Η έκθεση του Δημήτρη Μανίνη άνοιξε τις πύλες της στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης στην οδό Πειραιώς 206 την Παρασκευή 19 Μαίου και θα διαρκέσει ως τις 5 Ιουνίου .
Είναι καθημερινά και τα Σαββατοκύριακα ανοιχτή στο κοινό απο τις 18.00 ως τις 22.00 το βράδυ
Τριανταπέντε ανθρωποκεντρικά έργα του εικαστικού, αντιπροσωπευτικά μιας διαδρομής 45 ετών αφηγούνται τον συναρπαστικό κόσμο του Μανίνη. Ο γνωστός εικαστικός μας παραχώρησε συνέντευξη και μίλησε για το έργο του αλλά και για την τέχνη στην Ελλάδα.
Κύριε Μανίνη, τί θα λέγατε να ξεκινήσουμε με μία «τυπική» ερώτηση; Πως ξεκίνησε αυτή η «περιπέτειά» σας όπως χαρακτηρίζετε την πορεία σας στα εικαστικά ;
H ζωή μου η ίδια υπήρξε ως εδώ τέτοια, που αλίμονό μου αν δεν έχω ταλέντο. Και θα εξηγήσω τι εννοώ.
Από τα πρώτα μου χρόνια, έζησα μέσα σε θαύματα.
Δηλαδή, δεν είχα κλείσει τα τρία, όταν ξεκίνησαν τα ταξίδια με τον πατέρα μου ή άλλους συγγενείς.
Μικρά καΐκια διέθεταν και δεν είναι μόνον ότι στις καλοκαιρίες έβλεπα τον ορίζοντα να σημαδεύεται από τις στεριές των νησιών, αλλά κι όταν οι φουρτούνες μας ανάγκαζαν να καταφύγουμε σε ερημονήσια ζούσα τους θρύλους. Τις μέρες ψάρευαν στους τρυφερούς κόλπους ενώ απ έξω λυσσομανούσε ο καιρός και τις νύχτες βγαίναμε στην αμμουδιά. Εκεί, άναβαν φωτιές και τηγάνιζαν ή έψηναν στην θράκα τα αλιεύματά τους. Οίνος υπήρχε άφθονος και λίγο αργότερα, έπαιρναν το τραγούδι στο στόμα και ξεκινούσαν τον χορό.
Κατά τα μεσάνυχτα, ενώ είχε σβήσει η φωτιά, μας φώτιζε η σελήνη και κείνοι άρχιζαν τις ιστορίες. Για μια πολιτεία που ξεκινούσε βυθισμένη απ’ τα ρηχά του νησιού και τραβούσε έως το απέναντι νησί.
Μάλιστα, κάποιοι ισχυρίζονταν ότι καθώς ψάρευαν με καλοκαιρία, διέκριναν κτίσματα, δρόμους και άκουγαν ως και καμπάνες από την βυθισμένη πολιτεία. Άλλοι μιλούσαν για τα κλάματα βρέφους που άκουγαν τις νύχτες στα βράχια, και όσοι τόλμησαν, βρήκαν δελφίνια μπλεγμένα στα βράχια της ακτής. Κι όσα κατάφεραν να ελευθερώσουν, για μήνες τους ακολουθούσαν στις πορείες τους. Και άλλα, και άλλα πάρα πολλά που για να σας τα ιστορήσω θα χρειαζόμουν τόμους βιβλίων.
«Θαύματα» όμως διαμόρφωσαν το έργο σας και στη στεριά
Ναι, και στην στεριά, στο χωριό δεν ήσαν λιγότερα θρυλικά τα πράγματα. Ο κοσμογυρισμένος παππούς μου, με έφερνε σε επαφή με τον κοινωνικό, τον φυσικό κόσμο, κι από την άλλη η γιαγιά, με τον υπερφυσικό. Ο παππούς λοιπόν, μιλούσε με παραβολές, αλληγορίες, και αποφθέγματα ακόμα και των Αρχαίων, στην γλώσσα τους. Η γιαγιά, με διαβεβαίωνε ότι η μπόρα, η καταιγίδα, οι κεραυνοί, η νύχτα που μας κάλυπτε με πηχτό σκοτάδι μαζί με τα ουρλιαχτά των λύκων των γλάρων των αλεπούδων και των κουναβιών “αυτά δικά μας είναι, μην τα φοβάσαι, του κόσμου μας. Πες δυο τρία Πάτερ ημών και δεν έχεις φόβο….
Τα άλλα να φοβάσαι, τον Ίσκιο ας πούμε που είναι το χειρότερο και έρχεται με ήλιο αλλά και με βροχή και με χαλάζι. Κι άμα τον δεις να φτάνει, κάνε τον σταυρό σου, λέξη μην βγάλεις, κοίτα αλλού αμέσως κι από μέσα σου ξεκίνα με το δι’ Ευχών και το Πιστεύω.
Εδώ το Πάτερ ημών δεν πιάνει”.
Και άλλα, και άλλα. Εννοώ πως και για την στεριά, θα χρειαζόμουν άλλον τόμο βιβλίου. Λοιπόν, τους χειμώνες με τις μεγάλες φουρτούνες, περπατούσα στην αμμουδιά και έψαχνα με συντροφιά τα κοράκια και τους γλάρους τα όσα εκπληκτικά είχε ξεβράσει η θάλασσα φερμένα από τις πολιτείες. Μπουκαλάκια διάφανα και άλλα σκουρόχρωμα, πλαστικά και ξύλινα σπασμένα παιγνίδια κι ανάμεσά τους κοχύλια , καβούρια και ψάρια, μπλεγμένα σε δίχτυα κίτρινα, γαλάζια και καφετιά.
«Ενα διαρκές θαύμα η ζωή»
Έζησα μέσα σε ένα τσίρκο θαυμάτων κι όταν μεγάλωσα μάλιστα, αντιλήφθηκα πως και μόνον ότι ζει κανείς, συνιστά ένα διαρκές θαύμα. Έτσι λοιπόν, ήμουν “καταδικασμένος” να μιλήσω για όλα αυτά. Και αυτό έπραξα, με ζωγραφική, γλυπτική και γραπτό πεζό λόγο. Συμπέρασμα, αλίμονό μου αν δεν έχω το απαιτούμενο ταλέντο, διότι οπωσδήποτε έτσι θα γινόταν με, ή χωρίς ταλέντο, θα ζωγράφιζα, θα έγραφα, θα έκανα γλυπτά….. Και ο μόνος αρμόδιος να κρίνει αν διαθέτω ταλέντο, είναι ο Ιστορικός Χρόνος ! Δηλαδή, Το Κάποτε και σε καμία περίπτωση το Παρόν….
Εχετε πολλές διαφορετικές περιόδους στην μακρά εικαστική σας πορεία των πέντε δεκαετιών.Ποιά περίοδος καθώς κοιτάζετε πίσω είναι πιο κοντά στο» είναι» μιας κι η έκθεση σας έχει θέσει με τον τίτλο της «από το φαίνεσθαι στο είναι» έναν τέτοιο υψηλό στόχο ύπαρξης;
Ο τίτλος της εκθέσεώς μου εκφέρει την άποψή μου για τη Τέχνη. Δηλαδή, μπορεί το εικαστικό γεγονός να ξεκινάει από την μορφή, το κέλυφος των πραγμάτων, αλλά δεν πρέπει να εγκλωβίζεται σ αυτό και μόνον. Εννοώ λοιπόν, ότι ο εικαστικός δημιουργός, οφείλει να καταδεικνύει το βαθύτερο και υποκρυπτόμενο, αναδεικνύοντας τις γενεσιουργές αιτίες και έτσι να προβάλλει εκείνο που επισημαίνει ο Ηράκλειτος μιλώντας «περί της των πραγμάτων φύσηος» . Ως αντιπαράδειγμα, μπορεί κανείς να δει το εικαστικό προϊόν που προβάλλεται τακτικά τις τελευταίες δεκαετίες και αναδεικνύει μόνον τα χαρακτηριστικά της επιφάνειας, υποβαθμίζοντας τα έργα σε διακοσμητικά. Αλλά ασφαλώς, για αν αποδώσει κανείς τα πράγματα με τον βαθύτερο πυρήνα τους, πρέπει να διέλθει από το Ηρακλείτιο και πάλι «εδιζησάμην εμεωυτόν», βυθίστηκα στα τρίσβαθα του εαυτού μου…..Θεωρώ, ότι από την πρώτη μου κι όλας περίοδο, όταν ακόμη ήμουν μειράκιο, την ίδια θεώρηση διέθετα κι έτσι δεν ξεχωρίζω κάποιαν περίοδο. Το τελευταίο, ίσως σημαίνει άγνοια, είτε αλαζονεία, πάντως, περαιτέρω, αν τελικώς τα έργα μου συνάδουν με τον τίτλο, και πάλι θα πρέπει να αναμένουμε τον ιστορικό χρόνο
Τι σημαίνει σήμερα καταξίωση ενός καλλιτέχνη;
Κατ αρχήν, ότι και παλιότερα. Οικονομική άνεση. Αλλά τότε, υπήρχαν και άλλα χαρακτηριστικά, που σήμερα απουσιάζουν. Καταξίωση σήμερα σημαίνει δυνατότητα πώλησης έργων σε πολύ υψηλές τιμές, ενώ τότε, υπήρχε και ουσιαστική απόδοση τιμών που εκφερόταν μέσω της εκτιμήσεως που έτρεφαν προς το πρόσωπο του καλλιτέχνη, και αναφέρομαι στην Δυτική Ευρώπη. Ατυχώς, εμείς δεν περάσαμε από την Αναγέννηση και επί πλέον εδώ δεν είχαμε μόνον τους Ανατολικούς Ρωμαίους που επρέσβευαν πως «…η ζωή είναι αλλού», εννοώντας την μετά θάνατον, αλλά και Τουρκοκρατία, και Φραγκοκρατία και Καταλανοκρατία, τουλάχιστον…..
Ο Μανίνης της Ιταλίας
Η Ιταλία πάντως είναι γνωστό πως σας επιφύλασσε πολύ ευχάριστες εκπλήξεις σε αυτή τη ζωή! Το 2006 στο Τορίνο στο πλαίσιο των Ολυμπιακών αγώνων και στη συνέχεια το 2009 στη Biennale δημιουργήθηκαν ιδανικές συνθήκες για έναν δημιουργό που θέλει να επικοινωνεί με το έργο του κι όχι με δημόσιες σχέσεις …
Κατά την πρώτη μου έκθεση στην Ιταλία, στο Τορίνο , στα πλαίσια των χειμερινών Ολυμπιακών αγώνων, μου αποδόθηκαν πρωτοφανείς τιμές που οπωσδήποτε δεν ήμουν έτοιμος να δεχτώ… Σε μένα, τον ολοσχερώς ως τότε άγνωστο στην Ιταλία. Το κεντρικό περιοδικό της πόλης, επετειακό για τους Ολυμπιακούς, μου αφιέρωσε τις δύο κεντρικές σελίδες.
Η Corriere Della Sera του Σαββάτου κυκλοφόρησε με ένθετο για την αφεντιά μου.
Οταν βρέθηκα κάποτε με συντροφιά στην Φλωρεντία σε εστιατόριο ένας φίλος πληροφόρησε τον σερβιτόρο που ρώτησε σχετικώς, ότι ήμουν ζωγράφος. Κατά την έξοδό μας, περάσαμε μπροστά από το σύνολο των υπαλλήλων που είχαν παραταχθεί σε σειρά σε στάση προσοχής με επί κεφαλής τον μαιτρ, και με αποχαιρετούσαν με ελαφρά υπόκλιση….
«Πικρή ιστορία» η τέχνη στην Ελλάδα
Τώρα, τι πρέπει να πράξει κανείς για να καταξιωθεί στον τόπο μας σήμερα, που -όπως και αλλού- το έργο τέχνης συνιστά ακόμα ένα εμπορευματικό προϊόν όπως οι πατάτες τα προφυλακτικά και τα αυτοκίνητα, αφήστε το καλύτερα, πικρή ιστορία. Φρονιμότερο είναι να ασχολείται ο δημιουργός με το έργο του επισταμένως και να βγάλει απ το μυαλό του την «καταξίωση» λαχανιάζοντας στις δημόσιες σχέσεις
Οι εκθέσεις είναι η στιγμή που βγαίνουν τα έργα του καλλιτέχνη στον κόσμο.Πώς σας κάνει να αισθάνεστε αυτό?
Καλό είναι να πέφτουν τα βλέμματα των επισκεπτών στα έργα μου, ίσως κάποιοι ωφεληθούν και χαίρομαι στην περίπτωση αυτήν, αλλά τίποτε περισσότερο. Πέρασαν δηλαδή πάρα πολλά έτη από τότε (πρώτη και δεύτερη έκθεσή μου) που αγωνιούσα για την βάσανο των βλεμμάτων των άλλων. Δεν με αφορά πλέον εδώ και πάρα πολύ καιρό.
Τι δυσκολίες έχει η δημιουργία μιας έκθεσης στην Ελλάδα ;
Εξαρτάται από την ισχύ της υπογραφής του εκθέτη. Αλλά ένα σχετικώς “φρέσκο” πρόβλημα εμφανίστηκε μετά το 1990. Οι γκαλερίστες προβάλλουν πολλές δυσκολίες αν ο εικαστικός δεν είναι πτυχιούχος σχολής Εικαστικών, λες και το πτυχίο είναι η απόδειξη για την ποιότητα ενός έργου, ή ακόμα, λες και οι εν λόγω δεν διαθέτουν δυνατότητα κρίσεως όταν εξετάσουν τα προς έκθεσιν έργα. Όλο αυτό είναι μάλλον γελοίο. Ο δημιουργός, δεν είναι μήτε οδοντίατρος, μήτε αεροναυπηγός.
Αναλογισθείτε μάλιστα, πως αν εξετάσετε μία ιστορία της Ευρωπαϊκής Τέχνης και αφαιρέσετε όσους δεν σπούδασαν σε σχολή καλών τεχνών, είτε δεν έγιναν δεκτοί, είτε την εγκατέλειψαν, στον τόμο θα απομείνουν λιγότερες σελίδες από το ένα τρίτο.