Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024
weather-icon 21o
ps. post
scriptum

Οι γνωστοί «γνωστοί» έσπασαν πάλι την απεργία της ΕΣΗΕΑ

Θέμης Καραμουρατίδης: «Ως γενιά φάγαμε πολύ απολιτίκ στο κεφάλι»

Θέμης Καραμουρατίδης: «Ως γενιά φάγαμε πολύ απολιτίκ στο κεφάλι»

Ο συνθέτης μιλάει για τα 18 χρόνια της διαδρομής του στη δισκογραφία, τις συνεργασίες του, τις αλλαγές που έζησε, τα κοινωνικά δίκτυα, το λαϊκό τραγούδι σήμερα και τα όνειρά του

Τελευταία φορά που κάναμε συνέντευξη με τον συνθέτη Θέμη Καραμουρατίδη ήταν πριν από πολλά χρόνια στο Λονδίνο μέσα στο ταξί ενός Ινδού. Καθόταν στο πίσω κάθισμα με την ερμηνεύτρια Νατάσσα Μποφίλιου και τον στιχουργό Γεράσιμο Ευαγγελάτο και εν μέσω βροχής και κίνησης κατέγραφα τη συνομιλία μας με το κασετοφωνάκι μου. Ηταν η πρώτη έξοδος της Μποφίλιου με δικό της Live στο εξωτερικό και τους συνόδευα δημοσιογραφικά. Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι για τα τρία τρομερά παιδιά του νεότερου ελληνικού τραγουδιού που γνωρίσαμε από το label της Μικρής Αρκτου.

Ο Καραμουρατίδης κάνει τη δική του διαδρομή ως συνθέτης με συνεργασίες με ονόματα όπως ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, η Γιώτα Νέγκα, η Ελευθερία Αρβανιτάκη, η Μελίνα Κανά και άλλους, αν και πάντα επιστρέφει με όρους οικογένειας στο δίδυμο Νατάσα – Γεράσιμου. Τώρα αφήνει για λίγο το πιάνο και τα σχέδιά του και τον παρασέρνουμε σε μια συζήτηση με κέντρο το ελληνικό τραγούδι αλλά και το επιτυχημένο ταξίδι του σε αυτό. Από το χωριό του, το Πλατύ Ημαθίας, μέχρι το διαμέρισμά του στην Αθήνα, που αποτελεί και το «μπούνκερ» της δημιουργίας του.

Φέτος διάβαζα έχετε 18 χρόνια στη δισκογραφία…

Εχω ναι, από τον Απρίλιο του 2004.

Οπου τι βάζετε ως σημείο αφετηρίας;

Το «Ονειρεύομαι» – σε στίχους μου – και το «Χαλί» σε στίχους του Γεράσιμου Ευαγγελάτου στη Μικρή Αρκτο. Τα πρώτα μου ηχογραφήματα.

Σκέφτομαι πως αυτά τα 18 χρόνια συμπίπτουν με δύο εποχές της δισκογραφίας. Οταν ξεκινήσατε, το CD υπήρχε ως κομμάτι της συλλογικής κουλτούρας, ενώ σήμερα όλα βρίσκονται στο YouTube, στο Spotify κ.τ.λ. Νιώσατε αυτές τις τεκτονικές αλλαγές;

Εγώ την ένιωσα στο πετσί μου σε όλα τα επίπεδα. Ως ακροατής είδα το αντικείμενο, που ήταν ο δίσκος για εμάς τους συλλέκτες που αγαπούσαμε, που μαζεύαμε, που πληρώναμε, που εκτιμούσαμε – και αξιολογούσαμε αλλιώς τις επιλογές μας – να αλλάζει… Οταν είχες όλη την εβδομάδα ή τον μήνα ένα πεντοχίλιαρο για να πάρεις έναν δίσκο δεν γινόταν να μην ασχοληθείς με αυτόν, να μη διαβάσεις, να μην κάνεις τη δική σου έρευνα για τους δημιουργούς. Δεν πας να αγοράσεις ό,τι να ‘ναι. Ή θα πάρεις το ρίσκο να μυηθείς σε κάτι καινούργιο ή θα κινηθείς προς κάτι που θα απαντά σε μια σειρά από ερωτήματα. Αλλά όχι γιούρια, ό,τι κάτσει. Ετσι χτίζεις και την προσωπικότητά σου στη μουσική.

