Πόλεμος στην Ουκρανία: Μπορεί η Δύση να παραμείνει ενωμένη υπό το βάρος των οικονομικών πιέσεων;
Μπορούν οι δυτικές δυνάμεις να παραμείνουν ενωμένες ενώπιον ενός παρατεταμένου πολέμου, με συντριπτικές συνέπειες για την οικονομία τους;
- Νέα επιδείνωση του καιρού με καταιγίδες, θυελλώδεις ανέμους και χιόνια
- Στους 94 έχουν φτάσει οι νεκροί στη Μοζαμβίκη μετά το πέρασμα του κυκλώνα Σίντο
- Οι πρώτες συναντήσεις της συζύγου του αστυνομικού της Βουλής με τις τρεις κόρες της - Τι της είπαν
- Απίστευτο περιστατικό σε κηδεία: 20χρονος χόρευε δίπλα στο φέρετρο και τράβαγε τα γένια των ιερέων
Αν και η Δύση συνασπίστηκε πιο άμεσα από ό,τι περίμεναν οι περισσότεροι όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, καθώς η κατάσταση μετατρέπεται σε μια παρατεταμένη σύγκρουση, που θα μπορούσε να κρατήσει μήνες ή ακόμη και χρόνια, δοκιμάζοντας τη θέληση των δυτικών κρατών, ευρωπαίοι και αμερικανοί αξιωματούχοι αναρωτιούνται αν το αυξανόμενο οικονομικό κόστος θα καταλήξει να διαβρώνει σταδιακά όλη αυτή την αλληλεγγύη.
Τουλάχιστον, έτσι εκτιμούν σε πρόσφατη ανάλυσή τους οι Times της Νέας Υόρκης, επισημαίνοντας ωστόσο ότι οι μέχρι στιγμής ρωγμές παραμένουν επιφανειακές. Για παράδειγμα, τέτοιες είναι η ουγγρική άρνηση στο ευρωπαϊκό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο, η νευρικότητα του Παρισιού απέναντι στον επιθετικό στόχο της κυβέρνησης Μπάιντεν να αποδυναμώσει στρατιωτικά τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πόυτιν, αλλά και η επίρριψη ευθυνών από τον Μπάιντεν στον Πούτιν για την εκτίναξη των τιμών τροφίμων και καυσίμων.
Πέρα από τις εντάσεις αυτές, η αμερικανική εφημερίδα στέκεται και στα περαιτέρω σημάδια εντεινόμενης «αλληλεγγύης». Τέτοια, σύμφωνα με την ανάλυσή της, είναι η προσέγγιση της Σουηδίας και της Φινλανδίας με το ΝΑΤΟ και οι εγγυήσεις ασφαλείας που προσέφερε στις δυο χώρες η Βρετανία απέναντι στη ρωσική απειλή. Στη Ουάσινγκτον, πακέτο στήριξης για την Ουκρανία, σχεδόν $40 δισεκατομμυρίων, εγκρίθηκε με 368 ψήφους έναντι 57.
Όλο και πιο έντονες οι επιπτώσεις στη Δύση
Όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία ήδη μετρά 76 ημέρες. Καθώς οι μάχες συνεχίζονται, οι επιπτώσεις τους στις εφοδιαστικές αλυσίδες, τους αγωγούς ενέργειας και τις αγροτικές σοδειές θα γίνονται ολοένα και πιο αισθητές, τόσο στα πρατήρια καυσίμων όσο και στα σουπερμάρκετ.
Ο Πούτιν, υποστηρίζουν ορισμένοι ειδικοί, εκτιμά ότι η Δύση θα εξαντληθεί πριν τη Ρωσία, από μια παρατεταμένη σύγκρουση στην αμφισβητούμενη περιοχή του Ντονμπάς, ιδίως αν το τίμημα της δυτικής υποστήριξης στην Ουκρανία έρθει με τη μορφή ολοένα και υψηλότερου πληθωρισμού, ενεργειακής επισφάλειας, καταπονημένων δημόσιων ταμείων και εξαντλημένων πληθυσμών.
Η διευθύντρια μυστικών πληροφοριών του Τζο Μπάιντεν, Αβρίλ Χάινες, εξέφρασε ακριβώς αυτές τις αμφιβολίες την Τρίτη, προειδοποιώντας τους γερουσιαστές ότι ο Πούτιν προετοιμάζεται για μια μακροχρόνια πολιορκία και «πιθανώς ποντάρει στη σταδιακή αποδυνάμωση της θέλησης ΗΠΑ και ΕΕ, καθώς οι ελλείψεις τροφίμων, ο πληθωρισμός και οι ενεργειακές ελλείψεις θα επιδεινώνονται».
