Ο Πούτιν στην Κόκκινη Πλατεία – Oύτε «παράφρων» ούτε θριαμβευτής
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν στην επέτειο της Ημέρας της Νίκης εξέφρασε το πώς βλέπει τα πράγματα η ρωσική ηγεσία, τις δυσκολίες που συναντά και την επιμονή στην εδαφική νίκη
Ένα από τα χειρότερα πράγματα στην πολιτική γενικά και στην διεθνή πολιτική ειδικότερα είναι κανείς να πιστέψει ένα ιδεολόγημα που κάποια στιγμή του φάνηκε χρήσιμο στο πλαίσιο κάποιας ρητορικής στρατηγικής. Και ακόμη χειρότερο λάθος είναι να προσπαθήσει να το διορθώσει με ένα ακόμη μυθολογικό αφήγημα.
Η Δύση κάποια στιγμή χρειάστηκε να φτιάξει έναν ιδιότυπο ρωσικό «μπαμπούλα» και για να νομιμοποιήσει το γεγονός ότι συνέβαλε στη διαμόρφωση του κλίματος του «Νέου Ψυχρού Πολέμου» και για να αποφύγει να πάρει θέση στο ερώτημα που έθεταν τα διάφορα διαβήματα της Ρωσίας σε σχέση με τη δυνατότητα να υπάρξει μια «συμπεφωνημένη» νέα αρχιτεκτονική ασφάλειας στην Ευρώπη που να απαντά στις ρωσικές ανησυχίες. Τμήμα αυτής της μυθολογίας ήταν μια Ρωσία που ούτως ή άλλως θα έκανε πόλεμο και μάλιστα πολύ γρήγορα θα καταλάμβανε την Ουκρανία, οπότε το θέμα δεν ήταν να αποτραπεί ο πόλεμος, αλλά να τιμωρηθεί η Ρωσία με όσο το δυνατόν περισσότερες κυρώσεις.
Όταν ο πόλεμος όντως ξεκίνησε και φάνηκε ότι δεν θα ήταν ακριβώς ένας «πόλεμος αστραπή», αλλά μια μάλλον παρατεταμένη σύγκρουση, η αντίδραση της Δύσης ήταν ότι όλα αυτά απλώς δείχνουν τον παραλογισμό και την «παραφροσύνη» του Πούτιν που ξεκίνησε έναν πόλεμο που δεν θα μπορούσε με τίποτα να κερδίσει.
Δηλαδή, ουσιαστικά από τη μια πρόβαλαν την εικόνα μιας Ρωσίας που ούτως ή άλλως θα κέρδιζε τον πόλεμο και από την άλλη την εικόνα μιας Ρωσίας που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να τον κερδίσει. Και τότε ήταν που πέραν των κυρώσεων ως πρώτη προτεραιότητα τέθηκε το να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο οι ουκρανικές δυνάμεις μέχρι την πλήρη ήττα της Ρωσίας.
Πλευρά της αντίληψης περί του παραλογισμού και της παραφροσύνης της ρωσικής ηγεσίας και ο τρόπος που διάφορα δυτικά ΜΜΕ ανέμεναν ότι ο Πούτιν με την ευκαιρία της «Ημέρας της Νίκης» περίπου θα κήρυττε την έναρξη του πυρηνικού πολέμου. Πράγμα το οποίο γνωρίζουμε ότι δεν έγινε.
Η ομιλία του Πούτιν πέραν των «μυθολογιών»
Στην πραγματικότητα η ομιλία του Πούτιν στην Κόκκινη Πλατεία παρουσίασε τον τρόπο που σκέφτεται αυτή τη στιγμή τον πόλεμο στην Ουκρανία η ρωσική ηγεσία. Έναν τρόπο στον οποίο μπορεί κανείς να εντοπίσει αντιφάσεις, ή λανθασμένες εκτιμήσεις, αλλά σίγουρα όχι παραλογισμό ή «παραφροσύνη».
Ουσιαστικά, επανέλαβε πράγματα που έχουν ειπωθεί ξανά. Η Ρωσία εκτίμησε ότι η ουκρανική πλευρά ετοιμαζόταν να κάνει μια μεγάλη επίθεση στο Ντονμπάς και την Κριμαία, ότι ετοιμαζόταν να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και ότι οι δυτικές χώρες την προμήθευαν διαρκώς με τελευταίας τεχνολογίας όπλα. Απέναντι σε αυτό η Ρωσία έκανε, σύμφωνα με τον Ρώσο πρόεδρο, μια προληπτική επίθεση. Παράλληλα, υπενθύμισε ότι προηγουμένως η Ρωσία είχε προτείνει στη Δύση έναν διάλογο για μια νέα αμοιβαία αποδεκτή αρχιτεκτονική συλλογικής ασφάλειας στην Ευρώπη.
Ουσιαστικά, αυτό αναλογεί στις άλλες δημόσιες τοποθετήσεις που έχει κάνει η ρωσική πλευρά: επίδικο του πολέμου είναι το Ντονμπάς στο βαθμό που δεν υπήρχε κάποια άλλη πρόταση για συνολικότερη διευθέτηση. Μπορεί να επιτέθηκε η Ρωσία αλλά ουσιαστικά αμύνθηκε σε επίθεση θα ερχόταν. Η Δύση αρνήθηκε να υπάρξει πολιτική λύση και ενίσχυσε την ουκρανική πλευρά.
Δεν υπήρξαν, προφανώς αναφορές ούτε σε πυρηνικά όπλα, ούτε σε συντέλεια του κόσμου.
Από την άλλη, προφανώς και η ρωσική τοποθέτηση έχει στοιχεία «αφηγήματος» και ενίοτε ιδεολογικής πρόσληψης των πραγμάτων.
Παρότι όντως υπήρξε δυτική ενίσχυση της Ουκρανίας, πριν το ξέσπασμα του πολέμου και όντως η ουκρανική πλευρά είχε αρχίσει να κάνει διάφορες παραβιάσεις της ανακωχής σε όλη τη «γραμμή επαφής», εντούτοις δεν είναι δεδομένο ότι ετοιμαζόταν μια μεγάλη επίθεση. Ούτε είναι δεδομένο ότι ακόμη και σε μια περίπτωση ουκρανικής κλιμάκωσης θα εμπλέκονταν και δυτικές δυνάμεις. Αντίστοιχα θα μπορούσε να πει κανείς ότι η ρωσική πλευρά υποεκτίμησε την ικανότητα αντίστασης της ουκρανικής πλευράς και επίσης επένδυσε σε μια γρήγορη κατάρρευση της ουκρανικής κυβέρνησης (κάτι που εμφανώς προς στιγμή εκτίμησαν και δυτικές κυβερνήσεις). Όπως επίσης δεν είναι δεδομένο ότι στις εκτάσεις που διεκδικεί να «απελευθερώσει» η Ρωσία όντως οι τοπικοί πληθυσμοί θα έχουν μια αντίδραση ανάλογη με αυτή του πληθυσμού στην Κριμαία που σε γενικές γραμμές νομιμοποίησε την εκ νέου ενσωμάτωση στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Όμως, την ίδια στιγμή, όντως στην Ουκρανία υπάρχει μια ανοιχτή πολιτική σύγκρουση από το 2014, όντως δεν υπήρξε η αναγκαία ενθάρρυνση και από τη Δύση ώστε να εφαρμοστούν οι συμφωνίες Μινσκ ΙΙ και όντως η Δύση αρνήθηκε να δώσει κάποιες πιο συγκεκριμένες εγγυήσεις ασφάλειας όταν τέθηκε το ερώτημα από τη μεριά της Ρωσίας.
Όλα αυτά δεν παραπέμπουν σε παραλογισμό ή «παραφροσύνη», αλλά σε ζητήματα που αφορούν την εκτίμηση της συγκυρίας και το πόσο ορθή είναι αυτή και σε τακτικές επιλογές που μπορεί να στηρίχτηκαν σε εκτιμήσεις που μπορεί να μην αντιστοιχούσαν σε αυτή την εκτίμηση.
Είναι επίσης προφανές ότι η Ρωσία εκτιμούσε από καιρό ότι δεν μπορεί να υπάρξει συνεννόηση με τη Δύση, ότι ο κόσμος πήγαινε σε νέες διαιρέσεις και ότι έπρεπε να κατοχυρώσει ένοπλα ότι δεν θα αποδεχτεί τετελεσμένα. Εκτίμησε ταυτόχρονα ότι σε έναν πιο κατακερματισμένο κόσμο θα μπορούσε να αντέξει ακόμη και το βάρος των κυρώσεων.
Η πραγματική δυσκολία του πολέμου
Πίσω από τις διαρκείς επικλήσεις των αναλογιών με τον Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, έναν πόλεμο με μεγάλο ηρωισμό αλλά και τεράστιο κόστος σε ζωές για τη Σοβιετική Ένωση, μπορούσε κανείς να διακρίνει και την επίγνωση των δυσκολιών στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η «διόρθωση» της στρατηγικής, με την εγκατάλειψη της πίεσης στο Κίεβο, την επικέντρωση στο Ντονμπάς, με όρους πρώτα πολέμους φθοράς και μετά κινήσεων, τα πιο προσεκτικά βήματα, η επίγνωση ότι υπάρχουν αντιστάσεις, όλα αυτά παραπέμπουν σε έναν πόλεμο που θα κρατήσει αρκετά.
Στο βαθμό που συνεχίζουν να έρχονται ενισχύσεις από τη Δύση σε εξοπλισμό η ουκρανική πλευρά δεν δείχνει διατεθειμένη να συνθηκολογήσει, αν και όλα δείχνουν ότι η Ρωσία έστω και αργά μάλλον προχωράει ως προς τους στόχους της, έχει περιορίσει τις απώλειες και σιγά σιγά έχει κάποια εδαφικά κέρδη. Το εάν θα μπορέσει να ολοκληρώσει αυτή την κίνηση είναι κάτι που θα φανεί το επόμενο διάστημα. Όταν θα φανεί και εάν όλο αυτό αντιστοιχούσε στο βαρύ τίμημα και σε έμψυχο υλικό και σε εξοπλισμό που έχει καταβάλει η Ρωσία μέχρι τώρα.
Σε τελικά ανάλυση, αυτό ακριβώς το στοιχείο, το εάν και σε ποιο βαθμό μπορεί να υπάρξει ένας τέτοιου τύπου νικηφόρος εδαφικός πόλεμος, και μάλιστα με όρους μεσοπρόθεσμης κατίσχυσης (γιατί στον βραχύ χρόνο οι ΗΠΑ για παράδειγμα κατίσχυσαν στο Αφγανιστάν για να αποχωρήσουν είκοσι χρόνια μετά με τους Ταλιμπάν πάλι στην εξουσία), είναι που θα κρίνει το εάν και σε ποιο βαθμό η ρωσική τακτική ήταν ένας «παραλογισμός».
Βεβαίως υπάρχει πάντα και η φράση που αποδίδεται, μάλλον εσφαλμένα στον Ταϊλεράνδο: «είναι χειρότερο από ένα έγκλημα, είναι ένα λάθος», που στην περίπτωσή που συζητάμε θα γινόταν «ήταν χειρότερο από έναν παραλογισμό, ήταν ένα λάθος».
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις