Ο διπλός θάνατος μιας δημοσιογράφου
«Φοβάμαι, φυσικά, αλλά φτάνει κάποια στιγμή που δεν υπάρχει χώρος για τον φόβο στη δημοσιογραφική δουλειά», είχε απαντήσει.
Αρχιτέκτονας είχε ξεκινήσει να σπουδάζει, εκεί στα τέλη της δεκαετίας του 1980, αλλά τελικά επέλεξε τη δημοσιογραφία, «για να είμαι κοντά στον λαό», όπως θα εξηγούσε πολύ αργότερα, όταν πια το όνομα και η δουλειά της είχαν γίνει γνωστά. «Ισως να μην είναι εύκολο να αλλάξουμε την πραγματικότητα, αλλά τουλάχιστον προσπαθώ να φέρω τη φωνή τους στον κόσμο», προσέθεσε.
Δεν φοβάστε; – την είχαν ρωτήσει. «Φοβάμαι, φυσικά, αλλά φτάνει κάποια στιγμή που δεν υπάρχει χώρος για τον φόβο στη δημοσιογραφική δουλειά», είχε απαντήσει. Γεννημένη στις 3 Ιανουαρίου του 1971 στην Ιερουσαλήμ, παιδί μιας οικογένειας χριστιανών Παλαιστινίων από τη Βηθλεέμ, η Σιρίν Αμπού Ακλέχ είχε διπλή, παλαιστινιακή και αμερικανική, υπηκοότητα – την τελευταία, την είχε αποκτήσει χάρη στα χρόνια που πέρασε στις ΗΠΑ και στους συγγενείς, από την πλευρά της μητέρας της, που ζουν στο Νιου Τζέρσεϊ. Είχε εργασθεί ως δημοσιογράφος για τους ραδιοφωνικούς σταθμούς Radio Monte Carlo και Voice of Palestine. Με μια άλλη αποφώνηση όμως καταξιώθηκε επαγγελματικά: «Σιρίν Αμπού Ακλέχ, Αλ Τζαζίρα, Παλαιστίνη».
Περίπου 25 χρόνια, τη μισή ζωή της, εργαζόταν η Σιρίν Αμπού Ακλέχ για το Αλ Τζαζίρα, καταγράφοντας, με έδρα της την Ανατολική Ιερουσαλήμ, τις μικρές και τις μεγάλες δυστυχίες της ισραηλινής κατοχής. Οπως σημείωναν τις προάλλες ισραηλινοί της συνάδελφοι στην εφημερίδα «Χααρέτζ, «ήταν γνωστή για την ατρόμητη και δίκαιη κάλυψη των γεγονότων, ένα σύμβολο ανεξάρτητης γυναίκας σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο». Μέχρι το πρωί της περασμένης Τετάρτης, όταν σκοτώθηκε με μια σφαίρα στο κεφάλι στην Τζενίν, στη Δυτική Οχθη. Μία από τους 16 επαγγελματίες δημοσιογράφους που έχουν χάσει τα τελευταία χρόνια τη ζωή τους στην ευρύτερη περιοχή. Μόνο που ο θάνατος της Σιρίν Αμπού Ακλέχ έχει μια ιδιαιτερότητα: επαναλήφθηκε δύο 24ωρα αργότερα.
Το πρωί της Τετάρτης, η παλαιστίνια δημοσιογράφος έσπευσε στην Τζενίν, μαζί με άλλους συναδέλφους της, προκειμένου να καλύψει μία ισραηλινή έφοδο – από τις 22 Μαρτίου, το Ισραήλ έχει βρεθεί στο στόχαστρο μιας σειράς επιθέσεων που έχουν κοστίσει τη ζωή τουλάχιστον 18 ανθρώπων· δύο από αυτές διαπράχθηκαν από ισραηλινούς Αραβες και τέσσερις από Παλαιστινίους, ανάμεσά τους και τρεις νεαροί από την Τζενίν.
Η Σιρίν Αμπού Ακλέχ φορούσε κράνος, καθώς και αλεξίσφαιρο γιλέκο πάνω στο οποίο αναγραφόταν καθαρά η λέξη «PRESS». Αλλά η σφαίρα την πέτυχε στο πρόσωπο. Αυτόπτες μάρτυρες, ανάμεσά τους ένας φωτογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου καθώς και δύο ακόμη δημοσιογράφοι, επέρριψαν ευθύς εξαρχής την ευθύνη στους ισραηλινούς στρατιώτες. Οι ισραηλινές Αρχές, πάλι, εκτίμησαν αρχικά «πιθανό» να ευθύνονται για «τον ατυχή θάνατο της δημοσιογράφου» «ένοπλοι Παλαιστίνιοι». Στη συνέχεια, διαβεβαίωσαν πως «δεν υπήρξε καμία βολή [του ισραηλινού στρατού] προς την κατεύθυνση της δημοσιογράφου». Και μόνον αφού πέρασαν αρκετές ώρες ανακοίνωσαν πως «προσπαθούν να καταλάβουν τι ακριβώς συνέβη».