Αυτό το έχω ζήσει κι εγώ ως γενιά, είμαι του ’78, είστε του ’81.

Σωστά. Είχαμε την αίσθηση πως ήμασταν οι δίσκοι μας, ή τα βιβλία μας. Το ονειρεύτηκα και ως δημιουργός αυτό. Την κατάθεση ενός ολόκληρου δίσκου. Του αισθητικού άξονα, του κόνσεπτ. Πάντα ως ακροατής έκανα το δικό μου αυτο-σεμινάριο. Ελεγα γιατί επιλέχθηκε εδώ αυτό το πνευστό ή γιατί οι ενορχηστρώσεις του Δημήτρη Παπαδημητρίου ακολουθούν τη μελωδία της φωνής ή του Χρήστου Νικολόπουλου είναι έτσι. Καθόμουν και μελέταγα. Είχα τη λαχτάρα να παρουσιάσω τη δική μου πρόταση. Μπήκα στη δημιουργία με αυτή τη λαχτάρα, την ώρα που αυτή βούλιαζε στα Τάρταρα! Την ώρα της μεγάλης απαξίωσης της δισκογραφίας, εμείς μπαίναμε σε αυτήν. Την ώρα που πέθαινε μια μεγάλη βιομηχανία. Ηταν σοβαρός λόγος να κάνει κάποιος μπίζνες, επενδύανε άνθρωποι, ήταν μια κερδοφόρα μπίζνα. Οταν μπήκαμε, έδιναν δώρο το CD με παπούτσια. Βιώσαμε αυτή τη μετάβαση. Και μείναμε με τα ερωτηματικά. Είδαμε αυτό που θα μπορούσε να είχε γίνει σε σχέση με τη δυνατότητα που αυτό το πράγμα έδινε ή θα έδινε τη δυνατότητα διαβίωσης και επιβίωσης για έναν δημιουργό. Και το χάσαμε μέσα από τα χέρια μας. Δεν υπήρχε τρόπος πια ως δημιουργός να διεκδικήσεις μια σοβαρότητα. Και φτάσαμε στο σήμερα. Γι’ αυτό εγώ μιλώ για 3 εποχές. Το CD, το τίποτα και η σημερινή ψηφιακή εποχή. You Tube, Spotify, πλατφόρμες. Ομολογώ πως ως παλαίμαχος πια δεν μπορώ να τα αξιοποιήσω όπως αυτά θέλουν. Χαώνομαι με τόση πληροφορία. Αν έχεις φακές ή αρακά, θα επιλέξεις. Αν έχεις χίλιες επιλογές, δεν μπορείς να επιλέξεις. Κάποτε ήμασταν η μουσική μας. Χωριζόμασταν.

Η φόρμα επηρεάζει τον δημιουργό; Το πού θα δώσετε το νέο σας τραγούδι τελικά είναι τόσο καθοριστικό ακόμη και για τον τρόπο που θα κάτσετε να γράψετε;

Ενδεχομένως πάντοτε να ήταν. Γιατί οι δίσκοι έγιναν των δέκα τραγουδιών ή γιατί άλλαζε η χωρητικότητα ή η διάρκεια. Οχι τυχαία. Οι δίσκοι είχαν 11 ή 10 τραγούδια, αυτό επηρέαζε τους πάντες. Αλλο αυτό και άλλο να έχεις την ευκαιρία του ενός τραγουδιού που θα μπει σε ψηφιακό μέσο. Πεισμώνω με κάτι τέτοια. Δεν θέλω να μπαίνω σε ένα καλούπι. Δεν το οικειοποιούμαι. Δεν θέλω να κάνω κάτι θελκτικό για τον άλλον αν δεν είναι θελκτικό για μένα.

Πάντως, είστε ένα πρόσωπο και με τους άλλους δύο, Νατάσα – Γεράσιμο, φέρετε κάτι από το παλαιό ήθος, δουλεύετε πιο ολοκληρωμένα και θέλετε ενιαίο αποτέλεσμα, είστε επηρεασμένοι από την εποχή του μεγάλου δίσκου.

Πάντα με ενδιέφερε και με γοήτευε και δεν θα δεις εύκολα σκόρπια τραγούδια μου. Γιατί αυτό που θέλω να πω θέλω να είναι δική μου ευθύνη. Ας είναι μέτριο ή καλό, να είναι όμως δικό μου, η σφραγίδα μου. Γιατί έχω παρατηρήσει – και αυτό είναι μεγάλο μάθημα – ότι μια ιδέα όταν ολοκληρώνεται εκατό τοις εκατό έχει περισσότερες πιθανότητες να βγει καλή από το να προσπαθήσουν κάποιοι να το διορθώσουν ή να προσπαθήσεις εσύ να στηριχτείς σε μια άλλη ιδέα. Οταν πάω μια ημιτελή ιδέα στο στούντιο ποτέ δεν γίνεται κάτι άρτιο ή στιβαρό. Θα είναι μπαλωμένο.

Πολύ ενδιαφέρον. Γράφετε τώρα; (Μόλις ανέβηκε στο YouTube το νέο του τραγούδι «Οταν τελειώνει άλλη μια μέρα» με τη Μελίνα Κανά σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου.)

Γράφω. Με τον Πάνο Μουζουράκη έναν ολοκληρωμένο δίσκο, σε στίχους του Γεράσιμου Ευαγγελάτου. Ο Πάνος είναι ταλαντούχο πλάσμα και χειμαρρώδες. Τίποτε σίγουρο από αυτά, εκτός από τον δίσκο που βγάζουμε με τη Μελίνα Κανά. Μας πήρε και τρία χρόνια να γίνει. Κα έχει όλο το πέρασμα όλων των εποχών. Ξεκίνησε προ COVID. Και τέλειωσε στα πρόθυρα του τρίτου παγκοσμίου πολέμου!

Πρώτη φορά με τη Μελίνα Κανά;

Είχαμε κάνει αναγνωριστικά το «Αγάπα με και πούλα με» σε μια ιδέα της Λήδας Ρουμάνη. Μετά αναπτύξαμε μια σχέση με τη Μελίνα. Και είμαι περήφανος για αυτή τη δουλειά. Εδώ είναι τα πρόσωπα της Μελίνας, κάτι πολύ αυθεντικά λαϊκό, τσαμπουκαλίδικο, αλλά ταυτόχρονα είναι από κείνα τα κορίτσια της Θεσσαλονίκης που ξέρει και έχει ακούσει τη ροκ σκηνή της Θεσσαλονίκης, και αυτό σε συνδυασμό με τις δικές μου καταβολές έχει φτιάξει ένα αποτέλεσμα που κοιτάει και στα δύο άκρα, τη δυτική αλλά και την πιο λαϊκή Μελίνα.

Αυτές οι δύο εργασίες που περιγράφετε, κοιτούν σε δύο σημεία του μουσικού ορίζοντα διαφορετικά και γενεακά. Μουζουράκης και Κανά. Με τον Πάνο νιώθω πως είστε στην ίδια σκηνή.

Εχω σύνδεση με τους σημερινούς καλλιτέχνες, δεν είμαστε απλά σκηνή, είμαστε αντίσκηνο, είμαστε εφτά νομά σε ένα δωμά. Μας συνδέει η εποχή μας. Εχουμε αρκετές διαφορές, αλλά είναι σαν να είμαστε ξαδερφάκια. Εχουμε περάσει μαζί όλο αυτό. Κανείς δεν με αναγνωρίζει εύκολα, έτσι νιώθαμε. Φάγαμε μεγάλο άκυρο ως γενιά. Μου είχε πει ένα κορυφαίο στέλεχος της δισκογραφίας όταν συνεργάστηκα με τον Μάριο Φραγκούλη το 2005: Τι κρίμα που έρχεστε τώρα που εμείς βάζουμε λουκέτο. Δεν είχα καταλάβει τότε. Είχα τη χαρά πως δημιουργώ. Ολα αυτά τα παιδιά που δουλεύουμε μαζί έχουμε βιώσει τη μη αποδοχή. Αισθάνθηκα στην καραντίνα αχρείαστος. Οταν ξαφνικά δεν αναγνωρίζεται αυτό που έχεις κάνει, θα πάρεις 500 ευρώ ό,τι και να γίνει. Τράβα βρες κάτι άλλο. Τώρα με τους παλιούς, ήταν οι αφορμές για να κάνω τη δική μου δημιουργία, τους αγαπώ και τους έχω αδυναμία.

Και είστε μουσικά ανεξίθρησκος.

Αν δεις τη νεανική μου δισκοθήκη είναι κάπως αλλοπρόσαλλη. Ημουν στο Πλατύ Ημαθίας και παράγγελνα τους δίσκους από το τηλέφωνο, διάβαζα μουσικά περιοδικά και παράγγελνα κι έχω από Ευρυδίκη μέχρι Πασπαλά και μέχρι Λένοξ. Αυτό όμως με απενοχοποίησε. Μου αρέσει να παίζω με αυτό.

Είστε γεννημένος το ’81. Το ’84 που ήσασταν τριών ετών ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου έκανε τον δίσκο «Διαίρεση». Και φτάσατε σήμερα να γράφετε με τον Βασίλη. Πώς είναι όλο αυτό;

Είναι δώρα όλα αυτά, σε ένα νέο παιδί από το Πλατύ Ημαθίας που τους άκουγε όλους αυτούς με δέος και αγάπη. Ετσι νιώθω. Παράσημο μεγάλο. Η εμπιστοσύνη αυτών των ανθρώπων ήταν ψυχοθεραπεία από μόνη της.

Πώς συναντηθήκατε με τον Βασίλη;

Ο Βασίλης είναι συγκλονιστικότερος από αυτό που ο κόσμος πιστεύει. Ακόμη καλύτερος από όσο φανταζόμασταν. Δεν υπάρχει έφηβος που δεν τον αγάπησε από το ’80 και μετά. Γενναιόδωρος. Μόλις άκουσε κάτι ενορχηστρώσεις μου είπε: κάνε το. Αυτό δεν είναι εύκολο για αυτή τη γενιά. Εφτασα να του κάνω επισημάνσεις και με άκουγε και ξεχνιόμουν και έλεγα, διάολε, είναι ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Υπέροχη συνεργασία.

Σημείο αναφοράς για εσάς πάντα είναι η Μικρή Αρκτος.

Βέβαια, σε μια στιγμή που όταν η άλλη επιλογή σου ήταν να πας σε ριάλιτι ή να γράψεις σε κάποιον. Θυμάμαι έναν πετυχημένο τραγουδιστή που έλεγε πως για να βγάλει έναν δίσκο άκουσε 1.300 τραγούδια. Μιλάμε για ζούγκλα. Που ξεχνούσες ίσως γιατί έγραφες ή δημιουργούσες. Αμα δεν γνωριστούν οι δημιουργοί δεν γίνεται δίσκος. Συγγνώμη αλλά έτσι είναι. Εκτός αν είναι κορυφαίοι και φτασμένοι ή έχουν γνωριστεί μέσω της τέχνης τους. Δεν πειράζει, ας πούμε, αν δεν έχουν γνωριστεί ο Γκάτσος με τον Χατζηνάσιο για να γράψουν την 11η Εντολή. Ηταν δημιουργοί με ολοκληρωμένο σήμα. Δεν γίνονται με υλικά μάρκετινγκ ψυχικά προϊόντα. Αυτή ήταν η εποχή. Εμπαινες σε λοταρία. Αν σε διάλεγε κάποιος, έβγαζες τραγούδι. Ηταν ξενέρωμα βαθύ. Ξεκίνησα να το κάνω. Τελικά το σταμάτησα. Σε αυτή τη ζοφερή εποχή, ήλθε η Μικρή Αρκτος και σου είπε: μπορείς να αισθάνεσαι καλλιτέχνης. Μπορείς να κάνεις μια ολοκληρωμένη πρόταση.

Εκεί γνωρίζετε τον Γεράσιμο και τη Νατάσσα;

Εκεί.

Βέβαια εσείς συχνά πια συνεργάζεστε ή έχετε συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες.

Είναι η μεγάλη μου αγάπη η μουσική, ακόμη δεν έχω δώσει αυτό που θέλω. Μου αρέσει να παίζω με τη μουσική. Με τους ήχους. Εσύ έχεις καταλάβει πως μου αρέσει και το πιο λαϊκό.

Πώς όμως; Εχει γίνει μια παρανόηση με το λαϊκό.

Δεν μου αρέσει η εναλλακτική εκδοχή των χίπστερ: «πάμε να σπάσουμε το κατεστημένο ακούγοντας λαϊκά».

Ή και μια αφ’ υψηλού θεώρηση του λαϊκού…

Αν έχει ακούσει κάποιος «Τα βάσανά μου» με τον Στράτο Διονυσίου και το θεωρεί καλτ, μάλλον πρέπει να το ξαναδεί το θέμα του.

Το σύγχρονο λαϊκό πώς το ορίζετε;

Οι ταμπέλες οι περιβόητες έχω καταλήξει πως μας χρειάζονται πια. Το έντεχνο, όπως και το λαϊκό, δηλώνει μια πρόθεση. Αν αποδέχεσαι τον όρο pop ή έντεχνο, αποδέχεσαι και τον όρο λαϊκό.

Σας ενδιαφέρει το λαϊκό;

Με τον τρόπο που εγώ το αντιλαμβάνομαι και το εισπράττω. Αυτό όμως ενέχει έναν κίνδυνο που είναι πολύ σημαντικός. Είναι ο ερμηνευτής. Σε κανένα άλλο είδος δεν χρειάζεται η αμεσότητα και η απόδοση της αλήθειας. Σε όλα χρειάζεται η ειλικρίνεια, αλλά αν το λαϊκό ο άλλος το λέει και δεν μπορεί να ταυτιστεί είναι αποτυχία. Το λαϊκό έχει σήμερα πολλές πτυχές. Γιατί είναι λαϊκότερο ένα άλμπουμ με χασαποσέρβικα από τον ΛΕΞ;

Το μπουζούκι καθορίζει το λαϊκό;

Κυτταρικά σε πηγαίνει σε αυτό. Αν ένα πράγμα θα είναι λαϊκό δεν κρίνεται από την ενορχήστρωσή του αλλά από αυτό που καταλήγει να είναι ως επίδραση.

Το «Φορτηγό» του Δ. Σαββόπουλου ήταν λαϊκό;

Βέβαια.

Το λέω γιατί έχω την αίσθηση πως πολλά πράγματα αλλάζουν μέσα στα χρόνια. Π.χ. όταν βγήκε η «Ρόζα» των Θάνου Μικρούτσικου – Αλκαίου δεν ήταν λαϊκό ακριβώς. Είχε έναν δύσκολο στίχο.

Γι’ αυτό σου λέω μετράει η πρόθεση. Εντεχνο λαϊκό που επίσης το αποδέχομαι. Το «Νομίζεις» του Διονυσίου δεν είναι το ίδιο λαϊκό με το «Ερωτικό» του Μικρούτσικου.

Με τα χρόνια γίνανε λαϊκά όλα αυτά. Η «Ρόζα» ας πούμε.

Ναι. Παρότι είχε την ανάγκη να αρθρώσει έναν διαφορετικό λόγο, λίγο πιο σκεπτόμενο, το αποτέλεσμά του ήταν πως έπεσε η Ελλάδα, έκανε τεράστια επιτυχία. Η λαϊκότητά του, ο τρόπος που απορροφήθηκε ήταν καθολικός. Ολοι βρήκαν έναν τρόπο να συνδεθούν με αυτό.