Ο Μπάιντεν στη φάρμα
Την Τετάρτη, ο Μπάιντεν μετέβη σε ένα αγρόλτημα στο Κανκάκι του Ιλινόις, όπου υποστήριξε ότι ο πόλεμος του Πούτιν ευθύνεται για τις ελλείψεις τροφίμων και το αυξημένο κόστος ζωής που προκαλεί ασφυξία στα αμερικανικά νοικοκυριά, σημάδι ότι η τεράστια υποστήριξή του προς την Ουκρανία – μια πολιτική που χαίρει διακομματικής στήριξης στην Ουάσινγκτον – ενδέχεται να έχει και πολιτικό κόστος.
Ο Πούτιν αντιμετωπίζει επίσης τις δικές του εγχώριες πιέσεις, οι οποίες σύμφωνα με τους Times έγιναν σαφείς από τον ισορροπημένο τόνο που επέλεξε στη διάρκεια της ομιλίας του στην Κόκκινη Πλατεία τη Δευτέρα, στο πλαίσιο της οποίας δεν κάλεσε σε μαζική κινητοποίηση, ούτε απείλησε να κλιμακώσει τη σύγκρουση. Ταυτόχρονα, όμως, ξεκαθάρισε ότι δεν πλησιάζει το τέλος της εκστρατείας της Ρωσίας, που υποστήριξε ότι έχει στόχο την εκκαθάριση των «βασανιστών, των ταγμάτων του θανάτου και των ναζί».
Σύγκρουση μακράς διαρκείας
Στην ίδια την ουκρανική επικράτεια, οι μάχες έχουν αρχίσει να φέρουν τα σημάδια μιας παρατεταμένης σύγκρουσης. Μια ημέρα αφότου οι ουκρανικές δυνάμεις ανακατέλαβαν μια σειρά από πόλεις βορειοανατολικά του Χαρκόβου, ο κυβερνήτης της περιοχής δήλωσε ότι οι ουκρανικές προσπάθειες έχουν απομακρύνει τις δυνάμεις της Μόσχας «ακόμη πιο μακριά» από την πόλη, μειώνοντας περαιτέρω «τις ευκαιρίες τους να χτυπήσουν το κέντρο της περιφέρειας».
Η επιτυχία της Ουκρανίας να απομακρύνει τους ρώσους στρατιώτες από το Χάρκοβο, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της, που βρίσκεται περίπου 30 χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορα με τη Ρωσία, φαίνεται πως έχει συμβάλει στη μείωση των βομβαρδισμών στην περιοχή τις τελευταίες ημέρες, παρόλο που η Ρωσία προελαύνει σε μέρη του μετώπου στην περιοχή του Ντονμπάς στην ανατολική Ουκρανία.
Ακόμη και το γεγονός ότι η Ουκρανία έχει αντέξει τρεις μήνες μετά την πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή, είναι αναπάντεχο. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι ένας παρατεταμένος πόλεμος θα μπορούσε να εξαντλήσει τους πόρους του ρωσικού στρατού που έχει ήδη βιώσει βαριές απώλειες σε άνδρες και εξοπλισμό. Με αυτό το δεδομένο, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι η Δύση θα πρέπει να αξιοποιήσει το πλεονέκτημά της σφίγγοντας κι άλλο τον οικονομικό κλοιό γύρω από τη Μόσχα.
Εξάντληση της Δύσης;
«Ανησυχώ για την εξάντληση της Δύσης», σημείωσε στους Times ο Μάικλ Μακφόλ, πρώην αμερικανός πρέσβης στη Ρωσία, «και για αυτό οι ηγέτες του ελεύθερου κόσμου πρέπει τώρα να κάνουν περισσότερα για να επισπεύσουν το τέλος του πολέμου».
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ, υποστήριξε, θα πρέπει να επιβάλουν μια ευρεία γκάμα συντριπτικών κυρώσεων αυτή τη στιγμή, αντί να τις ανακοινώνουν σε κλιμακούμενα κύματα, όπως κάνουν μέχρι στιγμής. Τα δυτικά κράτη κόντεψαν να υιοθετήσουν αυτή τη στρατηγική, σύμφωνα με τον Μακφόλ, στο πεδίο της στρατιωτικής βοήθειας, η οποία και επέτρεψε στους Ουκρανούς να αντισταθούν στη Ρωσία.
Το παράδειγμα της Ουγγαρίας
Ωστόσο, οι καθυστερήσεις στις διαπραγματεύσεις για το ευρωπαϊκό εμπάργκο δείχνουν τα όρια αυτής της προσέγγισης, όταν πρόκειται για τις ενεργειακές προμήθειες από τη Ρωσία. Απεσταλμένοι της ΕΕ είχαν άλλη μια σύνοδο που δεν απέδωσε καρπούς την Τετάρτη, αποτυγχάνοντας να κάμψουν τις ισχυρές αντιστάσεις ενός και μόνο κράτους-μέλους: της Ουγγαρίας.
Ο πρωθυπουργός της χώρας, Βίκτορ Ορμπάν, που διατηρεί θερμές σχέσεις με τον Πούτιν και τεταμένες με τις Βρυξέλλες, ήταν η αιτία που οι ελπίδες ενότητας ναυάγησαν, αφού μπλόκαρε το τελευταίο μέτρο, υποστηρίζοντας ότι ένα εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο θα ήταν αντίστοιχο «ατομικής βόμβας» για την ουγγρική οικονομία.
Ο Όρμπαν συνέχισε να αντιστέκεται, ακόμη και όταν απέσπασε υποχωρήσεις για μεγαλύτερη προθεσμία για τον απογαλακτισμό της Ουγγαρίας από το ρωσικό πετρέλαιο και παρά τις επίμονες πιέσεις άλλων ηγετών. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρόεδρος της Κομισιόν, μετέβη στη Βουδαπέστη για να προσπαθήσει να τον πείσει, ενώ ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν τον κάλεσε στο τηλέφωνο.
«Θα υποστηρίξουμε αυτή την πρόταση μόνο αν οι Βρυξέλλες προτείνουν μια λύση για το πρόβλημα που δημιούργησαν», είπε από την πλευρά του ο ούγγρος υπουργός εξωτερικών, Πέτερ Σιγιάρτο, προσθέτοντας ότι ο εκσυγχρονισμός του ενεργειακού τομέα της Ουγγαρίας θα απαιτούσε «πολλά, μα πολλά δισεκατομμύρια ευρώ».
Οι δυσκολίες του Μπάιντεν
Στην Ουάσινγκτον, ο Μπάιντεν αντιμετώπισε λιγότερες δυσκολίες στην προσπάθειά του να συγκεντρώσει στήριξη για την αποστολή στρατιωτικής και ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ουκρανία. Όμως οι αυξανόμενες τιμές των τροφίμων, που εκτινάσσονται ακόμη περισσότερο εξαιτίας του πολέμου, αποτελούν σημαντική απειλή για τον Μπάιντεν. Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 0,9% τον Απρίλιο σε σχέση με τον Μάρτιο σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την Τετάρτη. Η υπουργός οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, δήλωσε ότι η κυβέρνηση «ανησυχεί πάρα πολύ για τις παγκόσμιες προμήθειες τροφίμων», προσθέτοντας ότι 275 εκατ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο κινδυνεύουν να λιμοκτονήσουν.
«Ο πόλεμος του Πούτιν έχει αποκόψει κρίσιμες πηγές τροφίμων», δήλωσε ο Μπάιντεν σε αγρότες στο Ιλινόις. «Οι γεωργοί μας βοηθούν και στα δυο μέτωπα, μειώνοντας τις τιμές των τροφίμων στη χώρα και αυξάνοντας την παραγωγή για να ταΐσουν τον πλανήτη που το έχει ανάγκη».
Μένει να φανεί αν οι ΗΠΑ μπορούν να αυξήσουν επαρκώς την παραγωγή τους ώστε να μειώσουν τις ελλείψεις. Όμως η επίσκεψη στο αγρόκτημα ήρθε τη στιγμή που ο Μπάιντεν, υπό την πίεση του πιο ραγδαία αυξανόμενου πληθωρισμού εδώ και 40 χρόνια, επιχειρούσε να καθησυχάσει τους Αμερικανούς ότι ο Λευκός Οίκος αντιμετωπίζει με σοβαρότητα την ακρίβεια.
Το μεγάλο όπλο του Πούτιν
Αν και ο Πούτιν ενδέχεται να αντιμετωπίζει πολύ μεγαλύτερες πιέσεις – από τις σημαντικές ανθρώπινες απώλειες μέχρι το οικονομικό βάρος των κυρώσεων – εκμεταλλεύεται τα εθνικιστικά αισθήματα, πράγμα που σύμφωνα με ορισμένους αναλυτές τον τοποθετεί σε ισχυρότερη θέση.
Την Τετάρτη, φάνηκε ότι το Κρεμλίνο ίσως προσαρτήσει τη στρατηγικής σημασίας νότια περιοχή της Χερσώνας, με τις δυνάμεις κατοχής να ανακοινώνουν ότι θα υποβάλουν επίσημο αίτημα στον Πούτιν να απορροφήσει την περιοχή τους στη Ρωσία.
«Κινητοποιούνται από ισχυρό εθνικισμό», δήλωσε σχετικά ο Φράνσις Φουκουγιάμα, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ, «για χάρη του οποίου είναι πρόθυμοι να υποστούν τεράστια οικονομική καταστροφή». Παρόλα αυτά, πρόσθεσε ότι μια ισχυρή αντίδραση της Δύσης θα μπορούσε να είναι «μια στιγμή ανάκτησης της αυτοπεποίθησης των δημοκρατιών».
Γαλλικές διαφωνίες
Για ορισμένους Ευρωπαίους, οι ΗΠΑ ενδέχεται να το παρατραβάνε. Γάλλοι διπλωμάτες, με δεσμούς με τον Μακρόν, ουσιαστικά είπαν ότι στρατηγική των ΗΠΑ είναι να εξοπλίζει την Ουκρανία σαν αστακό και να διατηρήσει τις κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας επ’ αόριστον. Η Γαλλία, συμπλήρωσαν μιλώντας στους Times, θέλει να ασκήσει πιέσεις για διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν, γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Άλλοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι οι απειλές για τη δυτική ενότητα είναι μικρότερες από ό,τι δείχνουν. Οι κινήσεις της Φινλανδίας και της Σουηδίας να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ δείχνουν, σύμφωνα με τους Times, ότι η συμμαχία όχι μόνο συσπειρώνεται, αλλά και βιώνει μια μετατόπιση του κέντρου βάρους της προς τα ανατολικά.
Σκανδιναβοί σύμμαχοι
Ακόμη και πριν την εισβολή στην Ουκρανία, ο Πούτιν προειδοποιούσε τις χώρες αυτές ότι θα έρχονταν αντιμέτωπες με «αντίποινα» σε περίπτωση ένταξής τους στο ΝΑΤΟ. Σε επίσκεψή του στη Στοκχόλμη, ο βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, δήλωσε ότι η διακήρυξη αμοιβαίας υπεράσπισης που υπέγραψε η Βρετανία με τη Σουηδία θα μπορούσε να είναι το αντίβαρο για αυτή την απειλή.
«Τα κυρίαρχα κράτη θα πρέπει να είναι ελεύθερα να πάρουν τέτοιου είδους αποφάσεις χωρίς να φοβούνται ή να επηρεάζονται ή να απειλούνται με αντίποινα», τόνισε ο Τζόνσον. Η διακήρυξη «θα μας επιτρέψει να μοιραζόμαστε περισσότερες απόρρητες πληροφορίες, να ενισχύσουμε τις στρατιωτικές μας ασκήσεις και να διευρύνουμε τη συνεργασία μας στην ανάπτυξη τεχνολογίας», πρόσθεσε.
Ο ρόλος της Γερμανίας
Παρά την αμφίρροπη στάση της Γερμανίας στο ζήτημα του φυσικού αερίου, φαίνεται εξαιρετικά απίθανη η απομάκρυνσή της από τη δέσμευση-ορόσημο για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της. Την Τετάρτη, η Γερμανία άρχισε να εκαπιδεύει ουκρανούς οπλίτες στη χρήση αυτοκινούμενων πυροβόλων howitzer στη δυτική Γερμανία. Ο γερμανικός στρατός σκοπεύει να δωρίσει επτά από αυτά τα βαρέος τύπου όπλα στην Ουκρανία.
«Οι Ρώσοι, εξαιτίας της βαρβαρότητάς τους, εξακολουθούν να δημιουργούν εικόνες και ειδήσεις που θα ενισχύσουν την ενότητα της Δύσης», υποστήριξε στους Times ο Έλιοτ Κοέν, πολιτικός επιστήμονας που υπηρέτησε στο αμερικανικό ΥΠΕΞ κατά την προεδρία του Τζορτζ Μπους του νεότερου. «Αν οι Ουκρανοί συνεχίσουν να τα καταφέρνουν, πιστεύω ότι οι πολίτες θα τους επευφημήσουν».
Πηγή: New York Times
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις