Όταν οι Γερμανοί εισέβαλλαν στη Σοβιετική Ένωση είχαν σαν κύριο στόχο κάποιες μεγάλες πόλεις που εάν έπεφταν θα έπεφτε ολόκληρη η αχανής χώρα. Η πρώτη πόλη ήταν η Μόσχα. Η δεύτερη πόλη ήταν το Κίεβο και η τρίτη πόλη ήταν το Λένινγκραντ.

Εάν έπεφτε η Μόσχα θα είχε πέσει η πρωτεύουσα της ΕΣΣΔ και θα είχαν παραλύσει τα πάντα και η αντίσταση δεν θα ήταν τόσο ισχυρή. Εάν έπεφτε το Κίεβο τότε θα είχε πέσει ένα ισχυρότατο οικονομικό κέντρο και εάν έπεφτε το Λένινγκραντ θα έπεφτε η δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Σοβιετικής Ένωσης που ήταν γεμάτη καλλιτέχνες, ποιητές, μουσικούς, διανοούμενους και εβραίους.  Το ψυχολογικό αντίκτυπο να ήταν τεράστιο για τους Σοβιετικούς.

Οι τρεις Στρατιές

Ο Χίτλερ με τους επιτελείς του μελέτησαν διεξοδικά την επιχείρηση του Ναπολέοντα στη Ρωσία για να μην κάνουν και εκείνοι τα ίδια λάθη. Τελικά δεν το κατάφεραν. Στις 03.15 το ξημέρωμα της 22ας Ιουνίου του 1941, οι Γερμανικές ορδές εισέβαλλαν στη Σοβιετική Ένωση.

Η ομάδα στρατών «Βορράς» εξόρμησε από την Ανατολική Πρωσία προς τα Βαλτικά Κράτη με αντικειμενικό σκοπό το Λένινγκραντ. Η ομάδα στρατών «Νότος» εισέβαλλε από τη Νότια Πολωνία μέσα στην Ουκρανία για να καταλάβει το Κίεβο. Και η ομάδα στρατών «Κέντρο» χτύπησε στην καρδιά της ΕΣΣΔ με κύριο στόχο τη Μόσχα.

Οι Γερμανοί τις πρώτες ημέρες σάρωσαν τον κόκκινο στρατό, πήραν το Κίεβο όπως ήθελαν, αλλά στη Μόσχα και το Λένινγκραντ τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα είχαν σχεδιάσει.

Στη Μόσχα έφτασαν τόσο κοντά ώστε έβλεπαν τους τρούλους του Κρεμλίνου, αλλά δεν κατάφεραν να την καταλάβουν στο δε Λένινγκραντ έφτασαν με τη βοήθεια των Φιλανδών συμμάχων τους μέχρι τις όχθες του ποταμού Νέβα και εκεί τα τεθωρακισμένα και το πυροβολικό τους «κόλλησαν» στις λάσπες και τα έλη και έγιναν εύκολη λεία των σοβιετικών αντιαρματιστών.

Λένινγκραντ

Οι ναζί δεν κατάφεραν ποτέ να μπουν μέσα στην πόλη. Κάθε προσπάθεια τους βαφόταν στο αίμα. Οι υπερασπιστές της δεν άφηναν τίποτε να περάσει. Οι Γερμανοί τότε αποφάσισαν να πολιορκήσουν το Λένινγκραντ δημιουργώντας μια τεράστια μέγγενη που το έσφιγγε από τα δυτικά, τα νότια, και τα βόρεια και δεν άφηνε να περάσει τίποτε. Καμία προμήθεια, κανένα τρόφιμο. Εξάλλου την ημέρα που άρχισε η πολιορκία η πόλη διέθετε άλευρα και σιτηρά για 35 ημέρες, ζυμαρικά για 30 ημέρες, κρέας για 33 ημέρες, λίπη για 45 ημέρες και ζάχαρη για 60.

Το Λένινγκραντ θα πολιορκηθεί επί 872 ημέρες συνεχώς. Θα βομβαρδιστεί, θα ισοπεδωθεί. Οι κάτοικοι του θα λιμοκτονήσουν, θα πεινάσουν και θα τρώνε ποντίκια, σκύλους και γάτες. Θα ξεκολλάνε και θα βράζουν τις ταπετσαρίες μέσα στα σπίτια τους για να φτιάξουν σούπα από αλευρόκολλα, θα τρώνε δέρματα και γράσο, θα παγώσουν στους -30 βαθμούς Κελσίου χωρίς να μπορούν να ζεσταθούν. Θα υποστούν τα πάνδεινα αλλά δεν θα κάνουν «ούτε βήμα πίσω». Οι ναζί δεν θα περάσουν.

Τι και εάν ο Χίτλερ με την οδηγία 1601 (directive No 1601), διέταζε για την πόλη του Λένιν: «Οποιαδήποτε πρόταση παράδοσης από το Λένινγκραντ πρέπει να απορριφθεί. Σε αυτό τον αγώνα δεν με ενδιαφέρει να κρατήσω έστω ένα μικρό ποσοστό της πόλης ζωντανό. Ισοπεδώστε το… Θέλω να σβηστεί από προσώπου γης». Θα αποτύχει οικτρά.

Η πόλη έζησε ηρωικές στιγμές που μόνο με παραμύθι μπορεί να μοιάσουν. Όπως για παράδειγμα η μεταφορά εφοδίων με τα φορτηγά «polytorka» επάνω από τη παγωμένη λίμνη Λαντόγκα στα ανατολικά. Ή ότι με χαρτόνι, ξύλα και μπογιές είχαν δημιουργήσει τρούλους από εκκλησιές, μικρά κτίρια ακόμη και πλατείες. Δεκάδες τέτοιες κατασκευές μπέρδευαν τους Γερμανούς πιλότους των βομβαρδιστικών που από ψηλά δεν μπορούσαν να προσανατολιστούν και έριχναν τις βόμβες αλλού.

Ή ότι για να σώσουν το Ερμιτάζ από τους βομβαρδισμούς, το κάλυψαν με δίχτυ και έριξαν από πάνω του χώμα και λουλούδια έτσι ώστε από τα αεροπλάνα των Γερμανών να μοιάζει σαν ένας άλλος λοφίσκος.

Σχολεία, πανεπιστήμια, ωδεία λειτουργούσαν κανονικά. Η ζωή και ο πολιτισμός απέναντι στην βαρβαρότητα των ναζί δεν σταμάτησε. Τα θέατρα λειτουργούσαν κανονικά και ανέβαζαν έργα, το ίδιο και οι κινηματογράφοι. Τον ναζισμό τον χτυπάς με τον πολιτισμό και τον τσακίζεις με τα όπλα έλεγαν στην πολιορκημένη πόλη.

Η 7η Συμφωνία

Στις 9 Αυγούστου του 1943 το ξημέρωμα, τα κανόνια των πολιορκημένων Σοβιετικών του Λένινγκραντ όλα μαζί εντελώς ξαφνικά σφυροκόπησαν τις θέσεις του Γερμανικού πυροβολικού. Περισσότερες από 3 χιλιάδες οβίδες έπεφταν κάθε λεπτό. Τα Γερμανικά κανόνια σίγησαν. Οι αιφνιδιασμένοι ναζί προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν αυτόν τον ξαφνικό βομβαρδισμό.

Μια απόλυτη σιωπή επικράτησε αμέσως μετά. Και ύστερα από κάθε σημείο της πόλης οι ήχοι κλασσικής μουσικής άρχισαν να δονούν τον αέρα. Οι Σοβιετικοί είχαν τοποθετήσει παντού μεγάφωνα. Σε κάθε δρόμο, σε κάθε πλατεία υπήρχαν μεγάφωνα που έπαιζαν κλασσική μουσική.

Εκείνη τη στιγμή γραφόταν ιστορία. Μουσικοί από τα χαρακώματα είχαν συγκεντρωθεί και έπαιζαν μαζί με τη συμφωνική ορχήστρα της πόλης το έργο του μεγάλου Νμίτρι Νμιτρίεβιτς Σοστακόβιτς, την «7η Συμφωνία», που έμεινε στην ιστορία ως «Η Συμφωνία του Λένιγκραντ», (Symphony No. 7 Opus 60 Leningrad)

Οι μουσικοί δεν είχαν να φάνε. Σκελετωμένοι καθόντουσαν στην εξέδρα και έπαιζαν το έργο τους. Κάποιοι λιποθυμούσαν από την πείνα. Η συμφωνία όμως συνεχιζόταν κανονικά. Ήταν η ορχήστρα του κρατικού ραδιοφωνικού σταθμού της πόλης που από τα 100 άτομα που είχε, είχαν μείνει μόνο 15. Οι υπόλοιποι μουσικοί ήρθαν από τα χαρακώματα.

«Όσο μουγκρίζουν τα κανόνια, οι μούσες μας υψώνουν και αυτές το περήφανο κεφάλι τους. Κανείς δε θα μας πάρει την πένα από τα χέρια μας!» Είχε πει ο 35χρονος συνθέτης κατά τις πρώτες πρόβες οι οποίες διαρκούσαν το πολύ 15 λεπτά αφού μετά οι μουσικοί από την αδυναμία έχαναν τις αισθήσεις τους ή δεν μπορούσαν να κοιυνήσουν τα χέρια και τα δάχτυλα τους.

Οι Γερμανοί άκουγαν πεντακάθαρα τη συναυλία από τις θέσεις τους και δεν πίστευαν στα αυτιά τους. Είχαν μείνει ακίνητοι ανίκανοι να αντιδράσουν. Επι 70 λεπτά επικρατούσε η απόλυτη σιγή. Μόνο τα όργανα ακουγόντουσαν.

Το ηθικό

Τα ¾ του έργου ο Σοστακόβιτς τα ολοκλήρωσε μέσα στην πολιορκημένη πόλη. Μετά έφυγε για τη Σαμάρα και όταν το έργο του τελείωσε, ένα σοβιετικό καταδιωκτικό αεροπλάνο έσπασε τον από αέρα αποκλεισμό των Γερμανών. Πέταξε πάνω από την πόλη και έριξε σε προκαθορισμένο σημείο έναν ελαφρύ σφραγισμένο ταχυδρομικό σάκο. Μέσα υπήρχαν οι παρτιτούρες για τους μουσικούς.

Η ηγεσία του Κόκκινου Στρατού κατάλαβε αμέσως το διπλό όφελος της συναυλίας και για αυτό επεδίωξε και να γίνει με κάθε τρόπο. Από τη μια εμψύχωσε τους Σοβιετικούς πολίτες και στρατιώτες και τους έδινε δύναμη και κουράγιο και από την άλλη ήταν ένα τεράστιο ράπισμα στο ηθικό των γερμανών.

Η συναυλία έκλεισε με τα λόγια του μαέστρου της συναυλίας και μαέστρου του Ραδιοφωνικού σταθμού της συμφωνικής ορχήστρας της πόλης. Κάρλ Ελίασμπεργκ. Τα οποία μεταδόθηκαν από τα μεγάφωνα και στα γερμανικά και τα άκουσαν πεντακάθαρα οι ναζί μέσα από τα χαρακώματα τους.

«Ακούστε σύντροφοι. Αυτή η συναυλία είναι μάρτυρας του πνεύματος, του κουράγιου και της θέλησης μας να πολεμήσουμε. Και εσείς (προς τους Γερμανούς) άδικα περιμένετε. Δεν θα παραδοθούμε ποτέ»

Νμίτρι Σοστακόβιτς

Ο Σοστακόβιτς ήταν αυτό που λέμε ιδιοφυΐα στη μουσική. Βαθιά κομμουνιστής, ταγμένος στο κόμμα (αν και δυο φορές το 1936 και το 1948 αποκηρύχθηκε) ήταν γεμάτος εμμονές.

Ήταν μανιακός με την καθαριότητα, συντόνιζε όλα τα ρολόγια του σπιτιού του ακριβώς στο ίδιο λεπτό και δευτερόλεπτο ενώ συχνά πυκνά έστελνε κάρτες στον εαυτό του για να ελέγχει εάν λειτουργεί καλά η ταχυδρομική υπηρεσία. Τα νεύρα του ήταν σε εγρήγορση ενώ τα τελευταία χρόνια της ζωής του το πρόσωπο του ήταν γεμάτο τικ και γκριμάτσες. Τραγική ειρωνεία: Πέθανε στις 9 Αυγούστου του 1975.

Το Λένινγκραντ δεν έπεσε ποτέ. Οι ναζί δεν κατάφεραν να μπουν ούτε καν στις πρώτες δυτικές συνοικίες της πόλης. Μετά από 872 ημέρες πολιορκίας ο Κόκκινος Στρατός πέρασε στην αντεπίθεση τους εκδίωξε. Ήταν Ιανουάριος του 1944. Από τα 3 εκατομμύρια κατοίκους της πόλης 1.500.000 άνθρωποι πέθαναν από τους βομβαρδισμούς, την πείνα και το κρύο.