν να ξερόβηξε για να καθαρίσει τη φωνή του ώστε τρία χρόνια μετά, να μας μιλήσει κατευθείαν στην καρδιά με τα «Φτηνά τσιγάρα», για τα οποία είχε αποσπάσει μόνο μία καλή κριτική. Φέτος που έγιναν παράσταση στην Εθνική Λυρική Σκηνή, με τον ίδιο να καμαρώνει από τα έγκατα του stage, στα λευκά, το δημιούργημά του σαν ένας μικρός θεός, οι κριτικές ήταν απογειωτικές. «Τι γεύση μπορεί να αφήσει μια παράσταση που είναι sold out πριν καν αρχίσει να παίζεται; Μια παράσταση που πήρε μία κακή κριτική; Ηταν μια παράσταση που έβαλε τα πράγματα στη θέση τους. Το ’99 που τη γύριζα, η Ελλάδα του σινεμά ήταν αλλιώς. Ημουν μια μοναχική περίπτωση. Και κατάλαβα γιατί δεν μπορούσα να χτίσω ένα πλαίσιο. Γιατί ήμουν μόνος». Αργότερα θα του θέσω το δίλημμα τι είναι πιο άγριο, οι κριτικοί κινηματογράφου των 90s ή η σημερινή cancel culture των social media με τον ίδιο να απαντά, «έλα ντε, δεν το είχα σκεφτεί».
Με δύο κούπες καφέ να αχνίζουν κάτω από τις μύτες μας, τον ρωτώ τι τον κάνει να επιστρέφει κάθε τόσο στο πεδίο της μάχης για να διορθώσει κάτι. «Είναι σαν βασανιστήριο. Βλέπω μια ταινία και λέω, ρε γαμώτο, δεν αντέχω να ξέρω ότι θα μπορούσε να γίνει αλλιώς και να μην το κάνω. Είναι όπως ο Καβάφης που έγραφε τα ποιήματά του 20 χρόνια. Δηλαδή, μπορεί μέχρι τα βαθιά γεράματα να ξαναμοντάρω τις ταινίες μου και να τις παρουσιάζω στο κοινό. Εχω μια εσωτερική φωνή που με βασανίζει. Είναι σαν κάτι γουέστερν που πια, γέρος ο πιστολέρο, γυρνά πίσω για να ξεκαθαρίσει μερικές υποθέσεις» λέει και γελάμε. «Βέβαια, δεν αποκηρύσσω το πρώτο cut, που είχε τη λογική να παιχτεί στην αίθουσα. Τώρα καλούμαι να μιλήσω σε κάποιον που έχει σπίτι μια μεγάλη οθόνη. Οι κώδικες είναι άλλοι».
Πάνω στα σουπλά μας σερβίρονται τα πιάτα που παραγγείλαμε, scrambled eggs για εκείνον, croque madame για μένα. Μετά τις πρώτες μπουκιές, συζητάμε για το στοιχείο της επανάληψης στα φιλμ του, με το οποίο «εμβαθύνει στο προσωπικό του τραγούδι». Καρτοτηλέφωνα, αναψυκτήρια, ανεμιστήρες, χρυσόψαρα, λευκά περιστέρια, λούνα παρκ, ενυδρεία, απλήρωτοι λογαριασμοί, ξεκαθαρίσματα στον καθρέφτη και αφηγηματικά voice over που άφησαν εποχή. Είναι οι προσωπικές του σφραγίδες, όπως για τον Χίτσκοκ ήταν οι ξανθιές, για τον Κιούμπρικ οι συμμετρίες, για τον Λιντς οι κούπες του ζεστού καφέ. «Είναι θεωρώ μια προσωπική μου επιτυχία. Εβαζα αυτά τα στοιχεία σε ένα πλαίσιο εσωτερικής ελευθερίας. Μου βγήκε σε καλό. Κατέθεσα το προσωπικό μου σύμπαν μέσα στον κινηματογράφο».
«Σήμερα έχει καταρριφθεί το προσωπικό αίνιγμα»
Αλλο ένα κυρίαρχο μοτίβο στις ταινίες του είναι η ψηλή, μελαχρινή, μυστηριώδης γυναίκα για την οποία ο ίδιος μεταμορφώνεται σε σύγχρονο ιππότη που παλεύει σε αστικά τοπία να την κατακτήσει. Κάπως έτσι αντιλαμβάνεται τον έρωτα; «Το φλερτ που μπορεί να είναι πρόλογος ενός μεγάλου έρωτα, έχει νόημα αν έχει μια ιστορία να αφηγηθείς. Η ιστορία προϋποθέτει, όπως όλες οι οδύσσειες, ναυάγια. Αν δεν ζήσεις μερικά μικρά ναυάγια δεν έχεις κάνει την οδύσσεια, έχεις κάνει κρουαζιέρα. Γι’ αυτό στις ταινίες μου η διεκδίκηση των γυναικών έχει μικρά ναυάγια. Γιατί πιστεύω ότι ναυάγιο το ναυάγιο, θα φτάσουμε στην Ιθάκη μας. Και αν η Ιθάκη είναι μια πολύ ωραία ερωτική ιστορία, προϋποθέτει μικρά ναυάγια. Δυστυχώς, σήμερα, έχει καταρριφθεί το προσωπικό αίνιγμα. Γνωρίζεις κάποιον, ανοίγεις το facebook κι έχεις μάθει όλη του τη ζωή».
Και η φράση που συνήθως λένε κάποια στιγμή οι μελαχρινές πρωταγωνίστριές του, «δεν είμαι το μωρό κανενός», τι θα πει; «Πάντα με γοήτευαν οι ανεξάρτητες γυναίκες. Ο γυναικείος δυναμισμός και η γυναικεία αυτονομία για μένα πάντα ήταν πόλος έλξης. Ασυνείδητα, παρουσιάζω τη γυναίκα όπως την ονειρεύομαι: Ελεύθερη, δυνατή. Νομίζω οι ταινίες μου είναι οι πιο #MeToo ταινίες σε όλο το ελληνικό σινεμά» λέει και του ζητώ να ερμηνεύσει και τις σκηνές απόρριψης του αγοραίου έρωτα στη φιλμογραφία του. «Αυτό είναι ένα σχόλιο πάνω στην ηδονή. Πιο πολύ απολαμβάνεις ένα πιάτο που έχει μια μικρή ιστορία. Αυτά τα scrambled eggs που τρώω τώρα έχουν για μένα την ιστορία της Νέας Υόρκης. Αλλιώς, είναι απλά μια ομελέτα. Ακόμα και το αγοραίο σεξ, για να έχει το ενδιαφέρον του, θέλει μια μικρή ιστορία. Αλλιώς είναι μια στιγμιαία απόλαυση η οποία είναι και αμελητέα».
Για την ιστορία της μουσικής στη ζωή του, μας αποκαλύπτεται μέσα από το μόνο είδος που δεν ακούει. «Με δυσκολεύει το τραπ. Σε θέματα ιδεολογικά κυρίως, τα ναρκωτικά και όλα αυτά, δεν τα βρίσκω καθόλου χαριτωμένα. Και ο σεξισμός δεν μου ταιριάζει. Πρέπει να έρθει μια απάντηση στη φαλλοκρατία του τραπ με το γυναικείο τραπ που θα εξηγεί στον κάθε εξαγριωμένο άρρενα το πόσο αστείος φαίνεται στις γυναίκες». Στην εφηβεία του, όταν δεν άκουγε ροκ σε underground στέκια όπως το «Maze» στην Πανόρμου, παρακολουθούσε ταινίες όπως το «Saturday Night Fever» κρυφά, καθώς σύμφωνα με την τότε κυρίαρχη ιδεολογία, δεν ήταν επαναστατικές. «Ο «Πυρετός το Σαββατόβραδο» ήταν μια βαθιά πολιτική ταινία. Ενας νεαρός που δουλεύει ντελίβερι μπογιατζής, κάθε Σάββατο βράδυ γίνεται βασιλιάς, ξεφεύγει από τη μίζερη ζωή του και βρίσκει την αυτοεκτίμησή του. Αυτό είναι μεγάλο μάθημα. Κάποιος θα πει, είναι το φθηνό αμερικάνικο όνειρο. Και γιατί είναι φθηνό να θέλεις να ξεφύγεις από το πεπρωμένο σου; Το άλλο όνειρο δηλαδή, το επαναστατικό, το σοβιετικό, ποιο ήταν τότε; Να είσαι ίδιος με όλους. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά των δύο κόσμων, του καπιταλιστικού και του σοβιετικού-κομμουνιστικού. Οτι τελικά στον καπιταλισμό μπόρεσε να ανθήσει και η άλλη φωνή, στον σοβιετικό κόσμο όλα χάθηκαν στη σιωπή».
Η σερβιτόρα ρωτά αν μπορεί να μαζέψει τα πιάτα με τον ίδιο να απαντά «ασφαλώς», ενώ ταυτόχρονα παραγγέλνει ακόμα ένα εσπρεσάκι. Αμέσως θυμάμαι την ατάκα από την «Καρδιά του κτήνους», που επαναλάμβανε ο Γιώργος Βουλτζάτης, και σχολιάζω πόσο γενναιόδωρος είναι με τους συμπρωταγωνιστές του, στους οποίους χαρίζει πάντα τα πιο αβανταδόρικα κείμενα. «Το κάνω από σκηνοθετική ευφυΐα. Πρέπει όλοι μαζί να κερδίσουμε» λέει κι ενώ περιγράφει πόσο έχει επηρεαστεί στο «καδράρισμα» από τον Γιώργο Σκαλενάκη που, μεταξύ άλλων, σκηνοθέτησε τις «Διπλοπενιές», βλέποντας το «κάδρο» με το αθηναϊκό τοπίο πίσω του, τον ρωτώ τι απολαμβάνει σήμερα στην Αθήνα. «Απολαμβάνω έναν λόφο που ήταν για 20 χρόνια βυθισμένος μέσα στην πόλη και ξαφνικά ξαναβγήκε στην επιφάνεια σαν ένα παγόβουνο και είναι ο λόφος του Λυκαβηττού. Πόσο χαίρομαι που ξαναζούμε όλοι τον Λυκαβηττό».
Τα δώρα των 50 και ο χρόνος που περνάει
Σήμερα, μιλώντας πλέον ως 50άρης, ομολογεί ότι ξέρει περί τίνος πρόκειται. «Ξέρω περί τίνος πρόκειται το επάγγελμά μου, τα υλικά αγαθά, ο έρωτας και αυτό το πέρασμα από σκοτάδι σε σκοτάδι που είναι η ζωή. Ενα δώρο των 50 είναι ότι μαλακώνει η καρδιά σου σχετικά με τον χρόνο που περνάει. Βλέπεις ότι η απώλεια γίνεται πιο διαχειρίσιμη». Τα μοναχικά του ταξίδια, κατά τη διάρκεια των οποίων τακτοποιεί τις εσωτερικές του αποσκευές, εξακολουθούν να του δίνουν μεγάλη χαρά ενώ, όταν κινήσει για το μεγάλο ταξίδι, θα ήθελε να λένε για αυτόν ότι «έζησε βαθιά, μας μίλησε βαθιά».
Από κοντά αποχαιρετηθήκαμε με την υπόσχεση να τα πούμε στο Μέγαρο. Από εδώ, τον αποχαιρετώ, τιμητικά, μέσα από τις πρώτες φράσεις του πιο διάσημου μονολόγου στην ιστορία του ελληνικού σινεμά που εκείνος μας χάρισε, αφήνοντάς μας για πάντα την πόρτα ανοιχτή προς την πιο ακριβή απόλαυση της ζωής, τον ρομαντισμό. «Θα ‘θελα τόσο πολύ να σ’ εντυπωσιάσω. Η μοναδική μας νύχτα ήταν ξαφνική και σύντομη σαν μια μπόρα. Ούτε που πρόλαβα ν’ αρχίσω, ούτε που πρόλαβα να σου πω τη μοναδική μου ιδιότητα: Είμαι συλλέκτης. Μαζεύω το πιο σκληρό κι άγριο πράγμα του κόσμου… στιγμές…».
- Αποκλειστικό: Έλλειμμα στους Δήμους-Απαιτείται αύξηση των πόρων
- BHMAGAZINO: Εξώφυλλο και συνέντευξη με τον ηθοποιό Πάνο Βλάχο
- Η Ευγενία Σαμαρά στο εξώφυλλο του περιοδικού VITA
- Στην Ευελπίδων ο Νίκος Ρωμανός – Συγκέντρωση συμπαράστασης
- Ισραήλ: Ποιες χώρες και γιατί πρέπει να συλλάβουν τον Νετανιάχου – Πώς αντιδρούν κράτη και οργανισμοί
- Αριστοτέλης «Ηθικά Μεγάλα»: Ο Β’ τόμος έρχεται με «Το ΒΗΜΑ» αυτή την Κυριακή