Ο δρόμος για την ειρήνη στην Ουκρανία παραμένει δύσκολος
Παρά την αλλαγή συσχετισμού στο έδαφος των επιχειρήσεων ο δρόμος για την ειρήνη στην Ουκρανία αργεί
- Ο καλλιτέχνης που απείλησε ότι θα κατέστρεφε πολύτιμα έργα τέχνης αν ο Τζούλιαν Ασάνζ πέθαινε στη φυλακή
- Για ποια εγκλήματα κατηγορούνται οι Νετανιάχου, Γκάλαντ και Ντέιφ
- Να απομονώσει τους αποστάτες καλούν οι 87+ τον πολιτικό κόσμο - «Να μην αποδεχτούν έδρες προϊόν συνωμοσίας»
- Οι καταναλωτικές συνήθειες των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της Black Friday
Όλα δείχνουν ότι στην ανατολική Ουκρανία οι δυνάμεις της Ρωσίας και των αυτοανακηρυχθεισών «λαϊκών δημοκρατιών» έχουν καταφέρει να τροποποιήσουν τον συσχετισμό δύναμης και με αργό αλλά σταθερό τρόπο να πετυχαίνουν τους σκοπούς τους, που σε αυτή τη φάση είναι πολύ συγκεκριμένοι: η κατάληψη του συνόλου της έκτασης του Ντονμπάς και παράλληλα η καταστροφή όσο το δυνατόν μεγαλύτερου μέρους των αμυντικών υποδομών της Ουκρανίας.
Τόσο η κατάληψη της Μαριούπολης, που σήμαινε ότι βγήκαν εκτός μάχης και μερικές από τις πιο εμπειροπόλεμες (και με εθνικιστική ιδεολογική στράτευση) μονάδες των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, όσο και η τροπή που παίρνει η μάχη για την κατάληψη του Σεβεροντονέτσκ, παράλληλα με τα διαρκή πλήγματα είτε σε θέσεις του πυροβολικού της Ουκρανίας είτε σε χώρους συγκέντρωσης ή διοίκησης των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων, δείχνουν ότι σταδιακά οι ρωσικές δυνάμεις επιτυγχάνουν στόχους και κατακτούν θέσεις έχοντας ταυτόχρονα περιορίσει σημαντικά τις απώλειές τους, την ώρα η ουκρανική πλευρά παραδέχεται ότι έχει πλέον σημαντικές απώλειες.
Στην ίδια εκτίμηση κατατείνει και το γεγονός ότι η ουκρανική πλευρά, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του προέδρου Ζελένσκι διαρκώς πιέζουν για ακόμη μεγαλύτερη στήριξη από τη μεριά της Δύσης και ακόμη μεγαλύτερες κυρώσεις.
Η Ρωσία δεν βιάζεται για γρήγορες διαπραγματεύσεις
Ενδεικτική της τροποποίησης του συσχετισμού και η στάση που έχει κρατήσει η Ρωσία στο τελευταίο διάστημα σε σχέση τις όποιες προτάσεις έχουν υπάρξει για κάποιου είδους διαπραγμάτευση για ειρήνευση.
Έτσι, παρότι είναι σαφές ότι το ίδιο γεγονός ότι έστω και δειλά επιστρέφουν προτάσεις για διαπραγμάτευση στο τραπέζι είναι από μόνο του ένδειξη του συσχετισμού που διαμορφώνεται στο πεδίο των επιχειρήσεων, η Ρωσία αυτή τη στιγμή πρώτα και κύρια να πετύχει τους συγκεκριμένους εδαφικούς στόχους που έχει θέσει για την ανατολική Ουκρανία.
Αυτό σημαίνει ότι η Ρωσία δεν βιάζεται για διαπραγματεύσεις. Πρώτα θα ολοκληρώσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και την προσπάθεια καταστροφής των αμυντικών υποδομών της Ουκρανίας και μετά θα επανέλθει πλήρως στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αυτό θα το κάνει όταν θα αισθανθεί ότι τόσο η ουκρανική κυβέρνηση όσο και οι δυτικές κυβερνήσεις αποδέχονται τα τετελεσμένα στο ίδιο το πεδίο της μάχης. Και προφανώς ενδιαφέρεται για μια διαπραγμάτευση που θα προϋποθέτει αυτά τα τετελεσμένα.
Η αμηχανία της Δύσης
Όμως, η αμηχανία είναι εμφανής και στη Δύση. Είναι σαφές ένας αριθμός χωρών, της Βρετανίας και των ΗΠΑ προεξαρχουσών θεώρησαν ότι ο πόλεμος αυτός έπρεπε να μετατραπεί σε μια ήττα της Ρωσίας ή τουλάχιστον σε μια μεγάλη οικονομική και τελικά πολιτική αιμορραγία. Σε αυτό βρήκαν ευήκοα ώτα πρώτα και κύρια οι χώρες της «διεύρυνσης» της ΕΕ και από ένα σημείο και μετά – και όχι χωρίς επιφυλάξεις – οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στο βαθμό που δεν επέλεγαν μια άμεση εμπλοκή αυτό που απέμενε ήταν η υποστήριξη της Ουκρανία με φορητό αντιαρματικό και αντιαεροπορικό εξοπλισμό στην αρχή και σταδιακά με πιο βαρύ οπλισμό, συμπεριλαμβανόμενων και όπλων πυροβολικού. Σε εκείνη τη φάση εκτιμήθηκε ότι ο συνδυασμός ανάμεσα στα μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα και τις σκληρές κυρώσεις θα μπορούσαν να «γονατίσουν» τη Ρωσία και να την οδηγήσουν σε κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί ήττα. Μάλιστα, η αποτυχία του αρχικού ρωσικού σχεδιασμού για άσκηση πίεσης στην ουκρανική πλευρά μέσα από την πολιορκία του Κιέβου και οι απώλειες που είχαν οι Ρώσοι, φάνηκαν να επιβεβαιώνουν αυτή την εκτίμηση.
Όμως, οι κυρώσεις, τουλάχιστον μέχρι τώρα δεν έχουν μπορέσει να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Σίγουρα ασκούν πίεση και η Ρωσία αντιμετωπίζει διάφορες μορφές προβλημάτων στην προμήθεια κρίσιμου εξοπλισμού – π.χ. ημιαγωγών –, όμως αντί να καταρρεύσει το ρούβλι αυτό τελικά ενισχύθηκε και ένα σημαντικό φάσμα χωρών επέλεξαν αντί για κυρώσεις να συνεχίσουν να συναλλάσσονται με τη Ρωσία.
Άλλωστε, ακόμη και οι κυρώσεις της Δύσης απέχουν του να είναι «πλήρεις». Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να προμηθεύεται ρωσικό φυσικό αέριο και να το πληρώνει με βάση διαδικασίες τις οποίες υπέδειξαν οι Ρώσοι, την ώρα που το ευρωπαϊκό εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο δεν θα είναι ακριβώς πλήρες εφόσον οι αγωγοί που φτιάχτηκαν στην εποχή της ΚΟΜΕΚΟΝ είναι πολύ πιθανό να συνεχίσουν να τροφοδοτούν χώρες όπως η Ουγγαρία με ρωσικό πετρέλαιο.
Και βέβαια η Ρωσία δείχνει να προσανατολίζεται ολοένα και περισσότερο σε μια οικονομική συνθήκη που θα χαρακτηρίζεται από την «αποσύνδεση» της Ρωσίας από τις δυτικές οικονομίας εξαιτίας των κυρώσεων. Αυτό φάνηκε και στον τόνο της ομιλίας του ίδιου του Πούτιν κατά την Σύνοδο Κορυφής της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης (που περιλαμβάνει τη Ρωσία, το Καζακστάν, το Κιργιστάν, τη Λευκορωσία και την Αρμενία), που ουσιαστικά έδωσε έμφαση στην ολοένα και μεγαλύτερη ρωσική έμφαση στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού. Επιπλέον, πλευρά της συνόδου ήταν ακριβώς και ο τρόπος μετάβασης σε ένα εναλλακτικό χρηματοοικονομικό σύστημα που να μπορεί να απαντήσει σε προκλήσεις όπως ο αποκλεισμός ρωσικών τραπεζών από το σύστημα SWIFT.