Το πολιτικό τραγούδι σήμερα;

Το πολιτικό τραγούδι έδειχνε φουντωμένο τότε που ήταν ανάγκη να μιλήσεις μέσω αυτού. Εμείς ως γενιά φάγαμε πολύ απολιτίκ στο κεφάλι. Το πληρώσαμε με αμηχανία. Ενας κόσμος που δεν μπορούσαμε να ενταχθούμε και ταυτόχρονα δεν μπορούσαμε και να τον απορρίψουμε. Ενώ τώρα οι νεότεροι δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα. Πολιτικό τραγούδι είναι σήμερα το κοινωνικό. Γι’ αυτό η χιπ χοπ βρήκε πάτημα.

Υπήρξε στην κρίση μια ευκολία νομίζω στον στίχο διαμαρτυρίας.

Πολιτικό είναι αυτό που εγείρει, που ξυπνάει ένα φρόνημα. Αυτό που δημιουργεί υπόβαθρο για σκέψη. Εχουμε τόσα πολλά θέματα σήμερα που δεν έχω καταλήξει αν κάνοντας μια ηθογραφία της εποχής κάνουμε το κοινωνικό τραγούδι. Είμαστε αλλιώς από τους γονείς μας. Τίγκα πληροφορημένοι, δεν μπορείς να αφομοιώσεις. Πεθαίνει κάποιος, απασχολεί το timeline των κοινωνικών δικτύων για δύο ημέρες και πάμε σε άλλα.

Αποτυπώνει ή αλλάζει τα πράγματα το fb;

Είναι ουτοπικό να λες πως τα Κοινωνικά Δίκτυα δεν είναι η ζωή. Ενας άνθρωπος που έχει 1 εκατομμύριο ακολούθους, αυτό μπορείς να το αψηφήσεις; Είναι κομμάτι της ζωής μας και πρέπει να το σεβόμαστε.

Σας στέλνουν στίχους;

Πάρα πολλούς και δυστυχώς έγινα από κείνους τους κακούς κυρίους που δεν προλαβαίνουν να απαντήσουν σε όλους.

Βρήκατε ποτέ κάτι ενδιαφέρον;

Η Μαρία Τζωρτζάκη με το τραγούδι «Αξίζει» που είναι στον δίσκο της Μελίνας Κανά. Δεν πρέπει πάντως να κρέμεσαι από τη γνώμη αποκλειστικά κάποιου αν γράφεις.

Κάτι τελευταίο: δουλεύατε όντως σε εξυπηρέτηση πελατών κινητής τηλεφωνίας όταν γράφατε το «Εν Λευκώ;

Ναι. Και ήμουν και πολύ χαρούμενος. Είχε αγωνίες, προοπτικές, ερωτηματικά, όνειρα. Τη βλέπω με νοσταλγία, μου φαινόταν πολύ δημιουργικό να δίνω πληροφορίες.

Το πρώτο πιάνο σας;

Μου το πήρε η μαμά μου, γιατί η θεία μου η Φρίντα στο Πλατύ Ημαθίας είχε πιάνο που μάθαινε η κόρη της. Και πήγα ως παιδί και κάθισα και άρχισα να παίζω. Με είχε γοητεύσει η αρμονική σχέση. Η μαμά μου, ως πεφωτισμένη μαμά, μάζεψε λεφτά και μου πήρε το πρώτο πιάνο. Εμαθα μουσική γιατί βασικά ήθελα να γράψω.

Must in

Rockhouse: Μια ματιά μέσα στο ξενοδοχείο στη Τζαμάικα που αποτέλεσε το καταφύγιο για πολλούς σταρ

Το Rockhouse, ο «παράδεισος» για σταρ όπως οι Rolling Stones και ο Μπομπ Ντίλαν, κλείνει 50 χρόνια ζωής και το γιορτάζει με ένα εντυπωσιακό φωτογραφικό βιβλίο.

Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

in.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθύντρια Σύνταξης: Αργυρώ Τσατσούλη

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ALTER EGO MEDIA A.E.

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 800745939, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: in@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

ΜΗΤ Αριθμός Πιστοποίησης Μ.Η.Τ.232442

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024