Ομως η σφαίρα που σκότωσε τη Σιρίν Αμπού Ακλέχ βρίσκεται στα χέρια της Παλαιστινιακής Αρχής. Που έκανε τη δική της έρευνα, κατέληξε στα συμπεράσματά της και αρνείται να την παραδώσει στην ισραηλινή πλευρά, όπως αυτή αξιώνει, γιατί δεν της έχει εμπιστοσύνη – τη φυλάει καθώς λέει για το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, το οποίο έχει ξεκινήσει από πέρυσι τη δική του έρευνα για τα εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί από το 2018 στα παλαιστινιακά εδάφη.
Στο μεταξύ, η 51χρονη δημοσιογράφος έπρεπε να κηδευτεί. Χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν το απόγευμα της Παρασκευής στην Ανατολική Ιερουσαλήμ για τον ύστατο αποχαιρετισμό.
Και άγνωστο παραμένει τι ακριβώς ώθησε τις ισραηλινές δυνάμεις να επιτεθούν στους άνδρες που μετέφεραν το φέρετρο, στον προαύλιο χώρο του νοσοκομείου του Αγίου Ιωσήφ, ρίχνοντας στον έναν από αυτούς δέκα χτυπήματα με κλομπ στα πλευρά και τον ώμο, καθώς και μια κλωτσιά στους γλουτούς, με αποτέλεσμα να κοντέψει το φέρετρο να πέσει κάτω, σε απευθείας σύνδεση, μπροστά στις κάμερες.
Λένε πως είχε συμφωνηθεί με την οικογένεια της δημοσιογράφου να μεταφερθεί μέσα σε νεκροφόρα το φέρετρο μέχρι τη Μελχιτική Ελληνική Καθολική Εκκλησία που βρίσκεται κοντά στην πύλη της Γιάφας, στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ – και δεν ήταν διατεθειμένες να επιτρέψουν να περάσει πεζή η πομπή μέσα από την παλαιστινιακή συνοικία Σεΐχ Τζαρά. Λένε επίσης πως είχαν προειδοποιήσει να μην υψωθούν παλαιστινιακές σημαίες, να μην ακουστούν εθνικιστικά τραγούδια, παρότι το ισραηλινό δίκαιο δεν απαγορεύει ούτε τις παλαιστινιακές σημαίες, ούτε το τραγούδι. Λένε πως δέχθηκαν πρώτοι πέτρες – οι «New York Times» έκαναν λόγο για τρία πλαστικά μπουκάλια. Λες και υπάρχει κάτι που μπορεί να πει κανείς για να δικαιολογήσει αυτή τη βεβήλωση.
Μία «διαφανή και αμερόληπτη έρευνα», αυτό έχουν ζητήσει τις τελευταίες ημέρες οι ΗΠΑ, η ΕΕ, ο ΟΗΕ, ακόμα και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με ομόφωνη απόφασή του, γεγονός σπανιότατο. Αλλά ο θάνατος της Σιρίν Αμπού Ακλέχ, το γνωρίζουμε όλοι, θα μείνει ατιμώρητος, μια παλαιστίνια δημοσιογράφος σκοτώθηκε ένα πρωινό του Μαΐου στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, σύντομα θα ξεχαστεί το συμβάν, το Μεσανατολικό έχει πια κουράσει, συμβαίνουν στον κόσμο τόσα και τόσα, δεν έχει κανέναν άλλο σκοπό αυτή η στήλη παρά να αποτυπώσει το όνομά της: Σιρίν Αμπού Ακλέχ.
- Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης κηρύχθηκε ο δήμος Ζαχάρως
- Κλιματική αλλαγή: Καμπανάκι κινδύνου για τη Μεσόγειο – Θερμαίνεται ταχύτερα από τον υπόλοιπο κόσμο
- Ανδρουλάκης: Η πολιτική της ΝΔ πρέπει να αποτελέσει παρελθόν το γρηγορότερο
- Μέριλαντ: 30χρονη εκπαιδευτικός έκανε 20 φορές σεξ με 14χρονο – Καταδικάστηκε σε 30 χρόνια
- «Mykonos»: Ο παραγωγός Γιάννης Αντετοκούνμπο, η Κλέλια Ανδριολάτου και μια κωμωδία στο «νησί των ανέμων»
- ΔΕΑΒ: Μία αγωνιστική κεκλεισμένων στην ΑΕΚ για τα καπνογόνα στην Πάτρα