Η δυσκολία μιας διαπραγμάτευσης που ακόμη δεν έχει αρχίσει
Αυτή η αμηχανία έρχεται να συναντηθεί με το ότι η ουκρανική κυβέρνηση επίσης δεν επιθυμεί να υπάρξει τώρα μια ειρηνευτική διαδικασία, εφόσον πιστεύει ότι με ακόμη μεγαλύτερη βοήθεια από τη Δύση και ακόμη πιο σκληρές κυρώσεις μπορεί ο συσχετισμός να αλλάξει. Άλλωστε, η κυβέρνηση Ζελένσκι έχει οικοδομήσει τη νομιμοποιητική της βάση ακριβώς πάνω στο αφήγημα ότι αρνήθηκε να συνθηκολογήσει και ότι μπόρεσε να αντισταθεί στους εισβολείς.
Με τη Δύση να είναι σταδιακά πιο αμήχανη, ανεξαρτήτως του εάν ο ρητορικός τόνος παραμένει το «να νικήσει η Ουκρανία», την ουκρανική κυβέρνηση να επιμένει στους αρχικούς στόχους της, που εκτός των άλλων μεταφράζονται και στην άρνηση οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης που να περιλαμβάνει την απώλεια ουκρανικών εδαφών και τη Ρωσία να επιμένει στη τακτική της κατοχύρωσης των πραγματικών κερδών στο έδαφος των επιχειρήσεων, είναι σαφές ότι απέχουμε από μια διαπραγμάτευση για ειρηνική επίλυση των ζητημάτων.
Παγίωση της διαίρεσης
Σε πρώτη φάση πάντα ένα πράγμα που μπορεί κανείς να αναμένει είναι η παγίωση της συνθήκης ενός κόσμου πιο διαιρεμένου. Αυτό φαίνεται στη λογική να διατηρηθούν σημαντικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, από τις χώρες που στηρίζουν τις κυρώσεις, αλλά και στον τρόπο που ουσιαστικά παγιώνεται η απουσία συνεννόησης, στοιχείο που θα έχει επιπτώσεις σε διάφορα ανοιχτά μέτωπα στον κόσμο. Ωστόσο, την ίδια στιγμή η Ρωσία εξακολουθεί να απολαμβάνει σημαντικής αναγνώρισης εκτός Δύση. Πέραν της σταθερής συμπόρευσης με την Κίνα και της επιλογής της Ινδίας να διατηρήσει σημαντικές συναλλαγές με τη Ρωσία, ιδίως στον ενεργειακό τομέα, και ο αραβικός κόσμος εξακολουθεί να συνομιλεί με τη Ρωσία, ενώ εξακολουθεί να αναγνωρίζεται ο ρόλος της εντός OPEC+.
Το κόστος από την απουσία αναζήτησης ειρηνικής λύσης
Όμως, ο τρόπος που η δυτική τοποθέτηση επιμένει ρητορικά τουλάχιστον στην πλήρη ήττα της Ρωσίας, παρότι αυτή δεν φαντάζει εφικτή, και άρα στην παράταση των πολεμικών συγκρούσεων, την ώρα που η Ρωσία σαφώς επιδιώκει να κατοχυρώσει στρατιωτικά αυτά που θα μπορούσε να διεκδικήσει σε μια διαπραγμάτευση σημαίνουν πολύ απλά τη συνέχεια μιας μεγάλης πολεμικής σύγκρουσης, με μεγάλο αριθμό θυμάτων, ένστολων και αμάχων, και πολύ μεγάλο κόστος σε υποδομές.
Όμως, όσο θα παρατείνεται αυτή η σύγκρουση, το τίμημα σε ζωές και αναγκαίες υποδομές απλώς θα μεγαλώνει, ενώ θα γίνεται ολοένα και πιο βαθύ το τραύμα και για τις δύο κοινωνίες, πέραν του κινδύνου συνολικότερης αποσταθεροποίησης από τη μετάβαση σε έναν κόσμο ολοένα και πιο συγκρουσιακό και διαιρεμένο.
Κάτι που εξηγεί γιατί το ερώτημα μιας πολιτικής διεξόδου, μέσα από μια διαπραγμάτευση που θα μπορεί να διαμορφώσει όρους μιας ειρήνης που θα διαρκέσει, μπορεί να φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολο, αλλά την ίδια στιγμή είναι και παραπάνω από επιτακτικά αναγκαίο.
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις